ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΔΑΝΙΗΛ (Η´.)

Η απάντηση των τριών ευσεβών νέων στον αλαζόνα βαβυλώνιο μονάρχη, που τους ζητά όχι απλώς υπακοή και πειθαρχία σε όσα έχουν σχέση με την διοίκηση και οργάνωση του κράτους, αλλά τους ζητά να του παραδώσουν την ψυχή τους και να τον λατρεύσουν σαν θεό, είναι ταπεινή και μεγαλειώδης συγχρόνως. Παρουσιάζει παραστατικά και γλαφυρά την αγαθή ψυχή τους αλλά και το ήρεμο και χωρίς έπαρση θάρρος τους. Δεν αγανακτούν, δεν οργίζονται, δεν βρίζουν τον βασιλιά, αλλά ήρεμα και με αποφασιστικότητα αρνούνται την διαταγής του. Δεν έχουν ούτε δειλία αλλά και ούτε θρασύτητα. Εμείς οι άνθρωποι συνήθως, όταν είμαστε τολμηροί, είμαστε και θρασείς· και, όταν είμαστε ταπεινοί, είμαστε και δειλοί. Οι άγιοι όμως είναι τολ­μηροί και ταπεινοί.

«Δεν χρειάζεται να σε απαντήσουμε στα όσα μας διατάσεις. Υπάρχει ο ζωντανός και αληθινός Θεός στους ουρανούς, τον οποίο εμείς λατρεύουμε, και ο οποίος μπορεί να μας σώσει από την κάμινο του πυρός και από τα χέρια σου. Αλλά κι αν ακόμη ο Θεός μας δεν θελήσει να μας σώσει και παραχωρήσει να καούμε, να ξέρεις ότι εμείς τους θεούς σου δεν λατρεύουμε και το χρυσό άγαλμα που έστησες δεν το προσκυ­νούμε». Με άλλα λόγια· δεν χρειάζεται να ρωτάς και να μας τρομοκρατείς, η απάντη­ση είναι δεδομένη. Δεν αρνούμαστε τον αληθινό Θεό. Πιστεύουμε εις αυτόν απόλυτα και χωρίς ενδοιασμούς. Και αν ακόμη παραχωρήσει και καούμε, εμείς πάλι δεν προ­σκυνούμε. Δεν τον λατρεύουμε για να έχουμε ωφέλεια και μισθό, αλλά γιατί είναι αληθινός. Αφήνουμε τον εαυτό μας πλήρως στην πρόνοιά του και ό,τι αυτός αποφα­σίσει. Δεν πολυπραγμονούμε ούτε αναλισκόμαστε σε σχολαστικισμούς για το θέλη­μά του.

Οι τρεις πρωταθλητές της ευσεβείας θα μπορούσαν να σκεφθούν ότι στην πατρίδα τους οι βασιλείς και οι άρχοντές τους από τον Σολομώντα και μετά, και αυτοί ακόμη οι ιερείς, είχαν στήσει είδωλα μέχρι και στο ναό του Σολομώντος και τα λάτρευαν. Επίσης έστησαν βωμούς ειδωλολατρικούς και σ' αυτούς προσέφεραν και ανθρωποθ­υσίες. Οι δέκα φυλές του βορείου βασιλείου του Ισραήλ λάτρευαν δύο χρυ­σές δα­μάλεις. που είχε τοποθετήσει ο πρώτος τους βασιλιάς Ροβοάμ στην Βαιθήλ και στη Δαν, για να τους ξεκόψει από το ναό του Σολομώντος και να μη υπάρχει ελπίδα να ενωθούν ξανά με το νότιο βασίλειο! Αυτοί λοιπόν, σαν αιχμάλωτοι που ήταν και μη ορίζοντας τους εαυτούς τους, θα μπορούσαν να κάνουν μιά οικονομία και να προ­σκυνήσουν, τιμητικά τουλάχιστον και όχι λατρευτικά, για λίγα δευτερόλεπτα το χρυ­σό άγαλμα. Η έξοδος των Ισραηλιτών στα άλλα έθνη και η παραμονή κοντά τους είχε αναγκαστική συνέπεια να λατρεύσουν άλλους θεούς (πρβλ. Α´ Βασ. 16,19 και Δευτ. 4,28). Συνεπώς ήταν κάτι που δεν έπρεπε να τους τρομάζει. Έπειτα έτσι θα μπορού­σαν παραμένοντας στο παλάτι να βοηθούν ενεργά και ουσιαστικά τον χειμα­ζόμενο λαό τους. Τίποτα όμως από αυτά δεν σκέφθηκαν. Αυτοί που δεν θέλησαν να μολυν­θούν από την τράπεζα του βασιλιά, που είχε απαγορευμένες τροφές για τους Ιουδαί­ους (Δαν. 1,8), πολύ περισσότερο δεν θέλησαν να μολυνθούν με την συμμετο­χή στη λατρεία του χρυσού αγάλματος. Έπειτα δεν περίμεναν να βοηθούν τους συ­μπατριώτες τους ενεργώντας λογικά και ανθρωποκεντρικά. Ο Θεός είναι που φροντί­ζει για όλους και όλα και εμείς απλώς πρέπει να κάνουμε το θέλημά του, αδια­φορώντας το τι θα γίνει.

Ο Ναβουχοδονόσορ, ο οποίος είχε ομολογήσει την ανωτερότητα του Θεού τους, όταν ο Δανιήλ αποκάλυψε και ερμήνευσε το ξεχασμένο του όνειρο, θα έπρεπε να δε­χθεί την επιχειρηματολογία των τριών νέων, να θαυμάσει το θάρρος και την ειλικρί­νειά τους και να τους αφήσει ως αλλόθρησκους και αλλοεθνείς ανενόχλητους. Το αντίθετο όμως συνέβη. «Τότε ο Ναβουχοδονόσορ κυριεύθηκε από το θυμό, η δε όψη και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αλλοιώθηκαν, όπως συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις. Διέταξε να θερμάνουν την κάμινο επτά φορές περισσότερο, ώστε να πυ­ρακτωθεί στον ανώτατο βαθμό. Επίσης διέταξε άνδρες ρωμαλέους να δέσουν τον Σε­δράχ, τον Μισάχ και τον Αβδεναγώ και να τους ρίξουν μέσα στο πυρακτωμένο καμί­νι. Πράγματι οι τρεις νέοι δέθηκαν μαζί με τα ρούχα τους και τα καλύμματα της κε­φαλής τους, χωρίς να προλάβουν να τους γυμνώσουν όπως συνήθιζαν, λόγω της βια­σύνης του βασιλιά, και τους έριξαν μέσα στο καμίνι. Ενώ όμως ήταν δεμένοι η φωτιά έκαψε τα δεσμά τους, χωρίς να κάψει τα σώματά τους και έτσι βάδιζαν μέσα στην φλόγα και υμνούσαν τον Θεό».

Ο Ναβουχοδονόσορ αλλοιώνεται στην όψη από την οργή του. Η οργή και η έξαψη και το μίσος μας δαιμονίζει και γινόμαστε φοβεροί και απαίσιοι και στην μορφή. Οι ψυχικές μας καταστάσεις καλές ή άσχημες αντανακλούν και στο σώμα μας και στο παρουσιαστικό μας. Καλό θα ήταν στις περιπτώσεις θυμού και οργής να βλέπουμε τον εαυτό μας στον καθρέπτη, ώστε να συναισθανόμαστε που καταντούμε. Διατάσ­σει ο βασιλιάς να θερμανθεί επτά φορές περισσότερο η κάμινος, γιατί προφανώς θεω­ρεί επταπλάσιο το παράπτωμα των τριών νέων, αφού ήταν στενοί του συνεργάτες και τους είχε ευνοήσει τόσο, αν και είχε τόσους Βαβυλώνιους κοντά του. Όμως πίσω από την οργή του βασιλιά ο Θεός είναι αυτός που παραχωρεί την άσχημη αυτή εξέλι­ξη των γεγονότων, ώστε να λάμψει σε λίγο η δόξα του αλλά και να δοξασθούν οι πι­στοί του νέοι. Επταπλάσια θα δοκιμαστεί η πίστη των τριών νέων, αλλά και επτα­πλάσια θα ποθήσουν το μαρτύριο και επταπλάσια θα δοξαστούν οι πιστοί του υπη­ρέτες. Και εδώ μεν το μαρτύριον και καταστρεπτικό να ήταν θα έδινε τη δύναμη ο Θεός να το υπομείνουν. Ο πόνος όμως και το αιώνιο μαρτύριο των αμετανοήτων αν­θρώπων θα είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερα και αφόρητα και ατέλειωτα.

Ο Θεός έδειξε και πάλι τη δόξα και το μεγαλείο του στον μικρόψυχο και τιποτένιο βασιλιά. Καίγονται τα δεσμά των νέων και δεν καίγονται τα ρούχα τους και αυτοί με άνεση βαδίζουν μέσα στο καμίνι και υμνούν τον Θεό. Πρέπει να προσέξουμε ότι όταν προοδεύσουμε στην πίστη και στην κατά Θεό μόρφωση και εμπειρία, ό,τιδήπο­τε κακό και να μας βρει εμείς θα κινούμαστε και θα δρούμε μέσα σε άνεση, ηρεμία και ευτυχία. Ο Παύλος και ο Σίλας μαστιγώθηκαν ανηλεώς από τους Ρωμαίους και αιμόφυρτοι και καταπληγωμένοι ρίχθηκαν στην φυλακή των Φιλίππων. Κι όμως αντί να γκρινιάζουν με τον Θεό και να διαμαρτύρονται αυτοί τον υμνούσαν και τον δοξο­λογούσαν (Πρξ. 16,22-25). Ο ύμνος των τριών νέων στο καμίνι θα επαναλαμβάνεται αενάως από τους αναρίθμητους μάρτυρες μέχρι την συντέλεια των αιώνων.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή