Αφού έμαθε ο βασιλιάς της Συρίας ότι ο Ελισαίος είναι που ενημερώνει τον βασιλιά του Ισραήλ Ιωράμ για τα σχέδιά του, ζήτησε από τους επιτελείς του να μάθουν που ευρίσκεται ο Ελισαίος, για να τον συλλάβει. Τον ενημέρωσαν λοιπόν ότι μένει αυτή τη στιγμή στην Δωθαΐμ, μια πόλη 22 χιλιόμετρα βόρεια της Σαμάρειας. Αμέσως ο βασιλιάς της Συρίας έστειλε εκεί ιππικό, άρματα και ισχυρή δύναμη πεζικού κατά την νύχτα και περικύκλωσαν την πόλη.
Ο βασιλιάς της Συρίας στέλνει ολόκληρο στρατό για να συλλάβει έναν προφήτη. Πόση η δύναμη του Θεού και πόση η αδυναμία των ανθρώπων. Ο βασιλιάς της Συρίας αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο ανόητοι είναι οι διώκτες των ανθρώπων του Θεού. Αφού ο Ελισαίος γνώριζε από τον Θεό όλες τις κινήσεις του, ήταν δυνατόν να μη γνωρίζει την προσπάθεια του να τον συλλάβει. Και ήταν δυνατόν ο Θεός, που προστάτευε τον Ιωράμ και τους Ισραηλίτες, να μη προστατεύσει τον προφήτη του;
Ο υπηρέτης του Ελισαίου, όχι ο Γιεζί αλλά αυτός που τον διαδέχθηκε, όταν το πρωί ξύπνησε και βγήκε από το σπίτι τους, είδε την πόλη περικυκλωμένη από τους Σύρους και αμέσως επέστρεψε στον Ελισαίο λέγοντας τον· «Κύριε μου τι κάνουμε τώρα». Ο Ελισαίος ήρεμα του είπε να μη φοβάται, γιατί αυτοί που είναι μαζί τους είναι περισσότεροι από αυτούς που είναι με το μέρος των Σύρων. Και αμέσως ο Ελισαίος προσευχήθηκε στον Θεό να ανοίξει τα μάτια του υπηρέτη και να δει τι συμβαίνει τριγύρω τους. Πράγματι ο Θεός δέχθηκε το αίτημα του Ελισαίου και άνοιξε τα μάτια του υπηρέτη και τότε εκείνος είδε ότι γύρω από τον Ελισαίο είχε πλημμυρίσει το μέρος από ιππικό και πύρινα άρματα, που είχαν έλθει για να τους προστατεύσουν από τους Σύρους. Ήταν άγγελοι του Θεού, οι οποίοι κατά την Γραφή είναι το στράτευμα του Θεού (Ματθ. 26,53). Είναι η θεία «παρεμβολή» που βλέπουν πολλές φορές οι άγιοι να τους προστατεύει και να τους περιφρουρεί. Γι᾽αυτό ο ψαλμωδός λέγει «δεν θα φοβηθώ, εάν με περικυκλώσουν και μου επιτεθούν μυριάδες λαού» (Ψαλμ. 3,7) και «αν παρατάξουν οι εχθροί μου τις δυνάμεις τους απέναντι μου, δεν θα φοβηθεί η καρδιά μου» ( Ψαλμ. 26,3).
Όταν οι Σύροι στρατιώτες ήρθαν κοντά τους, ο Ελισαίος προσευχήθηκε στον Θεό να τους επιφέρει αορασία, ώστε να μη μπορούν να βλέπουν ποια είναι ακριβώς τα πρόσωπα που συναντούν και να μη είναι εις θέση να προσανατολίζονται σωστά. Και πράγματι ο Θεός ικανοποίησε το αίτημα του Ελισαίου. Πόσο θαυμαστά ο Θεός ενεργεί! Άνοιξε τα μάτια του υπηρέτη του Ελισαίου, ώστε να μπορούν να διακρίνουν τους αγγέλους, που ήρθαν να τους βοηθήσουν. Έκλεισε δε τα μάτια των Σύρων έτσι, ώστε να μη μπορούν να διακρίνουν σωστά ακόμη και υλικές πραγματικότητες! Αυτό γινόταν και στην εποχή του Χριστού· οι τυφλοί έβλεπαν ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας και οι ανοιχτομάτηδες φαρισαίοι νόμιζαν ότι ο Χριστός είναι ενεργούμενο του Βεελζεβούλ και με τη δύναμη του Σατανά κάνει τα θαύματα. Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο «ίνα οι μη βλέποντες βλέπωσι και οι βλέποντες τυφλοί γένωνται (Ιω. 9,39).
Τότε ο Ελισαίος τους πλησίασε και τους είπε· «Κάνετε λάθος, δεν είναι αυτή η πόλη και ο δρόμος που πρέπει να πάτε. Ακολουθήστε με και θα σας οδηγήσω στο πρόσωπο που ζητείτε. Και τους οδήγησε στην Σαμάρεια. Εκεί ο Ελισαίος προσευχήθηκε ξανά στον Κύριο να ανοίξουν τα μάτια τους όπως πριν και να εννοήσουν που είναι. Πράγματι ο Θεός τους έδωσε ξανά την πλήρη όραση και τότε αντελήφθησαν ότι βρισκόταν στο κέντρο της Σαμάρειας. Μόλις τους είδε ο Ιωράμ, ο βασιλιάς του Ισραήλ, ζήτησε την άδεια από τον Ελισαίο, προσφωνώντας τον πατέρα, να τους φονεύσει. Εκείνος όμως του είπε ότι μόνο εκείνους που αιχμαλώτισε ο ίδιος με το σπαθί και το τόξο του μπορεί να τους κάνει ό,τι θέλει. Και του είπε να τους δώσει ψωμί και νερό να φάνε και να πιουν και να επιστρέψουν στον βασιλιά τους. Ο Ιωράμ υπακούοντας στον Ελισαίο τους παράθεσε πλούσιο τραπέζι και αφού χόρτασαν τους έστειλε πίσω στον βασιλιά τους. Μετά το γεγονός αυτό οι ληστρικές ομάδες των Σύρων έπαυσαν να ενοχλούν τους Ισραηλίτες.
Οι Σύροι, ενώ νόμιζαν ότι έπιασαν με την ενέδρα τους τον Ελισαίο, αντελήφθησαν στο τέλος ότι αυτοί είχαν παγιδευθεί και σίγουρα κατατρόμαξαν. Πάντως το τέχνασμα του προφήτη Ελισαίου δεν ήταν για το κακό τους, αλλά για το καλό τους. Αφ' ενός μεν δεν τους άφησε να κάνουν κακό σε εκείνον και έτσι να αμαρτήσουν, αφ' ετέρου δε γνώρισαν την ανεξικακία και την φιλανθρωπία των πιστών του αληθινού Θεού, αλλά και την δύναμη της θαυματουργίας του Θεού του Ισραήλ. Δεν επέτρεψε στον Ιωράμ να τους φονεύσει κι έτσι να τελειώνει μια και καλή με τους εχθρούς του, διότι αυτοί ήταν αιχμάλωτοι του Θεού και του προφήτη. Αντίθετα του επέβαλε να τους φιλοξενήσει πλουσίως. Εφάρμοσε την εντολή της Παλαιάς Διαθήκης «εάν πεινά ο εχθρός σου, να τον θρέψεις· εάν διψά, να τον ποτίσεις» (Παρ. 25,21). Και ο Ιωράμ όμως εδώ του φέρεται ευσεβέστατα. Τον αποκαλεί πατέρα του, του ζητά την άδεια να τους φονεύσει, ενώ μπορούσε να το κάνει αυτοδικαίως σαν βασιλιάς, και στο τέλος υπακούει και τους κάνει και τραπέζι.
Το μεγάλο θέμα της αγάπης των εχθρών μας, προσωπικών και εθνικών, θα το ολοκληρώσουμε με κάποιες σκέψεις του Ρουμάνου ιερέως και λογοτέχνη Virgil Gheorghiu σε ελαφρά διασκευή. «Δεν μπορώ λογικά να μισήσω τους εχθρούς μου. Διότι ό,τι μπόρεσα να πετύχω στη ζωή μου, σ’ αυτή τη γη, το οφείλω στους εχθρούς μου. Αν δεν έχω κάνει σοβαρά λάθη, αυτό το οφείλω στους εχθρούς μου, που είχαν τα μάτια στηλωμένα επάνω μου. Έπρεπε να προσέχω σε κάθε βήμα. Αυτοί ανέπτυξαν τις δυνάμεις μου και τις ικανότητές μου, αναγκάζοντάς με να τους αντιμετωπίσω. Τους πολεμώ βέβαια, για να μη μου κάνουν ουσιαστικό κακό και έτσι να βλάψουν και τον εαυτό τους με την κακία τους. Αλλά δεν τρέφω εναντίον τους κανένα αίσθημα μίσους. Δεν πρέπει όμως να σταματήσω εδώ· πρέπει και να τους αγαπήσω. Όχι με μία ιδιοτελή και ωφελιμιστική αγάπη· επειδή με βοήθησαν να προοδεύσω. Αλλά με μία αγάπη ανιδιοτελή, που «ου ζητεί τα εαυτής». Δεν ήρθαμε εδώ στη γη για να προοδεύσουμε αφ’ ενός ατομικά και αφ’ ετέρου να νικήσουμε και να επικρατήσουμε επί των εχθρών μας. Αλλά ήρθαμε για να τους αγαπήσουμε, να τους βοηθήσουμε να προοδεύσουν κι αυτοί ηθικά και να ενωθούμε μαζί τους κατά το παράδειγμα του Χριστού και εν Χριστώ».
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ