ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΩΝ

 Το θέμα που αναπτύσσει ο απόστολος Παύλος στο Α´Θεσ. 4,13-18 είναι η υπερβολική λύπη που νιώθουν οι χριστιανοί, όταν έχουν πένθος. Η περικοπή βέβαια δεν εξαντλεί το θέμα της αναστάσεως των νεκρών, αλλά θίγει μόνο μια πλευρά του. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες περικοπές. Στην Α´Κορ. στο 15ο κεφάλαιο μόνο μιλά πιο αναλυτικά και εμπεριστατωμένα για την ανάσταση των νεκρών.

 

«Ου θέλομεν υμάς αγνοείν, αδελφοί»

Άγνοια το αιώνιο πρόβλημα των χριστιανών. Και μάλιστα σε σημαντικά και ουσιώδη θέματα. «Αγνωσίαν Θεού τινές έχουσιν» (Α´Κορ. 15,34) θα πει ο Παύλος ασχολούμενος με το ίδιο θέμα. Στο θέμα του πένθους οι χριστιανοί συμπεριφέρονται σαν τους ειδωλολάτρες. Αυτό σημαίνει ή ότι αγνοούν ή ότι απιστούν. Εδώ ο Παύλος ασχολείται με την πρώτη εκδοχή.

 

«περί των κεκοιμημένων»

Με την λέξη αμέσως προσδιορίζει τι είναι στην πραγματικότητα ο θάνατος για τους χριστιανούς. Είναι ένας ύπνος· δεν έχουμε νεκρούς, αλλά κεκοιμημένους. Κοιμητήρια, και όχι νεκροταφεία, ονομάζουμε τους τόπους που αναπαύονται. Εκεί αναπαύονται και κοιμούνται, δεν πεθαίνουν όμως. Οι άνθρωποι είναι δημιούργημα και κτήμα του Θεού· ποτέ δεν χάνονται. Απλώς οι μετανοούντες θα δουν τον Θεό σαν φως και οι αμετανόητοι σαν φωτιά.

«Εάν τε ουν ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν του Κυρίου εσμέν» (Ρωμ. 14,8). Οι ζώντες είναι αυτοί που υπάρχουν εν σωματική εγρηγόρσει. Που δεν έχουν βγάλει το σώμα, το ένδυμα της ψυχής, για να κοιμηθούν. Πάντως είναι ζωντανοί και υπάρχουν και οι ζώντες και οι κεκοιμημένοι. Εκείνοι είναι οι «προοδοιπορήσαντες» για τον ουρανό και εμείς οι «περιλειπόμενοι». Θάνατος λοιπόν είναι το πέρασμα από τη μια ζωή στην άλλη· ο προσωρινός χωρισμός ψυχής και σώματος· το σώμα σαν φθαρτό πεθαίνει και διαλύεται, για να αναστηθεί και να ζήσει μαζί με την ψυχή αθάνατο.

 

«ίνα μη λυπήσθε»

Ο Παύλος δεν θέλει να εξορίσει γενικά την λύπη ούτε να μεταβάλει τους χριστιανούς σε στωικούς φιλοσόφους ή βουδιστές· αλλά θέλει να εξορίσει την υπερβολική λύπη. Τα μοιρολόγια, τα μαλιοτραβήγματα, τα σχισίματα στο πρόσωπο, τις κραυγές, την παράλογη συμπεριφορά. Οι κληρικοί είναι μάρτυρες πολλές φορές μιας τέτοιας παράλογης και άπιστης συμπεριφοράς.

Σε μνημόσυνο, συγγενικό πρόσωπο του θανόντος δεν άφησε να ακουστεί λέξη από τις ευχές και τις δεήσεις της ακολουθίας, βγάζοντας υστερικές κραυγές, που κάνανε ανυπόφορη την παραμονή στην Εκκλησία. Μόλις σταμάτησε το μνημόσυνο σταμάτησαν και οι κραυγές!

Σε άλλη περίπτωση, που η χήρα μάνα έχασε –μετά από χρόνια βέβαια– και το ένα από τα τρία παιδιά της, έκλεισε τα παντζούρια του σπιτιού της, δεν ξεντυνόταν καθόλου και κοιμόταν με τα ρούχα της, δεν δεχότανε κανένα και η μόνη έξοδός της ήταν στα μνήματα, όπου πήγαινε να θρηνολογήσει το παιδί της. Κατηγορούσε το παιδί της που δεν δέχθηκε να παντρευθεί, επειδή ήξερε πως έχει πρόβλημα υγείας και θα πέθαινε νέος όπως και ο πατέρας του, αφήνοντας ορφανά τα παιδιά του. Σε ερώτηση μου γιατί το ήθελε αυτό, απάντησε για να έχω εγγόνια και να ασχολούμαι. Ο εγωισμός και η φιλαυτία στο μεγαλείο της.

Θα αναφέρουμε και μία άλλη περίπτωση, για να αντιληφθούμε τι σημαίνει υπερβολική λύπη. Μια κυρία επισκέφθηκε πριν από μερικά χρόνια, τό τότε ιερομόναχο τώρα δε άγιο Πορφύριο, για να του μιλήσει. Εκείνος μόλις την είδε είπε· «Είσαι εκ του Πονηρού» και την άφησε μόνη της, επιστρέφοντας σε κάποια εργασία που έκανε στο ησυχαστήριό του. Η γυναίκα, έκπληκτη για την συμπεριφορά του και για το απότομο φέρσιμό του, άρχισε να ενδοσκοπεί τον εαυτό της και τα αμαρτήματά της. Μετά από ώρα πήγε τον βρήκε και τον ρώτησε· «Πάτερ έψαξα τον εαυτό μου και δεν βρήκα να είμαι προσκολλημένη στον Πονηρό. Αμαρτήματα βέβαια έχω, αλλά δεν έχω ιδιαίτερη εξάρτηση από τον Πονηρό». Ο π. Πορφύριος τότε της είπε· «Έχεις μια άλογη, συνεχή και υπερβολική λύπη. Αυτό μόνο ένας που είναι σκλαβωμένος στον Πονηρό μπορεί να το έχει. Ο απόστολος Παύλος λέγει ‘πάντοτε χαίρετε’ (Α´Θεσ. 5,17). Ακόμη και τον άνδρα σου να χάσεις και την κόρη σου να χάσεις θα πρέπει να είσαι χαρούμενη». Η κυρία αυτή μετά από χρόνια έχασε τον άνδρα της και την κόρη της. Ο π. Πορφύριος ήθελε να την προετοιμάσει γι’ αυτό που επρόκειτο να πάθει. Συνεπώς άνθρωπος που δεν είναι χαρούμενος δεν είναι χριστιανός.

 

«καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα».

Η ελπίδα είναι η κατ’ εξοχήν αρετή χριστιανική. Όλα να μας τα πάρουν, μόνο η ελπίδα αρκεί. Το τρίπτυχο πίστις-ελπίς-αγάπη είναι ένας αλώβητος θησαυρός.

 

«Ει γαρ πιστεύομεν...».

Να που το θέμα της λύπης είναι θέμα πίστεως. Και μάλιστα πίστεως στην ανάσταση του Χριστού. Αν πιστεύουμε στην ανάσταση του Χριστού θα πιστέψουμε και στην ανάσταση των δικών μας. Οι Θεσσαλονικείς πιστεύανε και ο Παύλος τους μιλά έτσι. Στους Κορινθίους που αμφέβαλαν τους μιλά διαφορετικά Α´Κο. κεφ. 15.

Βέβαια το θέμα της λύπης έχει να κάνει και με το θέμα της συναισθηματικότητας μας. Η μητέρα του Χρυσοστόμου όπως και η μαθήτριά του Ολυμπιάδα δεν άντεξαν τον χωρισμό τους από τον ιερό άνδρα. Η μέν πρώτη τον ανάγκασε να αναβάλει την μοναχική του αφιέρωση, η δε δεύτερη πέθανε μη αντέχοντας τον χωρισμό της από το άγιο, μετά την εξορία του και την κοίμησή του.

 Την μεγάλη λύπη την βλέπουμε και σε εκδημίες άλλων αγίων ανδρών. Στον άγιο Στέφανο τον πρωτομάρτυρα διαβάζουμε ότι επηλολούθησε «κοπετός μέγας». Εδώ έχουμε και την συναισθηματικότητα αλλά και την εκδήλωση απιστίας. Ότι ο άγιος μας κρατούσε, όχι ο Θεός, και τώρα που έφυγε τα χάσαμε όλα. Ό άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το σημείο αυτό λέγει ότι οι χριστιανοί δεν είχαν φθάσει σε σημείο σωστής πνευματικότητας και φέρονται έτσι, ή τους συγκίνησε το εντελώς άδικο και αδικαιολόγητο μαρτύριο του, από ανθρώπους που κοβόταν για την ορθοδοξία τους και την πίστη τους, ενώ ήταν τέλειοι διάδοχοι των παλιανθρώπων προγόνων τους.

Ό άγιος Χρυσόστομος σε ανάλογη περίπτωση συμβουλεύει σε χήρα που έκλαιγε, γιατί έχασε τον άνδρα της, να προσέξει μη χάσει τον Θεό. Επιπλέον στην εκδημία ενός αγίου ξεχνάμε ότι ο άγιος παραμένει στη ζωή μας βοηθός και προστάτης, αλλά αθέατος πλέον σε εμάς. Το ίδιο πάθανε και οι μαθητές με την ανάληψη του Χριστού.

 

«ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη»

Για τους ανθρώπους λέγει «περί των κεκοιμημένων», για τον Χριστό ότι πέθανε. Γιατί αυτή η διαφοροποίηση; Για να χτυπήση την αίρεση του δοκητισμού, ότι ο Χριστός φαινομενικά ενσαρκώθηκε, σταυρώθηκε και πέθανε. Είναι φοβερή αίρεση ο δοκητισμός και για να τον αποτρέψει ο Χριστός ενεργεί και δρα στην επίγεια ζωή του σαν ένας άνθρωπος αδύναμος και αδύνατος, που δεν έχει από πουθενά προστασία. Αυτός ο Θεάνθρωπος δεν βρίσκει που να γεννηθεί και γεννιέται εν τέλει σε ένα στάβλο. Φεύγει στην Αίγυπτο σαν πρόσφυγας και εξόριστος, για να σωθεί από τον Ηρώδη, αυτός που είναι ο Βασιλιάς και ο Σωτήρας του κόσμου. Προσεύχεται στον Πατέρα του, αν είναι δυνατόν, να μη πιει το ποτήρι του σταυρικού θανάτου. Δεν κάνει τίποτα για να αποτρέψει το μαρτύριό του και να καταστήσει ανίκανους τους σταυρωτές του να επιτελέσουν το ανόσιο έργο τους. Αυτός που με τον θάνατό του θα αναστατώσει το φυσικό σύμπαν και θα αναστήσει τους νεκρούς των Ιεροσολύμων.

 

«ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει συν αυτώ».

Ποιοί είναι αυτοί που κοιμήθηκαν διά του Ιησού; Αυτοί που ζήσανε χριστιανικά και ενώθηκαν απ’ αυτή τη ζωή με τον Χριστό. «Η ζωή ημών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ· όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη» (Κολ. 3,3-4). Με το βάπτισμα, το χρίσμα, την εξομολόγηση και τη θεία κοινωνία η ζωή μας ενσωματώνεται στη ζωή του Χριστού.

Η ένωση μας με τον Χριστό είναι οντολογική, πραγματική. Δεν είναι κάτι το εικονικό ή το μεταφορικό, η το συμβολικό. Λέγει ένας πατέρας της Εκκλησίας μας ότι εύκολα μπορούν να μας πάρουν τα ρούχα μας, ακόμη και να μας γδάρουν το δέρμα μας, αλλά να μας πάρουν τον Χριστό αδύνατο. Διότι είμαστε συνυφασμένοι με τον Χριστό. Ο Χριστός έγινε κύτταρο του σώματός μας και εμείς κύτταρο του σώματος του Χριστού.

Οι άλλοι που δεν ζήσανε εν Χριστώ θα αναστηθούν κι αυτοί αλλά εις «ανάσταση κρίσεως» και όχι «εις ανάσταση ζωής».

 

«Τούτο γαρ υμίν λέγομεν εν λόγω Κυρίου»

Σας  το λέμε σύμφωνα με πληροφορία που μας έδωσε ο Κύριος. Σας μιλούμε με αυθεντία· δεν είναι λόγια δικά μας. Δεν αυτοσχεδιάζουμε ούτε πιθανολογούμε. Όσα είπε ο Χριστός δεν τα έγραψαν όλα οι ευαγγελιστές, γιατί είναι τόσα πολλά, που δεν θα χωρούσε ολόκληρος ο κόσμος τα βιβλία που θα γραφόταν (Ιω. 21,25). Ένα τέτοιο λόγιο του Κυρίου μας διασώζει ο Παύλος στις Πράξεις (20,35), στην ομιλία του προς τους πρεσβυτέρους της Εφέσου, που τους κάλεσε στην Μίλητο για να τους συμβουλεύσει.

 

«ότι εμείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι» Όσοι θα ζούμε, όταν θα γίνει η Β´Παρουσία του Κυρίου. Μερικοί λένε ότι ο Παύλος πίστευε ότι ο Κύριος θα έρθει στην εποχή του. Σωστό και ο καθένας μας έτσι πρέπει να σκέφτεται. Λέγει όμως ότι πρέπει να έρθει πρώτα ο Αντίχριστος. Όλοι μας πρέπει να σκεφτόμαστε ότι θα έρθει στη γενιά μας. Κι αν ακόμη δεν έρθει η δευτέρα παρουσία θα έρθει πάντως ο προσωπικός θάνατος, ο οποίος για τον καθένα μας είναι η προσωπική δευτέρα παρουσία του Κυρίου.

 

«εις την παρουσίαν του Κυρίου»

Στους στίχους 15-17 ο Παύλος χρησιμοποιεί εκφράσεις συμβατικές τις οποίες δανείζεται από τους προφήτες, τα ευαγγέλια αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Παρουσία στην αρχαιότητα ονόμαζαν την επίσημη επίσκεψη του αυτοκράτορα σε μια πόλη. Κήρυκες την διαλαλούσαν από πριν, διοργάνωναν γιορτές και αγώνες, κόβαν αναμνηστικά νομίσματα, χρησιμοποιούσαν την επίσκεψη σαν αρχή νέας χρονολογίας και έμενε το γεγονός σαν εξαιρετικό γεγονός της ιστορίας της πόλεως. Ο αυτοκράτορας βουτηγμένος στο χρυσό και την πορφύρα, με τιμητική συνοδεία στρατιωτών και αξιωματικών εισερχόταν στην πόλη με επευφημίες και ζητωκραυγές, ενώ οι σάλπιγγες ηχούσαν επιβλητικά.

Ο Παύλος ονομάζει παρουσία την δεύτερη εμφάνιση του Κυρίου, διότι δεν θα είναι ταπεινη και απέριττη όπως η πρώτη. Θα είναι τόσο ένδοξη και συγκλονιστική, ώστε θα αναστηθούν όλοι οι νεκροί και θα αφθαρτοποιηθούν όλοι οι άνθρωποι είτε είναι νεκροί είτε είναι ζωντανοί.

 

«ου μη φθάσωμεν τους κοιμηθέντας».

Όσοι απομείνουμε ζωντανοί κατά την δευτέρα παρουσία του Χριστού δεν θα προηγηθούμε των κοιμηθέντων. Θα αναστηθούν πρώτα οι νεκροί και μετά οι δίκαιοι από τους κεκοιμημένους και τους ζώντες θα αρπαχτούν πάνω στα σύννεφα, για να υποδεχτούν τον Κύριο στον αέρα. Και στο μέλλον θα είναι συνεχώς μαζί του.

Στο Α´Κορ. 15,51 λέγει· «Ιδού μυστήριον υμίν λέγω· πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα, πάντες δε αλλαγησόμεθα, εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι· σαλπίσει γαρ, και οι νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι, και ημείς αλλαγησόμεθα. Δει γαρ το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν.

 

«Ότι αυτός ο Κύριος»

Ο ίδιος ο Κύριος που άρχισε την ιστορία, ο ίδιος θα την κλείσει. Η ανάσταση των νεκρών θα είναι το επιστέγασμα της επίγειας κοσμικής ιστορίας. Δεν υπάρχει κυκλική πορεία στην ιστορία, όπως υποστηρίζουν διάφορες θρησκείες και φιλοσοφίες (μετενσάρκωση, μετεμψύχωση)· μόνο ευθύγραμμη. Όλα έχουν μία αρχή και ένα τέλος. Κι αυτή την αρχή και το τέλος την δίνει ο Θεός.

 

«εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου, και εν σάλπιγγι Θεού»

Είναι συνώνυμες και με το ίδιο νόημα εκφράσεις. Κέλευσμα είναι η διαταγή που δίνει ο επικεφαλής μιας ομάδος για κάτι. Κελευστής λεγόταν ο ειδικός αξιωματικός του ναυτικού, που έδινε τον ρυθμό για να τραβούν κουπί όλοι οι ναύτες μαζί. Εδώ κέλευσμα σημαίνει ότι ξαφνικά ο Κύριος θα ανακοινώσει στη λογική δημιουργία ότι ήρθε η στιγμή της δευτέρας παρουσίας του.

Στην αρχαιότητα το κέλευσμα, το πρόσταγμα του βασιλιά το μετέφεραν οι επιτελείς του στο λαό και το στράτευμα. Το κέλευσμα του Κυρίου ότι ήρθε η στιγμή της δευτέρας παρουσίας θα το ανακοινώσει η φωνή του αρχαγγέλου σε όλον τον κόσμο.

Το πρόσταγμα του βασιλιά το δίναν επίσης οι σάλπιγγες. Οι επιτελείς του δίναν εντολή στους σαλπιγκτές και εκείνοι σαλπίζαν. Το πρόσταγμα του Κυρίου θα μεταδώσει σάλπιγγα· σάλπιγγα όμως άυλη, πνευματική. Αυτή η σάλπιγγα είναι η ίδια η φωνή του αρχαγγέλου. Παραθέτουμε ορισμένα χωρία της αγίας Γραφής στα οποία φαίνεται αυτή η ερμηνεία.

α´.  «Και ήκουσα φωνήν οπίσω μου μεγάλην ως σάλπιγγος» (Αποκ. 1,10).

β´. «Μετά ταύτα είδον, και ιδού θύρα ανεωγμένη εν τω ουρανώ, και η φωνή ηπρώτη ην ήκουσα ως σάλπιγγος λαλούσης μετ’ εμού λέγων...» Αποκ. 4,1.

γ´. «Και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σαλπιγγος φωνής μεγάλης» (Ματθ. 24,31).

 

«καταβήσεται απ’ ουρανού»

Η φράση είναι συμβατική και λέγεται για να συνεννοηθεί η Γραφή με τους ανθρώπους όλων των εποχών, οι οποίοι φανταζόταν να μένει ο Θεός στον ουρανό. Η ίδια η Γραφή λέγει ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών (Ψαλμ. 138, 7-10· Πρξ. 17,28) και ότι ο ουρανός είναι κτίσμα του Θεού και πρόκειται να παρέλθει. Εδώ η Γραφή με τη φράση αυτή θέλει να δείξει ότι ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών Θεός θα εμφανιστεί σε μας. Αυτή η εμφάνιση θα είναι η αρχή της δευτέρας παρουσίας.

 

«και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον».

Εδώ εξηγεί ξεκάθαρα αυτό που είπε πιο πάνω ότι οι όσοι παραμένουν ζωντανοί κατά την δευτέρα παρουσία δεν θα προηγηθούν σε τίποτα των κεκοιμημένων. Θα αναστηθούν πρώτα οι νεκροί και μετά θα συμβούν όλα τα άλλα.

 

«Έπειτα εμείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα»

Η νεφέλη στην αγία Γραφή φαίνεται να είναι το όχημα του Θεού. Εφόσον οι άνθρωποι και μάλιστα των παλαιών εποχών φανταζόταν το Θεό να διαμένει στους ουρανούς, η νεφέλη ήταν το όχημά του. Ο Χριστός στην ανάληψή του αναλαμβάνεται από νεφέλη και πορεύεται προς τον ουρανόν (Πρξ. 1,9). «Ο καθήμενος εν δόξει επί θρόνου θεότητος, εν νεφέλη κούφη ήλθεν Ιησούς ο υπέρθεος...» λέμε στους Χαιρετισμούς. Κι όπως τα μεγάλα πρόσωπα, όταν θέλουν να τιμήσουν κάποιον, στέλνουν το όχημά τους να τον μεταφέρει, έτσι και ο Χριστός θα κάνει στην Δευτέρα παρουσία του. Θα αναληφθούμε στον ουρανό, ώστε να τον υποδεχθούμε πρώτοι στον αέρα και όχι στη γη.

 

«και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα».

Ο μεγάλος πόθος και η μεγάλη προσδοκία των ανθρώπων, που νιώθουν ότι το μεγαλύτερο κακό στη ζωή μας είναι η αποξένωση από τον Θεό. Που κραυγάζουν με αδημονία «έρχου Κύριε Ιησού» (Αποκ. 22,20).

 

«Ώστε παρακαλείτε αλλήλους εν τοις λόγοις τούτοις».

Το διδακτικό έργο θα πρέπει κατά κάποιο τρόπο να το κάνουν όχι μόνο οι απόστολοι, αλλά όλοι οι πιστοί· με σύνεση, ταπείνωση και αγάπη μεταξύ τους. Δεν είναι τυχαίο αυτό που λέγει αλλού ο Παύλος· «Ά ήκουσας παρ’ εμού δια πολλών μαρτύρων ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις, οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι» (Β´Τιμ. 2,2).

Δυστυχώς εμείς, πολλές φορές, όχι μόνο δεν οικοδομούμε και δεν παρηγορούμε τους αδελφούς που πενθούν, αλλά και τους εμποδίζουμε να πάνε Εκκλησία με τη δικαιολογία ότι έχουν πένθος. Σατανική τακτική και σατανικό έθιμο. Θα πρέπει να καταργηθεί πάραυτα, εδώ και τώρα. Μόνο μέσα στην Εκκλησία ο θάνατος αντιμετωπίζεται. Εν Χριστώ και εν Εκκλησία έχουμε αιώνια ζωή. Ο θάνατος δεν είναι πια ένας αήττητος εχθρός. Δεν είναι μια κατάσταση που σε κάνει να παραλύεις.

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο θάνατος έχει μια γροθιά, που συντρίβει όλα τα όνειρα και τις επιδιώξεις του ανθρώπου. Γι’ αυτό ο προχριστιανικός κόσμος είχε τραγωδία. Διότι δεν υπήρχε ανάσταση. Η ζωή του ανθρώπου είχε μια εμπλοκή συνεχή με το κακό και την απελπισία και παρουσιαζόταν ο από μηχανής θεός για να δώσει μία λύση, μία κάθαρση, και να μη φαίνεται το κακό ή ο θάνατος ότι νικά τον άνθρωπο.

Ο θάνατος όμως για τον χριστιανό, που ζει και αναπνέει μέσα στην Εκκλησία του Χριστού, αποχτά μια άλλη όψη. Στον χριστιανισμό δεν έχουμε τραγωδία, αλλά έχουμε θείο πάθος, θείο δράμα. Το πάθος του Χριστού το διαδέχεται η ανάσταση. Πουθενά δεν υπάρχει χώρος για την τραγωδία. Κι έτσι ο άνθρωπος μπορεί να κοιτάξει το θάνατο με άλλη ματιά. Όχι τρέμοντας, όχι δειλιώντας, όχι με πρόσωπο ωχρό· αλλά τραγουδώντας το τραγούδι της Εκκλησίας μας· «Πού σου θάνατε το κέντρον; Πού σου Άδη το νίκος; Ηγέρθη Χριστός και συ καταβέβλησαι». Που είναι θάνατε το κεντρί, που κεντούσες και φαρμάκωνες τους ανθρώπους; Που είναι Άδη τα λάφυρά σου, τα τρόπαιά σου, οι νεκροί σου; Ήρθε ο Χριστός και σε μάδησε, σε λαφυραγώγησε, δεν σε άφησε τίποτα. Κατεπόθη και επικράνθη ο Άδης. Αμήν· γένοιτο.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ


 

Κορυφή