Έτσι αρχίζει η Γ΄ Στάση των Χαιρετισμών. Μας λέγει ότι ο Χριστός μας δείχνει μία καινούργια κτίση, μια καινούργια δημιουργία, ένα νέο κόσμο. Ποια είναι αυτή η νέα κτίση; Είναι η ενσάρκωση του Χριστού. Η δημιουργία του νέου Αδάμ, του νέου ανθρώπου που θ’ ανακαινίσει την παλιά κτίση, την παλιά δημιουργία του Θεού με την άπειρη συγκατάβαση και αγάπη του και την απίστευτη κένωσή του.
Η παλιά δημιουργία του Θεού ήταν η δημιουργία του Αδάμ και της Εύας. Ήταν μια δημιουργία το ίδιο παράδοξη και θαυμαστή όπως και η δημιουργία του Χριστού. Ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ εκ του μηδενός «πλάθοντάς τον με χώμα και δίνοντάς τον πνοή ζωής» (Γεν. 2,7) και την Εύα από την «πλευρά του Αδάμ» (Γεν. 2,21). Η δημιουργία του Αδάμ και της Εύας έγινε χωρίς σπέρμα και κύηση και δεν έχει καμμία σχέση με την δημιουργία των υπολοίπων ανθρώπων. Στη δημιουργία του Αδάμ έχουμε την πρώτη και ανεπανάληπτη πλάση των ανθρώπου. Στη δημιουργία της Εύας μια ανάπλαση του ανθρώπου.
Δυστυχώς, αυτή η παλαιά δημιουργία του Θεού εξετράπη του σκοπού της και εξόκειλε στην φθορά και στο αδιέξοδο του θανάτου. Οι πρωτόπλαστοι δεν θέλησαν να συνταυτιστούν με το θέλημα του δημιουργού τους. Δεν θέλησαν ν’ ακολουθήσουν την αγωγή που τους πρότεινε, για να μη σαπίσουν και διαφθαρούν από μόνοι τους. Το γύμνασμα που τους έθεσε ο Θεός, να μη φάνε από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, αυτό το σκοπό εξυπηρετούσε. Έπρεπε να προπονούνται και να αθλούνται πνευματικά, για να μη πέσουν στη νάρκη της πνευματικής αδράνειας, που θα τους οδηγούσε στην αχρηστία και την καταστροφή. Λένε μερικοί, γιατί έθεσε την εντολή αυτή ο Θεός, αφού ήξερε ότι οι πρωτόπλαστοι θα την παραβαίνανε και έτσι θα τιμωρούνταν; Γιατί έπρεπε να την θέσει. Χωρίς το γύμνασμα αυτό ο άνθρωπος, ούτως ή άλλως, θα σάπιζε πνευματικά και δεν θα έφθανε στη θέωση. Ας το σκεφθούμε και με άλλα παραδείγματα από την ανθρώπινη κοινωνία. Μπορεί να υπάρξει σωστός στρατός χωρίς συνεχείς ασκήσεις και δοκιμασίες; Μπορεί να υπάρξει αθλητής χωρίς συνεχή προπόνηση και άθληση; Μπορεί να υπάρξει πολιτισμός χωρίς παιδεία, μόρφωση και καλλιέργεια; Ασφαλώς όχι. Καλώς λοιπόν έβαλε το γύμνασμα αυτό ο Θεός και κακώς οι άνθρωποι δεν το εφάρμοσαν. Έτσι με την ανυπακοή τους, την απιστία τους, την τάση για μια «εθελοθρησκεία» (Κολ. 2,23), η πρώτη δημιουργία αχρηστεύθηκε και δεν μπορούσε πλέον να φθάσει στην αγιότητα και τη θέωση. Οι απόγονοι των πρωτοπλάστων ακολούθησαν κι αυτοί το παράδειγμα των γονέων τους και, δηλητηριασμένοι από την αμαρτία, δημιούργησαν ένα πολιτισμό ανθρωποκεντρικό γεμάτο αδιέξοδα και φοβερά προβλήματα.
Ο Θεός, επειδή ο άνθρωπος δεν έπεσε μόνος του αλλά με τη συνεργεία και την απάτη του διαβόλου, δεν τον άφησε στο να εξαχρειωθεί εντελώς ούτε να καταστεί αθεράπευτα κακός και άθλιος. Αξιοποίησε τους ανθρώπους που διέσωσαν στοιχεία του κατ’ εικόνα, όπως ο Άβελ, ο Σηθ, ο Νώε, ο Αβραάμ και άλλοι πολλοί, και έτσι προετοίμασε τη νέα ανάπλαση του ανθρώπου, που πραγματοποιήθηκε με την ενσάρκωση του ενός της Αγίας Τριάδος, του υιού του Θεού, του Ιησού Χριστού.
Σ’ αυτή την ανάπλαση συνεργάστηκε με την Παναγία, τον τελειώτερο εκπρόσωπο του ανθρώπινου γένους. Στη πλάση του ανθρώπου δεν ρώτησε ο Θεός τον άνθρωπο. Στην ανάπλασή του όμως τον ρωτά στο πρόσωπο της Παναγίας, και θα τον ρωτά συνεχώς -τον καθένα μας χωριστά- από εδώ και πέρα, αν θέλει να σωθεί ή όχι. Αν θέλει ν’ αποκτήσει τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος ή να παραμείνει στη κακομοιριά του. Η Παναγία είναι η νέα Εύα, που με τη πίστη της, την υπακοή της, την ολόψυχη παράδοσή της στο θέλημα του Θεού, του δίνει την ευκαιρία ν’ αναπλάσει την παλιά δημιουργία. Ο Θεός, όπως πήρε παλιά τη σάρκα του Αδάμ και δημιούργησε την Εύα, έτσι τώρα παίρνει τη σάρκα της Παναγίας μας και δημιουργεί το Χριστό, χωρίς σπέρμα αλλά με κύηση. Αυτή είναι η διαφορά της δημιουργίας του Χριστού από την δημιουργία του Αδάμ και της Εύας. Η κύηση. Εισέρχεται στο κόσμο σύμφωνα με τον τρόπο πολλαπλασιασμού του ανθρώπου, που προέκυψε μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, αλλά χωρίς σπέρμα. Έτσι μία παρθένος γίνεται μητέρα. «Νέαν έδειξε κτίσιν, εμφανίσας ο Κτίστης, ημίν τοις υπ’ αυτού γενομένοις, εξ ασπόρου βλαστήσας γαστρός και φυλάξας ταύτην ώσπερ ην άφθορον·». Το σπουδαιότερο όμως και τελείως παράδοξο, απίστευτο και αφάνταστο, μια παρθένος γίνεται μητέρα Θεού. Αυτό δεν το διανοήθηκε κανένας. Πολλοί είπαν ότι ο άνθρωπος είναι ο Θεός· αλλά κανείς δεν σκέφθηκε να πει ότι ο άνθρωπος θα γεννήσει το Θεό. Είναι το «μόνον καινόν υπό τον ήλιον» όπως λένε οι πατέρες της Εκκλησίας μας.
Ο άνθρωπος λοιπόν γεννά το Θεό και ο Θεός έρχεται να γίνει άνθρωπος και το σπουδαιότερο να υπηρετήσει τον άνθρωπο. Ο Αδάμ ενώ γνώριζε ποιος τον δημιούργησε και πόσο τον αγαπούσε και ενδιαφερόταν γι’ αυτόν, εν τούτοις προτίμησε την «εθελοθρησκεία». Ο Ιησούς ενώ γνώριζε την αχαριστία και αγνωμοσύνη των ανθρώπων, ενώ γνώριζε την απιστία και την ανυπακοή τους, κενώνει τον εαυτό του από τη θεότητα του, φαινομενικά βέβαια, και έρχεται και παίρνει μορφήν δούλου (Φιλιπ,2,7), για να υπηρετήσει τον άνθρωπο. Γεννιέται κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες, γνωρίζει την καταδίωξη και την προσφυγιά από μωρό για να σωθεί από τον Ηρώδη, υπηρετεί τον πατέρα του στο εργαστήριο του, και στο τέλος, αφού κηρύξει και ευεργετήσει τους ανθρώπους ποικιλοτρόπως, εκείνοι τον σταυρώνουν, τον διαπομπεύουν, τον χλευάζουν, δείχνουν όλοι την κακία τους και κείνος τους συγχωρεί και παρακαλεί ως άνθρωπος τον πατέρα του να παραβλέψει την κακία τους και την διαφθορά τους!!!
Ο θεάνθρωπος λοιπόν, ο Ιησούς Χριστός, είναι η νέα κτίση, η νέα δημιουργία που παρουσιάζει η Εκκλησία μας σήμερα με τον Ακάθιστο Ύμνο. Δεν φέρει το προπατορικό αμάρτημα, δεν έχει καθόλου ροπή προς την αμαρτία. Γι’ αυτό δεν λέει «Κύριε ελέησον» όταν προσεύχεται. Έχει τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη. Τρώει, κοιμάται, κουράζεται, ιδρώνει, πονά, λυπάται, κλαίει, φοβάται, όχι γιατί δεν μπορούσε να μη τα έχει, αλλά για να δείξει την τέλεια ομοιότητα με μας. Αναστρέφει την ανθρώπινη κλίμακα υπεροχής και μεγαλωσύνης· λέγει ότι πρώτος είναι ο τελευταίος και μεγάλος και άρχοντας εκείνος που με τη θέλησή του γίνεται δούλος. Νικά το θάνατο με την ανάστασή του και έτσι καθιστά αθάνατη την ανθρώπινη σάρκα, την δοξάζει με τη μεταμόρφωσή του και την ανυψώνει στο θρόνο του Θεού πατέρα με την ανάληψή του.
Τον παράδεισο δυστυχώς τον χάσαμε· ας φροντίσουμε να εισέλθουμε στη νέα αυτή κτίση, που μας έδειξε ο Χριστός μας με την ενανθρώπησή του και που είναι η Εκκλησία του.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ