Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΙΣ

«Διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις μη περιφέρεσθε».
(Εβρ. ιγ΄, 9)

 

  Οι ειδικώς σπουδάσαντες την κατάστασιν του θήλεως έξω του Χριστιανισμού την ευρήκαν αξιοθρήνητον. Παραγκωνιζομένη η γυνή εις την κλασικήν Ελλάδα, εξηχρειωμένη εν Ρώμη, καιομένη ζωντανή μετά του νεκρού ανδρός της παρά Σκύθαις και Ινδοίς, παρουσίαζε το θλιβερώτερον θέαμα δούλης εξυπηρετούσης τα ανδρικά ένστικτα και μηχανής τροφοδοτούσης δια σαρκών το μεγαθήριον της πολιτείας. Η ζηλοτυπία την απηγόρευε την ελευθέραν έξοδον. Η παιδεία ελογίζετο δι’ αυτήν ως ατιμία. Η ύπαρξίς της εθεωρείτο ιδιοκτησία του ανδρός. Πολλάκις καθίστατο αντικείμενον αγοροπωλησίας, ως μέχρι σήμερον συμβαίνει παρ’ αγρίους, παρ’ οίς οι μεν Καφίραι την αγοράζουν αντί 5 αγελάδων, οι δε Δαμάρας αντί μιάς, οι δε Ουγανδαίοι αντί ενός ζεύγους πεδίλων ή και σακκοραφών. Και αυτά τα γεννήματά της, τα οποία με τόσην αγωνίαν έφερε εις ύπαρξιν, απεσπώντο προώρως από τας αγκάλας της υπό του δημοσίου μινωταύρου, ως συνέβαινε π.χ. εις την Σπάρτην.

  Ο Χριστιανισμός εισήγαγε νέον γυναικείον ιδεώδες εις τον κόσμον, την Παναγίαν. Στήσας δε παραπλεύρως των μαθητών του Σωτήρος σεμνά γύναια, δια των οποίων πρώτων ευηγγελίσθη την Ανάστασιν και ελκύσας προς την νέαν πίστιν ηρωικάς θηλείας, οίαι η Λυδία, η Δορκάς, η Πρίσκιλλα, η Φοίβη, η Λωίς και όλα τα σμήνη των μετ’ αυτάς Χριστιανών παρθένων, συζύγων και μητέρων, όχι μόνον εκήρυξεν, αλλά και επραγματοποίησε την ψυχικήν των δυο φύλων ισότητα, εκατέρου εννοουμένου εις τον κύκλον του. Εις το εξής η γυνή αποκτά το δικαίωμα να θεωρήται συνεργός και συμπαραστάτης του ανδρός της, να συμβάλλη κατ’ ευθείαν εις την ρύθμισιν του οίκου, να απολαύη αυτή και μόνη τον άνδρα της εφ’ όρου ζωής, να ευθύνεται αυτή δια την ανατροφήν των τέκνων της, να μετέχη της παιδείας και να διαπρέπη εις παν είδος αρετής. Ήλθον μάλιστα χρόνοι, κατά τους οποίους ο ανήρ ιπποτικώς και εις αντικείμενον λατρείας την ανύψωσε. Και η τοιαύτη λατρεία, εις την οποίαν δικαιούται η γυνή και πρό παντός ως μήτηρ, δεν νομίζω ότι έπαυσε μέχρι σήμερον υφισταμένη.


  Δυστυχώς η ούτω πως ανυψωθείσα υπό του Χριστιανισμού από του χαμηλού επιπέδου της η γυνή δεν φαίνεται να είνε παντελώς ικανοποιημένη, αν δώσωμεν προσοχήν εις τας φωνασκίας ευαρίθμων τινών φεμινιστριών. Περιφερόμεναι αυτά διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις ωσεί ενώπιον προθηκών άρτι εξ Εσπερίας αφιχθέντων νεωτερισμών, εμπρός εις τους οποίους αιωνίως χασομερούν ως να μην είχον τίποτε σοβαρώτερον, ευαγγελίζονται εις την πτωχήν Ανατολήν μας τα καινά δαιμόνια της γυναικείας χειραφετήσεως και κόπτονται υπέρ πλειοτέρων γυναικείων ελευθεριών αυταί αι μονοπωλήσασαι και τα λιθόστρωτα και τας απογευματινάς και τους χορούς και τα θέατρα και το χρηματοκιβώτιον και τα πάντα όσα εις τον άνδρα ανήκουν.

  Οπωσδήποτε η παρούσα κατάστασις δεν αρέσκει εις τας νέας αυτάς φεμινιστρίας. Θέλουν, λέγουν, την γυναίκα να ευρύνη από τα έσω εις τα έξω την δράσιν της. Την θέλουν να εξισωθή πέραν και πέραν με τον άνδρα εις την αγοράν, εις το πανεπιστήμιον, εις την βουλήν, εις τον ναόν, εις το δικαστήριον, εις την γεωργίαν, εις τους αέρας, εις την θάλασσαν, εις το καπνιστήριον. Με άλλας λέξεις· αν ο ανήρ είνε γεωργός, έμπορος, καθηγητής, ιερεύς, δικαστής, βουλευτής, στρατιώτης, ναύτης, αεροναύτης, σοφέρ, καμινοκαθαριστής, χασάπης, αχθοφόρος, κάπηλος, μεταλλωρύχος, λούστρος και ότι δήποτε άλλο, αυτό πρέπει εξ άπαντος και η γυνή να γείνη. Και αληθές μεν ότι προτείχισμα εγείρεται ο οίκος· αλλ’ επί τέλους -κηρύττουν αι φεμινίστριαι- δια τον οίκον δεν είνε ανάγκη να πολυσκοτιζώμεθα. Αν ο οίκος είνε εμπόδιον προς την γυναικείαν χειραφέτησιν, ερρέτω τότε ο οίκος! Η γυνή οφείλει πάση θυσία να αποβή ανεξάρτητος· και δεν πειράζει αν ο ελεύθερος έρως υποκαταστήση την μονιμότητα και τους περιορισμούς της στέγης…


  Είμαι ευτυχής διαβεβαιών ότι τα άνω φληναφήματα δεν εκστομίζει η θαλερά κόρη, η ονειροπολούσα να καταστή μίαν ημέρα η σεμνή του τιμίου γάμου ιέρεια· ουδέ η οικοδέσποινα, η τεκνογονήσασα και απερροφημένη από την ανατροφήν των τέκνων της· ουδέ πάσα φυσιολογικώς έχουσα γυνή και κατά το σώμα και κατά τον νούν· αλλά μερικά άσκοπα γυναικάρια, μασσώντα εις τους οδόντας το σιγάρον και μη γνωρίζοντα πώς να σκοτώσουν την πλήξιν των. Ερωτήσατε όμως την γυναικείαν ολομέλειαν και θα σας δώση άλλην γνώμην.

  Αι φρενοτροπίαι του συρμού δεν είνε δυνατόν να χαρακτηρίζουν και τους αιωνίους νόμους, τους οποίους εφάπαξ έθηκεν ο Δημιουργός. Η ανατομία της γυναικός θα παραμένη διαρκώς ανατομία όντος γεννώντος και εξαντλουμένου, την οποίαν κανείς αθλητισμός δεν θα μεταβάλη. Στάδιον άρα της σωματικώς ευπαθεστέρας γυναικός θα είνε κυρίως η σκιά του οίκου. Η διαφορά της προς τον άνδρα θα αποτελή και την ιδιαιτέραν αξίαν της. Ο ανήρ θα επιζητή την γυναίκα, ακριβώς διότι είνε κάτι το διαφορετικόν. Ηνδροποιήθη η γυνή; Έγεινε τέρας, σφιγξ, τραγέλαφος. Έγεινε βδέλυγμα και περίγελως.

  Η αξία των δυο φύλων σύγκειται εις την αλληλοσυμπλήρωσίν των, δια την οποίαν η γυνή κάμνει ότι δεν ημπορεί να κάμη ο ανήρ, και ο ανήρ κάμνει ότι δεν ημπορεί να κάμη η γυνή. Κατόρθωμα βεβαίως είνε ο υπό του ανδρός χειρισμός του ξίφους εις τον πόλεμον και ο υπέρ της πατρίδος ηρωισμός του. Αλλά δεν είνε άραγε κατόρθωμα πολλώ ανώτερον, καθό θετικότερον, η γέννησις ενός παιδίου και η από του μηδενός αύξησις και ανατροφή του, εις την οποίαν υποβάλλεται εκάστοτε η γυνή, υπερφαλαγγίζουσα τον άνδρα εις καρτερίαν, αντοχήν και γενναιότητα; Που λοιπόν υπάρχει η υπεροχή του ανδρός, αφού και η γυνή εξ ίσου ανδραγαθεί εις τον οίκον, θετικώς μάλιστα συνεισφέρουσα το ευγενέστερον μερίδιον;

  Ναι, μας λέγουν, αλλά πρέπει να δράση και έξω του οίκου. Που; εις την αγοράν, εις το βουλευτήριον και εις το χρηματιστήριον;…

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή