Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Μάρκου Μανώλη,
την ημέρα της χειροτονίας του σε πρεσβύτερο (6.8.1984)
Η σιωπή και η προσευχή θα ήτο ίσως η πολυτιμότερη και αυθεντικώτερη στάσις αυτής της στιγμής, Σεβασμιώτατε Δέσποτα, σεβαστοί Πατέρες και αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί.
Η συνήθεια, όμως, απαιτεί να ομιλήση και εκείνος, που καλείται να δεχθή κατά την εύσημον αυτήν ημέραν της θείας και φρικτής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, το Πνεύμα το Άγιον και να ενταχθή εις την χορείαν των λειτουργών του Κυρίου. Της Ιερωσύνης το έργον, όπως διδάσκει ο σοφός μύστης των απορρήτων του Θεού, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσότομος, είναι τόσον υψηλόν, ώστε επιτελείται μεν επί της της, αλλά ανήκει εις τα έργα των ουρανίων δυνάμεων. Και τούτο είναι πολύ φυσικόν εφ᾽όσον δεν την ίδρυσεν ούτε Άγγελος, ούτε Αρχάγγελος ούτε καμμία άλλη κτιστή δύναμις, αλλά Αυτός ο Παράκλητος, ο οποίος και έκαμεν ανθρώπους, που ζουν εις την σάρκα, ικανούς να διεξάγουν υπηρεσίαν Αγγέλων. Δια τούτο ο κληρικός, πρέπει να είναι τόσον καθαρός, σαν να στέκεται εις τους ουρανούς μαζί με τας αγγελικάς δυνάμεις.
Από την στιγμήν, που εισέρχεται κανείς εις αυτό το λειτούργημα, παύει να ζη δια τον εαυτόν του και ζη δια την Εκκλησίαν και δια τους πιστούς. Αλλά το έργον του κάθε άλλο παρά εύκολον είναι, όπως τόσον ευστόχως παρετηρήσατε και υπεγραμμίσατε σήμερον, Σεβασμιώτατε.
Αναλαμβάνει την ευθύνην δι᾽όλας τας ψυχάς, που του ανατίθενται. Είναι δε γνωστόν, πόσον, δυσδιάγνωστοι είναι αι ψυχικαί ασθένειαι και πόσον δυσθεράπευτοι. Δια τούτο οι Άγιοι Πατέρες, που ελάμπρυναν την Εκκλησίαν και οι αντάξιοι διάδοχοί των, μολονότι είχον πλούτον χαρισμάτων, έφευγαν το βάρος της Ιερωσύνης. Όπως γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, άλλος έκοπτε το ωτίον, άλλος υπεκρίνετο τον δαιμονιώντα, άλλος εκρύπτετο, άλλος έφευγε και επλανάτο εδώ και εκεί και άλλος άλλην μηχανήν ετεχνεύετο, δια να ελευθερώση τον εαυτόν του από τοιούτου φορτίου βαρυτάτου».
Όπως και πάλιν γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, από την ώραν και την ημέραν εκείνην, που επληροφορήθην ότι επέκειτο η χειροτονία του, «πολλάκις εκινδύνευσε να μου παραλυθή το σώμα τελείως, τόσος φόβος και τόση αθυμία μου εκυρίευσε την ψυχήν λαμβάνων υπ᾽όψιν την δόξαν της νύμφης του Χριστού, την αγιωσύνην, το πνευματικόν κάλλος, την σύνεσιν, την ευπρέπειαν και αναλογιζόμενος τα ιδικά μου ελαττώματα, δεν έπαυσα ποτέ να κλαίω εκείνη και να ελεεινολογώ τον εαυτό μου· εστέναζα διαρκώς και «διηρωτώμην, ποίος άραγε το υπέδειξε αυτό; ποίαν σπουδαίαν αμαρτίαν διέπραξε η Εκκλησία; πως παρώργισε τόσον πολύ τον Δεσπότην της, ώστε να παραδοθή εις εμέ τον αναξιώτερον από όλους και να υποστή τέτοια καταισχύνη;».
Δια τούτο, Σεβασμιώτατε πάτερ, προσκαλούμενος σήμερον να λάβω δια των τιμίων χειρών σας τον δεύτερον βαθμόν της Ιερωσύνης, τρέμω μήπως δια τας αμαρτίας και αδυναμίας μου λυπήσω τον Κύριόν μας, βλάψω την Μητέρα Εκκλησία, εκθέσω την πολυσέβαστον υμετέραν Σεβασμιότητα και ο ίδιος κατακαώ ως χόρτος δια την αναξιότητά μου. Η ψυχή του ιερέως πρέπει να είναι καθαρωτέρα και από τας ακτίνας, ώστε να μη τον εγκαταλείπη ποτέ έρημον το Άγιον Πνεύμα, δια να έχη δικαίωμα να λέγη μετά του Αποστόλου Παύλου: «ζω δε ουκ έτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Καλείται να αγωνισθή «όχι προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις».
Δεχόμενος σήμερον το χάρισμα της Ιερωσύνης καλούμαι να ακολουθήσω την ευαγγελικήν οδόν, που το Πανάγιον Πνεύμα εχάραξε με το στόμα του φωστήρος της Οικουμένης Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «καθαρθήναι δη πρώτον, είτα καθάραι, σοφισθήναι και είτα σοφίσαι, γενέσθαι φως και φωτίσαι, εγγίσαι Θεώ και προσαγαγείν άλλους, αγιασθήναι και αγιάσαι». Μαναδική ελπίς και καταφύγιον κατά την ώραν αυτήν και δια το μέλλον η Θεία Χάρις η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα, με υπόσχεσιν να μη πράττωμεν τίποτε ανάξιον της δωρεάς αυτής και του δωρήσαντος Αυτήν Θεού.
Ευγνωμονώ τον Κύριόν μας, διότι ωδήγησε τα τρεμάμενα βήματά μου κοντά σας, Σεβασμιώτατε. Συμπαρεστάθητε με αληθινήν πατρικήν αγάπην εις τα προβλήματα και τας δυσκολίας, που αντιμετώπισα και αντιμετωπίζω. Δεν είναι εύκολον με λόγια να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου προς Σας προσωπικώς, προς τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Σεραφείμ, προς τον Καθηγούμενον και τους αδελφούς της Ιεράς Μονής Πετράκη, τους αδελφούς των Ιερών Μητροπόλεων Αθηνών και Αττικής προς τους πατέρας, τους αδελφούς, επιτρόπους και το εκκλησίασμα και τούτου του Ιερού Ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού. Προς τους αδελφούς και συνεργάτας της «Πανελληνίου Ορθοδόξου Ενώσεως, και Ορθοδόξου Τύπου». Δεν γνωρίζω αν θα σταθώ αντάξια της αγάπης και των προσδοκιών σας. Ελπίζω όμως και επιθυμώ να σταθώ, όσον το δυνατόν, με την βοήθειαν και την Χάριν του Θεού.
Τέλος επιτρέψατε αυτήν την Ιεράν στιγμήν να ευχαριστήσω όλους εκείνους, που μέχρι τώρα εστάθησαν συμπαραστάται, εις την εν Χριστώ ζωήν και πορείαν μου. Πρωτίστως να αναμνησθώ και να ευχαριστήσω εκ βάθους ψυχής την μακαρίαν ψυχήν του αειμνήστου πνευματικού μου πατρός Χαραλάμπους Βασιλοπούλου, που ελπίζω και πιστεύω ότι θα συμπροσεύχεται και θα αγάλλεται δια το σημερινόν γεγονός, το οποίον Εκείνος ηυλόγησε και επεθυμούσε να ίδη εις την παρούσαν ζωήν.
Τους Σεβαστούς μου διδασκάλους και καθηγητάς και μάλιστα τον κ. Ιωάννην Καρμίρην και τον κ. Κωνσταντίνον Μουρατίδην, τους σεβαστούς κατά σάρκα και πνεύμα γονείς, ζώντας και κεκοιμημένους, που με γαλούχησαν και με ανέθρεψαν χριστιανικά, τους αγαπητούς πνευματικούς πατέρας, αδελφούς, συνεργάτας και ευεργέτας της «Π.Ο.Ε.», με τους οποίους επί εικοσιπενταετίαν και πλέον συνεργάζομαι και ζω κοντά τους τον βαθμόν της αγάπης τους εις τον Χριστόν και την Εκκλησίαν.
Και τώρα, Σεβασμιώτατε, αφού και από την θέσιν αυτήν παρακαλέσω, όσους κυκλώνουν το Άγιον Θυσιαστήριον και προσφέρουν την Αγίαν Αναφοράν να προσευχηθούν να με αξιώση ο Κύριος να αναδειχθώ πιστός Του δούλος και αφωσιωμένος, παραδίδω τον εαυτόν μου εις το άπειρον έλεος του Θεού κλίνων γόνυ ψυχής και σώματος, δια να δεχθώ την Θείαν Χάριν της Ιερωσύνης με υποκοήν εις το θείον θέλημα και εις την πρόσκλησίν σας.
«ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΝΕΑ» ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ-ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ