ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

«Καί τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἔστιν

ὅριον» (Ησ. 9,7)

 

Ο Ρωμαίος στρατιωτικός και συγγραφέας Βεγέτιος (4ος αι. μ.Χ.) έγραφε· «ὅστις ἐπιθυμεῖ εἰρήνην, ἄς προπαρασκευάζη πόλεμον» και συνηγορούσε σε αυτή του την άποψη και ο ομοεθνής του ιστορικός Λίβιος, υποστηρίζοντας· «ἑτοιμάζου πρός πόλεμον καί θά ἔχης εἰρήνην».

Παρομοίως σκεπτόμενος ο ρήτορας Δημοσθένης, στους «Φιλιππικούς» του, ανέπτυσσε στους Αθηναίους την γνώμη, ότι μόνο εφόσον θα είναι ετοιμοπόλεμοι, θα αποφύγουν την υποταγή στον πανούργο βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο.

Έτσι, από τους νεωτέρους, ο Γάλλος στρατάρχης Λουδοβίκος Λιωτέ, ορμώμενος από τις απόψεις των παλαιοτέρων, αλλά και ένεκα προσωπικής του πείρας, κατέληξε στο πολυθρύλητο· «Θέλω στρατόν, διά να μη αναγκασθώ να τον χρησιμοποιήσω».

Στα χρόνια μας, κρισιμότατα για την ειρήνη και την ελευθερία των λαών, κάποιοι υποστηρίζουν αφελώς, ότι είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί η ειρήνη μέσω «εγγράφων συμφώνων» ή μέσω οργανισμών τύπου «Αμφικτυονίας», όπως επί παραδείγματι ο Ο.Η.Ε. στα χρόνια μας. Αν όμως αναλογισθούμε επί του παρόντος, την ειρήνη που «βασίλευσε» στην πατρίδα μας, ειδικά μετά την επανάσταση του ’21, κατόπιν επεμβάσεως των μεγάλων «σωτήρων», μπορούμε να εκτιμήσουμε την αποτελεσματικότητα των εν λόγω «συμφώνων». Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια έχει να μαρτυρήσει πολλά επ’ αυτού.

Έρχεται όμως και ο θυμόσοφος λαός μας λέγοντας· «ο αγιασμός διώχνει τα ποντίκια, αλλά για καλό και για κακό, ας πάρουμε και μια γάτα ή ας βάλουμε και μια φάκα». Εν προκειμένω, καλά είναι τα σύμφωνα, αλλά ας έχουμε και στρατό.

 

Πάνω στην κατά κύριον λόγο σύγκλιση των προτέρων απόψεων σε σχέση με τον όρο «ειρήνη», έρχεται προσκρούουσα με ιδιάζουσα απόκλιση, η ρήση του άρχοντος της ειρήνης. Του Χριστού! «Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλά μάχαιραν» (Ματ. 10,34).

Παρακολουθώντας με προσοχή την ροή των προτέρων απόψεων και συλλογισμών, φτάνοντας στα λόγια του Χριστού, πέφτουμε αντιμέτωποι σε μία λογοπλόκα παράκρουση. Βλέπουμε αυτόν, που είχε σαν χαιρετισμό του το «εἰρήνη ὑμῖν», να αντιμάχεται αυτήν την ειρήνη με τρόπο αιματηρό. Με μάχαιρα! Κάποια άλλη ώρα όμως επέπληττε τον Πέτρο για την δική του… μάχαιρα.

Αλλά αυτά τα δικανικά σχήματα, πάντοτε απαιτούν περαιτέρω ανάλυση, προς εξόρυξη του αληθούς νοήματος. Πέρα απ’ αυτό, τα εν λόγω ρήματα έχουν στόχο να κρατούν τον ακροατή σε μία ιδιάζουσα επιφυλακή και υπερδιέγερση ψυχική. Με σφιγμένη την ανάσα και το δάχτυλο στην σκανδάλη. Ετοιμοπόλεμο!

Ο Χριστός συνήθιζε να μιλά μέσω παραβολών, για να γίνεται αντιληπτός στα λαϊκά στρώματα. Όμως, ως ο κατ’εξοχήν στοχαστής και ρήτορας, αρεσκόταν να δημιουργεί μία διανοητική σύγχυση και παράπλευρη διένεξη σε ανθρώπινους τύπους, που καμώνονταν τους λογίους και διανοούμενους. Τους «ευφυείς», όπως εκείνος ο νομικός που πλησίασε τον Κύριο καθαρά με κίνητρα εκπειράσεως. Αυτός, που σαν μόνο μέλημά του είχε να δημιουργήσει διανοητικό «αδιέξοδο» στον Χριστό, προκειμένου να αποδείξει την δική του σοφιστική υπεροχή. Όπως ακριβώς οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, οι εν γένει νομοδιδάσκαλοι, που μόνο στόχο είχαν, οι στείροι πνευματικά, την παγίδευση του Χριστού προκειμένου να τον ταπεινώσουν. Να τον οδηγήσουν στη σύγχυση και απώλεια της ειρήνευσής του, γελοιοποιώντας τον και εν τέλει καταδικάζοντάς τον.

Αλλά οι ανοίγοντες λάκκον, τελικά πέφτουν οι ίδιοι μέσα, για να υπολογίσουν το… βάθος του. Έτσι όλοι οι ανωτέρω άμεσα καταντούν «θύματα» της δικής τους στημένης απάτης. Η φαρισαϊκή σκευωρία το μόνο που επιτυγχάνει, είναι η επανάληψη Βαβελικών εξαμβλωμάτων. Οπότε και πάλι οι οικοδομούντες εις μάτην κοπιάζουν, καθότι ο εργοδότης Κύριος δεν συνάδει με το πνεύμα τους. Ως εκ τούτου οι δεινοί συζητητές αναδεικνύονται «πολύγλωσσοι», χωρίς όμως εκ των προτέρων να έχουν μαθητεύσει στα ανάλογα θρανία προς εκμάθηση των εν λόγω γλωσσών. Οπότε λαλούντες ακαταλαβίστικα ρήματα, πρώτον δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, ερχόμενοι σε ρήξη, αλλά το βασικώτερο δεν μπορούν να αντιληφθούν τα μεγαλόπνοα και βαθυστόχαστα λόγια του γλωσσολόγου Κυρίου. Ας θυμηθούμε εκείνη την περίφημη ρήση περί ανεγέρσεως «τοῦ ναοῦ» σε τρεις μέρες. Ποιος την εννόησε; Μας ενημερώνει άμεσα ο Παύλος (Τιμ. Α΄1,7) «ἐξετράπησαν εἰς ματαιολογίαν… μή νοοῦντες μήτε ἅ λέγουσι μήτε περί τίνων διαβεβαιοῦται…».

Αλλά αν και «γλωσσάρχης» ο Χριστός, χρησιμοποιεί μία και μοναδική γλώσσα. Αυτήν της αληθείας, η οποία πέφτει σαν μάχαιρα πάνω σε όλους τους πνευματικούς αγύρτες, ταπεινώνοντάς τους και εκτοπίζοντάς τους στο εδώλιο της αμαθείας και της ψυχικής τους ερήμωσης.

 

Έτσι λοιπόν για να επανακάμψουμε στην αρχική μας επισήμανση,

για άλλη ειρήνη μιλούν οι μεν και για άλλη ειρήνη μιλά ο δε. Ο Χριστός!

 

Ο κόσμος εκφράζοντας την λέξη ειρήνη, την συνδέει με την ανάπαυση, την ησυχία, τον εφησυχασμό, την καλοπέραση, την ανεμελιά, την γενική απραξία, με μόνη ανελλιπή δραστηριότητα την μέθεξη στα ποικίλα «ρωμαϊκά συμπόσια», τα συνοδευόμενα με τα ανάλογα όργια, ολοκληρώνοντας μία παρασιτική διέλευση μέσα στο πέρασμα του κατασπαταληθέντος χρόνου. Κατά βάση μία κτηνώδη ζωή. Αυτή την κτηνώδη ζωή που ήλθε ο κορωνοϊός να την πλήξει, απορυθμίζοντάς την μερικώς. Και όμως όλοι καρτερούν με ανυπομονησία να κλείσει η αυλαία του παρόντος «δράματος», για να ειρηνεύσουν και πάλι όπως πρώτα μέσα στα παρασκήνια της κραιπάλης και του αμαρτωλού θορύβου. Όμως ο Θεός επισημαίνει για μία ακόμη φορά ότι θέλουν αυτήν την ειρήνη· «διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας» (Γεν. 6,3). Εν ολίγοις λοιπόν λόγω σαρκολατρίας. Αυτή είναι η ειρήνη που ποθεί ο κόσμος. Εξωτερική, ρηχή, συμφεροντολογική, προπάντων ψυχαγωγική (;) για τις ρυπαρές ψυχές του.

Αλλά η πρότερη ειρήνη απειλεί την άδολη και βαθειά τοιαύτη. Αυτήν για την οποία μιλάει ο Χριστός. Την εσωτερική ειρήνη. Την ψυχική γαλήνη. Την ήρεμη συνείδηση. Αυτήν την ειρήνη που κατορθώνουν και την βιώνουν οι ταπεινοί άνθρωποι, τα ευπειθή παιδιά του Θεού, ακόμη και εν μέσω πολέμου μεταξύ των εθνών. Την ώρα που τα αεροπλάνα ισοπεδώνουν την γη κροταλίζοντα απειλητικά στον αέρα, ενώ τα κανόνια ξεθεμελιώνουν εγκαταστάσεις, ενώ τα οχυρά καταλαμβάνονται από τους αλλότριους και τα μέτωπα καταρρέουν, οι εν λόγω καθαρόαιμοι άνθρωποι, ειρηνεύουν κρατώντας στα χέρια τους το μοναδικό όπλο της προσευχής. Δεν πτοούνται από τα ανθρώπινα πυρά που σκοτώνουν το σώμα. Φοβούνται και ριγούν παράφορα όμως από την μάχαιρα του Χριστού. Δηλαδή τον λόγο του, που μας θέτει προ του εκτελεστικού αποσπάσματος της μελλούσης κρίσεως, αν δεν τον τηρήσουμε στην πράξη. Ένας λόγος που μας καλεί να βιώσουμε την πίστη στον Χριστό, εμπλεκόμενοι σε πόλεμο με τους περιοίκους μας, όταν μας εμποδίζουν και φράσσουν τον δρόμο μας προς την θεοσέβεια. Όταν δηλαδή εμείς πολεμάμε για να κατακτήσουμε το θεϊκό οχυρό «με νύχια και με δόντια» και όλοι οι συγγενείς μας και οι «φίλοι» μας, παρεμβάλλουν ποικίλα εμπόδια προκειμένου να ανακόψουν μία ευγενή προέλαση. Προκειμένου να διατηρήσουν την ψεύτικη κοσμική ειρήνη της παντοειδούς απαθείας και πλήρους ανενεργείας. Εκείνη την ώρα όμως οι ανωτέρω κατ’ ουσίαν αυτοκτονούν και οι ίδιοι, ανοίγοντας πνευματικές κερκόπορτες και διευκολύνοντας έναν αόρατο πόλεμο κατά της αληθινής ειρήνης.

Αλλά εν τέλει και εδώ έχουν εφαρμογή τα πρώτα λόγια που ειπώθηκαν· «ὅστις θέλει εἰρήνην ἄς προπαρασκευάζη πόλεμο». Γιατί για να διατηρήσουμε και διασφαλίσουμε την ψυχική μας ειρήνη, πρέπει να εμπλακούμε σε πόλεμο κατά των εχθρικών παθών που μας περιβάλλουν απειλητικά. Των παθών μας που εκδίδουν τις καρδιές μας στον λάγνο υλισμό, καθιστώντας μας λαίμαργους για τα εγκόσμια και στροβιλίζοντάς μας μέσα στην δίνη μιας άθεης αγωνίας. Μία αγωνία που μας πολιορκεί θανάσιμα, χρησιμοποιώντας σαν ορμητήριό της μία κλινήρη συνείδηση, που αντιστρατεύεται, την καθαρόαιμη και απόλυτα υγιή ειρήνη.

Αυτή η καθαρή συνείδηση απουσιάζει στις μέρες μας από τους περισσότερους, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση με τους ίδιους τους εαυτούς μας. Γι’ αυτό το λόγο και όλοι οι ισχυροί της γης, άτομα με ψυχές εσκοτισμένες από την αμαρτία, κηρύττουν μία ειρήνη κατ’ ουσίαν κίβδηλη. Μιλούν για ειρήνη και την ίδια ώρα σκέφτονται τον πόλεμο. Γιατί κατά βάση μηχανεύονται κακά ενάντια στους λαούς τους. Στους συνανθρώπους τους. Στους «πλησίον». Είναι άνθρωποι που έχουν γραμμένο το μίσος στη σημαία τους, οπότε μόνο για ειρήνη δεν μπορούν να μιλούν. Άλλωστε το ασυνάρτητο και άκρως ύποπτο σύμβολο της ειρήνης τους λέει πολλά και μόνο υποψίες δημιουργεί.

Βάσει των προτέρων μπορούμε να καταλάβουμε την γλώσσα που μιλάει ο Χριστός, χωρίς παρανοήσεις. «Εἰρήνη ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν» (Ιω. 14,27). Εγώ σας παραδίδω, λέγει ο Χριστός, την δικιά μου την ειρήνη που δεν έχει καμία σχέση και συγγένεια με εκείνη του κόσμου. Ποια είναι αυτή; Είναι ο ίδιος ο Χριστός. Μας το τονίζει ο Παύλος (Εφεσ. 2,14) «Αὐτός γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν». Οπότε· «μή ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία, μηδέ δειλιάτω» (Ιω. 14,27). Ας επιδιώξουμε λοιπόν να προσεταιρισθούμε ευγενώς την ειρήνη που επαγγέλλεται ο μοναδικός μέγας ειρηνοποιός. Αυτή η ειρήνη αποτελεί ένα εσωτερικό απόκτημα του ανθρώπου, έναν πλούτο πνευματικό που γεννιέται μέσα στην συνειδητή και ιεραρχημένη εσωτερική ζωή σαν ευλογία και δώρημα Θεού και όχι γέννημα συμφωνιών και πολιτικών προπαγανδών.

 

Γι’ αυτό γράφει ο ποιητής Τάκης Παπατσώνης·

«Από το στόμα του Θεού κατέχουμε πως η λέξη ειρήνη περιέχει δύο διαφορετικές έννοιες. Η μία είναι του κόσμου, η άλλη είναι εκείνη που μας ανήκει, δώρο του Κυρίου προς εμάς, που δεν ανήκομε στον κόσμο. «Σας δίδω την δική μου ειρήνη. Όχι όπως ο κόσμος σας την δίδει, αλλά όπως εγώ». Η μία η ειρήνη του κόσμου είναι ειρήνη της αυτοσυντηρήσεως και της ήσυχης ζωής. Δεν είναι η ειρήνη του Θεού. Ενώ η ειρήνη του Θεού σηματοδοτεί την απόλυτη ισορροπία μας απέναντι σε οποιαδήποτε δοκιμασία, ακόμη και στο μαρτύριο, ακόμη και στη φαινομενική αδικία, στην «αστοργία» της θείας Δυνάμεως που δεν είμαστε άξιοι να κρίνουμε το βάθος της».

 

Ήλθε όμως η ώρα να μας χαιρετίσει και πάλι ο Χριστός. «Εἰρήνη ὑμῖν».

Ας τον αντιχαιρετίσουμε και εμείς παρακαλώντας τον θερμά· «μεῖνον μεθ’ ἡμῶν Κύριε».

Μείνε δίπλα στη σκοτεινή γωνιά της καρδιάς μας και άναψε την ελπίδα, τη γαλήνη, τη χαρά όπως και τότε στους οδοιπόρους προς Εμμαούς.

«Αὐτός γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν».

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή