Ἦταν γραμμένο, φίλοι, σὲ τοῖχο: «Μόνη λύση ἡ φυγή»! Ἀπὸ κάτω κάποιος ἄλλος εἶχε γράψει: «Ἡ φυγὴ εἶναι ἧττα»! Καὶ σκέφτηκα. Ἆραγε τί εἶναι ἡ φυγή, λύση ἢ ἧττα; Ἀνδρεία ἢ δειλία; Ἡρωϊσμὸς ἢ καταστροφή; Καὶ τελικά, φεύγουμε ἢ μένουμε;
Φαίνεται κατ’ ἀρχὴν ὅτι τὸ νὰ παραμένει κανεὶς στὶς θέσεις του εἶναι γενναία πράξη. Καὶ τὸ νὰ μάχεται γι’ αὐτὲς καὶ νὰ τὶς ὑπερασπίζεται ὡς τὸ τέλος καὶ μὲ τὸ ὅποιο τίμημα μάλιστα, ἀκόμη καὶ μ’ αὐτὴ τὴ ζωή του, εἶναι τὸ πᾶν.
Ἄς πάρουμε γιὰ παράδειγμα ἱστορικὰ γεγονότα. Ὁ Λεωνίδας ἔμεινε μὲ τοὺς τριακόσιους Σπαρτιάτες του ἐκεῖ στὶς Θερμοπύλες, ἀψήφησε τὴ δύναμη τοῦ ἐχθροῦ κι ἔπεσαν ὅλοι ὡς τὸν τελευταῖο στὴ μάχη! Ὅμως ἔδωσαν μοναδικὸ μάθημα τόσο στοὺς ἐχθροὺς ὅσο καὶ σ’ ἐμᾶς γιὰ τὸ πόσο ἀγαποῦν ἀλλὰ καὶ πὼς ὑπερασπίζονται οἱ Ἕλληνες τὴν πατρίδα τους.
Τὸ παράδειγμά του μιμήθηκε κι ὁ Παπαφλέσσας στὸ Μανιάκι, ποὺ ἄφησε ἄφωνο κι αὐτὸν ἀκόμη τὸν Ἰμπραὴμ, ποὺ τὸν τίμησε ὡς ἐχθρὸ καὶ ἀντίπαλο, γιατί ὄχι καὶ ὡς πατριώτη, ἀσπάζοντάς τὸν, νεκρὸ ὅπως ἦταν!
Τὸ ἴδιο ἐπαναλήφθηκε καὶ τὸ ’40 μὲ τὴν ἐν γένει ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ καὶ μὲ τόσα ἐπιμέρους περιστατικά. Ἔμειναν στὶς θέσεις τους, δὲν ὑποχώρησαν, δὲν κάμφθηκαν, δὲν ἔφυγαν, ἀψηφώντας τὴ σαφῆ ὑπεροπλία τοῦ ἐχθροῦ, ἀκόμη καὶ τὸ ὅτι ἦταν ἀήττητος ὡς τὴ στιγμὴ ποὺ τοὺς ἐπιτέθηκε, ἀφήνοντας ἄφωνη τὴν οἰκουμένη! Μὲ τὴ σταθερότητα στὴ θέσεις τους, μὴ ὑποχωρώντας οὔτε σπιθαμὴ ἀπ’ τὴν ὑπεράσπιση τῆς πατρίδας, ἄλλαξαν ἀκόμη κι αὐτὴ τὴ ροὴ τοῦ πολέμου συμβάλλοντας τὰ μέγιστα στὴν ἀποτυχία του πρὸς ὠφέλεια τῆς ἀνθρωπότητας. Κι ἐκεῖ ἔχουν καταγραφεῖ περιστατικά, ὅπως αὐτὸ τοῦ Παπαφλέσσα, ὅπου στοὺς μαχητές, ἀκόμη κι αὐτοὶ οἱ ἀδίστακτοι Γερμανοὶ ναζιστὲς τοὺς παρουσίασαν τὰ ὅπλα τους, τιμώντας τους!
Τί παραδείγματα λοιπόν! Τί γενναιότητα! Πόσο μεγαλειώδης πράξη εἶναι ἡ ἐμμονὴ στὶς θέσεις μας! Πόσο λάθος θὰ ἦταν σὲ ὅλα αὐτὰ ἡ φυγή! Τί θὰ πετύχαιναν ἂν ἔφευγαν σὰν … λαγοί; Ποιὲς θὰ ἦταν οἱ συνέπειες ἀπ’ αὐτὴ τους τὴν πράξη, τόσο γιὰ τὴν Ἑλλάδα ὅσο καὶ γιὰ τὴν οἰκουμένη;
* * *
Ἀλλὰ κι ἄλλα αντίθετα παραδείγματα νὰ πάρουμε ἱστορικά.
Ὁ χορὸς τῶν γυναικῶν τοῦ Ζαλόγγου, φαίνεται ὅτι ἦταν φυγή, ἔτσι δὲν εἶναι; Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀνατίναξη στὸ Κούγκι, ὅπως καὶ στὴ Ἱ. Μονὴ Ἀρκαδίου στὴν Κρήτη. Ἀλλὰ κι ἐκείνη ἡ ἔξοδος τοῦ Μεσολογγίου; Φυγὴ δὲν ἦταν; Ὅμως γιατί τὴν ἀποκαλοῦμε «ἡρωϊκὴ ἔξοδο»; Δηλαδὴ «ἡρωϊκὴ φυγή»; Ἀλλὰ καὶ τὸ «ἐλευθερία ἢ θάνατος» φυγὴ πάλι δὲν ἦταν; Εἴτε φυγὴ ἀπ’ τὴ δουλεία πρὸς τὴν ἐλευθερία, εἴτε καὶ ἀπ’ τὴν ἴδια τὴ ζωή!
Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἡ φυγή ἦταν σαφῶς ἡρωϊκὴ πράξη. Καὶ μάλιστα μοναδική. Γιατί ἦταν τὸ ἀπαύγασμα τῆς ἴδιας τῆς ἀντίστασης. Τὸ μήνυμα ἦταν σαφέστατο. Ἀφοῦ πολέμησαν ὡς τὸ τέλος τὸν ἐχθρό, λυγίζοντας κάτω ἀπ’ τὴν ὑπεροπλία του, τοῦ εἶπαν καθαρά. Δὲν σοῦ παραδινόμαστε! Δὲν ὑποχωροῦμε! Δὲν θέλουμε τίποτε ἀπ’ τὰ δικά σου! Δὲν σοῦ παραχωροῦμε τίποτα ἀπ’ τὰ δικά μας! Μεῖνε μακριά μας! Ὁπότε ἡ φυγὴ τους αὐτή ἦταν ἡ συνέχεια τῆς ἀντίστασής τους, τὸ μέγιστο κατόρθωμα τοῦ ἡρωϊσμοῦ τους! Κι αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ τὰ περιστατικὰ αὐτὰ συνδέονται μὲ τὰ πρῶτα. Τοῦ Λεωνίδα, τοῦ Παπαφλέσσα, τῶν ἡρώων τοῦ ’40…
Ἄς πᾶμε τώρα σὲ ἄλλα παραδείγματα.
Τί ἦταν οἱ μάρτυρες μπροστὰ στοὺς πάνοπλους δημίους, τοὺς ἐπάρχους καὶ τοὺς αὐτοκράτορες; Τί μέσα εἶχαν ν’ ἀντιπαρέλθουν τὰ φρικτὰ μαρτύρια, τὰ θηρία στὰ ὁποῖα τοὺς ἔβαζαν, τὰ τόσα φονικὰ ὅπλα, πού παρέθεταν μπροστά τους; Φαινομενικά, καὶ ἀνθρωπίνως ἐξεταζόμενα τὰ πράγματα, τίποτε ἀπολύτως! Ἄοπλοι, καὶ γυμνοὶ ἀκόμη, στέκονταν μπροστά τους, ὑπερασπιζόμενοι τὶς θέσεις τους. Καὶ δὲν ἦταν μόνο ἄνδρες. Ἦταν καὶ παιδιὰ καὶ ἀδύναμες κοπέλες, ἀλλὰ καὶ ἀνήμποροι γέροντες.
Δὲν ἔκαναν τὸ παραμικρὸ βῆμα πίσω στὴν ὁμολογία τῆς Πίστης τους στὸ Χριστό, κι αὐτὴ μάλιστα ἡ σταθερότητά τους ὡς τὸ τέλος, ἦταν ἐκείνη ποὺ τοὺς γιγάντωνε. Τόσο πολὺ ποὺ νὰ γίνονται πλῆθος ἀπὸ θαύματα κατὰ τὴν διάρκεια τῶν φρικτῶν μαρτυρίων τους, ποὺ ἔκαναν ἀκόμη κι αὐτοὺς τοὺς σκληροτράχηλους δημίους νὰ πέφτουν στὰ πόδια τους καὶ ν’ ἀναφωνοῦν τό «κι ἐμεῖς Χριστιανοὶ εἴμαστε», ὅπως ἔκαναν κι αὐτὲς ἀκόμη οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ αὐτῶν τῶν ἐπάρχων καὶ τῶν αὐτοκρατόρων, ποὺ μὲ δαιμονικὴ λύσσα τοὺς βασάνιζαν!
Ἔτσι κατατροπώθηκε ἡ εἰδωλολατρία, ἔτσι κατανικήθηκαν οἱ δαίμονες, ἔτσι ἔφθασε νικήτρια στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἂν δειλίαζαν, ἂν ὑποχωροῦσαν, ἂν θυσίαζαν στὰ εἴδωλα, αὐτὰ ἀκόμη θὰ ἦταν στὴ θέση τους καὶ θὰ προσκυνούσαμε ὅλοι, μὲ ὅ,τι αὐτὸ σημαίνει. Θεέ μου!
Τὰ περιστατικὰ συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τοὺς διωγμοὺς ἐκείνους. Ἂν δὲν ὑπῆρχαν ἐκεῖνοι οἱ Χριστιανοί, Ἱεράρχες κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ποὺ τὰ ἔδωσαν ὅλα γιὰ νὰ μὴ ὑποκύψουν στὴ λαίλαπα τῶν αἱρέσεων, σήμερα δὲν θὰ ὑπῆρχε Ὀρθὴ Πίστη, δὲν θὰ ὑπῆρχε ἡ Ὀρθοδοξία.
Καὶ πέραν αὐτῶν, εἶναι κι ἐκεῖνοι ποὺ ἀντιστάθηκαν στὶς παρορμήσεις τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ καὶ τῶν παθῶν τους, στὰ ρεύματα καὶ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ κόσμου, ἀλλὰ καὶ σ’ αὐτὸν τὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου, κι ἔγιναν πρότυπα ἡρωϊσμοῦ καὶ ἁγιότητας.
Τί συμπεραίνουμε τελικά; Πώς ἡ φυγὴ σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ πλῆθος τῶν παραδειγμάτων, θὰ ἦταν ὄντως ἧττα! Θὰ ἦταν τέλεια δειλία. Θὰ ἦταν ἕνα ναί, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι θὰ ἔσωζε. Στὴν οὐσία ὅμως μιὰ προσωρινὴ ἀνακούφιση θὰ ἔδινε, ποὺ στὸ τέλος θὰ ἦταν ἡ ἀπόλυτη ὑποδούλωση στὸν τύραννο (τὸν προσωρινὸ καὶ τὸν αἰώνιο)!
Ὅμως ὑπάρχει καὶ ἡ φυγὴ ποὺ σώζει, φίλοι!
Ἐκείνη ἡ φυγὴ ποὺ εἶναι ὄντως σωτήρια! Μιὰ φυγὴ ποὺ θέλει ἄφθαστη γενναιότητα καὶ ἡρωϊσμὸ γιὰ νὰ γίνει. Μιὰ φυγὴ ποὺ ὁδηγεῖ στὰ ἴδια μεγαλειώδη ἀποτελέσματα. Γιατί κι αὐτὴ μορφὴ τῆς ἀντίστασης εἶναι…
Πότε; Πῶς;
Θὰ ἀπαντήσουμε ὡς ἑξῆς…
Ὁ Χριστὸς μᾶς εἶπε ὅτι «ὅποιος σὲ χτυπήσει στὸ ἕνα μάγουλο στρέψε σ’ αὐτὸν καὶ τὸ ἄλλο». Τί δείχνει αὐτό; Φυγὴ βέβαια. Ὑποχωρητικότητα. Ὅμως τί δύναμη! Γιατί αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι τὸ ἁπλὸ καὶ εὔκολο, εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς πνευματικότητας, εἶναι ἡ ἀπάντηση τῆς «μὴ βίας». Καὶ ἡ νίκη της! Μιὰ στάση ζωῆς, ποὺ μονάχα ἀπ’ τὸν Χριστὸ καὶ κηρύχθηκε κι ἐφαρμόστηκε ὑποδειγματικὰ μὲ κορυφαῖο παράδειγμα τὴν ἴδια τὴν σταυρική Του θυσία.
Ἄς σταθοῦμε ὅμως λίγο σ’ αὐτό.
Ὅταν ὁ Ἡρώδης ζητοῦσε νὰ Τὸν σκοτώσει, παρουσιάζεται ὁ Ἄγγελος καὶ δίνει τὴν ἑξῆς ὁδηγία στὸν Ἰωσήφ: «Σήκω καὶ παράλαβε τὸ παιδὶ καὶ τὴ μητέρα Του καὶ φύγε στὴν Αἴγυπτο…» (Ματθ. 2, 13).
Ὅταν θεράπευσε τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ παράλυτο χέρι καὶ ἀπέδειξε τὴν θεότητά Του «οἱ μὲν Φαρισαῖοι μόλις βγῆκαν ἀπ’ τὴν συναγωγὴ συσκέφθηκαν ἐναντίον Του γιὰ νὰ Τὸν θανατώσουν, ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ». (Ματθ. 12, 14).
Ὅταν ἀνέστησε τὸν Λάζαρο, οἱ Ἰουδαῖοι ἀποφάσισαν καὶ πάλι νὰ Τὸν θανατώσουν. Ἐκεῖνος ὅμως τί ἔκανε; «Ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἦρθε στὴ χώρα, ποὺ εἶναι κοντὰ στὴν ἔρημο»! (Ἰω. 3, 54).
Ὅταν τοὺς εἶπε ὅτι «πρὶν γεννηθεῖ ὁ Ἀβραὰμ ἐγὼ ὑπάρχω, οἱ μὲν Ἰουδαῖοι πῆραν πέτρες γιὰ νὰ Τὸν λιθοβολήσουν, ὁ δὲ Ἰησοῦς κρύφτηκε καὶ βγῆκε ἀπ’ τὸ ἱερὸ κι ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ ἀνάμεσά τους χωρὶς νὰ Τὸν βλέπουν ἀναχώρησε κι ἔφυγε ἀπαρατήρητος»! (Ἰω. 8, 58).
Ἐπίσης ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ στοὺς μαθητές Του: «Ὅταν σᾶς διώχνουν ἀπ’ τὴν μία πόλη, φεύγετε καὶ πηγαίνετε στὴν ἄλλη»! (Ματθ. 10, 23).
Δηλαδὴ τί βλέπουμε; Ὅταν Τὸν καταζητοῦσαν, κρυβόταν! Ὅταν Τὸν ἐδίωκαν διέφευγε! Ὅταν ἦταν ἕτοιμοι νὰ Τοῦ ἐπιτεθοῦν τοὺς … ἀποχωριζόταν! Καὶ τὸ ἴδιο συμβούλευε τοὺς μαθητές Του! Γιατί ἆραγε; Μήπως ἦταν δειλός; Μήπως τοὺς φοβόταν; Ἢ μήπως ἦταν τόσο ἀδύναμος πού δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσει;
Ἀλλ’ ἂν εἶναι ἔτσι, τότε πὼς ὅταν ἦρθαν νὰ Τὸν συλλάβουν στὸ κῆπο τῆς Γεσθημανῆ, ὄχι μόνο δὲν ἔφυγε ὅπως τὶς ἄλλες φορές, ἀλλὰ καὶ τοὺς ρώτησε ποιὸν ζητοῦν; Κι ὅταν Τοῦ ἀπάντησαν «Ἰησοῦ τὸν Ναζωραῖο», Ἐκεῖνος τοὺς εἶπε «Ἐγὼ εἶμαι»! (Ἰω. 8, 5) καὶ τοὺς ἐπέτρεψε νὰ Τὸν συλλάβουν;
Ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἐξηγεῖ πὼς τὸ ἔκανε αὐτὸ γιὰ νὰ μὴ προκαλεῖ τοὺς ἐχθρούς Του, ποὺ ἔλειωναν ἀπ’ τὸν φθόνο τους ἐναντίον Του καὶ γιὰ νὰ περιορίσει τὶς ἐντάσεις, ποὺ δὲν θὰ βοηθοῦσαν σὲ τίποτε.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος παρατηρεῖ πὼς δὲν εἶχε ἔρθει ἀκόμη ὁ κατάλληλος καιρός. «Οὔτε πρὶν ἔλθει ὁ χρόνος ἄφηνε τὸν ἑαυτό Του νὰ συλληφθεῖ οὔτε ὅταν ἔφθασε ὁ καιρὸς Του κρυβόταν πλέον ὁπότε καὶ παραδιδόταν στοὺς διῶκτες Του»1.
Τὴν ἴδια στάση τήρησαν καὶ οἱ Ἀπόστολοι, ὅπως ὁ Ἀπ. Παῦλος, αὐτὸς ὁ ἀνυπέρβλητα γενναῖος, ποὺ ὡστόσο μὲ καλάθι κατεβαίνει ἀπ’ τὰ τείχη τῆς Δαμασκοῦ καὶ φεύγει, τότε ποὺ τὸν καταζητοῦσε ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτας! Τὴν ἴδια καὶ οἱ Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἄλλοτε κρύβονταν ἀπ’ τοὺς διῶκτες τους κι ἄλλοτε πάλι παρουσιάζονταν θαρρετὰ μπροστά τους καὶ ἤλεγχαν τὶς παρανομίες τους μὲ ὅλες τὶς συνέπειες!
Ἔκριναν τὴν κατάλληλη στιγμὴ γιὰ νὰ κάνουν ἐκεῖνο ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνουν. Οὔτε στὴν μιὰ περίπτωση ἦταν δειλοί, οὔτε στὴν ἄλλη ἥρωες. Ἀλλὰ πάντοτε ἦταν ἥρωες, ἀφοῦ πάντοτε παρέμεναν ἑδραῖοι καὶ ἀμετακίνητοι στὴν πίστη τους, πάντοτε δὲ ἀντιστέκονταν στὸν διάβολο καὶ πάντοτε ἀρνοῦνταν τὴν ἁμαρτία.
Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ἂν οἱ πρὸ Χριστοῦ ἅγιοι δὲν ἀπέφευγαν τοὺς διῶκτες τους, ἀπὸ ποιοὺς θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός; Ἂν οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἀπέφευγαν τοὺς διῶκτες τους, ποιοὶ θὰ ἔμεναν νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο; Πέραν τοῦ ὅτι μὲ τὴ φυγὴ τους παραδειγμάτιζαν καλύτερα τούς πιστοὺς καὶ γινόταν τελικὰ ἡ φυγὴ τους τόσο ὠφέλιμη γιὰ τοὺς λαούς. Ἂν ὅμως δὲν ἔφευγαν καὶ δὲν κρυβόταν καὶ δὲν ὑποχωροῦσαν, ἄς ποῦμε, τότε θὰ παραβίαζαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ λέει ὅτι «δὲν θὰ ἐκθέσεις σὲ κίνδυνο τὸν ἑαυτό σου γιὰ νὰ δοκιμάσεις, ἐὰν ὁ Κύριος θὰ σὲ προστατεύσει» (Ματθ. 4,7).
Ἔ, λοιπόν, ναί! Εἴμαστε ἑδραῖοι στὴν Πίστη μας καὶ τὶς ἀρχές μας. Κάνουμε καὶ κινήσεις βέβαια, ὅπως ὅμως τὰ δένδρα. Λυγίζουμε, κινούμαστε δεξιὰ κι ἀριστερά, ὑποχωροῦμε στοὺς ἀνέμους καὶ στὶς θύελλες, μονάχα γιὰ νὰ μὴ σπάσουμε! Κι αὐτὸ εἶναι πλεονέκτημα, εἶναι ἀρετή, δὲν εἶναι ἐλάττωμα οὔτε καὶ σφάλμα. Πάντοτε δὲ παραμένουμε αὐτὸ ποὺ εἴμαστε, ἀμετακίνητοι στὶς θέσεις μας, ὅπως κι αὐτὰ ποὺ οὔτε μεταβάλλονται οὔτε καὶ ἀλλάζουν τόπο. Μόνο κινήσεις κάνουν στὰ κλαδιά τους, ἄς ποῦμε κινήσεις ἑλιγμοῦ!
Φεύγουμε καὶ δὲν πηγαίνουμε πρὸς συνάντηση τῶν πειρασμῶν!
Φεύγουμε ἀπ’ ὅσους ἐπιμένουν ν’ ἀκολουθοῦν λάθος ἐπιλογές!
Φεύγουμε ἀπ’ ὅτι στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς φέρνει!
Μένουμε ἀμετακίνητοι στὴν Πίστη καὶ τὶς ἀρχές μας!
Μένουμε ἑδραῖοι στὰ ἰδανικὰ καὶ τὶς ἀξίες μας!
Μένουμε πιστοὶ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ!
Εἴτε φεύγουμε εἴτε μένουμε, ἀντιστεκόμαστε πάντοτε στὶς παρορμήσεις τοῦ ἑαυτοῦ μας, στοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου, στὰ βέλη τοῦ πονηροῦ!
Εἴτε φεύγουμε εἴτε μένουμε, κριτήριο μας εἶναι πῶς νὰ γίνουμε καλύτεροι καὶ ν’ ἀρέσουμε στὸν Θεό!
Εἴτε φεύγουμε εἴτε μένουμε, πάντοτε γιὰ τὴν δόξα Του τὸ κάνουμε, γιὰ τὸ δικό μας καλὸ καὶ γιὰ ὅσους μποροῦμε νὰ ὠφελήσουμε!
Τί λέτε, τελικά, καλοί μου φίλοι; Φεύγουμε ἢ μένουμε;
Παραπομπές.
1.«Ζητοῦσαν νὰ Τὸν συλλάβουν καὶ κανεὶς δὲν ἔβαλε ἐπάνω του χέρι, γιατί δὲν εἶχε ἔρθει ἀκόμη ἡ ὥρα Του» (Ἰω. 7,30). Καὶ πράγματι πρὶν ἔρθει αὐτὴ ἡ ὥρα ἔλεγε στὴ μητέρα Του: «Δὲν ἦρθε ἀκόμη ἡ ὥρα μου» (Ἰω. 2, 4), στοὺς δὲ νομιζόμενους ἀδελφούς Του «ὁ δικός μου χρόνος δὲν ἦρθε ἀκόμη» (Ἰω. 7,6).
Ὅταν ὅμως ἦρθε ὁ καιρὸς ἔλεγε στοὺς μαθητές Του: «Ἀκόμη λοιπὸν κοιμάστε καὶ ἀναπαύεστε! Γιατί πλησίασε ἡ ὥρα καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδεται στὰ χέρια τῶν ἁμαρτωλῶν» (Ματθ. 26,45).
Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2010
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ