Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

  Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἔχει ἐντελῶς διαφορετικὸ χαρακτῆρα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ ὁποιουδήποτε ἄλλου ἀνθρώπου, ὅσο ἅγιος καὶ ἐκλεκτὸς κι ἂν ὑπῆρξε αὐτός. Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐντάσσεται μέσα στὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας. Ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι μόνο ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός. Εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ «μονογενὴς Υἱὸς ὁ ὧν εἰς τὸν κόλπον τοῦ Πατρός»(Ἰωάν.1,18). Ἡ σχέση του μὲ τὸν Πατέρα εἶναι ἄλλης τάξεως, ἄλλου εἴδους, διαφέρει κατὰ πολὺ ἀπὸ τὴ δική μας.

  Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶναι πένθιμος, κατανυκτική. Δὲν εἶναι προσευχὴ συντριβῆς καὶ ἐκζητήσεως τοῦ θείου ἐλέους. Δὲν ὑπάρχει στὸ Χριστὸ αἴσθημα ἐνοχῆς. Δὲν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα πάθη ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀδιάβλητα. Τὰ ἀδιάβλητα πάθη εἶναι ποὺ ἔτρωγε, ἔπινε, κοιμόταν, κουραζόταν, ἵδρωνε, πονοῦσε, ἀγαποῦσε τὴ ζωή, φοβόταν καὶ τὰ παρόμοια. Γι’ αὐτὸ κάποιες φορὲς ἡ προσευχὴ τοῦ ἦταν σπαρακτικὴ καὶ ἀγωνιώδης(Ἐβρ5,7). Βέβαια ὁ Χριστὸς καὶ αὐτὰ τὰ πάθη τὰ εἶχε γιατί ἤθελε. Δὲν ἦταν πάνω ἀπὸ τὴ θέληση τοῦ ὅπως συμβαίνει μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ἐπίσης ὁ Χριστὸς εἶχε ἐξωτερικοὺς πειρασμοὺς ποὺ δὲν εἶχαν καμμία ἐπίδραση στὴ προσωπικότητά του. Ἔτσι τὸν πείραξε ὁ διάβολος στὴν ἔρημο μὲ τὴν πεῖνα, τὴν φιλοδοξία, τὸν πειρασμὸ τοῦ θαύματος. Τὸν προκαλοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι ὅταν ἦταν πάνω στὸ σταυρὸ λέγοντας τὸν' «ἂν εἶσαι υἱὸς Θεοῦ κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρό' ἐσὺ ποὺ ἔσωσες ἄλλους σῶσε τώρα τὸν ἑαυτό σου». Αὐτοὶ ἦταν πειρασμοὶ ποὺ εἶχαν σχέση μὲ ἁμαρτωλὰ πάθη γὶ αὐτὸ ὁ Χριστὸς δὲν ἐνέδωσε.
  Οἱ προσευχὲς ποὺ συνέστησε ὁ Χριστὸς γιὰ κοινὴ χρήση ὅπως εἶναι τὸ «Πάτερ ἠμῶν» εἶναι προσευχὲς ποὺ ἀφοροῦν ἐμᾶς καὶ ὄχι Ἐκεῖνον. Τὶς ἔδωσε σὰν ὑποδείγματα γιὰ μᾶς. Γιὰ νὰ μᾶς διδάξει τὸν τρόπο τῆς σωστῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ ἦταν προσευχὴ χαρᾶς, εὐγνωμοσύνης, δοξολογίας αἴνων. Μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ ἔμοιαζε κάπως ἡ προσευχὴ τοῦ Ἀδὰμ πρὶν τὴν πτώση.


* * * * * *


  Τίθεται τὸ ἐρώτημα' ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος, εἶχε αἰτήματα στὴν προσευχή; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ναί. Εἶχε αἴτημα νὰ προοδεύσουν οἱ μαθητές του. Γὶ αὐτὸ προσευχήθηκε πρὶν τὴν ἐκλογὴ τῶν μαθητῶν τοῦ ὡς ἀποστόλων(Λοὺκ 6,12), προσευχήθηκε γιὰ τὸν Πέτρο νὰ μὴ χαθεῖ ὁλοτελῶς μετὰ τὴν πτώση τοῦ(Λουκ22,32), προσευχήθηκε στὴν ἀρχιερατική του προσευχή(Ἰωάν.17ο κέφ.) ὄχι μόνο γιὰ τοὺς τωρινοὺς μαθητὲς τοῦ ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς μέλλοντες. Ὅλων τῶν αἰώνων καὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν. Εὐχαρίστησε τὸν πατέρα του ποὺ ἔκρυψε τὰ θεία μυστήρια ἀπὸ τοὺς σοφοὺς καὶ συνετούς, αὐτοὺς ποὺ κάνουν τὸν ἔξυπνο καὶ κομπάζουν γεμάτοι ἐγωϊσμό, καὶ τὰ ἀπεκάλυψε στοὺς νηπίους, δηλαδὴ στοὺς ταπεινούς(Ματθ11,25). Παρακάλεσε τὸν πατέρα τοῦ -ὡς ἄνθρωπος- νὰ δοξάσει τὸ ὄνομά του, δηλαδὴ μέσῳ τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ποικίλων καὶ πολλῶν του ταπεινώσεων, νὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπον καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος νὰ συγκλονισθεῖ ἀπὸ τὴ θεία κένωση καὶ νὰ δοξάσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸ Θεὸ γὶ αὐτὴ τὴν ἀγάπη του καὶ νὰ ἔλθει κοντὰ τοῦ(Ἰω12,28). Ἐπίσης προσευχήθηκε νὰ συγχωρεθοῦν οἱ ἐχθροί του ὅταν ἦταν ἐπάνω στὸ σταυρό. «Πάτερ ἅφες αὐτοίς, οὗ γὰρ οἴδασι τί ποιούσι»(Λούκ.23,34). Ἐπίσης ἄφησε νὰ φύγει ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ τὸ παράπονο τῆς ἀνθρώπινής του φύσεως' «ἠλί, ἠλί, λιμὰ σαβαχθανί; Τούτ’ ἐστι' θεέ μου, θεέ μου, ἴνατι μὲ ἐγκατέλειπες;»(Μάτθ.27,46). Ἢ τὸ γνωστὸ «παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο»(Μάτθ.26,39-45). Τρεῖς φορὲς τὸ εἶπε αὐτό. Τὰ τελευταῖα δυὸ αἰτήματά του ἀνήκουν στὰ λεγόμενα ἀδιάβλητα πάθη καὶ τὰ ἔνοιωσε γιατί ἔτσι θέλησε. Ἀλλιῶς ὁ Χριστὸς θὰ ἦταν κατώτερος ἀπὸ τὸ Σωκράτη –παραδείγματος χάριν- ποὺ ἤπιε τὸ κώνειο γαλήνιος καὶ χωρὶς νὰ διαμαρτυρηθεῖ καὶ ἀπὸ τόσους ἄλλους μάρτυρες.
  Αὐτὰ εἶναι μερικὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὰ εὐαγγέλια, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τί εἴδους ἦταν ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ καὶ σὲ τί διέφερε ἀπὸ τὴ συνήθη προσευχὴ τῶν ἀνθρώπων.


 

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή