ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ Η ΜΗΤΕΡΑ Ζ

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ (Z'.)

 

«Επλατύνθη επ’ εχθρούς μου το στόμα μου, ευφράνθην εν σωτηρία σου».

 

«Επλατύνθη επ’ εχθρούς μου το στόμα μου». Ας προσέξουμε την ακριβολογία της Γραφής. Δεν λέγει ‘η γλώσσα μου ακονίστηκε εναντίον των εχθρών μου’ γιατί δεν ετοιμάστηκε για βρισιές και ειρωνείες, ούτε για προσβολές και κατηγορίες, αλλά για παραίνεση και συμβουλή, για διόρθωση και νουθεσία. Γι’ αυτό δεν λέγει «ακονίστηκε η γλώσσα εναντίον των εχθρών μου» αλλά «πλατύνθηκε». Δηλαδή απέκτησα άνεση, μπορώ να μιλώ ελεύθερα. Τώρα απέκρουσα την ντροπή και πήρα θάρρος. Δεν αναφέρει το όνομα της αντιζήλου Φεννάνας, αλλά μιλά αόριστα και αφηρημένα. Καλύπτει αυτήν που τόσο την είχε λυπήσει. Δεν λέγει αυτά που λένε συνήθως οι γυναίκες ‘την καταντρόπιασε ο Θεός, την ξευτέλισε, την κανόνισε την άτιμη, την παλιογύναικα, την κακιασμένη’. Αλλά απλώς άνοιξε πλατιά το στόμα μου εναντίον των εχθρών μου».

«Ευφράνθην εν σωτηρία σου». Διατηρεί το ίδιο ύφος σε όλη της την προσευχή. Όπως στην αρχή έλεγε «στερεώθηκε η καρδιά μου με τη δύναμη του Κυρίου· ανυψώθηκε η δύναμή μου με τη χάρη του Θεού μου, ανοίχτηκε διάπλατα το στόμα μου ε αντίον των εχθρών μου», έτσι και στο σημείο αυτό λέγει «γέμισα από χαρά για τη σωτηρία σου». Όχι απλώς «για τη σωτηρία» αλλά «για τη σωτηρία σου». Αυτό σημαίνει ότι δεν χαίρομαι που σώθηκα, αλλά επειδή σώθηκα με τη δύναμή σου. Αυτές είναι οι ψυχές των αγίων. Δεν χαίρονται τόσο για τα δώρα, όσο για τον Θεό που τους τα έδωσε. Δεν τον αγαπούν για τα δώρα, αλλά αγαπούν τα δώρα επειδή τους τα έδωσε ο Θεός.

Κι εμείς πρέπει να μιμούμαστε τους αγίους και να αντιγράφουμε την συμπεριφορά τους. Αν αμαρτήσουμε, να μη πονούμε γιατί θα τιμωρηθούμε, αλλά γιατί στεναχωρέσαμε τον Κύριο. Αν προχωρούμε στην αρετή, να μη χαιρόμαστε για την βασιλεία των ουρανών που κερδίσαμε, αλλά γιατί ευχαριστήσαμε τον βασιλέα των ουρανών. Για αυτόν που έχει νου Χριστού, το φοβερό δεν είναι η κόλαση αλλά να συγκρουστείς με τον Θεό. Το δε επιθυμητό δεν είναι η βασιλεία των ουρανών, αλλά να αρέσεις στον Θεό.

Και μη απορούμε ότι έτσι πρέπει να συμπεριφερόμαστε, αφού και στους ανθρώπους το ίδιο κάνουμε. Δεν πιστεύουμε ότι το χειρότερο είναι να λυπήσουμε τα πρόσωπα που αγαπούμε, παρά να τιμωρηθούμε εμείς οι ίδιοι, που τα λυπήσαμε; Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος χαιρόταν για τα παθήματά του (Κολ. 1,24) και καυχόταν για τις θλίψεις του (Ρωμ. 5,3) και έλεγε το μεγάλο χάρισμα των χριστιανών είναι η πίστη αλλά και τα πάθη υπέρ της πίστεως (Φιλιπ. 1,29). Και πράγματι είναι χάρισμα μεγάλο να αξιωθείς να πάθεις κάτι για τον Χριστό, και στεφάνι και αμοιβή όχι κατώτερη από την μέλλουσα. Γι’ αυτό πρέπει να μακαρίζουμε τους μάρτυρες πρώτα για τα τραύματά τους κι έπειτα για τα βραβεία τους. Πρώτα για τις πληγές κι ύστερα για τα στεφάνια τους.

Αυτό το πνεύμα είχε και η αγία Άννα. Δεν ενδιαφερόταν για τίποτα το γήινο. Ακόμη και για την βοήθεια που μπορούσαν τυχόν να την προσφέρουν οι άνθρωποι. Γιατί γνώριζε ότι η ανθρώπινη βοήθεια είναι όπως και ο άνθρωπος. Παροδική και πρόσκαιρη. Αυτή χρειαζόταν την βοήθεια του Θεού την ασφαλή, βέβαιη και διαχρονική.

 

«Ότι ουκ έστιν άγιος ως ο Κύριος, και ουκ έστι δίκαιος ως ο Θεός ημών· ου έστιν άγιος πλην σου».

 

«Δεν υπάρχει άλλος άγιος, όπως ο Κύριος, και δεν υπάρχει άλλος δίκαιος, όπως ο Θεός μας· δεν υπάρχει άγιος εκτός από σένα». Είσαι ακατηγόρητος κύριε. Δεν μπορεί κανείς να σε κατηγορήσει για αδιαφορία, η μεροληψία ή αδικία. Οι αποφάσεις σου, αν και ακατάληπτες μερικές φορές, εν τούτοις είναι σωστές και όχι παράλογες. Η Άννα άργησε να απολαύσει την τεκνοποιία, ενώ η Φεννάνα την απόλαυσε νωρίς. Και κείνη την απέκτησε μετά από αναμονή κουραστική, ασταμάτητες προσευχές και δάκρυα πύρινα. Εν τούτοις δεν κατηγορεί τον Θεό, δεν του προσάπτει μομφή, γιατί άργησε και γιατί την ταλαιπώρησε. Τον υμνεί ως άγιο, τέλειο, δίκαιο και μάλιστα χωρίς καμμία σύγκριση με άλλους. Βρίσκεται στην κορυφή από κάθε άποψη. Την αγιότητα και τη δικαιοσύνη του δεν μπορεί να τη φθάσει κανείς.

Αντίθετα οι πλείστοι των ανθρώπων κατηγορούν τον Θεό και εναντιώνονται σε αυτόν και κοχλάζουν από αγανάκτηση ή από παράπονο και γκρίνια για τις κρίσεις του και τις επιλογές του. Ο Παύλος δεν μας επιτρέπει να κρίνουμε πριν της ώρας ούτε τους συνανθρώπους μας (Α´Κορ. 4,5) και εμείς κρίνουμε τον ίδιο τον Θεό. Νομίζουμε παίρνοντας ως αφορμή την οικονομική διαφορά των τάξεων, άσχετα αν αυτή οφείλεται και σε ανθρώπινες παραλείψεις και οκνηρίες, ως αφορμή για να κατηγορήσουμε την πρόνοια του Θεού.

Κι όμως αν όλοι ήμασταν πλούσιοι τότε θα πεθαίναμε από ανία και δεν θα υπήρχε η δυνατότητα συσφίγξεως της κοινωνίας με την ανάγκη των άλλων. Εκτός τούτου όλα τα αναγκαία και τα βασικά ο Θεός τα δίδει σε όλους. Νερό, φως, αέρας, σώμα, ικανότητες υπάρχουν σε όλους. Και μάλιστα μερικές φορές αυτά τα χαίρονται περισσότερο οι πιο αδύνατοι οικονομικά. Οι πλούσιοι μερικές φορές έχουν τρόφιμα, πλούτη ανέσεις και δεν έχουν υγεία. Έχουν μαλακά και ανατομικά κρεβάτια και δεν έχουν ύπνο. Έχουν διασκεδάσεις και δεν έχουν χαρά. Ακόμη και το ποτό και το φαγητό δεν το απολαμβάνουν όπως οι φτωχοί, επειδή το έχουν συχνά και μάλιστα πριν το χρειαστούν και το επιθυμήσουν. Έπειτα αν λείψει το κρασί δεν πεθαίνει κανείς, αν λείψει όμως το νερό τα πάντα πεθαίνουν. Αν λείψουν τα αρώματα τίποτα το κακό δεν συμβαίνει, αν λείψει ο αέρας λείπει κάθε είδους ζωή.

Η ποικίλη ασθένεια, το λεγόμενο φυσικό αλλά και ανθρώπινο κακό, ο θάνατος, η σήψη, η διάλυση του σώματος, η φθορά, το γήρας, η αδυναμία είναι κακά που πλήττουν όλους χωρίς καμμιά διάκριση. Θεολογικά δε η απόλαυση πολλών αγαθών και ηδονών μας στερεί τις άπειρες ποσοτικά, ποιοτικά και χρονικά χαρές του παραδείσου.

Οι διαρρήκτες, οι κακοποιοί, οι φονιάδες, οι τυμβωρύχοι τους πλουσίους κυνηγούν περισσότερο. Ότι δε οι πλούσιοι δεν είναι προνομιούχοι το αποδεικνύουν οι μελαγχολίες, τα ψυχοφάρμακα και οι αυτοκτονίες που μαστίζουν τα προηγμένα κράτη, αλλά και όσους έχουν υπερεπάρκεια αγαθών.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή