ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ - Νίκος Θ. Αρβανίτης

 Έχει πια γίνει πίστη και παραδοχή ότι με τον Διονύσιο Σολωμό αρχίζει η νεοελληνική ποίηση και ειδικότερα η χριστιανική ποίηση. Δεν λέμε η θρησκευτική γιατί υπάρχει μεγάλη και ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στη χριστιανικότητα και στη θρησκευτικότητα.

  Η σύγκριση της χριστιανικότητας και της θρησκευτικότητας στον ποιητικό χώρο, και γενικότερα της λογοτεχνίας, μας δίνει αυτές τις διαφορές. Όπως υπογραμμίζει ο Κλέων Παράσχος σε μελέτημά του με τίτλο: «Η θρησκευτική πίστη στη νέα ελληνική ποίηση», Που δημοσιεύθηκε στη Χριστουγεννιάτικη Νέα Εστία του 1934, «ο Χριστιανισμός ενέπνευσε πολύ λίγο τούς νέους Έλληνες ποιητές από τον Σολωμό ως τον Καρυωτάκη». Το αποκαρδιωτικό είναι, όπως διαπιστώνει ο Παράσχος, ότι «σ’ ελάχιστους, ίσως σε κανένα, δεν θα βρείτε αληθινή χριστιανική έμπνευση στη βαθειά της όμως έννοια - θρησκευτική».

  Σήμερα όλοι μας ξέρουμε ότι από την τότε θρησκευτική ποίηση λείπει ο βαθύτερος μεταφυσικός συγκλονισμός. Είναι κυρίως επίπεδη και περιγραφική. Τα γυαλιά τής ωφελιμοθηρίας αλλοιώνουν το αντικειμενικώς οράσθαι.

  Το ουσιώδες και σύγκαιρα διαχρονικό στοιχείο που λείπει από κείνη την ποίηση είναι το «βαθύτερο και ουσιαστικό χριστιανικό περιεχόμενο. Λείπει απ’ αυτήν η βαθειά  συναίσθηση της “εν Χριστώ” σωτηρίας. Η συναίσθηση δηλαδή της απολυτρώσεως που χαρίζει στους πιστούς ο σταυρικός θάνατος και η ανάσταση του Κυρίου», όπως εύστοχα παρατηρεί ο Ανδρέας Κεραμίδας στη Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία του (‘Εκδοτικός Οίκος ΑΣΤΗΡ, 1942).

  Σε όλα τούτα έχει συμβάλλει «η έλλειψη βαθειάς Χριστιανικής πίστεως, η άγνοια της ουσίας και του βάθους της Χριστιανικής θρησκείας. [..] Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ποιήματα μερικών ποιητών μας, όπως του Καρασούτσα, του Δούρα, του Παπατσώνη, του Μπαρλά, του Φτυαρά, του Αυγέρη, του Ξύδη κ.ά. που είναι αληθινά πηγαία και που τα δονεί αληθινό θρησκευτικό και Χριστιανικό συναίσθημα».

  Κι ο ανθολόγος επισημαίνει: «Οι Νεοέλληνες ποιητές δύσκολα και σπανίως μεταφέρονται σε κόσμους πηγαίων θρησκευτικών οραματισμών και μεταρσιώσεων εμπνευσμένων από την Χριστιανική ιδέα».

 

  Με τον Διονύσιο Σολωμό τα πράγματα αλλάζουν. Ποτέ ο Σολωμός δεν ξεσπάει σε υποκειμενική ευαισθησία, καθώς κάνουν οι περισσότεροι ποιητές, αλλά φροντίζει να κρατάει αμόλευτο το ιδανικό, που είναι ο Χριστιανικός ποιητικός λόγος, από πάθη και υποκειμενισμούς. «Σαν ένα θείο ναό», τονίζει ο Κωστής Παλαμάς, «εφιλοδόξησε ο φιλόσοφος ποιητής να χτίσει το έργο του για του ιδανικού τη λατρεία, κι όχι για το φανέρωμα της ευαισθησίας του της υποκειμενικής». Αυτό το φανέρωμα του άρρωστου υποκειμενισμού είναι η επιδημία που μαστίζει και τη σύγχρονη ποίηση.

  Ο ποιητικός λόγος του Σολομού πέρασε από τη θρησκευτική στη Χριστιανική ποίηση. Κι αυτήν ανέβασε στου Ιδανικού τη λατρεία.

   Νίκος Θ. Αρβανίτης

 

 ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΤΑ ΝΕΙΑΤΑ» ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή