Τα έχω καλά με τον εαυτό μου;
«Ο άνθρωπος, που πνίγεται
ανελέητα από την ασφυξία
του άγχους, «νοσεί προς
θάνατον» (Igor Caruso)
Η έννοια άγχος, που συνοδεύει επιτηρητικά και πολλάκις καταδυναστευτικά τις πλείστες ανθρώπινες εκφράσεις και αντιδράσεις, προσδιορίζει κατά κύριο λόγο μία συγκινησιακή κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από φόβο, αγωνία, ανασφάλεια και έτερα ψυχοσωματικά συμπτώματα και βιώνεται κατά κύριο λόγο, ως εναγώνια αναμονή επικείμενου κακού.
Η εν λόγω ψυχολογική κατάσταση πιστεύεται ότι είναι μία σχετικά νεοφανής «νόσος», που έχει σχέση και με την αλλαγή του τρόπου ζωής του ανθρώπου. Ειδικά μετά την εγκατάλειψη της θεϊκής υπαίθρου και της γαλήνης της και την κατά σειρά εγκαταβίωση στα νευρικά αστικά κέντρα. Σίγουρα αυτό ισχύει και υποκλέπτει δικαιωματικά την δικαιότερη ερμηνεία και αποδοχή της εννοίας. Μερικοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι το άγχος άρχισε παράλληλα με την τεχνολογική έκρηξη. Ίσως και εδώ διεκδικείται μία δεύτερη εκδοχή αληθείας και εξηγείται αναλόγως. Αφού ο άνθρωπος ανύψωσε την τεχνολογία στη θέση της θρησκείας, δίδοντάς την κύρος θρησκευτικό, υπελείφθη σε κάτι άλλο, πιο ζωτικό, που πρόσφερε γαλήνη· την θρησκεία του Ναζωραίου.
Εμείς όμως, παρ’ όλα τα ανωτέρω, θα τολμήσουμε μία αναζήτηση της εννοίας «άγχος», διεισδύοντας στα βάθη του χρόνου και ερευνώντας την πρώτη εκκίνηση της ανθρώπινης ζωής μέσα στον παράδεισο. Γιατί κατά βάση το άγχος, που εντάσσεται θεωρητικά στα εδάφη της ψυχολογίας, ερμηνεύοντας τον ταλαντευόμενο και άκρως κυματώδη ψυχισμό του ανθρώπου, έχει και κάποια σχέση και εξάρτηση από την ανάλογη πνευματική ζωή· αυτήν που άρχισε μέσα στον παράδεισο και την καταφρόνησε όμως με τον αλλαζονικό τρόπο του ο πρώτος άνθρωπος.
Έτσι, λοιπόν, η κατάσταση αυτή τίθεται σε λειτουργία, από την στιγμή που ο Αδάμ παραβαίνει την θεϊκή εντολή, παραβιάζοντας την ηθική του συνείδηση. Αμέσως αναφύεται ο φόβος ένεκα τύψεων της συνείδησης. Γιατί στην ερώτηση του Θεού· «Ἀδάμ ποῦ εἶ;», η απάντηση που έπεται προδίδει φόβο και ηθική γύμνια. «Ἐφοβήθην, ὅτι γυμνός εἰμί καί ἐκρύβην» (Γεν. 3,10). Κάπως έτσι λοιπόν η παράβαση επισύρει την ρήξη με την ηθική συνείδηση και την αποκοπή από τον γνήσιο εαυτό, με κατάληξη την τελική αποξένωση από το βάθος της υγιούς προσωπικότητος. Αυτή όμως η ηθική μοναξιά, προξενεί μία νεύρωση και ψυχική ταραχή, που προσιδιάζει με αυτό που ονομάζουμε στις μέρες μας άγχος. Γιατί το σύγχρονο άγχος, όσο και αν φαίνεται ακραίο και υπερβολικό, προδίδει μία ανήσυχη συνείδηση και «ένοχη» και προκαλείται λόγω απιστίας και εμμονής σε λανθασμένο τρόπο ζωής. Τον υλιστικό. Τον άθεο.
Έτσι λοιπόν ο Αδάμ «υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος», πέφτει στην αμαρτία. Αυτή η αμαρτία στη συνέχεια οδηγεί σε μία αγχώδη νεύρωση, η οποία τελικά είναι προϊόν της ανυποταξίας σε μία ηθική εντολή. Βάσει αυτής της ενδοσκόπησης του ανωτέρω θέματος, καταλήγουμε σε ένα εύλογο συμπέρασμα, ότι ο νευρωτικός βίος έχει εξάρτηση και αποτελεί παράλληλη προέκταση ενός ηθικού προβλήματος, οπότε δρομολογεί και μία ρήξη με τον μεταφυσικό προσανατολισμό του ανθρώπου.
Αναφέρει κάτι πολύ σημαντικό ο αββάς Μωυσής, που έχει σχέση με την πρότερη κατάσταση. «Είναι αδύνατον να μην ενοχλείται η διάνοια από αθέλητες σκέψεις και επιθυμίες. Όμως είναι δυνατόν και πρέπον η τελική απόρριψή τους. Αυτό είναι δική μας δουλειά».
Κάπως έτσι λοιπόν ο Αδάμ, υπαιτιότητί του, αναγκάζει όλο το ανθρώπινο γένος σε μία αγχώδη πορεία μέσα στην έρημο της παρακοής, ένεκα της αθέτησης των εντολών του Θεού. Ένεκα άρνησης άντλησης ύδατος από τις θεϊκές πηγές. Οπότε η πορεία του Ισραήλ μέσα στην έρημο, μας υπενθυμίζει την πορεία του ανθρωπίνου γένους σε μία ανάλογη έρημο, αυτήν της «φυγής», που οδηγεί όμως κάποια στιγμή στην όαση την λυτρωτική· αυτήν της αιωνιότητος. Αρκεί να το επιθυμεί ο καθένας σαν ατομική προσωπικότητα, καθώς επίσης «να εξέλκεται και δελεάζεται» από την υψίστη έννοια της σωτηρίας και όχι της αμαρτίας, η οποία οδηγεί σε ρήξη με την ηθική συνείδηση και στην ψυχική νεύρωση. Γιατί τελικά ο φυγάς θα «συλληφθεί» και η φυγή του θα λάβει τέλος, ο δε κακός δούλος, που έθαψε το τάλαντο, θα τιμωρηθεί εκδικαζόμενος, λόγω της ηθικής του ενοχής.
Όμως ο ερχομός του Χριστού στη γη έχει σχέση κατά βάση με το θέμα που εξετάζουμε. Γιατί ήλθε, πληρώνοντας με το αίμα του την ενοχή του Αδάμ και ελευθέρωσε το πεδίο του φόβου και του γεννωμένου άγχους. Πώς; Με την αποδοχή από μέρους μας του αμαρτωλού εαυτού μας και της ακολουθούσης μετανοίας.
Ο Αδάμ άνοιξε τον δρόμο του άγχους, οπότε «ἄξια γάρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν». Ο ληστής όμως δεν στέκεται στην μοιρολατρία και την παθητική αποδοχή του αμαρτήματος, αλλά προχωράει δυναμικά στην σωτήρια έξοδο της μετανοίας, που εξαφανίζει το άγχος οριστικά. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42).
Επομένως, βάσει των προαναφερθέντων, το σύγχρονο άγχος με τις ποικίλες επίπλαστες ερμηνείες του και την προσέγγισή του στα εδάφη καθαρά της ψυχολογίας και ψυχανάλυσης, αποτελεί μία ψυχική νόσο, που έλκει την καταγωγή της από την ίδια την γένεση της ζωής του ανθρώπου στον παράδεισο.
Ερχόμενοι πλέον στις μέρες μας, που κατακλύζεται σε όλα τα επίπεδα η ζωή μας από αυτή την «πανδημία», έχοντας προσωπικές εμπειρίες ο καθένας μας, αλλά προπάντων με την συνδρομή μεγάλων ψυχολόγων και ψυχιάτρων καταλήγουμε στην άποψη, ότι μία προσωπική ενοχή κρύπτεται πίσω από κάθε αγχωτική διεργασία. Όμως την θεραπεία αυτή ο σύγχρονος άνθρωπος την αναζητά στην συνάντησή του με τον ψυχίατρο. Αλλά ο Γιούγκ έχει μία διαφορετική άποψη καθότι μέγας ψυχολόγος: «Σήμερα οι άνθρωποι επισκέπτονται τον ιατρό, αντί του ιερέως». Γιατί τελικά το πρόβλημα της θεραπείας της νεύρωσης είναι θρησκευτικό πρόβλημα κατά κύριο λόγο. Έτσι, μόνο ο αγώνας κατά της αμαρτίας και κατά του αγνώστου εαυτού μας, αποτελεί τον μόνο συντελεστή που μπορεί να εξασφαλίσει την ψυχική υγεία και να αποτρέψει τις εν λόγω νευρωτικές και ψυχικές διαταραχές.
Γιατί όταν ο τοιούτος άνθρωπος βρίσκεται προ του ιερέως, κατ’ ουσίαν, βιώνει την κλήση του Θεού σε απολογία: «Ἀδάμ ποῦ εἶ;». Πού ήσουν πριν; Πού είσαι τώρα; Πού είναι οι υποσχέσεις του Σατανά; Πώς αποφεύγεις τώρα εκείνον που λαχταρούσες προηγουμένως; Πού είναι η αθωότης σου; Από πού η ντροπή σου και η γυμνότης σου;
Ο πατέρας αναζητά το παιδί του, ειδικά μετά την παρακοή του, ακόμη πιο ζωηρά, ψάχνοντας να βρει την αιτία. Επιθυμεί να το επαναφέρει στην πρότερη θέση, δίπλα του, χαρίζοντας την ψυχική υγεία μέσα στην βίωση της μυστηριακής ορθόδοξης χριστιανικής λατρείας, απωθώντας την αγωνία της ανασφάλειας και γαληνεύοντάς τον.
Εδώ πλέον καταφαίνεται πόσο άδικος ήταν ο πόλεμος που κηρύχθηκε στις μέρες μας κατά της Εκκλησίας, μέσω του εγκλεισμού των ιερών ναών, ένεκα του ιού. Γιατί η λατρεία προσφέρει γαλήνη, διέξοδο ηθική, ηρεμία, αποφράσσει τις πηγές των δακρύων, γεννά την μετάνοια και μέσω του ιερού ποτηρίου ο άνθρωπος μεταμορφώνεται σε μία υγιή ψυχοσωματική προσωπικότητα. Η λατρεία εν τέλει αποκαλύπτει τον δρόμο της αγιοσύνης και στις μέρες μας χρειάζονται άγιοι! Γι’ αυτό λοιπόν σφράγισαν τις εκκλησίες με την άδεια και συνδρομή πολλών ρασοφόρων και γι’ αυτό προσέβαλαν χυδαιότατα το μυστήριο της Θ. Κοινωνίας. Για να οδηγήσουν τα πρόβατα στην στρούγκα των ψυχιάτρων και στα καταστήματα των ψυχοφαρμάκων. Γι’ αυτό κατέπαυσαν προκλητικά στα σχολεία μας τον εθνικό μας ύμνο, την ζωηφόρα προσευχή, την ψυχική αναγέννηση μέσω του εκκλησιασμού, την απαγόρευση της τιμής και δόξης στους προστάτες της παιδείας, τους τρεις ιεράρχες, γι’ αυτό στέρεψαν τεχνηέντως κάθε πηγή εμπνεύσεως… Για να οδηγήσουν τα παιδιά μέσα στις αίθουσες διαλογισμών και στην συνέχεια στα ανώμαλα πορνοστάσια της ομοφυλοφιλίας. Γι’ αυτό λοιπόν απήτησε ο επίσκοπος Γρεβενών αίθουσες προσευχής στα ανώτατα ιδρύματα, δίπλα στις αίθουσες διαλογισμών. Ισοτιμία και ισονομία. ΟΧΙ παράφορη αδικία και ψυχική φίμωση, αξιότιμοι καθοδηγητές της «τούνομα» δημοκρατίας κατ’ ουσίαν αδυσώπητης δεσποτείας, ενός μονομερούς τραγικού ψυχαναγκασμού.
Αλλά όλα τα πρότερα χρόνια και ειδικά τα «έσχατα», οδήγησαν τον ανοχύρωτο άνθρωπο σε μία ηθική απραξία και απόλυτη ψυχική νέκρωση. Όλα αυτά τα χρόνια αποτελούν μία πένθιμη κατάδειξη της τραγικότητος της ανθρώπινης ύπαρξης, που βρίσκεται παγιδευμένη και εγκλωβισμένη μέσα σ’ ένα ιδιόρρυθμο αγχώδες αδιέξοδο. Αυτό άλλωστε εμφαίνεται και μέσα στην λογιζόμενη τέχνη, είτε ονομάζεται θέατρο, κινηματογράφος, εικαστικές τέχνες, είτε ακόμη και … λαϊκό τραγούδι. Μέσα σ’ αυτό ο τραγουδιστής καταδεικνύει έντεχνα, μελοποιημένα, το τραγικό αδιέξοδο της ζωής. «Δεν ξέρω ποιος είμαι, πού πάω, τι κάνω και πού βρίσκομαι…». Οι πιο πάνω στίχοι διατρανώνουν την απώλεια ταυτότητος και προορισμού χωρίς να προτείνουν τρόπο ανέλκυσης από την ηθική καταβαράθρωση. Ένα άλλο τραγούδι παραδέχεται την ύπαρξη ενός δευτέρου εαυτού· «Αυτός ο άνθρωπος αυτός, ήταν ο άλλος μου εαυτός». Και τα δύο τραγούδια όμως χωρίς να προτείνουν τρόπο ηθικού απεγκλωβισμού, εμμένουν σταθερά στην «διέξοδο», του μερακλώματος και την διοχέτευση ενθουσιασμού στο ποτό, στο κάπνισμα και στα λόγια που καταδικάζουν την «κακούργα κοινωνία». Αυτήν που φταίει για όλα, χωρίς να εξειδικεύεται ποιοι απαρτίζουν αυτή την κοινωνία. Εμείς πάντως ΟΧΙ.
Όμως οι ψυχικές δυσαρμονίες στο βάθος μιας προσωπικότητος, πάντοτε για κάποιο λόγο θα υπάρξουν. Ας θυμηθούμε τον Απ. Παύλο που στην αποκορύφωση μιας παρόμοιας οδυνηρής εμπειρίας αναφωνεί· «Ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος· τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7,24). Όμως δεν σταματά εδώ σ’ αυτή την παραδοχή, αλλά συμπληρώνει «Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ διά Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν». Εδώ κάλλιστα παραδίδει το φάρμακο αντιμετώπισης και συντριβής των δεσμών των συγχρόνων «πεπεδημένων», των νευρωτικών, που βρίσκονται κάτω από την στυγνή τυραννία ενός αδυσώπητου ψυχαναγκασμού.
Τελικά όμως η λύση του θέματος που μας απασχολεί και μαστίζει την κοινωνία, είναι η αυτογνωσία, η οποία αποκτάται μόνο με το μυστήριο της μετανοίας. Σ’ αυτό το μυστήριο μας εισάγουν νοερά τα τύπτοντα στήθη του Τελώνη, ο οποίος εμφανιζόμενος ενώπιον του Θεού εν πλήρει συντριβή και εξουθενώσει αναφωνεί· «Ὁ Θεός ἰλάσθητι μοι τῷ ἁμαρτωλῷ καί ἐλέησον με». Η αυτομομφή αποτελεί το φύλλο πορείας για τους ουρανούς. Γι’ αυτό έλεγαν οι προπάτορες μας· «Τα έχω καλά με τον εαυτό μου». Αυτό συνταγογραφεί την θεραπεία και επίλυση του ΑΓΧΟΥΣ.
Αρίσταρχος