ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΑΓΑΘΗ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ΜΑΤΘΑΙΟΥ (9,27-35)

 

Η αλληλοβοήθεια των πιστών και η αγαθή προαίρεση

 

Η περικοπή του ευαγγελίου μιλά για ορισμένα θαύματα που έκανε ο Χριστός και για την απήχηση και την εντύπωση που είχαν αυτά στο λαό και τους Φαρισαίους.

 

Στην αρχή μας μιλάει για τη θεραπεία δύο τυφλών, οι οποίοι επειδή πίστευαν ότι ο Χριστός είναι υιός του Δαυΐδ, δηλαδή Μεσσίας, με δύναμη κραύγαζαν να τους θεραπεύσει, πράγμα που έγινε.

Έπειτα μας μιλάει για ένα κωφάλαλο (το κείμενο λέγει κωφό, αλλά αυτός που δεν ακούει, και μάλιστα εκ γενετής, δε μπορεί και να μιλήσει· και μάλλον εδώ περί αυτού πρόκειται) και η ασθένεια του οποίου οφειλόταν σε δαιμόνιο. Και επειδή ό ίδιος δεν μπορούσε να μιλήσει και να παρακαλέσει τον Χριστό τον «προσήνεγκαν» οι δικοί του, για να τον θεραπεύσει ο Χριστός. Αξιοσημείωτο είναι ότι στα ευαγγέλια, πολλές φορές υπάρχουν ορισμένοι ασθενείς, που λόγω της καταστάσεώς τους δεν μπορούν είτε να πάνε κοντά στον Χριστό είτε να τον παρακαλέσουν οι ίδιοι για να τους θεραπεύσει. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις τους μεταφέρουν γνωστοί τους και φίλοι τους και παρακαλούν αυτοί τον Χριστό να τους θεραπεύσει. Το βλέπουμε αυτό στη θεραπεία του δούλου του εκατοντάρχου, στη θεραπεία της κόρης της Χαναναίας, στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου και της Ταβιθάς, στη θεραπεία του παραλύτου που μεταφέρθηκε με το κρεβάτι του στο μέρος που μιλούσε ο Χριστός πάνω από τη σκεπή. Στις περιπτώσεις αυτές η πίστη, το ενδιαφέρον και η προθυμία των συνοδών είναι πολύ μεγάλη.

 

Σ’ άλλες όμως περιπτώσεις αναβάλλεται η θεραπεία το αρρώστου, επειδή η πίστη των συνοδών του δεν ήταν αυτή που έπρεπε.

Έτσι στην περίπτωση του σεληνιαζομένου νέου, τον οποίο έφερε στους μαθητές του Χριστού να τον θεραπεύσουν, όταν ο Χριστός απουσίαζε στο Θαβώρ με τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, δεν μπόρεσαν οι μαθητές του Χριστού να τον θεραπεύσουν, γιατί ο πατέρας δεν πίστευε όπως έπρεπε.

Αλλά και οι μαθητές οι οποίοι είχαν το χάρισμα των ιάσεων, τη δεδομένη στιγμή, περικυκλωμένοι από τους γραμματείς και τους όχλους που αυτοί επηρέαζαν, είχαν πάθει μία απιστία. Και επειδή σύνολη η κοινωνία τη στιγμή εκείνη ήταν άπιστη ως προς τον Χριστό, δεν μπόρεσε να ενεργήσει η θεία χάρη. Γι’ αυτό και ο Χριστός είπε το περίφημη εκείνη φράση «Ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Έως πότε έσομαι μεθ’ υμών; Έως πότε ανέξομαι υμών;» (Ματθ. 17, 17). Ήλεγξε δε τους μαθητές του, όταν τον ρώτησαν γιατί αυτοί δεν μπόρεσαν να το κάνουν, που δεν είχαν πίστη και δεν νήστευαν ούτε προσευχόταν, για να φύγει το δαιμόνιο (Ματθ. 17,20).

 

Βλέπουμε λοιπόν πόσο ρόλο παίζει η συνολική πνευματική κατάσταση που υπάρχει στην κοινωνία και στην Εκκλησία στο να προοδεύουν τα επί μέρους μέλη της. Όταν υπάρχει κοινότητα, ενορία, μοναστήρι που όλοι είναι αγαπημένοι μεταξύ τους και η χαρά του ενός είναι χαρά όλων και ο πόνος του ενός είναι πόνος όλων, τότε γίνονται θαύματα μεγάλα και σπουδαία.

 

*  *  *

Θα περίμενε κανείς μετά τα δύο εκπληκτικά και συγκλονιστικά αυτά θαύματα του Χριστού, όλοι να πέσουν στα γόνατα και με θαυμασμό και με δέος να προσκυνήσουν τον Χριστό και να τον αναγνωρίσουν ως υιό του Δαυΐδ, ως τον αναμενόμενο Μεσσία. Αφού μάλιστα όλοι οι προφήτες, που μίλησαν για τον Χριστό, αναφέρουν ότι όταν θα έλθει ο Μεσσίας θα κάνει σωρεία θαυμάτων. Θα θεραπεύσει χωλούς, τυφλούς, παραλύτους, δαιμονισμένους και οτιδήποτε άλλο (πρβλ. Ησ. 61,1). Και ο Χριστός έκανε αυτά τα φοβερά θαύματα και αναρίθμητα άλλα για να κεντρίσει την προσοχή των Ιουδαίων. Για να κάνει τη σκέψη τους να λειτουργήσει και μέσα απ’ αυτά τα θαύματα να διακρίνει τον Μεσσία. Δεν έκανε τα θαύματα, για να τους θαμπώσει και να τους εκπλήξει. Γι’ αυτό και στην αγία Γραφή δεν αναφέρεται πουθενά η λέξη θαύμα, που προέρχεται από το θαυμάζω. Αλλά αναφέρονται οι λέξεις σημεία (δείχνουν τον Μεσσία), τέρατα (δείχνουν με το υπερφυσικό τους τρόπο τη θεία φύση του Χριστού) και δυνάμεις (αποκαλύπτουν την υπερφυσική δύναμη του Χριστού).

Όταν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ενώ βρισκόταν στη φυλακή, έστειλε δύο μαθητές του στον Χριστό να τον ρωτήσουν αν είναι αυτός που περιμένουν ή πρέπει να περιμένουν άλλο, ο Χριστός δεν απάντησε άμμεσα αλλά τους είπε· «πηγαίνετε και πέστε στον Ιωάννη αυτά που ακούτε και βλέπετε· τυφλοί βρίσκουν το φως τους, χωλοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται από την λέπρα, κωφοί ακούνε, νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται και μακάριος θα είναι αυτός που δεν θα σκανδαλιστεί με μένα» (Ματθ. 11, 2-6). Ήταν σαν να τους έλεγε ο Χριστός· «τι ρωτάτε και ζητάτε απάντηση ποιος είμαι· δεν βλέπετε τα έργα μου; Δεν διαβάζετε τι γράφουν οι προφήτες για τον Μεσσία; Γιατί σκανδαλίζεστε μ’ αυτά που σας αποκαλύπτω»;

 

Κι ενώ λοιπόν ο Χριστός έκανε τέτοια θαύματα, δείχνοντας μ’ αυτά την ταυτότητά του και αποκαλύπτοντας την θεία του δύναμη κι ενώ ο κόσμος θαύμαζε λέγοντας ότι ουδέποτε φάνηκε τέτοιος άνθρωπος στο Ισραήλ, οι Φαρισαίοι έλεγαν «εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια». Δηλαδή αντί να τον αναγνωρίσουν ως Μεσσία, τον αναγνώρισαν σαν συνεργάτη του σατανά!

Λένε μερικοί θέλω να δω ένα θαύμα για να πιστέψω, θέλω να δω κάποιο υπερφυσικό γεγονός. Κι όμως η Γραφή αποκαλύπτει ότι αν δεν υπάρχει η αγαθή συνείδηση, αν δεν υπάρχει η καλή διάθεση, τίποτα δεν ωφελεί· ούτε και το θαύμα. Οι Φαρισαίοι τόσο καιρό βλέπανε και ακούγανε το Χριστό να κηρύττει, να θαυματουργεί, να θεραπεύει, κι όμως δεν τον πλησιάσανε. Οι δύο τυφλοί αν και δεν τον είδαν καθόλου, μόνο από τις φήμες που άκουγαν τον ήξεραν, πίστευσαν σ’ αυτόν και τον φώναξαν υιέ Δαυΐδ και θεραπεύθηκαν. Ο κωφάλαλος δεν άκουγε τίποτα. Κι όμως με όσα έβλεπε πίστεψε και θεραπεύθηκε.

Και οι Φαρισαίοι αντί να μετανοήσουν, αντί να καταλάβουν την πώρωση και την κακία που τους κατείχε δαγκώνονται περισσότερο και λένε ότι «εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια». Τα θαύματα, που για τους άλλους ήταν αιτία σωματικής θεραπείας και σωτηρίας ψυχικής, γι’ αυτούς υπήρξαν αιτία να συκοφαντήσουν τον Χριστό και να βλασφημήσουν το Πνεύμα το Άγιο. Δηλαδή να πέσουν στη χειρότερη αμαρτία, που μπορεί να πέσει ο άνθρωπος. Το ν’ αρνηθούν τη θεία φύση του Χριστού και να τον θεωρήσουν ενεργούμενο του σατανά.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή