Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ (Α'.)
Μία από τις πιο ωραίες φυσιογνωμίες της αγίας Γραφής είναι η αγία Άννα η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ. Ο χαρακτήρας της περιγράφεται στα δύο πρώτα κεφάλαια του βιβλίου Α´Βασιλειών της Παλαιάς Διαθήκης. Με βάση τα κεφάλαια αυτά και τις πέντε ομιλίες που εκφώνησε ο άγιος Χρυσόστομος για την αγία Άννα θα προσπαθήσουμε να συνθέσουμε την προσωπογραφία της μεγάλης αυτής αγίας.
Ο άνδρας της Άννας ήταν λευΐτης από την Αρμαθαίμ του Σιφά, την γνωστή σε μας Αριμαθαία, και η οποία ανήκε στο μέρος που κατοικούσε η φυλή του Εφραίμ. Λεγόταν Ελκανά και είχε δύο γυναίκες. Η πολυγαμία άρχισε με τον Λάμεχ, ένα απόγονο του Κάιν, πολύ νωρίς. Ο άνθρωπος που δεν δέχθηκε μέσα στον παράδεισο να τιθασεύσει την επιθυμία του, μη τρώγοντας από το δένδρο της γνώσεως, μετά την έξοδό του γίνεται έρμαιο των αλόγων επιθυμιών του, οι οποίες τον οδηγούν από το κατά φύση στο παρά φύση. Έτσι και την γενετήσιο επιθυμία, που εμφύσησε ο Θεός για να τον οδηγεί στην οικογένεια και στον αγιασμό, ο άνθρωπος την πήρε και δημιούργησε το θεσμό της πορνείας και της πολυγαμίας. Όσο πιο πλούσιος ήταν ο άνδρας τόσες περισσότερες γυναίκες είχε. Ο θεσμός αυτός γενικεύτηκε κι έτσι ακόμη και οι Ισραηλίτες, που είχαν ειδική παιδεία και φροντίδα από τον Κύριο, τον είχαν εισαγάγει στη ζωή τους.
Ο Ελκανά λοιπόν είχε δύο γυναίκες την Άννα και την Φεννάνα. Η Άννα ήταν άτεκνη ενώ η Φεννάνα είχε παιδιά. Στη πολυγαμία υπήρχε πάντα η αντιζηλία και η έχθρα μεταξύ των συζύγων και η μία υπέβλεπε και φθονούσε την άλλη. Αν υπάρχει διένεξη μεταξύ πεθεράς και νύφης, ας φαντασθούμε τι διένεξη υπήρχε μεταξύ των συζύγων του πολύγαμου. Η Άννα ένιωθε πολύ πικραμένη και υποβιβασμένη και για τον λόγο της ατεκνίας της. Η ατεκνία από μόνη της είναι πληγή, πολύ περισσότερο όμως είναι, όταν συγκρίνεται με την πολυτεκνία άλλης ή άλλων συζύγων. Αλλά εκτός τούτου η Γραφή, αν και δεν το λέει ρητά, αφήνει να υπονοηθεί, καθώς υποστηρίζει και ο άγιος Χρυσόστομος, ότι η Φεννάνα φερόταν υπεροπτικά και προσβλητικά στην Άννα, αφού ήταν κατώτερή της στο θέμα της πολυτεκνίας. Παρόλη την ατεκνία της ο Ελκανά αγαπούσε την Άννα περισσότερο από την Φεννάνα. Πλην όμως η Άννα ήταν απαρηγόρητη, για το ότι δεν είχε παιδιά και για όσα υπέφερε από την αντίζηλο της.
Ο Ελκανά κατά καιρούς ανέβαινε στην Σηλώμ, μάλλον κατά την εορτή του Πάσχα, όπου βρισκόταν τότε η σκηνή του μαρτυρίου, δηλαδή ο κινητός ναός που είχαν οι Ισραηλίτες στη έρημο, γιατί ακόμη δεν είχε κτιστεί ο ναός του Σολομώντος. Εκεί αρχιερεύς ήταν ο Ηλί και τον βοηθούσαν στα καθήκοντά του οι δύο υιοί του, Οφνί και Φινεές. Ο Ελκανά λοιπόν ανέβαινε για να προσκυνήσει και να θυσιάσει στη Σηλώμ. Έτσι κάποτε, αναφέρει η Γραφή, όταν θυσίασε, έδωσε μετά τη θυσία από το τμήμα του ζώου, που επέστρεψε ο ιερεύς, μερίδες για να φάνε, στην μεν Φεννάνα πολλές ανάλογα με τα παιδιά της στην δε Άννα μία, αφού ήταν άτεκνη. Αυτό άναψε και πάλι τον πόνο της Άννας. Είδε ότι και ενώπιον Κυρίου υστερούσε απέναντί της και λάμβανε λιγώτερη ευλογία κάθε φορά που προσκυνούσαν.
Το μεγάλο σκάνδαλο όμως ήταν ότι ο Κύριος που έβλεπε το δράμα της, τη θλίψη και την πίκρα της συνέχιζε να κρατά κλειστή την μήτρα της και συνέχιζε να σιωπά στις συνεχείς προσευχές της για να λύσει το δράμα της. Ω αυτό το μυστήριο της σιωπής του Θεού που παρουσιάζεται πολλές φορές στη ζωή των ανθρώπων και μάλιστα της αδικαιολόγητης σιωπής. Προσεύχεσαι, κλαις, θρηνείς, πενθείς, ικετεύεις, σπαράζεις, λιώνεις, καίγεσαι από τον πόνο, από τη θλίψη, από τα βάσανα, κι ο ουρανός μένει σιωπηλός, απαθής, φλεγματικά ψυχρός. Κτυπούν τα κύματα των θλίψεων το καράβι της ζωής μας, σηκώνονται θύελλες και καταιγίδες δοκιμασιών και μας κάνουν κουρέλι την ψυχή και το ηθικό μας, σκοτάδι απλώνεται τριγύρω μας, περιμένουμε κάποιο φως, κι όμως ο ουρανός παραμένει σκοτεινός. Φοβερές στιγμές! Είναι οι στιγμές που φαίνεται ότι ο Θεός μας έχει ξεχάσει. Κλονίζουν ακόμη και αγίους! Θα πρέπει πολύ να προσέξουμε αυτές τις στιγμές της φαινομενικής απουσίας του Θεού από τη ζωή μας. Να προσέξουμε να μη εγκαταλείψουμε τον αληθινό Θεό και στη θέση του βάλλουμε κάποιον άλλο. Το χρυσό μοσχάρι των Ισραηλιτών στην έρημο του Σινά, στο οποίο προσέτρεξαν να λύσουν τα προβλήματά τους, αφού τους έλειψε ο Μωυσής για σαράντα μέρες, χωρίς να δώσει σημείο ζωής, δείχνει που μπορεί να καταντήσει ο άνθρωπος πάνω στην απελπισία του. Υπάρχει άμεσος κίνδυνος να καταφύγουμε σε μάγους, σε μέντιουμ, σε αστρολόγους, και σε χίλιους άλλους δυο, που όχι μόνο δεν έχουν καμμία σχέση με το χριστιανισμό, αλλά είναι τα υποκατάστατα του αληθινού Θεού και προσφέρουν υποδούλωση σε πονηρά πνεύματα. Ο άγιος Χρυσόστομος λέγει, ότι σε περίπτωση που έχουμε σοβαρά προβλήματα στη ζωή μας και ο Θεός δεν δώσει λύση σ’ αυτά και εμείς –παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε και που κυριολεκτικά μας εξουθενώνουν– δεν τρέξουμε σ’ άλλους «σωτήρες», τότε ως μάρτυρες θα δοξασθούμε.
Και κάτι άλλο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μια για πάντα. Αν ο Θεός δεν δίδει απάντηση στις προσευχές μας μερικές φορές, δεν σημαίνει εξάπαντος ότι δεν έχουμε την ανάλογη πίστη· αλλά μερικές φορές συμβαίνει αυτό, διότι ο Θεός μας βρίσκει τόσο πιστούς, τόσο δυνατούς, τόσο αλύγιστους, ώστε να μπορεί να επαναπαυθεί ότι θα μείνουμε δικοί του, ακόμη κι αν αυτός σιωπά. Σ’ αυτή τη περίπτωση, η σιωπή του Θεού είναι το μεγαλύτερο έπαθλο που μπορεί να πάρει ο πιστός σ’ αυτή τη ζωή. Είναι ένα σίγουρο και ατράνταχτο αποδεικτικό της αξίας του και της μεγαλωσύνης του.
Ο Θεός λοιπόν σιωπά. Και σιωπά, όχι μόνο γιατί μας θεωρεί μεγάλους αγίους και θέλει να μας δοξάσει με το μαρτύριο της υπομονής, αλλά και διότι θέλει να μας δώσει, αν αυτό είναι το θέλημά του και αν αυτό αρμόζει και συμφέρει στην περίπτωσή μας, κάτι πολύ ανώτερο απ’ ότι ζητούμε. Συνεπώς, όταν μελετούμε αυτές τις περιπτώσεις, που ο Θεός αργεί να ανταποκριθεί στα αιτήματα των ανθρώπων, να μη τις μελετούμε επιπόλαια και να μη τις προσπερνούμε, χωρίς να εντρυφούμε σε βάθος τα νοήματα που απορρέουν. Ας διδαχθούμε από αυτές τις περιπτώσεις των αγίων ότι κι αν πονούμε, κι αν χτυπιόμαστε, κι αν το κακό μας φαίνεται ανυπόφορο, να μη βιαζόμαστε ούτε να αδημονούμε, αλλά να περιμένουμε την πρόνοια του Θεού. Γιατί ο Κύριος γνωρίζει πότε θα καταργήσει αυτό που μας προκαλεί τη θλίψη, πράγμα που έκανε και στην περίπτωση της αγίας Άννας. Διότι δεν έκλεισε τη μήτρα της ο Θεός επειδή τη μισούσε ή την αποστρεφόταν, αλλά για ν’ ανοίξει σε μας την πόρτα της ψυχής της και να δούμε καθαρά την επιμονή και επιμονή της, τον πλούτο της πίστεως της, αλλά και το μεγάλο δώρο που στο τέλος της έκανε. Να τη χαρίσει στο τέλος ένα παιδί που υπήρξε ο τελευταίος κριτής του Ισραήλ και ο πρώτος προφήτης. Με αυτόν κλείνει η περίοδος των κριτών και με αυτόν ανοίγει η περίοδος των προφητών.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ