ΘΕΪΚΟΣ ΖΗΛΟΣ ΚΑΙ ΔΕΙΝΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ

«Ὁ ζῆλος τοῦ οἴκου σου καταφάγεταί με» (Ιω. 2,17)

Καταφανέστατος και περισπούδαστος ο ανθρώπινος ζήλος για την ικανοποίηση και απόλαυση ΟΛΩΝ των εγκοσμίων. Αγώνας πολύμοχθος, ιδρώτας ακατάσχετος, προσπάθεια ακατάβλητη, αγρυπνία «μοναστική», περίσκεψη με πολυμερή οργανωτικό σχεδιασμό στρατιωτικής επιχείρησης, πόθος αγιάτρευτος για την πλήρη μέθεξη του ειδωλολατρικού υπερκαταναλωτικού πνεύματος και της προκλητικής κατοχής της ολότητος των αγαθών, έτι δε και «τοῦ ἀπηγορευμένου καρποῦ».

Ένας παθολογικός ζηλωτισμός, απόρροια της εγωπαθούς πλεονεξίας. Όσος ζήλος όμως αναπτύσσεται για την ύλη, τόσο μηδενική η αναζήτηση για το θείο, το πνευματικό, το επουράνιο, το αΐδιο. Βαρυστομαχιά αγιάτρευτη, αποστροφή, αδιαφορία, κυνική περιφρόνηση για το εξουθενημένο και ολοτελώς καταδιωγμένο πνεύμα.

Οι παλιομοδίτικες τάσεις συνοδεία της οποσθοδρομικότητος ενταγμένες στο πλαίσιο της ηθικής, ανήκουν σ’ ένα εφιαλτικό ξέμακρο δουλικό παρελθόν. Άρατε λοιπόν πύλας να προελάσει η φκιασιδωμένη και πολυπρόσωπη πρόοδος ηγεμονικά. Τί ἔστιν πρόοδος; Ο αέρας της παραμορφωμένης ελευθερίας. Η αποφυλάκιση του ανθρώπου από «το δεσμωτήριο του Θεού» και η άμεση υποδούλωσή του στα πάθη του. Γι’ αυτό εορτάζοντες το γεγονός, ας αναφωνήσουμε εύχαρεις. «Μία είναι η ουσία, δεν υπάρχει αθανασία». Το πολυτραγουδημένο άσμα των νυχτερινών κέντρων ακολασίας, όπου ξεφαντώναμε οι απελευθερωμένοι δούλοι σπάζοντας τις αλυσίδες της ιεράς εξαρτήσεως, αποτελεί τον ύμνο μας.

Κρίμα όμως, γιατί μας τα έκλεισαν, κλείνοντας ταυτοχρόνως και σφραγίζοντας τα βλάσφημα στόματά μας.

Ίσως τώρα εν ενδεία ευρισκόμενοι, συλλογιστούμε την αθανασία. Εξ’ ανάγκης!

Ίσως «ἐν τῷ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς ἀθανασίας» και εν απουσία του «φάγομεν, πίομεν αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν», λόγω οικονομικής στενότητος, ν’ ατενίσουμε ψηλά τον ουρανό. Έστω μακρόθεν. Θα πλησιάσει και η ώρα του εγγύς. Εξ’ ανάγκης!

Ίσως η υλική στέρηση να μας οδηγήσει στην πνευματική αναζήτηση–ευφορία. Εξ’ ανάγκης!

Ίσως διαγράψουμε το «ἐς αὔριον τά σπουδαῖα» και ταμπουρωθούμε στο παρόν. Εξ’ ανάγκης! Καιρός να αξιολογήσουμε και να παραμείνουμε «στόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον». Κάτι ήξερε Αυτός που το υπέδειξε.

Ίσως αναζητήσουμε τον Κύριό μας πέρα από τον ευρύτερο οίκο της γης και του σύμπαντος κόσμου, όπου τον θωρούμε μακρόθεν, στον ενδότερο και προσωπικό χώρο του· στον νυμφώνα του· στον ιερό ναό του.

Αυτόν τον ναό που κτίσαμε εμείς οι άνθρωποι, για να ξεπλύνουμε τ’ ανομήματά μας και μετά τον αποποιηθήκαμε προκλητικά, εγκαταλείποντάς τον και «κλείνοντάς τον» στις μέρες μας, για να υπάρχει και βάσιμη αιτιολογία της ολοκληρωτικής έννομης απουσίας μας. Πάλι… εξ’ ανάγκης! «Πλύναμε τα χέρια μας» σχολαστικά για να διώξουμε την ηθική μόλυνση, λόγω επαφής με την αόρατη αμαρτία και πιστέψαμε ότι πλύναμε και τ’ ανομήματά μας. Χτίσαμε τον ναό και σιγουρευτήκαμε ότι ασφαλίσαμε την θεμελίωση του υπαρξιακού μας προβλήματος υλικού και μεταφυσικού. Και όμως η απουσία μας η αδικαιολόγητη από τάς αὐλάς τοῦ Κυρίου, στέκεται ως λίθος αναθέματος πάνω μας.

Ο ύπουλος σκόπελος της στασιμότητος, της αδρανείας, της αμαρτίας και της αμετανοησίας πρέπει να παρακαμφθεί. Απαιτείται άμεση αντικατάσταση των χαλασμένων οργάνων της ηθικής πλοηγήσεώς μας. Αναζωπύρωση του θεϊκού ζήλου. Τέλος στην άρνηση των προσκλήσεων του μεγάλου οικοδεσπότου.

Καιρός ευπρόσδεκτος ν’ αναπτύξουμε μία ακόρεστη τάση, να δοξάζουμε τον Θεό αδιαλείπτως. Να θεμελιώσουμε μία αφοβία μπροστά σε κάθε θλίψη, που έρχεται να πτοήσει την αρετή. Το βασικότερο να χωνέψουμε μέσα μας, στα έγκατα της καρδιάς μας, ότι είμαστε «ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων». Εικόνα ανθρώπινη, με τα ίδια πάθη και παράλληλες αναζητήσεις. Δεν παύουν όμως όλες οι εικόνες να είναι εικόνες του Θεού, ο δε ήλιος ν’ ανατέλλει «ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς». Επί πιστούς και απίστους.

Πώς όμως θα χαραχθεί η ριζική αυτή αλλαγή πλεύσεως; Ακολουθώντας τις πέντε σώφρονες παρθένους και εγκλειόμενοι στον νυμφώνα του Κυρίου. Αφήνοντας τους δεινούς λογισμούς προ των θυρών και εισερχόμενοι στον ναό του τον άγιο. Ελαφρείς· άσκεφτοι· και άσκεποι από τις βιοτικές μέριμνες.

Δεν είναι δυνατόν οι κατακόμβες τότε, να ήταν κατάμεστες και τώρα οι ναοί προκλητικά άδειοι.

Ο χριστιανισμός διαδόθηκε στον ειδωλολατρικό κόσμο κάτω από ανείπωτους διωγμούς. Όσο δε πυκνώνονταν οι διωγμοί, τόσο εξαπλωνόταν η αλήθεια. Όσο σκληρότερα γινόντουσαν τα βασανιστήρια, τόσο συντριβόταν η ειδωλολατρία. Όσο χυνόταν το αίμα των μαρτύρων, τόσο ποτιζόταν και μεγάλωνε το δέντρο της εκκλησίας. Και τώρα εμείς στα χρόνια μας καταντήσαμε την Εκκλησία που γεννήθηκε στο σπήλαιο και μεγάλωσε στις κατακόμβες, να την μαράνουμε μέσα στους κενούς, περικαλεστάτους όμως ναούς μας. Γιατί αυτό απευθύνουμε στον Κύριο. Σε κτίσαμε πλουσιωτάτους, μαρμάρινους ναούς. Τώρα κάθισε εκεί μέσα, μη μας ενοχλείς και μην παραπονιέσαι. Προπάντων άφησέ μας να κάνουμε την δουλειά μας. Ποια είναι αυτή; Μα «ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου». Τον επιούσιον. Και είναι ο ιδρώτας στις μέρες μας χειμαρρώδης. Γι’ αυτό δεν προλαβαίνουμε να σε επισκεφθούμε στον ιδιαίτερο ναό σου. Εσύ φταις. Και «ἡ γυνή, ἥν ἔδωκας μετ’ ἐμοῦ…».

Κάπως έτσι ανάβουμε, όταν μπορούμε ένα κεράκι έξω στον πρόναο, κάνοντας ένα μαντολινάτο σταυρό και πληρούμε απόλυτα τα καθήκοντά μας απέναντι στον ευεργέτη. Κάπως ανάλογα «αντιπαρερχόμαστε» τον Κύριο ως κλασικοί ιερείς και λευίτες αφήνοντας τον «αιρετικό» Σαμαρείτη να προσφέρει «τα ουσιωδέστερα». Εμείς οι άγιοι, που δεν είμαστε σαν και αυτόν. Φυσικά και τα χείλη μας δεν υπολείπονται, γιατί υμνούν μελωδικά και πληρέστατα τον Κύριο. Τα χείλη όμως, γιατί η καρδιά είναι αλλού δοσμένη. Οπότε η εξωτερική μας εμφάνιση απέναντι στον Κύριο άψογη, όπως οι αστραφτεροί τάφοι. Έξωθεν όμως. Γιατί μέσα αν τους ανοίξουμε, θα ξεχυθεί μία ανυπόφορη μπόχα και θ’ αντικρύσουμε ένα απαίσιο θέαμα βρωμιάς, σκουληκιάσματος και σαπίλας. Κάπως έτσι είναι και ο δικός μας εσωτερικός κόσμος. Τάφος ανεωγμένος.

Κι όμως αν δεν επιτευχθεί η τολμηρή και αποφασιστική διείσδυσή μας μέσα στην καρδιά, στον έρημο και εγκαταλελειμμένο ναό, δεν πρόκειται να επιτύχουμε τίποτα ουσιώδες.

Ἐν ἐκκλησίαις… Εμπρός λοιπόν! ΟΧΙ προ των θυρών απλοί θιασώτες και περίεργοι τουρίστες. Ας ορμήξουμε μέσα ενεργοί μέτοχοι του φρικτού μυστηρίου. «Ὡς ἀγαπητά τά σκηνώματά σου Κύριε»! Πώς και δεν το είχαμε αντιληφθεί τόσο καιρό; Αλλά· και εκεί μέσα προσοχή. Εισερχόμενοι στον ναό σου τον άγιο, υπάρχει κίνδυνος αποπροσανατολισμού. Το έλεός σου μας διώκει, αλλά παράλληλα μας καταδιώκει και ο Διάβολος ακόμη και μέσα στον ναό σου. Στην πνευματική σου ιδιοκτησία. Προσοχή λοιπόν, μη μείνουμε στην θέα του αιωρουμένου πολυελαίου και λησμονήσουμε την ουσία. Μη μας παρασύρει η σχολαστική προσκύνηση ΟΛΩΝ των εικόνων, διαμαρτυρόμενοι γι’ αυτές που είναι ψηλά και δεν φτάνουμε να τις ασπασθούμε. Και είναι μία φοβερή… παράλειψη.

Ας προχωρήσουμε βαθύτερα, μάλλον ας οπισθοχωρήσουμε στα έσχατα του ναού. Κάπου σε μία γωνιά είναι κρυμμένος ο τελώνης, ο οποίος είναι επιφορτισμένος να μας προάγει στην βασιλεία του Θεού. Εκεί είναι η θέση μας. Εκεί είναι η σωτηρία μας. Τώρα όμως δίπλα του. Μάλλον πίσω του για να τον παρακολουθούμε πληρέστατα. Ας γίνουμε μέτοχοι στην ιερή μυσταγωγία της μετανοίας του. Θα μας ωφελήσει· θα μας βοηθήσει στον δρόμο της καταφυγής μας στο υπέρλογο. Είναι ευκαιρία να επιτευχθεί η διέξοδός μας από την ομιχλώδη χώρα της παραφροσύνης, όπου λείπει η αυτοσυνειδησία της υπάρξεώς μας, στην φωτεινή σφαίρα της κοινωνίας με τον Θεό, με «πρόχειρο» μέσο την προσευχή. Μία προσευχή όμως ανάλογη του τελώνου.

Επί τέλους τον βρήκαμε· «ξεχωρίζει» αν και κρυμμένος από τους … υπολοίπους. Μάλλον τον σκεπάζει η κάπνα της επάρσεως κάποιου. Του κλέπτοντος την θεατρική παράσταση. Ήταν το μόνο που μπορούσε να πει. «Οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί…».

Όμως εκείνος «οὐκ ἤθελε οὐδέ τά ὄμματα εἰς τόν οὐρανόν ἐπᾶραι». Αλλά έτυπτε τα στήθη…

Στα στήθη αυτά που συγκλονίζονται από λυγμούς και πέφτουν αλύπητα πάνω τους τα αγριεμένα χέρια… σ’ αυτά τα στήθη σκοτώνεται και νεκρανασταίνεται η θεϊκή αγάπη.

Μη βραδυπορούμε πλέον. Μην αφήνουμε τον ζήλο που μας κατέκτησε παράφορα ως δωρεά Κυρίου, να δραπετεύσει. Προσευχή λοιπόν. Αυτό έκανε και ο Χριστός συνεχώς κατά τη δημόσια δράση του. Προσευχόταν έντονα! Ας εντρυφήσουμε στο παράδειγμά του· με περιορισμένη λεκτική έκφραση. Με βάθος όμως και ψυχικό πλούτο. Με ποικιλία ουρανίων βιωμάτων. Προπάντων τύπτοντες τα στήθη. Ας αφήσουμε το μοναδικό αυτό όργανο πνευματικής πλοηγήσεως να μας οδηγήσει στο «θαβώρειο φως» προπάντων «ἐν ἐκκλησίαις…».

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή