PRIDE…


 Καθάριζα την σκάλα της Εκκλησίας, όταν είδα να σταματάει μπροστά μου, κουνιστός και λυγιστός, ο γιος της Παριζιάνας, ο Πάρης. Τη μάνα του την ξέρουν όλοι στη γειτονιά. Της έχουν αλλάξει το όνομα. Τη φωνάζουν Παριζιάνα. Κι αυτό, γιατί από τότε, που πήγε, μια φορά, τουρίστρια στο Παρίσι, παρλάρει ασταμάτητα για την πολιτεία της προόδου, για τα κέντρα της παριζιάνικης μόδας και για τα πλεούμενα του Σηκουάνα. Και τον Πάρη, τον γιο της, τον στολίζουν με διάφορα παρατσούκλια.

 Σήκωσα τα μάτια και τον κοίταξα. Στο λαιμό είχε κρεμασμένο ένα παρδαλό φουλάρι. Και στο αριστερό αυτί κρεμόταν ένα σκουλαρίκι.

 Δεν εντυπωσιάστηκα. Και δεν είπα τίποτα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα. Και δεν ήταν ένα και δυο τα σχολιανά, που είχα ακούσει και γι’ αυτόν και για την κοσμογυρισμένη μάνα του.

 Εκείνος, μου άνοιξε κουβέντα μπήγοντας μου ένα καρφί.

 -Με τη σκούπα και τον κουβά στο χέρι, ταλαίπωρε, θα κλείσεις τα μάτια σου. Δε θα ξεφύγεις, ποτέ σου, από το χαμαλίκι της σκληρής δουλειάς.

 -Τη δουλειά μου κάνω, απάντησα. Βγάζω το ψωμί της γυναίκας μου και των παιδιών μου. Και με τη βοήθεια του Θεού και της Παναγιάς, νοιώθω τρισευτυχισμένος.

 Έσκασε ένα γέλιο περιφρόνησης και ειρωνείας.

 -Έτσι σας κάνουν εδώ μέσα, στην Εκκλησιά. Δουλάκια. Το, μόνο που σας μαθαίνουν, είναι να σκύβετε το κεφάλι και να σφουγγαρίζετε. Και οι αφεντάδες σας γυρνάνε με τις λιμουζίνες και απολαμβάνουν τις χαρές της ζωής.

 Προσπάθησα να του κόψω τον αέρα της ξιπασιάς και τα λόγια της ειρωνείας, με μια κοφτή ερώτηση·

 -Εσύ δεν θα δουλέψεις Πάρη; Δε θα κουραστείς, αύριο, να βγάλεις το ψωμί των παιδιών σου; Καλό το φουλάρι στο λαιμό, αλλά κάποια στιγμή μας καβαλάει και μας αναγκάζει να σκύψουμε να δουλέψουμε.

 -Αυτά ισχύουν για σας, μου απάντησε. Για όλους εσάς, που το μάτι σας, σακατεμένο, δεν βλέπει μακριά και δεν πιάνει τα μηνύματα και τις ευκαιρίες της προοδευτικής εποχής μας.

 Δεν τον κατάλαβα. Το κοίταξα μόνο και περίμενα.

 -Εγώ δε θα δουλέψω, μου είπε. Θα γεμίσω τη ζωή μου με γλέντι και με τραγούδι. Και θα είμαι πράιντ. Αληθινά πράιντ.

 -Τι φρούτο είναι αυτό το πράιντ; ρώτησα.

 -Υπερήφανος, μου απάντησε. Πράιντ θα πει υπερήφανος. Θα είμαι υπερήφανος για τις επιλογές μου και για την απελευθέρωσή μου από τη δική σας μούχλα.

 Σκοτείνιασε και το βλέμμα μου και το μυαλό μου.

 -Και τι θα φας; Και τα κουτσούβελά σου πως θα μεγαλώσουν;

 Ξαναγέλασε και με φιλοδώρησε με ένα ακόμα περιφρονητικό βλέμμα.

  -Θα εκμεταλλευτώ την περίσταση, μου είπε.

 -Δηλαδή;

 -Θα παντρευτώ ένα γέρο ομοφυλόφιλο, απάντησε και έκανε ένα παράξενο σκέρτσο. Αυτοί, όταν ραμολίρουν, κάνουν κρα, για ένα νεαρό φίλο. Είναι έτοιμοι να του παραδοθούν και να του παραδώσουν όλο το βιός τους. Εγώ θα του δείξω πως τον ερωτεύτηκα. Θα κάνω μαζί του γάμο. Και…μετά. Θα περάσει σε μένα η περιουσία του και η σύνταξή του. Από κει και πέρα, θα ζήσω σαν άρχοντας. Με το ένα πόδι πάνω στο άλλο. Και με τα τούμπανα του γλεντιού να χτυπούν αδιάκοπα.

 Μου ήρθε να χιμήξω και να τον λιντσάρω.

 -Και ποιο ταμείο θα σου πληρώνει εσένα σύνταξη, αφού δε θα έχεις δουλέψει και δε θα έχεις καταθέσει την παραμικρή εισφορά;

 Μμμ…αυτή είναι η εξυπνάδα μου. Ο γέρος θα εισπράττει την σύνταξη ίσαμε με τα ογδόντα του ή, έστω, ίσαμε τα ενενήντα του. Και από κει και πέρα θα εισπράττω εγώ, ίσαμε τα ενενήντα. Έξυπνο δεν είναι;

 -Αν βρεθούν κάμποσοι σαν και εσένα, του είπα θα φαλιρίσουν τα ταμεία. Και τότε… θα κόψετε λόρδες εσείς οι υπερήφανοι. Μάθε, λεβέντη μου, καμιά τέχνη, για να βγάλεις, μόνος σου, το ψωμί σου. Με τους ομοφυλοφιλικούς γάμους το μόνο που έχεις να κερδίσεις θα είναι καμιά ασήκωτη αρρώστια και θα μείνεις και αδέκαρος. Σε βλέπω να σεργιανάς στους δρόμους και να ζητιανεύεις για το ψωμί σου και.. ας μην πω για τι άλλο.

 

Ο Νεωκόρος

«ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ» 1 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή