Η ΚΡΙΣΗ ΩΣ ΠΡΟΔΙΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ΣΧΕΔΙΟ (Α´)

Είναι διαπιστωμένο ότι κατά κανόνα οι άνθρωποι αποφεύγουν να καταστήσουν δικά τους ξένα προβλήματα. Αυτό συνέβη και με τον λαό μας κατά την περίοδο της πλαστής του ευμάρειας, που παρήλθε ανεπιστρεπτί! Βέβαια θα αδικούσαμε κατάφωρα τον λαό μας, αν δεν τονίζαμε τις εξαιρέσεις, δηλαδή τις φωτεινότατες αναλαμπές του ήθους του, ενώ οι πάντες πάσχιζαν να τον καταστήσουν εγωπαθή καταναλωτή. Θα προβάλουμε αυτές στο τέλος του άρθρου μας προς τόνωση της αισιοδοξίας μας.

Η κρίση, η οικονομική και μόνο, όπως μας έκαναν να πιστέψουμε, οφείλεται κατά βάση στην οικονομική πολιτική μετά τη μεταπολίτευση. Όχι πως δεν είχαν τεθεί τα θεμέλια αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους θηριώδεις δυνάστες της τετράχρονης κατοχής, δυνάστες που εμφανίζονται και πάλι απειλητικοί, όπως τους είδε ο Κουστουρίτσα στη θαυμάσια ταινία του Underground. Εμείς όμως μετά τον εμφύλιο, που υποδαύλισαν οι “φίλοι” μας και έθρεψε η αφροσύνη μας, κινηθήκαμε σταθερά δεμένοι στο άρμα της άθλιας πολιτικής των νικητών που μας έλαβαν ως λάφυρο της νίκης τους, ωσάν να μην είχαμε συμπολεμήσει, ωσάν να μην είχαμε καταθέσει στην τράπεζα αίματος της ιστορίας ποταμούς απ’ αυτό!

Στα πλαίσια της νέας κατάστασης που είχε ως επίκεντρο την αντιπαράθεση των πρώην συμμμάχων και έμεινε γνωστή ως ψυχρός πόλεμος, οι νέοι αφέντες μας καλλιέργησαν δια των οργάνων τους το σύνθημα “ανήκομεν εις την Δύσιν”, δίδοντας στον όρο το γεωστρατηγικό περιεχόμενο των ημερών και περιφρονώντας τη μακραίωνη ιστορία. Τότε κάποιοι (μεγάλους οραματιστές τους αποκάλεσαν και ίσως να υπήρξαν. Εγώ έχω τις αμφιβολίες μου) συνέλαβαν το όραμα της ενωμένης Ευρώπης, της Ευρώπης των λαών. Ποιός θα παρέμενε ασυγκίνητος μπροστά στην προοπτική να καταστεί η Ευρώπη ήπειρος διαρκούς ειρήνης; Στην αρχή οι μόνοι σχεδόν που αντιτάχθηκαν ήσαν οι ιδεολογικοί αντίπαλοι της καπιταλιστικής Δύσης εκείνοι που οραματίζονταν την εξάπλωση του σταλινισμού και πέραν της “Ανατολής”. Αλλά ήδη ο σταλινισμός είχε αποκαθηλωθεί και στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση, ενώ τέσσερες δεκαετίες αργότερα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος και όλη η “Ανατολή”! Περιοριστήκαμε τότε να ακούμε τους διθυράμβους των υπέρμαχων της Δύσης για την αξία του καπιταλιστικού συστήματος. Ουδεμία σοβαρή ανάλυση των αιτιών που οδήγησαν στην με πάταγο κατάρρευση του κομμουνισμού κατέστη προσιτή στους λαούς. Δεν γνωρίζω τι συνέβη με άλλους, όμως ο δικός μας λαός άρχισε σύντομα να εκφράζει την ανησυχία του για την κατάρρευση της ισορροπίας των δυνάμεων, ισορροπία θεμελιωμένη στον αμοιβαίο τρόμο. Και δεν ήσαν μόνο κομμουνιστές ή “συνοδοιπόροι” που εκδήλωναν την ανησυχία αυτή. Βέβαια εν πολλοίς ήταν ανησυχία ιδιοτελής, καθώς εμείς περνούσαμε καλά επί κομμουνιστικής “Ανατολής”, επειδή άλλοι λαοί περνούσαν πολύ άσχημα υπό το καθεστώς που τελικά κατέρρευσε με άκρως εντυπωσιακό τρόπο!

Ο αστικός χώρος είχε ανακαλύψει ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα το αντίδοτο προς την κομμουνιστική απειλή και το ονόμασε σοσιαλιστικό κίνημα. Υποσχόταν αυτό κοινωνική δικαιοσύνη στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, χωρίς ανατροπή αυτού και στέρηση της προσωπικής ελευθερίας. Πώς θα παρέμεναν ασυγκίνητοι όσοι ποθούσαν την μεταβολή χωρίς τις σταλινικές θανατηφόρες παρενέργειες εκ της μεταβολής; Βέβαια οι κομμουνιστές είχαν δίκαιο, όταν κατήγγελλαν τους σοσιαλιστές για ύπουλους υπηρέτες του συστήματος, ποιός όμως είχε διάθεση να τους ακούσει, όσο αυτοί ασελγούσαν σε βάρος της προσωπικής ελευθερίας, την αξία της οποίας ακόμη δεν κατενόησαν;

Στη χώρα μας μετά από πολλούς κλυδωνισμούς και αναστατώσεις μεταπολεμικά και αφού “καταφέραμε” να παραχωρήσουμε στους Τούρκους τη μισή σχεδόν Κύπρο, ήλθε η ώρα του σοσιαλισμού. Είχε βέβαια προηγηθεί η “ισότιμη ένταξή μας στη χορεία των μεγάλων κρατών της Ευρώπης”, όπως με περισσή καύχηση τόνιζαν οι πρωτεργάτες της ένταξής μας στην ΕΟΚ. Τί σήμαινε αυτό, δεν περιμέναμε να μας το εξηγήσουν οι πολιτικοί, αλλά κάποιοι έντιμοι του χώρου της οικονομίας, όχι βέβαια κομμουνιστές, γιατί δεν είχαμε διάθεση να ακούσουμε ότι η επιχειρούμενη Ένωση δεν ήταν για το καλό των λαών αλλά του κεφαλαίου. Το ερώτημα είναι, αν τουλάχιστον σήμερα το δεχόμαστε αυτό και ομολογούμε όπως και ο ποιητής μας Κώστας Καβάφης (1896)

 

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ' υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.

Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη,

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.

Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.

Ανεπαισθήτως μ' έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

 

Ας δούμε πώς μεθόδευσαν το τείχος του οικονομικού αποκλεισμού μας:

Η οικονομία της χώρας μας ήταν πάντοτε ευπαθής. Το κράτος, παρά τις ασχήμιες του, λόγω του μεταπρατικού χαρακτήρα, είχε νομοθετήσει την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής μέσω της επιβολής δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα. Η ένταξή μας στην ΕΟΚ ήταν καταδικαστική τόσο για τη βιομηχανική παραγωγή ευθύς αμέσως όσο και για την αγροτοκτηνοτροφική στη συνέχεια. Βέβαια οι υπέρμαχοι της καλοστημένης απάτης της “ελεύθερης αγοράς” υπερτονίζουν ότι δεν ήταν δυνατόν η χώρα μας να ακολουθούσε διαφορετική πορεία απ’ αυτήν που ακολούθησε. Δεν τους μέμφομαι γι’ αυτό, αλλά επειδή δεν καταγγέλλουν τις εξελίξεις ως συνέπειες προδιαγεγραμμένου σχεδίου του διεθνούς κεφαλαίου, σχεδίου στου οποίου την εφαρμογή οι υπέρμαχοι απεναντίας συμβάλλουν ως σήμερα οδηγώντας τους λαούς στα σκλαβοπάζαρα!

Βέβαια θα ήταν οδυνηρό να εμφανίσει εξ αρχής ο δράκος τα δόντια του. Την μείωση της βιομηχανικής παραγωγής του ιδιωτικού τομέα αναπλήρωσε κατά σημαντικό μέρος αρχικά ο γιγαντισμός των υπό ασφυκτικό κομματικό έλεγχο κρατικών επιχειρήσεων και η αύξηση των αποδοχών μέσω των δανείων, τα οποία σύνηψαν αφειδώς και αφρόνως οι κυβερνήσεις του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, προκειμένου οι Έλληνες να αυξήσουν την αγοραστική τους δύναμη προς αγορά ή κατανάλωση του πλήθους των αδασμολόγητων πλέον προϊόντων των εταίρων μας και κυρίως των Γερμανών νέων εκτελεστών μας. Όσο για τους αγρότες και κτηνοτρόφους ανακαλύφθηκε το νέο υπνωτικό που υποκατέστησε τον παραδοσιακό “μάκο” (μήκων η υπνοφόρος=παπαρούνα ή αφιόνι) περασμένων γενεών. Ακούει στο όνομα: Επιδότηση. Αγοράσαμε πλήθος γεωργικών ελκυστήρων, διαλύσαμε τους συνεταιρισμούς (εδώ έβαλαν χέρι οι κομματικοί εγκάθετοι), μειώσαμε την εγχώρια παραγωγή κρεάτων, κατακτήσαμε όμως “επάξια” την πρώτη θέση στην παιδική παχυσαρκία πανευρωπαϊκά, και αφήσαμε αδιάθετα τα γεωργικά μας προϊόντα. (Η Γερμανία δεν δεσμευόταν να πάρει βαμβάκι από την Ελλάδα στα πλαίσια κάποιας αλληλεγγύης! Φυσικά είναι για γέλια να γράφουμε για αλληλεγγύη στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος!).

Τότε οι κρατούντες Β΄ γενιάς κοινωνικού μετασχηματισμού και εκσυγχρονιστές Α΄ γενιάς θεώρησαν ότι έφθασε η ώρα να εισδύσουμε στον κόσμο των οικονομικά ισχυρών, να αποκτήσουμε ακλόνητο νόμισμα κλωτσώντας τη δραχμή του φτωχού παρελθόντος μας. Προσέλαβαν οίκο, άγνωστο σε μας τότε και πολύ γνωστό σήμερα που “φτιασίδωσε” τη θνήσκουσα ελληνική οικονομία, ώστε αυτή να εμφανιστεί ως νύφη ενώπιον των ευρωπαίων μνηστήρων! Και αυτοί εξαπατήθηκαν (!!!) (σκηνή αρχαίου δράματος) και μας έκαναν δεκτούς. Και συνέχιζαν να μας δανείζουν και εμείς συνεχίσαμε για μία δεκαετία ακόμη να καταναλώνουμε. Και όλα πήγαιναν μια  χαρά! Βέβαια όχι ακριβώς όλα. Κάτι άρχιζαν να μουρμουρίζουν για το αναποτελεσματικό κράτος με τις υπέρογκες δαπάνες, τον κακό επιχειρηματία-κράτος και την άμεση ανάγκη για μείωση της παρέμβασής του, όταν πλέον η μόνη του συνεισφορά στην οικονομία συνίστατο στο διορισμό των ημετέρων.

Άρχισε η αντίστροφη μέτρηση, αλλά δεν μας πόνεσε εξ αρχής, γιατί συνεχίζαμε να έχουμε στις τσέπες μας το ισχυρό €! Και εντελώς ξαφνικά μας είπαν ότι δεν υπάρχουν χρήματα και πως οι δανειστές μας θα πάψουν να μας δανείζουν, για να καταναλώνουμε χωρίς να παράγουμε! Και άρχισαν να μας μαζεύουν, όσα διαθέτουμε. Κάπου εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Θα συνεχίσουμε στο επόμενο άρθρο.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Κορυφή