Η ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ Η ΥΠΑΚΟΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Στο πρόσωπο της Παναγίας βρίσκει κανείς σε τέλειο βαθμό αυτό που ζητά ο Θεός από τον κάθε άνθρωπο· πίστη και υπακοή στο λόγο του.

Της ανήγγειλε ο άγγελος Γαβριήλ στον ευαγγελισμό ότι, αν και παρθένος, θα συλ­λάβει στην μήτρα της, θα γεννήσει αγόρι και θα το ονομάσει Ιησού, δηλαδή Σωτήρα. Αυτό το αγόρι θα αποβεί μέγας και θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου. Θα του δώσει ο Κύριος τον θρόνο του Δαυΐδ, του προπάτορά του, θα βασιλεύσει στον λαό του Ιακώβ στους αιώνες και η βασιλεία του αυτή δεν θα έχει τέλος. Λοιπόν με άλλα λόγια ο άγ­γελος της αποκαλύπτει ότι, αν και παρθένος, θα γίνει μητέρα και μάλιστα μητέρα Θεού! Ο υιός του Υψίστου θα είναι συγχρόνως και υιός του Δαυΐδ! Επίσης θα είναι σωτήρας και βασιλιάς αιώνιος!

Σήμερα σε μας αυτά που διαβάζουμε στο ευαγγέλιο μας φαίνονται φυσιολογικά και αυτονόητα. Έχουν περάσει πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια από την γέννηση του Χριστού και έχει γίνει πλήρως αποδεκτή στους χριστιανούς η αλήθεια ότι ο ένας της Αγίας Τριάδος, ο υιός του Θεού, ήρθε και ενανθρώπησε, για να γίνουμε εμείς θεοί κατά χάρη και να απελευθερωθού­με από την σκλαβιά του Διαβόλου, του θανάτου και της αμαρτίας. Αυτός, που δεν μπορεί να τον χωρέσει τίποτε, ήρθε και χώρεσε στην μήτρα της Παναγίας, έγινε Θεάνθρωπος, και η Θεο­τόκος απέβη το εργαστήριο της ενανθρωπήσεως.

Τότε όμως, όταν τα πρωτάκουσε όλα αυτά η απλή και ταπεινή παρθένος Μαρία, ήταν εντελώς απίστευτα και απαράδεκτα. Ο Νεστόριος (386-450), αν και ανώτερος κληρικός και θεολόγος, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, εν τούτοις δεν μπο­ρούσε να κατανοήσει αιώνες μετά, πώς η παρθένος Μαρία γέννησε τον Θεό. Το όμοιο γεννάται από το όμοιο. Έπρεπε η Μαρία να είναι θεά, για να γεννήσει θεό. Εί­ναι συνεπώς μόνο Χριστοτόκος, έλεγε ο Νεστόριος, και όχι Θεοτόκος. Η Εκκλησία τον καθαίρεσε και τον κατέταξε στους αιρετικούς. Συνεπώς η Μαρία εκείνη τη στιγ­μή άκουγε πράγματα εντελώς πέραν της ανθρώπινης λογικής.

Η Μαρία σε όλα αυτά τα απίστευτα τόλμησε μόνο να πει το πιο ανθρώπινο και αυ­τονόητο· «πώς θα συλλάβω, αφού δεν γνωρίζω σαρκικά κάποιον άνδρα». Αυτό είναι πέρα από τα δεδομένα της φύσεως και της ανθρώπινης εμπειρίας. Όταν όμως άκουσε ότι το Πνεύμα το Άγιο και η δύναμη του Υψίστου θα την επισκιάσουν και ότι αυτό που θα γεννηθεί θα είναι ουσιαστικά Υιός Θεού και ότι η Ελισάβετ η συγγε­νής της, η οποία ήταν γριά και στείρα, είναι σε ενδιαφέρουσα και μάλιστα στον έκτο μήνα της, θα γεννήσει σε λίγο και μάλιστα αγόρι, τότε πίστεψε και είπε· «ιδού η δού­λη Κυρίου· γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου».

Η παρθένος Μαρία πίστεψε και υπάκουσε και αυτό ήταν κάτι πολύ μαρτυρικό γι' αυτήν τότε. Αυτά που άκουσε από τον άγγελο σε ποιον να τα έλεγε και ποιος θα τα πίστευ; Όλοι θα τα θεωρούσαν ψέματα και μια ωραία ιστορία, για να αποφύγει τον λιθοβολισμό, που επέβαλε ο νόμος στη γυναίκα, που είχε παράνομες σχέσεις με άν­δρα. Ακόμη και ο Ιωσήφ ο εκλεκτός του Θεού, αν και δεν θέλησε να την τιμωρήσει λόγω της καλοσύνης του, χρειάστηκε να δεχθεί και αυτός ευαγγελισμό από άγγελο στο όνειρό του (Ματθ. 1,19-21), για να πιστέψει στο γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως. Συνεπώς η Μαρία πέρασε από τον σταυρό της δοκιμασίας να μη την πιστέψουν οι άλλοι και με τα τότε δεδομένα να πεθάνει σαν μία άτιμη γυναίκα· να χάσει την ζωή της αλλά και την υπόληψή της! Κι όμως δέχθηκε να συνεργαστεί με τον Θεό.

Αλλά η δοκιμασία της δεν είχε τέλος. Υφίσταται την εγκυμοσύνη, έρχεται ο καιρός να γεννήσει και δεν βρίσκει πουθενά κατάλυμα. Κανείς δεν την δέχεται, κανείς δεν την δίνει σημασία και στο τέλος γεννά τον Υιό του Υψίστου, τον βασιλιά του Ιακώβ, που η βασιλεία του δεν θα έχει τέλος, μέσα σε ένα στάβλο και αντί για χρυσή κούνια τον βάζει στο παχνί των ζώων. Βεβαίως δέχεται την επίσκεψη των ποιμένων και μαθαίνει για τον ευαγγελισμό αγγέλου προς αυτούς για το γεγονός της ενανθρωπήσεως, μα­θαίνει για την στρατιά των αγγέλων που έψαλλε το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Θα δεχθεί και την επίσκεψη των μάγων και θα μάθει για το περίεργο αστέρι που τους ειδοποίησε, αλλά οι συνθήκες γεννήσεως δεν παύουν να παρα­μένουν φοβερά ταπεινές και εξευτελιστικές για ένα Σωτήρα και βασιλιά. Και σε λίγο θα αναγκαστεί αυτή και ο Ιωσήφ να φύγουν στην Αίγυπτο, για να σώσουν τον Σωτή­ρα και βασιλιά του κόσμου από τον Ηρώδη. Σίγουρα θα σκέφθη­καν τί Σωτήρας είναι αυτός, που περιμένει την σωτηρία από εμάς.

Η δοκιμασία της Παναγίας θα συνεχιστεί με την αρνητική και εχθρική διάθεση των φαρισαίων, γραμματέων, ιερέων και άλλων επισήμων τάξεων προς τον υιό της και θα κορυφωθεί στην σταύρωση, όπου ο εξευτελισμός και η φαινομενική εγκα­τάλειψη του Ιησού από τον Θεό πατέρα του θα φθάσει στην αποκορύφωση. Ο Συμε­ών ο Θεοδόχος προφήτεψε σε αυτήν ότι ο υιός της «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» και ότι «την καρδιά της θα την διαπεράσει ρομφαία» πολλές φορές, που εννοείται θα την πληγώνει αφόρητα. Πόση λοιπόν πί­στη χρειάστηκε η Παναγία μας και πόσο μαρτυρική ήταν η ζωή της.

Αλλά και πόση υπήρξε η τιμή της διαχρονικά. Κράτησε μέσα στα σπλάχνα της τον Κύριο και Θεό μας. Του προσέφερε την σάρκα της και τον κύησε κι έτσι έγινε Θεοφόρος, Θεοδόχος και Θεοτόκος. Τον θήλασε, τον περιποιήθηκε σαν μωρό, τον προστάτεψε αυτή και ο Ιω­σήφ από τον Ηρώδη με την φυγή στην Αίγυπτο, τον με­γάλωσε και τον κατεύθυνε μέχρι που ενηλικιώθηκε πλήρως κατά τα ιουδαϊκά έθιμα, για να αρχίσει την δημόσια δράση του.

Ζαλίζεται κανείς, όταν σκέπτεται ότι ο Χριστός επί τριάντα έτη, μέχρι που να αρχί­σει το επί γης έργο του, ήταν υποτακτικός του Ιωσήφ και της Μαρίας. «Ην υποτασ­σόμενος αυτοίς» (Λκ. 2,51). Ας το σκεφθούμε αυτό όσοι αγανακτούμε και θεωρούμε υποτιμητικό να υποτασσόμαστε σε κάποια πρόσωπα· στους γονείς μας, στους μεγα­λυτέρους μας, στους προϊσταμένους μας, στους ιερείς. Ας το σκεφθούμε όσοι δεν δε­χόμαστε καμμία ιεραρχία και ρέπουμε προς την αναρχία και την ασυδοσία. Ο Χρι­στός για τριάντα χρόνια υπάκουε στους γονείς του και εκτελούσε τις εντολές τους. Τι φοβερή τιμή!

Ο Χριστός φεύγοντας από τον κόσμο φροντίζει ιδιαίτερα για την μητέρα του. Ο Ιωσήφ δεν υπήρχε, όταν σταυρώθηκε, πρέπει να είχε πεθάνει κατά την ερμηνεία του αγίου Χρυσοστόμου, και ο Χριστός φροντίζει για την μητέρα του και την εναποθέτει στην προστασία του Ιωάννη, του Θεολόγου και ευαγγελιστού, του πιο αγαπημένου μαθητή του.

Αλλά και όλοι οι μαθητές θα έχουν την Παναγία υπό την προστασία τους, όταν παρέμεναν στο υπερώο και περίμεναν την κάθοδο του αγίου Πνεύματος, προσευ­χόμενοι συνεχώς και δεόμενοι προς τον Κύριο να πραγματοποιήσει τάχιστα ό,τι τους υποσχέθηκε (Πρξ. 1,14).

Από τότε η Παναγία βρίσκεται στο κέντρο της λατρείας της Εκκλησίας μας. Αυτό που προφήτεψε η ίδια σε ανύποπτο χρόνο «ιδού γαρ από του νυν μακα­ριούσί με πάσαι αι γενεαί» (Λκ. 1,48), το βλέπουμε να είναι έκτοτε ζωντανή πραγματικότη­τα. Σε όλες τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας, όχι μόνο στις Θεομητορικές, αντη­χούν στους ορθοδόξους ναούς οι ύμνοι της Παναγίας, αλλά και κάθε Κυρια­κή κα εορτή ακούονται τα θεοτοκία, οι ύμνοι δηλαδή προς την Θεοτόκον, με τους οποίους κλίνει κάθε σειρά και ομάδα τροπαρίων. Κάθε τροπάριο του οποίου προηγεί­ται «Και νυν...» είναι Θεοτοκίο.

Επίσης σε κάθε ιερή ακολουθία, όταν ακούμε το όνομα της Θεοτόκου, κάνουμε το σημείο του σταυρού. Αυτό τα λέγει όλα για την τιμή και το σεβασμό που αποδίδει η Εκκλησία μας στο πρόσωπό της. Το σημείο του σταυρού είναι παράκληση και ομο­λογία μαζί. Παρακαλούμε και ικετεύουμε την Θεοτόκο να πρεσβεύει για μας στον υιό της και σωτήρα του κόσμου. Συγχρόνως ομολογούμε πως εκείνη, που ζητούμε την πρεσβεία της, είναι η μητέρα του Θεού, γιατί ο Ιησούς Χριστός ο υιός της είναι Θεός, που έλαβε σάρκα και έγινε άνθρωπος για μας. Κάθε μνημόνευση της Παναγίας είναι και μνημόνευση του γεγονότος της ενανθρωπήσεως και φυσικά δοξο­λογία και ευχαριστία στο Θεό γι' αυτό το γεγονός.

Τα όσα εκθέσαμε περί της πίστεως της Παναγίας και της υπακοής της στον Θεό αλλά και της τιμής που αξιώθηκε από τον Θεό και την Εκκλησία, θα πρέπει να τα θυ­μόμαστε όλοι οι χριστιανοί, γιατί και σε εμάς πολλές φορές δοκιμάζεται η πίστη μας αλλά και η διάθεση προς υπακοή στο Θεό και Σωτήρα μας.

Τελευταία εμείς οι Έλληνες δοκιμαστήκαμε και συνεχίζουμε να δοκιμαζόμαστε από την οικονομική κρίση. Μείναμε άφωνοι και έκπληκτοι με το κλείσιμο των τρα­πεζών και με τους περιοριστικούς ελέγχους για την ανάληψη των χρημάτων μας. Αλλόφρονες τρέξαμε στα μηχανήματα αναλήψεως χρημάτων, στα καταστήματα τρο­φίμων, στα καταστήματα πωλήσεως υγρών καυσίμων και περιμέναμε σε ουρές, για να εξυπηρετηθούμε.

Η διάθεση και ο τρόμος μας έδειξε ότι ξεχάσαμε ότι «ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος». Ξεχάσαμε πως ο Θεός έθρεψε τους Ισραηλίτες στην έρημο για σαράντα χρόνια, πως έθρεψε τον Ηλία τον καιρό της ξηρασίας με κοράκια, με την αλλόφυλη και αλλόθρησκη χήρα, με αγγέλους, και πως τον κατέστησε ικανό να μείνει σαράντα μερόνυχτα νηστικός και μάλιστα βαδίζοντας προς το Σινά. Ξεχάσαμε την αγία Τράπεζα που έχει τον Άρτο της Ζωής. Ξεχάσαμε το έλεος του Θεού και εκλιπαρού­σαμε το έλεος των Ευρωπαίων και των άλλων δανειστών μας. Ξεχάσαμε το πατερικό λόγιο πως είναι «καλύτερα να μη αναπνέουμε, παρά να μη προσευχόμαστε». Ξεχάσαμε το «Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει... εάν γαρ και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά ότι συ μετ' εμού ει· η ράβδος σου και η βακτηρία σου αύται με παρεκάλεσαν...» (Ψαλμ. 22).

Το πρόσωπο της Παναγίας μας αλλά και όλων των άλλων αγίων μας καλεί να θυ­μηθούμε ξανά αυτές τις θεολογικές αλήθειες και με εγκαρτέρηση, υπομονή, πίστη και ελπίδα προς τον Θεό να αντιμετωπίσουμε κάθε είδους πειρασμό και δοκιμασία που αντιμετωπίζουμε ή και θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή