ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΩΣΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΤΡΙΣΗΛΙΟΥ ΘΕΟΤΗΤΟΣ

 Υπήρξαν άνθρωποι της δημιουργικής και κατά Θεόν μοναξιάς. «Κατέλιπον τας εν άστει διατριβάς ως μυρίων κακών αφορμάς» και έζησαν «εαυτώ και Θεώ συστρεφόμενοι». Δημιουργοί της χριστιανικής σοφίας και του χριστιανικού ήθους.Χρησιμοποίησαν στους αγώνες τους την πειθώ, ποτέ την βία· τον διάλογο, ποτέ την έριδα. Έχυσαν στη ζωή τους πολλά δάκρυα για τις αμαρτίες τους και για τις αμαρτίες του κόσμου. Η λύπη τους δεν ήταν μόνο για τα δεινά του εαυτού τους, υλικά ή πνευματικά, αλλά για τα δεινά ολοκλήρου του κόσμου. Κτύπησαν συστηματικά τα αμαρτωλά κατεστημένα της εποχής τους, είτε κοσμικά είτε εκκλησιαστικά. Αντιμετώπισαν τις παντοειδείς αιρέσεις, την ειδωλολατρία, και την ανθρωποκεντρική φιλοσοφία.

  Ηθικά πανίσχυροι, ψυχικά παντοδύναμοι, ατρόμητοι και ανυποχώρητοι στις οποιεσδήποτε αντιεκκλησιαστικές πιέσεις των εκάστοτε κρατούντων. Καθοδηγητές του λαού και όχι δημαγωγοί. Ελεγκτικοί και φιλεύσπλαχνοι. Φλογεροί και παρηγορητικοί. Μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες. Υπερβολικοί και συνετοί. Εργοδιώκτες και ησυχαστές. Λάτρεις της μονώσεως και κοινωνικοί εργάτες. Μάρτυρες χαρούμενοι, συνεχώς ευχαριστούντες και δοξάζοντες τον Θεό. «Πάντοτε την νέκρωσιν του Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες, ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι αυτών φανερωθή».

  Κτυπήθηκαν με όλους τους διώκτες του χριστιανισμού· ακόμη και με το μεγαλύτερο, τον πιο επικίνδυνο και τον πιο πανίσχυρο, που είναι χειρότερος κι απ’ αυτόν τον Διοκλητιανό. ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ.Διότι να το καταλάβουμε όλοι μας, ο παλαιός άνθρωπος με τις αμαρτωλές τάσεις και επιθυμίες, που κρύβεται και υφίσταται ακόμη και σε αγίους χαρακτήρες, είναι ο χειρότερος διώκτης του Χριστού. Και εδώ κατήγαγαν νίκη κραταιά και ο πανένδοξη. ΄Εγιναν αυτοκράτορες πάνω στον εαυτό τους. Ηγεμόνες σκληροί και καταπιεστικοί, στο έπακρον, στα πάθη και τις αδυναμίες τους. Ανυποχώρητοι και μη ενδοτικοί στα αμαρτωλά σκιρτήματα του ψυχοσωματικού τους είναι.

  Ήταν άνθρωποι θυσίας. Τόνιζαν πάντοτε τις υποχρεώσεις τους και όχι τα δικαιώματά τους. Συνεχώς αναζητούσαν και προσπαθούσαν να ικανοποιούν τα δικαιώματα του Θεού· όσο κι αν αυτό τους στοίχιζε. Συνεχώς επαναλάμβαναν τους στοίχους του ψαλμωδού «Ευλογητός ει, Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου» και «διά τους λόγους των χειλέων σου εγώ εφύλαξα οδούς σκληράς». Κήρυτταν και εφήρμοζαν ότι ο χριστιανισμός είναι, πρέπει να είναι, «βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής».

  Κύριο μέλημα και άμεση επιδίωξή τους να βιώσουν την κένωση του Χριστού, το μυστήριο της ασθενείας του Θεού. Ν’ αποκτήσουν την ταπείνωση· που είναι το ένδυμα, η στολή της θεότητας. Γι αυτό φρόντιζαν να ζουν στο περιθώριο, λησμονημένοι και αφανείς. Κι όμως ο Θεός, που χαριτώνει και δοξάζει τους ταπεινούς, τους ανέδειξε και τους φανέρωσε και τους κατέστησε οικουμενικούς διδασκάλους και πατέρες της Εκκλησίας. Αυτοί που καυχήθηκαν μόνο για τις «ασθένειες τους» (Β΄ Κορ. 12,9) και για την αδυναμία τους, τώρα βρίσκονται σε αμάραντη και άφθαρτη και διηνεκή δόξα. Το μεγαλείο τους αδιαφιλονίκητο και η επίδρασή τους ανεξάλειπτος. Η σφραγίδα τους καθοριστική στην Εκκλησία, στον ευρωπαϊκό, αλλά και στον παγκόσμιο πολιτισμό. Είναι τα στόματα του Χριστού, οι φωστήρες της τρισηλίου θεότητας, οι μελίρρυτοι ποταμοί που αρδεύουν ολόκληρη την οικουμένη με νάματα θεογνωσίας.

  Είναι οι μανιακοί εραστές του Θεού αλλά και του ανθρώπου. Οι ποθούντες σφοδρώς την κατά Θεό τελείωση. Οι εντρυφώντες συνεχώς στα θεία προστάγματα. Οι αδολεσχούντες αενάως για τα μεγαλεία του Θεού. Οι καθορώντες συνεχώς το άκτιστο φως του Θεού και ελλαμπόμενοι υπ’ αυτού και φωτίζοντες τον κόσμο.

  Μεγάλοι επαναστάτες που συγκλόνισαν την ανθρωπότητα χωρίς να χύσουν αίμα. Ήταν αμνοί και όχι λύκοι. Ήταν κατά κόσμο ηττημένοι και όχι νικητές· όπως και ο Χριστός.Πιστεύανε αυτό που έλεγε ο ι. Χρυσόστομος· ότι «στους κοσμικούς αγώνες στεφανώνεται ο νικητής· στους πνευματικούς όμως ο ηττημένος» (πρβλ. Ε.Π.Ε.17,499). Ή όπως λέγει ο Γρηγόριος· οι χριστιανοί είναι «ηττημένοι στεφηφόροι» (Πρβλ. Ε.Π.Ε. 10,170). Κι όμως οι ηττημένοι επικράτησαν· οι αδύνατοι κοσμικά επιβίωσαν. Σ’ αυτούς βρίσκει εφαρμογή κάτι που έγραψε ο Ρώσος φιλόσοφος Ν. Μπερδιάγεφ (1874-1948), στη πραγματεία του «Περί της δουλείας και της ελευθερίας του ανθρώπου», το 1939. Έγραψε ο μεγάλος χριστιανός φιλόσοφος· «Αλλοίμονο στους νικητές και όχι στους ηττημένους.Οι νικητές είναι οι πραγματικοί σκλάβοι και όχι οι ηττημένοι. Γίνονται σκλάβοι των παθών τους και η συνείδησή τους σκοτεινιάζει εντελώς. Ο νικητής, αντί να δειχθεί γενναιόδωρος και ανθρώπινος, γίνεται σκληρός και ανελέητος. Διψάει για καταστροφή· πλημμυρίζει από περηφάνια· μεθάει από οίηση και ναρκισσισμό. Όσο πιο μεγάλη είναι η νίκη του, τόσο πιο πολύ θεοποιεί τον εαυτό του. Η νίκη είναι από τα τρομερώτερα πράγματά στον κόσμο». Οι τρεις ιεράρχες νικήθηκαν κοσμικά, φαινομενικά, εφήμερα· νίκησαν όμως πνευματικά, ουσιαστικά, αιώνια. Είναι το θαύμα του χριστιανισμού να νικούν τα πρόβατα τους λύκους. Είναι η νίκη του σταυρού, η νίκη της θυσίας, που καθιστά Πύρρειο νίκη ή Καδμεία νίκη, για να θυμηθούμε τους προγόνους μας, την εκάστοτε νίκη των σκοτεινών και σατανικών δυνάμεων.Να εμπεδώσουμε καλά όλοι μας, ότι Πύρρειος και Καδμεία νίκη είναι κάθε άδικη επικράτηση, κάθε παράνομη αναρρίχηση, κάθε αθέμιτη προώθηση, κάθε σκοτεινή ανέλιξη. Εν τέλει το δίκαιο, το ηθικό, το θέλημα του Θεού θα επικρατήσει· «νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Αμήν.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

 
Κορυφή