Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ θέσπισε ἡ ἐνδημοῦσα σύνοδος τῆς Κῶν/πόλεως στὶς 11 Μαρτίου τοῦ 843μ.Χ., καὶ κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴν νίκη τῆς κατὰ τῶν αἱρέσεων κάθε Ἅ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν, θὰ θέλαμε σήμερα μὲ ἁπλὰ λόγια νὰ διευκρινίσουμε τί σημαίνει Ὀρθοδοξία.
Ρώτησε κάποτε ὁ Νικόλαος Λούβαρις (1885-1961), καθηγητὴς τῆς θεολογίας στὸ πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καὶ ὑπουργὸς παιδείας (1936 καὶ 1943-1944), ἕνα μοναχὸ ἁγιορείτη -τὸν Ἀβακοὺμ τὸν ἀνυπόδητο- ὁ ὁποῖος ἤξερε ὅλη τὴν ἁγία Γραφὴ ἀπέξω, ποὺ ἡ βίβλος μιλᾷ γιὰ πρώτη φορᾷ γιὰ τὴν ὀρθοδοξία καὶ φυσικὰ γιὰ τὴν ὀρθοπραξία. Καὶ ὁ Ἀβακοὺμ τὸν ἀπάντησε στὴ θυσία τοῦ Κάιν, ὅταν ὁ Θεὸς τοῦ λέγει «ἐὰν δὲν προσφέρεις ὀρθὰ στὸ Θεὸ τότε ἁμαρτάνεις (Γέν. 4,7).
Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, λοιπόν, τῆς ἀνθρώπινης μεταπτωτικῆς ἱστορίας ἐμφανίζεται τὸ νόημα τῆς λέξεως Ὀρθοδοξία. Συνδέεται μὲ τὴν λατρεία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐὰν δὲν προσφέρεις σωστὰ τα δῶρα σου, δὲν δέχεται ὁ Θεὸς τὴ λατρεία σου. Νά, ἡ σημασία τοῦ ὀρθοῦ δόγματος καὶ τῆς ὀρθῆς πράξεως. Νά, τὸ ὅτι ὅλες θρησκεῖες δὲν ὁδηγοῦν στὸ Θεὸ οὔτε ὅτι ὁ Θεὸς δέχεται τὴ λατρεία ὅλων τῶν θρησκειῶν. Κι αὐτό, διότι οἱ ἄλλες θρησκεῖες εἶναι ἐπινοήσεις τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὰ γοῦστα του καὶ τὰ καπρίτσια του, κατὰ τὶς φαντασίες του ἣ τὶς δαιμονικὲς ἐπιδράσεις ποὺ ὑφίσταται.
Ὑπῆρχαν ἔτσι οἱ θεοὶ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ποὺ ἔτρωγαν, ἔπιναν, παντρευόταν, ἐξαπατοῦσαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, τσακωνόταν, μοίχευαν, ζηλοτυποῦσαν καὶ γενικὰ εἶχαν ὅλα τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων καὶ ἦταν κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσή τους.
Ὑπῆρχαν οἱ ἀνθρωποθυσίες οἱ ὁποῖες διασῴζονται καὶ σήμερα στὴ σατανολατρεία καὶ ἀποτελοῦν καθαρὰ δαιμονικὴ ἐπίδραση.
Συνεπῶς ὅλα αὐτὰ ποὺ λέγονται στὶς μέρες μας περὶ ὀρθότητας καὶ ἀποδοχῆς ὅλων τῶν θρησκειῶν a priori εἶναι ἀτόπημα καὶ δὲν προσφέρει τίποτα στὴν πρόοδο τοῦ πολιτισμοῦ μας καὶ τῆς εὐημερίας μας.
Ὀρθοδοξία λοιπὸν ἡ ὀρθὴ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀλληλένδετα καὶ ἀλληλοπεριχωρούμενα αὐτὰ τὰ δυό. Ἂν τὰ χωρίσεις καὶ κρατήσεις μόνο τὸ ἕνα τότε ὁδηγεῖσαι στὴν αἵρεση καὶ ὁ Θεὸς σὲ ἀπορρίπτει. Ἃς ἀναφέρουμε καὶ ἄλλα δυὸ παραδείγματα ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ γιὰ νὰ φωτίσουμε πλήρως τὸ θέμα μας.
Λέγει ὁ Ἠσαΐας· «Ἀκοῦστε τὸ λόγο τοῦ Κυρίου οἱ ἄρχοντες τῶν Σοδόμων· προσέξτε τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ὁ λαὸς τῆς Γομμόρας. Τί νὰ τὸ κάνω τὸ πλῆθος τῶν θυσιῶν σας; Εἶμαι γεμάτος ἀπὸ τὰ ὁλοκαυτώματα κριαριῶν καὶ δὲν θέλω τὸ λίπος τῶν ἀρνιῶν οὔτε τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων. Οὔτε θέλω νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ μὲ βλέπετε. Ποιός σας ζήτησε τέτοια πράγματα; Δὲν θὰ σᾶς ἐπιτρέψω νὰ ἔρχεσθε στὸ ναό μου. Μάταιο εἶναι νὰ μοῦ προσφέρετε, γιὰ τὸν τύπο μόνο, θυσία σεμιγδαλιού· σιχαίνομαι δὲ τὸ θυμίαμά σας. Δὲν θὰ ἀνεχθῶ πλέον τὶς πρωτομηνιές σας, οὔτε τὰ Σάββατά σας, οὔτε τὶς ἄλλες γιορτές σας. Τὶς νηστεῖες σας καὶ τὶς ἀργίες σας καὶ τὶς πρωτομηνιές σας καὶ τὶς ἑορτές σας τὰ μισεῖ ἡ ψυχή μου. Σᾶς μπούχτισα· δὲν θ’ ἀνεχθῶ πλέον τὶς ἁμαρτίες σας. Ὅταν σηκώνετε τὰ χέρια σας πρὸς ἐμένα, θὰ πάρω τὰ μάτια μου ἀπό σας καὶ ἐὰν πληθύνετε τὴν προσευχή σας δὲν πρόκειται νὰ σᾶς ἀκούσω· διότι τὰ χέρια σας εἶναι γεμάτα ἀπὸ αἷμα (Ἤσ. 1, 10-15).
Ἂς θυμηθοῦμε καὶ τὸν Φαρισαῖο τῆς γνωστῆς περικοπῆς ποὺ κι αὐτὸς προσεύχεται στὸ Θεὸ μέσα στὸ ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων καὶ ἀντὶ νὰ δικαιωθεῖ καὶ νὰ εὐλογηθεῖ κατακρίνεται καὶ πάει στὴ κόλαση, γιατί ἀκριβῶς δὲν κάνει τὴ σωστὴ προσευχή. Ἀντὶ νὰ ὑμνεῖ τὸ Θεὸ καὶ νὰ ζητᾷ τὸ ἔλεος τοῦ γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀκόμη καὶ γιὰ τὸν τελώνη ποὺ παρευρίσκεται ἐκεῖ, αὐτὸς ὑμνεῖ τὸν ἑαυτό του, κομπάζει, καὶ ἐπιτίθεται μὲ κακία καὶ περιφρόνηση πρὸς τὸν τελώνη. Ὁ τελώνης, χωρὶς ν’ ἀγανακτήσει γιὰ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Φαρισαίου, μὲ ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση δέεται νὰ τὸν λυπηθεῖ ὁ Θεός. Καὶ ὁ Θεὸς δικαιώνει τὸν ἁμαρτωλὸ τελώνη καὶ καταδικάζει τὸν ἐνάρετο Φαρισαῖο. Νὰ τί σημαίνει ὀρθὸ δόγμα ἀλλὰ καὶ ὀρθὴ ζωή· ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπίσης μας μιλᾷ γιὰ κάποιους ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν μία ἐντελῶς προσωπικὴ θρησκεία, τὴν ἐθελοθρησκεία (Κόλ. 2,23). Αὐτὴ ἡ θρησκεία εἶναι τόσο παλιὰ ὅσο καὶ ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὕα σ’ αὐτὴ τὴ θρησκεία πίστευαν. Τοὺς εἶπε ὁ Θεός· ἀπὸ ὅλα τὰ δένδρα τοῦ παραδείσου μπορεῖτε νὰ φᾶτε. Ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως ὅμως ἀπαγορεύεται. Τοὺς ἔβαλε ἕνα γύμνασμα ὁ Θεός, γιὰ νὰ τοὺς ἐξασκήσει στὴν ὑπακοή, τὴν ἐγκράτεια, τὴν πίστη. Τοὺς εἶπε ἂν δὲν τὸ κάνετε αὐτὸ θὰ πεθάνετε. Λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἔβαζε κάποια ἄσκηση στὸν ἄνθρωπο αὐτὸς θὰ σάπιζε· θὰ ἐξαχρειωνόταν. Ἂν σήμερα οἱ κοινωνία μας κοντεύει νὰ διαλυθεῖ ἐντελῶς, εἶναι, διότι ἐπικρατεῖ ἡ ἄποψη γιὰ μία ἐντελῶς ἄναρχη ἐλευθερία. Γιὰ μία ἀσυδοσία, θὰ λέγαμε, χωρὶς κανένα φραγμό.
Αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ σὲ πολλοὺς χριστιανούς. Τοὺς ἀκοῦς νὰ λένε· «Ἐγὼ δὲν πάω στὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ πάω καὶ ἀνάβω τὸ κεράκι μου σ’ ἕνα ἐκκλησάκι»· ἢ «περνῶ ἀνάβω τὸ κερί μου καὶ φεύγω». Ὅμως ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι παρευρίσκεται περισσότερο, ἐκεῖ ποὺ εἶναι δυὸ ἢ τρεῖς ἄνθρωποι συναγμένοι στὸ ὄνομά του. Ἐπίσης εἶπε ὅτι ἂν δὲν φᾶμε τὸ Σῶμα του καὶ δὲν πιοῦμε τὸ Αἷμα του δὲν ἔχουμε ζωὴ αἰώνιο.
Ὁ Θεὸς λέγει· χωρὶς ἐμένα δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτα. Ἂν δὲν φυλάξει ὁ Κύριος τὴ πόλη μάταια ἀγρυπνοῦν οἱ φύλακες. Ἂν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσει οἶκο μάταια κοπιάζουν αὐτοὶ ποὺ οἰκοδομοῦν. Ὅλα θὰ τὰ κάνετε μὲ τὴν εὐλογία μου καὶ τὴν βοήθειά μου. Μὴ ξανακάνετε τὸ λάθος τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὕας ποὺ θέλησαν νὰ εὐτυχίσουν καὶ νὰ φθάσουν στὴ θέωση μόνοι τους. Θέλετε π.χ. νὰ παντρευτεῖτε, θὰ ἔρθετε στὴν Ἐκκλησία νὰ πάρετε τὴν εὐλογία μου καὶ νὰ ζητήσετε τὴ συνδρομή μου νὰ πετύχετε στὸ δύσκολο ἄθλημα τῆς διὰ βίου ἐγγάμου συμβιώσεως. Εἶναι ἄθλημα ὁ γάμος γιὰ νὰ γίνετε ἅγιοι. Δὲν εἶναι γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε ἁπλῶς τὸ γενετήσιο ἔνστικτο· δὲν εἶναι μόνο γιὰ ν’ ἀποκτήσουμε ἀπογόνους· δὲν εἶναι ἁπλῶς γιὰ νὰ ἔχουμε παρέα. Εἶναι ἕνα μαρτύριο, μὴ φοβηθεῖτε τὴ λέξη, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο φθάνετε στὸ Θαβώρ. Θυμηθεῖτε τὴν εἰκόνα τῆς μεταμορφώσεως Ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα στὸν Μωυσῆ ποὺ εἶναι ἔγγαμος καὶ τὸν Ἠλία ποὺ εἶναι ἄγαμος. Καὶ οἱ δυὸ ὑπῆρξαν θεόπτες, θαυματουργοί, μεγάλοι νηστευτές, ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ μὲ ὅλη τὴ σημασία τῆς λέξεως. Νὰ τί εἶναι ἡ ἀγαμία καὶ ὁ γάμος ἐν Χριστῷ. Εἶναι δυὸ δρόμοι ποὺ ὁδηγοῦν στὸ Θαβώρ. Γι’ αὐτὸ ὁ χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ καταφεύγει στὸν πολιτικὸ γάμο ἢ στὸν συμβολαιογραφικὸ ποὺ πάει νὰ θεσπισθεῖ τελευταῖα. Αὐτὰ εἶναι ἀνθρωποκεντρικὰ τερτίπια γι’ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ἂν προχωρήσετε σὲ πολιτικὸ ἢ συμβολαιογραφικὸ γάμο τότε δὲν μπορεῖτε νὰ μετέχετε τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, τὴ θεία κοινωνία.
Ἕνα τρίτο σημεῖο ποὺ θὰ θέλαμε νὰ τονίσουμε εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ σωστὴ θεραπεία. Ὁ ἄνθρωπος λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τῶν προγόνων του καὶ τῶν προσωπικῶν τοῦ ἁμαρτιῶν εἶναι ἄρρωστος. Ἡ Ὀρθοδοξία τοῦ ἀποκαλύπτει τὴν ἀρρώστια του καὶ τοῦ ὑποδεικνύει θεραπεία. Εἶναι ἰατρεῖο ἡ Ἐκκλησία· δὲν διώχνει κανένα, δὲν μισεῖ κανένα, ἀλλὰ ἀποκαλύπτει τὰ νοσήματα πού μας κατατρύχουν καὶ μᾶς δίνει τὰ φάρμακα. Τελευταία ὁ ἄνθρωπος, ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας καὶ δῆθεν τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ τῆς καταργήσεως τῶν περιθωριοποιήσεων, ἀρχίζει νὰ θεωρεῖ ὡς ὑγεία ὅτι εἶναι ἀρρώστια καὶ θέλει νὰ τὸ προβάλλει ὡς κάτι τὸ κοινωνικά, πολιτικά, λογικὰ ὀρθό. Κι ὅποιος δὲν συμφωνεῖ μ’ αὐτὲς τὶς ἰδέες θεωρεῖται ρατσιστής.
Ἔτσι ζητοῦν κάποιοι νὰ μὴ θεωρεῖ κανεὶς ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία, π.χ., δὲν εἶναι κάτι τὸ μὴ σωστό· ἀντίθετα τὸ κράτος νὰ προχωρήσει στὴ νομοθέτηση τοῦ γάμου τῶν ὁμοφυλοφίλων καὶ τὴ δυνατότητα υἱοθεσίας ἀπ’ αὐτούς. Οἱ πολιτικοὶ διὰ λόγους λαϊκισμοῦ καὶ ψηφοθηρίας τὸ θεωροῦν πολιτικὰ ὀρθὸ τὸ αἴτημα καὶ ἀρχίζουν νὰ τὸ στηρίζουν γιὰ νὰ γίνει καὶ κοινωνικὰ ἀποδεκτό. Αὐτὸ ὅμως εἶναι τόσο παράλογο ὅσο ἂν τὸ κράτος ἔδινε πιστοποιητικὸ ὑγείας σ’ ἕνα καρκινοπαθῆ ἢ σ’ ἕνα ποὺ πάσχει ἀπὸ ἀνίατη νόσο. Ἂν συνεχίσει αὐτὴ ἡ μόδα τὸ κράτος πρέπει νὰ θεωρήσει σωστὸ τὴ νεκροφιλία, τὴν παιδοφιλία, τὴν αἱμομιξία, τὴν κλεπτομανία, τὴ χρήση ναρκωτικῶν κ.ὁ.κ.
Ἐπιτέλους ἃς συνέλθουμε. Ἂν ὄχι ὅλοι, τουλάχιστον τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας σαλπίζει ἔντονα. Στῶμεν καλῶς. Στῶμεν μὲ τὰ φόβου.
Ἃς ποῦμε μὲ παρρησία, χωρὶς φόβο ἢ πάθος, ἀλλὰ μὲ «ἤρεμο θάρρος» τὰ σῦκα-σῦκα καὶ τὴ σκάφη-σκάφη.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ