«Καί ἔρχονται εἰς οἶκον· καί συνέρχεται πάλιν ὄχλος, ὥστε μή δύνασθαι αὐτούς μηδέ ἄρτον φαγεῖν. Kαί ἀκούσαντες οἱ παρ’αὐτοῦ ἐξῆλθον κρατῆσαι αὐτόν· ἔλεγον γάρ ὅτι ἐξέστη. (Μαρκ. 3,20)».
Μόλις πλησίασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Χριστός ξεκίνησε την επί γης δράση του. Μία πορεία γεμάτη από ένταση. Ένας αγώνας πολύμοχθος, ακατάπαυστος και αδυσώπητος με αντιπάλους, ορατές και αόρατες δυνάμεις του σκότους.
Άρχισε λοιπόν από την πρώτη στιγμή ο μέγας αθλητής μέσα στον στίβο μάχης της κοινωνίας, να αγωνίζεται ποικιλοτρόπως. Με την κατάρριψη εμποδίων, την εξουδετέρωση δυσκολιών, την κατάργηση ηθών και εθίμων, νοοτροπιών, συνηθειών, την καταπολέμηση του φθόνου, του μίσους, αμαρτωλών παθών και δοξασιών και ταυτοχρόνως την πανηγυρική εγκαθίδρυση του «κράτους» του επί της γης, επεκτείνοντας σοβαρά την επιρροή του.
Τα «όπλα» του ήταν μοναδικά, πρωτότυπα και άκρως αποτελεσματικά. Οι στόχοι πλήττονταν και παραδίδονταν αμαχητί.
Αυτό όμως δεν άρεσε σε πολλούς. Ξεκίνησε λοιπόν μία κατασκοπία, δυσπιστία και ένας φθόνος ύπουλος από τους αλλοτρίους. Οι άρχοντες του λαού τον θεωρούσαν δαιμονόπληκτο. Οι συμπατριώτες του οι Ναζαρηνοί εκφράζονταν με περιφρόνηση γι’ αυτόν και την καταγωγή του.
Μήπως αυτή η καταγωγή δεν μείωνε και αυτούς τους ιδίους; Αυτοί που θα έπρεπε να τον έχουν καύχημά τους, δόξα και καμάρι της πατρίδος τους. Τιμή τους! Κι όμως τον καταφρονούσαν. Τους ενοχλούσε η υπεροχή του.
«Ξέρουμε ποιος είναι. Ο γιος του μαραγκού και της Μαριάμ». Το ξεχείλισμα του ψυχικού δηλητηρίου–του περισσεύματος της καρδίας και της εκδήλου περιφρονήσεως. Ο φθόνος είχε θρονιαστεί στις λερωμένες ψυχές τους κυριεύοντάς τες, οπότε τον οδήγησαν έξω από την Ναζαρέτ στην άκρη ενός γκρεμού με πρόθεση να τον πετάξουν κάτω.
«Αὐτός δέ διελθών διά μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο» (Λουκ. 4,23-30).
Το παράδειγμά του, η ζωή του, η διδασκαλία του: τους ενοχλούσε, τους ερέθιζε. Όπως ερεθίζει ο ήλιος τα μάτια αυτού που τολμά να τον κοιτάξει «κατάματα».
Ακόμη και οι ίδιοι οι συγγενείς του παρακολουθούν με καχυποψία τα τολμηρά του σχέδια. Όπως μας αναφέρει ο ευαγγελιστής Μάρκος, όταν άκουσαν ότι είχε απορροφηθεί από το έργο της διδασκαλίας και των θαυμάτων μέχρι σημείου που να μη μπορεί να τρώγει, βγήκαν να τον πιάσουν και να τον περιορίσουν, διότι νόμισαν ότι η τόση προσήλωση στο έργο του, ήταν αποτέλεσμα ψυχικής ασθενείας και έλεγαν ότι είναι έξω από τον εαυτό του και διεταράχθη ο νους του. Ότι εξέστη. Κοινώς σάλεψε.
Ανέκαθεν, όταν εμφανιζόταν στην κοινωνία κάτι λαμπερό, ξεχωριστό, πολύτιμο, διαφορετικό από τα υποβόσκοντα χαμερπή, δεχόταν άμεσα βέλη ποικίλα. Επιβουλής, λεηλασίας, συλήσεως, καταστροφής, καυστικής ειρωνείας, μέχρις τελικής εξοντώσεως.
Ειδικά όταν το συγκεκριμένο ήταν αρετή, προτέρημα, κόσμημα ψυχικό, προσόν μοναδικό, διάκριση, μία ιδέα ασύγκριτη και ένας αγώνας υπέρ των πολλών και στο αποκορύφωμα μία θυσία μοναδική υπέρ της του κόσμου σωτηρίας, αυτό συγκέντρωνε δηλητηριώδη βέλη από πλευράς «της ηθικής» κοινωνίας. Οι γνωματεύσεις «των πνευματικών ιατρών» περιέκλειαν τους όρους παράνοια και σπανία νόσος, ανίατη. Ο λόγος της συγκεκριμένης αντιδράσεως των αδιαφθόρων, ήταν ο έλεγχος συνειδήσεως που λειτουργούσε ακόμη υποτυπωδώς μέσα τους, αλλά κυρίως η υποσκέλισή τους από κάποιον ανώτερο και τα έποντα αισθήματα κατωτερότητος έναντι στην πνευματική υπεροπλία του σκληρού αντιπάλου. Είχαν αρχίσει να τρίζουν οι καρέκλες των ισχυρών, αλλά και να κλονίζεται η σάπια ζωή των ταπεινών, οπότε ομαδικώς βγήκε το πόρισμα του τρελλού. Η πιο ταχεία «δικαστική απόφαση» κάλυψε απόλυτα την «γνωστική και ισορροπημένη διανοητικώς» βορβορώδη ζωή τους. Μέχρι και στις μέρες μας η απαλλαγή λόγω τρέλλας τερματίζει πολλές δίκες και «επιλύει» πολύπλοκα θέματα, άμεσα.
Τρελλάθηκε λοιπόν ο Χριστός… Κι όμως την πραγματική του «παράνοια» την εξεδήλωσε, όταν έπιασε φραγγέλιο και μαστίγωσε όλους τους ασεβείς, εκδιώκοντάς τους από τον οίκο του πατρός του. Αλλά τότε κανείς δεν τον απεκάλεσε τρελλό. Όλοι όμως φοβήθηκαν σφόδρα, γιατί πρώτη φορά αντίκριζαν αλλοφρονώντα, τον έως τότε γλυκύτατο Ναζωραίο.
Αυτή η παραφροσύνη όμως κατ’ ουσίαν είναι μία απόλυτα λογική ενέργεια και αντίδραση ανθρώπου που έχει συναίσθηση του καθήκοντος και της αποστολής του· της φυλάξεως και σεβασμού των οσίων και ιερών.
Είναι μία θεία εσωτερική παρόρμηση προκειμένου να δηλωθείς στην κοινωνία παίρνοντας θέση, μη μένοντας χαμαιλεοντοειδώς στην καιροσκοπική και επιλεκτική δράση ή απραξία.
Ύστερα από το «ἐξέστη» του Κυρίου, εξέστησαν πολλοί άλλοι! Άγιοι, μάρτυρες, ομολογητές που θυσιάστηκαν για την δόξα του Κυρίου, διακηρύσσοντας διαπρυσίως την πίστη τους.
Μη λησμονούμε «τους παρανοϊκούς» που κατατρώγονταν μέσα στα ρωμαϊκά αμφιθέατρα από τα άγρια θηρία προκειμένου να μην αρνηθούν τον Χριστό.
Αλλά μη στεκόμαστε μονίμως στο παρελθόν καταληστεύοντες την δόξα του και απομυζώντες τον πνευματικό του πλούτο. Έχουμε και στα χρόνια μας σαλούς. Έτσι μας αποκαλούν οι αλλότριοι γνωμικοί.
Ο νέος που παραμένει αγνός, δεχόμενος τα καταιγιστικά πυρά της ανηθικότητος και τους πολύχρωμους χαρακτηρισμούς του ανωμάλου, του «φυτού», του αφυσίκου κ.λ.π.
Ο άνθρωπος που έχει σχέση με την Εκκλησία και ακολουθεί μυστηριακή ζωή.
Η μάνα που βραβεύθηκε εκ Θεού με το μετάλλιο της πολυτεκνίας, εις πείσμα των συγχρόνων πορνών των υπερμάχων των εκτρώσεων.
Η οικογένεια που παραμένει και διατηρείται ένα θερμοκήπιο καλλιεργείας χριστιανικών υπάρξεων.
Ο γνήσιος πατριώτης που τρέφει το απαραίτητο σέβας προς τους ήρωες προγόνους, που κληροδότησαν μία ελεύθερη και δοξασμένη πατρίδα για να καθυβρίζεται από τους συγχρόνους αχρείους και ελεεινούς απογόνους.
Εν συνόψει εξιστάμενοι και τρελλοί αποκαλούνται όλοι οι νομοταγείς, αθώοι, ταπεινοί, φιλήσυχοι, έντιμοι, ηθικοί, αξιοπρεπείς, υποχωρητικοί, εργατικοί, ειλικρινείς, δημιουργικοί κ.ο.κ.
Αλλά μάλλον προσεγγίσαμε στην εποχή, που προείδε ο Μ. Αντώνιος και προείπε ότι θα έλθει καιρός που θα κυριαρχεί η τρέλλα παντού και όποιος λέει την αλήθεια, θα καταδιώκεται ως τρελλός.
Είναι αυτή η ανατροπή των εννοιών για την οποία κάναμε λόγο κατά κόρον και άλλες φορές.
Αλλά τελικά μήπως ο κατ’ εξοχήν τρελλός και παρανοϊκός, ο απόλυτα σχιζοφρενής είναι ο άνθρωπος της αμαρτίας που συνεχίζει να ζει μακριά από τον Θεό, κυβερνούμενος απόλυτα από τους δαίμονες, όπως οι χοίροι στην χώρα των Γαδαρηνών και πέφτει καθημερινώς στον γκρεμό της ανομίας, αυτοκαταστρεφόμενος;
Μήπως τρελλός είναι ο λαός μας ο εκμαυλισμένος και βολεμένος στον βούρκο της αποστασίας από τον Θεό και αρνούμενος να ελευθερωθεί από τα δεσμά της παρανοϊκής αμαρτίας;
Μήπως τρελλός είναι ο λαός μας «ο επιδέξια χειρουργημένος με το νυστέρι της αθεΐας, του ευδαιμονισμού και της ψευδοπροοδευτικής υστερίας»;
Ας κατηγορούμαστε λοιπόν ότι εξέστημεν. Εμείς ως κατά Χριστόν σαλοί, έχοντες ορμητήριο την θεϊκή τρέλλα, τιμή μας και καμάρι μας, ορθούμενοι κόντρα στην γενική κατάρρευση, την ανομία, την σαρκολατρεία, την ανερχόμενη διαστροφή, τον απόλυτο δαιμονισμό, την αιμορραγία των εκτρώσεων, την σύγχρονη ψυχοπνευματική γενοκτονία των παιδιών μας, θα πρέπει ν’ αφήσουμε την υγιή συνείδησή μας να μας καθοδηγεί απόλυτα μιας και δεν υπάρχουν πλέον γκεσέμια στα σύγχρονα κοπάδια, που έχουν καταντήσει αγέλες αλληλοσπαρασσόμενες.
Γιατί δυστυχώς στις μέρες μας εφαρμόζεται η ρήση του σχιζοφρενούς Καλιγούλα. «Οἱ βασιλεῖς εἶναι θεοί, οἱ δέ λαοί ἀγέλες κτηνῶν».
Εμείς όμως «μεθυσμένοι» όπως οι απόστολοι μετά την Πεντηκοστή και σαλοί κατά Χριστόν, ας συνεχίσουμε ακάθεκτοι την πορεία μας.
Με προσπάθεια αιματηρή, να φυλάξουμε αμώμητη την ορθή πίστη μας, με απείθεια στους ποικίλους υπόπτους βιαστές, ανυπάκουοι, ανυπότακτοι και αντιδρώντες σ’ όσους θέλουν να μαγαρίσουν την πίστη μας. Θα μας βρουν μπροστά τους. Η ευγένειά μας εξαντλήθηκε. Θα αναβιώσουν μέρες κατακομβών αφού το θέλουν οι σύγχρονοι εκκλησιομάχοι. Αυτοί θα μετανιώσουν, γιατί θα αναγκαστούν να ψελίσσουν την προθανάτια στιγμή τους:
«Νενίκηκας ἡμᾶς ἀήττητε Ναζωραῖε».
Ήδη η κόκκινη γραμμή που σχηματίζεται από το αίμα του Κυρίου, αρχίζει να διαχωρίζει την κοινωνία.
«Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μέν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δέ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστί»(Α´ Κορ. 1,18)
«Η προσωπική πείρα των σωζομένων πείθει αυτούς, ότι η δύναμις αυτή, που φαίνεται μωρία εις εκείνους που βαδίζουν τον δρόμον της απωλείας είναι διά τους πρώτους μοναδική πηγή δυνάμεως και σωτηρίας» (Τρεμπέλας).
Αρίσταρχος