ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑ. ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΧΩΡΙΣ ΥΛΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ


  Σε μια συναγωγή όπου δίδασκε ο Χριστός κάποιο Σάββατο, είδε μία δυστυχισμένη γυναίκα, η οποία ήταν «συγκύπτουσα και μη δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές» (Λουκ. 13,11). Έπασχε από ένα είδος παραλυσίας, που έκανε το σώμα της από τη μέση και πάνω να είναι κυρτωμένο και καμπουριασμένο προς τα κάτω, μ’ αποτέλεσμα το κεφάλι της να είναι συνεχώς σκυμμένο προς το έδαφος χωρίς να μπορεί να το κουνήσει καθόλου προς τα πάνω. Δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της όρθια, να δει τον κόσμο γύρω της, να ατενίσει προς τον ουρανό και ν’ απολαύσει τα κάλλη του. Ήταν σκυμμένη συνεχώς προς τα κάτω σαν τετράποδο ζώο και μάλιστα για 18 ολόκληρα χρόνια. Η Γραφή μας αναφέρει ότι είχε «πνεύμα ασθενείας»· δηλαδή όχι παθολογική νόσο αλλά νόσο που προήλθε από διαβολική επίδραση.

  Μερικοί ερμηνευτές διατείνονται ότι η γυναίκα αυτή υπήρξε αμαρτωλή γι’ αυτό ο σατανάς της δημιούργησε αυτό το πρόβλημα. Άλλοι όμως ερμηνευτές δεν δέχονται αυτή την ερμηνεία διότι·

  α  ὉΧριστός όταν την θεράπευσε δεν της είπε «γύναι αφέωνται σοι αι αμαρτίαι» ούτε «ίδε υγιής γέγονας μηκέτι αμάρτανε» που έλεγε σε περιπτώσεις θεραπείας αμαρτωλών ανθρώπων.

  β  Τὴναποκαλεί θυγατέρα του Αβραάμ και όχι θυγατέρα του Αδάμ συνεπώς είχε τα γνωρίσματα του Αβραάμ που ήταν ευσεβής και πολύ πιστός.

  γ  Ἡγυναίκα αυτή είχε την σπάνια αρετή, ειδικά στην εποχή μας, την υπομονή. Δέκα οκτώ ολόκληρα χρόνια ήταν δεμένη από το σατανά. Μια ολόκληρη ζωή. Κι όμως πουθενά δεν φαίνεται να γογγύζει, να λιποψυχεί, να τα βάζει με το Θεό, να λέγει «που είναι ο Θεός, που είναι η θεία πρόνοιά του, που είναι η αγάπη και το ενδιαφέρον του για τα πλάσματά του, γιατί εγώ να υποφέρω έτσι»;

  δ  Ἡευσέβεια της φαίνεται από το ότι σύχναζε στη συναγωγή. Εμείς λίγο αδιάθετοι να είμαστε, λίγο πονοκέφαλο να έχουμε, λέμε· «δεν πάω στην Εκκλησία είμαι άρρωστος». Αυτή παρ’ όλη τη φοβερή κατάσταση που αντιμετώπιζε, παρ’ όλη την ειρωνεία που μερικές φορές κακοήθεις άνθρωποι αντιμετωπίζουν αυτούς τους δυστυχισμένους αναπήρους συνανθρώπους τους, παρ’ όλο που αισθητικά η κατάσταση της την στοίχιζε εν τούτοις αυτή πήγαινε στη συναγωγή.

   ε  Καὶτο σπουδαιότερο· ενώ σύχναζε στη συναγωγή, το ευαγγέλιο δεν μας λέγει ότι πήγε για να προσευχηθεί για να θεραπευθεί, η ότι έκανε κάποιο τάμα γι’ αυτό το σκοπό. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν πλησιάζει τον Χριστό, δεν τον παρακαλεί, δεν τον ικετεύει όπως τόσοι άλλοι ασθενείς. Ούτε καν τον αγγίζει όπως η αιμορροούσα, ώστε σιωπηλά με το άγγιγμα να βρει την υγεία της. Καμμία κίνηση, καμμία ικεσία. Έχει ένα σπάνιο μεγαλείο η συγκύπτουσα. Δεν ασχολείται με επίγεια πράγματα, με φυσικές ανάγκες, με υλικά προβλήματα. Γιατί και η υγεία είναι υλικό αγαθό. Το μεγαλύτερο υλικό αγαθό, το πιο σπουδαίο. Γι’ αυτό που η Εκκλησία μας έχει ολόκληρο μυστήριο, το μυστήριο του ευχελαίου. Το ευχέλαιο φυσικά δεν είναι μόνο για την υγεία αλλά και για την άφεση των αμαρτιών και συνδεόταν παλαιότερα με το μυστήριο της εξομολογήσεως. Σήμερα έπαυσε αυτή η σύνδεση, κακώς βέβαια, αλλά οι ευχές «υπέρ υγείας και αφέσεως των αμαρτιών» όπως και η τελική συγχωρητική ευχή, μας υπενθυμίζουν τον αληθινό σκοπό της σημασίας του ευχελαίου, που είναι η αποκατάσταση της φυσικής αλλά και της ψυχοπνευματικής υγείας του ανθρώπου. Ποτέ η Εκκλησία δεν εύχεται μόνο για την υγεία, μόνο για τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου. Παντού και πάντοτε εύχεται «υπέρ υγείας και συγχωρήσεως και αφέσεως των αμαρτιών και των πλημμελημάτων ημών». Γιατί βλέπει τον άνθρωπο σαν μία ενιαία ψυχοσωματική οντότητα που έχει ανάγκη από σωματική αλλά και ψυχική θεραπεία. Και γνωρίζει πως η ψυχική θεραπεία που συντελείται με την άφεση των αμαρτιών συμβάλλει και στην αποκατάσταση της υγείας. Πάντως το μυστήριο του ευχελαίου είναι και για την υγεία, όπως βέβαια για την υγεία είναι και τα άλλα υποχρεωτικά μυστήρια, διότι χαρίζοντάς μας την ανακαίνιση και την ενσωμάτωσή μας στο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, βοηθούν και στην αποκατάσταση και της σωματικής μας υγείας όπως ήδη αναφέραμε.


  Αλλά ας επανέλθουμε στην συγκύπτουσα. Συχνάζει στη συναγωγή γιατί αγαπά τον Θεό. Θέλει να τον υμνεί, να τον δοξολογεί, ν’ ακούει μέσα από το κήρυγμα το θέλημά του. Εμείς αγαπάμε τον Θεό γιατί συνήθως περιμένουμε κάποιο κέρδος, κάποια ωφέλεια απ’ αυτόν. Έχουμε την περίπτωση π.χ. του τάματος. Θεέ μου· θα μου δώσεις θα σου δώσω κι εγώ. Δεν μου δίδεις δεν θα σου δώσω. Εξηγημένα πράγματα για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις ύστερα. Δηλαδή η σχέση μας με τον Θεό είναι εμπορική και μάλιστα μερικές φορές καθόλου τίμια. Λέγει ένας αρχαίος μύθος, ότι ένας έκανε τάμα στο θεό Ερμή, να τον βοηθήσει να βρει κάτι και εκείνος θα του αφιέρωνε το μισό απ’ ότι θα έβρισκε. Μετά από λίγο βρήκε ένα δισάκι με καρύδια. Κάθισε τα έφαγε και τα τσόφλια τα έφερε στο βωμό του Ερμή!!! Θαυμάστε ευσέβεια που είναι σκέτη παλιανθρωπιά και σκέτη ασέβεια. Και για να μη υστερήσουμε εμείς οι νεώτεροι στην ευσέβεια αυτή των αρχαίων προγόνων μας, τα ταγγιασμένα λάδια τα φέρνουμε στην Εκκλησία, για να μας έχει καλά ο Θεός. Φυσικά με το αζημίωτο.


  Η συμφεροντολογική και μη τίμια αυτή σχέση μας φαίνεται και στο θέμα της αχαριστίας που τόσο συχνά παρουσιάζεται στους ανθρώπους. Ας θυμηθούμε τους δέκα λεπρούς, ας θυμηθούμε τους Ιουδαίους που τόσο ευεργέτησε ο Χριστός κι όμως προτίμησαν να σώσουν ένα ληστή και φονιά, τον Βαραββά, και να σταυρώσουν τον ευεργέτη τους. Η συγκύπτουσα και στο θέμα της ευγνωμοσύνης παίρνει άριστα. Μόλις θεραπεύθηκε «εδόξαζεν τον Θεόν». Δεν δόξασε απλώς αλλά δόξαζε· δηλαδή συνεχώς και αδιαλείπτως δοξολογούσε το Θεό. Χαριτωμένη ύπαρξη όντως. Ας τη θαυμάσουμε και ας τη μιμηθούμε.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή