ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΕΝΟΧΕΣ

Υπάρχει άνθρωπος υγιής διανοητικά και ψυχολογικά που να επιθυμεί να είναι μέλος μιας εκκλησίας η οποία διακατέχεται από ενοχές; Μπορεί μια «εκκλησία» -με την έννοια της ιεραρχικά διαρθρωμένης συνάθροισης πιστών με κοινή δογμα-τική διδασκαλία- να θεωρεί τον εαυτό της «σώμα Χριστού», όταν αισθάνεται ότι υπάρχει ανάγκη να σταθεί απέναντι στις ενοχές της και να τις αντιμετωπίσει·

  Ο πάπας Βενέδικτος, κατά την διάρκεια πρόσφατου ταξιδιού του στην Αυστραλία, μίλησε με τους δημοσιογράφους που τον συνόδευαν για τα σκάνδαλα σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από παπικούς ιερείς σε διάφορα μέρη του κόσμου. Μεταξύ άλλων δήλωσε· «Θα κάνω ό,τι μπορώ, ώστε να μην ξανασυμβούν τέτοια δυσάρεστα περιστατικά, αλλά να γίνει η αποκατάσταση των κακοποιημένων σεξουαλικώς θυμάτων, όπως έκανα και κατά την περιοδεία μου στις Ηνωμένες Πολιτείες». Η πολύ ανθρώπινη και συνετή αυτή δήλωση του Πάπα συμπληρώθηκε από μια καταπληκτική πρόταση η οποία δείχνει με συνοπτικό τρόπο την εκκλησιολογική και θεολογική αρρώστια του παπισμού. Ο Πάπας τόνισε ότι «είναι βασικό για την Εκκλησία να μπορεί να αποτρέπει, να βοηθά και να έρχεται αντιμέτωπη με τις ενοχές της».

  Η πρόταση αυτή χρειάζεται ένα σύντομο σχολιασμό, για να φανεί καθαρότερα το αποκαλυπτικό για την εκκλησιολογική συνείδηση του παπισμού περιεχόμενό της.

  Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι η δήλωση του Πάπα μοιάζει με δήλωση πολιτικού αρχηγού που επιθυμεί η κυβέρνησή του ή το κόμμα του να βγει με όσο το δυνατόν λιγότερα τραύματα από την δίνη των σκανδάλων που δημιούργησαν κάποια μέλη του. Σ’ αυτήν την προσπάθεια παρουσιάζει την Εκκλησία σαν μια ανθρώπινη οργάνωση που έχει ανάγκη από μηχανισμούς αποτροπής σκανδάλων, από «φιλανθρωπική» μέριμνα για τα τυχόν θύματά τους και από ψυχολογική μέθοδο αντιμετώπισης των ενοχών της. Όλα αυτά, βέβαια, μπορεί κανείς να τα δει και με «καλό λογισμό» από μια «πνευματική» σκοπιά, αλλά η δογματική διδασκαλία και η εκκλησιολογία του παπισμού δεν δίνουν τέτοιον αέρα, δεν το επιτρέπουν.

  Θα σταθούμε σε δυο σημεία της παπικής δήλωσης. Πρώτον, στην αποτροπή των σκανδάλων και δεύτερον, στην αντιμετώπιση των ενοχών. Και στα δυο υποκρύπτεται η σκληρή μορφή του παπισμού και το μέγα χάσμα που τον χωρίζει από την μια, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, την Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού.

  Η αποτροπή των σκανδάλων, στην συνάφεια που την αναφέρει ο Πάπας, υποδηλώνει την ανάγκη ανάπτυξης μηχανισμών συγκάλυψης των σκανδαλιστικών γεγονότων ή αστυνόμευσης των παπικών κληρικών. Από την δήλωσή του απουσιάζει το πνεύμα της ελευθερίας, μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η ζωή της Εκκλησίας. Είναι περιττό να πούμε ότι οποιαδήποτε μορφής αστυνόμευση του ήθους των πιστών είναι τελείως άσχετη με το πνεύμα της αποστολικής και πατερικής παραδόσεως. Ο πιστός μετέχει στην ζωή της Εκκλησίας με ελευθερία. Δεν νοείται πιστός χωρίς ελευθερία. Πίστη σημαίνει εμπιστοσύνη, η οποία δεν επιβάλλεται με αστυνομικά μέτρα, αλλά εμπνέεται από τον ενεργό λόγο των ποιμένων της Εκκλησίας, από τους βίους των αγίων και από τα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων. Προϋπόθεση, βέβαια, της ε-μπνευσμένης μελέτης είναι αφενός μεν το ταπεινό και συντετριμμένο πνεύμα, το οποίο συνδέεται με την αίσθηση του κακού που διαβρώνει την ύπαρξή μας, αφετέρου δε η ειλικρινής διάθεση αναζήτησης του Θεού, ο οποίος με το έλεός του μας θεραπεύει.

  Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η μόνη μέθοδος αποτροπής των σκανδάλων είναι η ποιμαντική καθοδήγηση των πιστών, ώστε να ενηλικιωθούν πνευματικά και να φθάσουν «εις μέτρον ηλικίας και πληρώματος του Χριστού». Από την διαδικασία αυτή, βέβαια, δεν απουσιάζουν οι αδυναμίες, οι μικροψυχίες, οι πτώσεις και οι αναστάσεις. Υπάρχουν άνθρωποι που αγαπούν τον «νυν αιώνα» και φεύγουν από τη ζωή της Εκκλησίας. Υπάρχουν άλλοι που ανοίγεται ο νους τους στην διδασκαλία του Χριστού και εισέρχονται ενεργά στο σώμα της. Γενικά, οι άνθρωποι που μετέχουν στην ζωή της Εκκλησίας ανήκουν σε διάφορες πνευματικές ηλικίες. Δεν είναι όλοι τέλειοι. Δεν είναι «ακίνητοι» προς το κακό. Πριν από τον θάνατο του σώματος είναι πιθανόν ακόμη και κάποιος που έφθασε σε υψηλές πνευματικές εμπειρίες να πέσει, αν δεν προσέξει. Αυτό σημαίνει ότι και ένας κληρικός οποιουδήποτε βαθμού μπορεί να πλανηθεί και να αμαρτήσει. Η εκκλησιαστική ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα.

  Έτσι είναι αναπόφευκτα τα σκάνδαλα. Κανείς δεν τα επιθυμεί. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να τα αποκλείσει. Ούτε ο Χριστός τα απέτρεψε από τον κύκλο των δώδεκα μαθητών του. Για παράδειγμα· Δεν ήταν οικονομικό σκάνδαλο το ότι ο Ιούδας, ενώ ήταν κλέφτης, συνέχιζε να έχει το «γλωσσόκομον» (το ταμείο), από το οποίο «τα βαλλόμενα εβάσταζεν»; Δεν ήταν ακόμη σκάνδαλο η επί χρήμασι προδοσία του Χριστού; Δεν ήταν, επίσης, σκάνδαλο η μικροψυχία και η άρνηση του Πέτρου; Ο Χριστός δεν απέτρεψε τα σκάνδαλα από τον κύκλο των δώδεκα μαθητών του, ώστε να τους παρουσιάσει πρότυπα τελείων ανθρώπων. Τους δίδασκε και τους άφηνε να κινούνται ελεύθερα. Δεν τους επέβαλε να τον ακολουθούν. Εκείνοι το ήθελαν. Όταν αργότερα έλαβαν το Άγιο Πνεύμα, έγιναν άλλοι άνθρωποι· όμως και τότε δεν έπαψαν τελείως οι μεταξύ τους «παροξυσμοί», όπως μας πληροφορούν οι Πράξεις των Αποστόλων (15,39).

  Ο Πάπας, όμως, θέλει μηχανισμούς αποτροπής σκανδάλων. Θέλει σ’ αυτό το σημείο –όπως ο μεγάλος ιεροεξεταστής του Ντοστογιέφσκι- να διορθώσει το έργο του Χριστού. Άλλωστε αυτοθεωρείται Βικάριός του (ο τοποτηρητής του) στον κόσμο. Ο Χριστός δεν είναι κεφαλή της παπικής εκκλησίας. κεφαλή είναι ο Πάπας. Γι’ αυτό ο παπισμός χρειάζεται αποτρεπτικούς μηχανισμούς, γι’ αυτό διακατέχεται και από ενοχές.

  Σύμφωνα με τον πάπα Βενέδικτο, την κεφαλή της παπικής εκκλησίας, «είναι βασικό για την Εκκλησία…να έρχεται αντιμέτωπη με τις ενοχές της». Πως συμβιβάζεται, όμως, η αγιότητα της Εκκλησίας με τις ενοχές; Στο σύμβολο της πίστεως ομολογούμε πίστη «εις μιαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν». ομολογούμε ότι η μία Εκκλησία που διέσπειρε στον κόσμο ο Χριστός με τους αποστόλους του είναι αγία. Πως, λοιπόν, αυτή η αγία Εκκλησία αισθάνεται ενοχές για τα αμαρτήματα κάποιων μελών της; Αλλά και τι σημαίνει ενοχή της Εκκλησίας;

  Γι’ αυτά τα ερωτήματα μπορούμε να πούμε δυο πράγματα. Πρώτον, οι ενοχές της Εκκλησίας μπορούν να έχουν νόημα μόνο αν η ίδια με την διδασκαλία της και το πνεύμα που μεταδίδει στα μέλη της τα εξωθεί σε άθεσμες πράξεις. Και δεύτερον, οι ενοχές ενεργοποιούνται σε πρόσωπα και όχι σε θεσμούς. Έχουν σχέση με τις πράξεις, την συνείδηση και την πίστη καθενός ανθρώπου ξεχωριστά και όχι κάποιου συνόλου ανθρώπων. Μιλώντας, λοιπόν, ο Πάπας για ενοχές της Εκκλησίας την ταυτίζει ουσιαστικά με το πρόσωπό του, γι’ αυτό άλλωστε ζητά και συγγνώμη εκ μέρους της.

  Στην παράδοσή μας, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Εκκλησία είναι αγία ως το πραγματικό σώμα του Χριστού. «Η Εκκλησία είναι αγία όχι από τα μέλη της, αλλά γιατί αγία είναι η κεφαλή της, ο Χριστός. Η αγιότητα των Χριστι-ανών απορρέει από την αγιότητα του Χριστού, είναι στην πραγματικότητα μέθεξη της αγιαστικής Χάριτος του Χριστού. Έτσι, άγιοι δεν είναι οι καλοί άνθρωποι, αλλά όσοι μετέχουν της θεοποιού ενεργείας του Θεού» (Μητρ. Ναυπάκτου Ιερο-θέου, Εκκλησία και εκκλησιαστικό φρόνημα, σ. 64).

  Εφόσον, λοιπόν, ο Πάπας (ένας άνθρωπος) είναι η κεφαλή της παπικής εκκλησίας (μιας εκκλησίας με ενοχές) και όχι ο Χριστός, αφού, επιπλέον, η δογματική θεολογία του παπισμού δεν δέχεται θεοποιό άκτιστη ενέργεια στον Θεό, η οποία δια της Εκκλησίας αγιάζει και θεώνει τους ανθρώπους, αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία που περιγράφεται στο σύμβολο της πίστεως δεν είναι η παπική εκκλησία.

  Η Εκκλησία που περιγράφεται στο σύμβολο της πίστεως είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, το πραγματικό σώμα του Χριστού.

 

Πρωτοπρ. ΘΩΜΑΣ ΒΑΜΒΙΝΗΣ
(από την «Εκκλησιαστική Παρέμβαση»
της Ι. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου
τεύχος 145/ Ιούλιος- Αύγουστος 2008)

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή