ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ Η ΜΗΤΕΡΑ Γ

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ (Γ'.)

Ας δούμε κάπως λεπτομερώς την προσευχή της αγίας Άννας.

Γράφει ο Θουκυδίδης ότι σκοπός της ιστορίας είναι «τα εξίτηλα» να γίνουν «ανεξίτηλα». Αυτά που συνέβησαν και χαράχτηκαν στη μνήμη των ανθρώπων της εποχής τους να παραμείνουν στη μνήμη και των μεταγενέστερων γενεών και να μη σβηστούν ποτέ. Η προσευχή της αγίας Άννας, λέγει ο άγιος Χρυσόστομος, αν και προφορική, εν τούτοις έγινε ανεξίτηλη. Αντί για χαρτί χρησιμοποίησε την σκέψη της, αντί για πέννα την γλώσσα της, που κινούνταν χωρίς να κάνει θόρυβο, και αντί για μελάνη τα δάκρυα. Και τα λόγια που εκφέρονται με δάκρυα παραμένουν ανεξίτηλα στη μνήμη του Θεού αλλά και των ανθρώπων.

«Δέσποτα και Κύριε μου, Θεέ των δυνάμεων· εάν με θυμηθείς κι εμένα την τιποτένια δούλη σου και μου ρίξεις ένα βλέμμα στοργής, και μου δώσεις ένα αγόρι, θα σου τον προσφέρω αφιερωμένο για όλη του την ζωή. Κρασί και οτιδήποτε οινοπνευματώδες ποτό δεν θα πιει ποτέ του και σίδηρος στην κεφαλή του δεν θα ανεβεί ποτέ». Αρχίζει με υπόσχεση την προσευχή ότι, αν λάβει το δώρο, αυτή θα το κάνει αμέσως αντίδωρο. Δεν θα δώσει απλώς κάτι στον Θεό, όπως υποσχόμαστε όταν κάνουμε τάματα, αλλά θα τον αντιπροσφέρει ολόκληρο. Δεν λέγει, αν μου δώσεις τρία παιδιά θα σου δώσω τα δύο, ή αν μου δώσεις δύο θα σου δώσω το ένα, αλλά αυτό το μονάκριβο που θα μου δώσεις αμέσως θα στο αντιπροσφέρω. Παραιτούμαι από κάθε δικαίωμα προς αυτό. Γιατί τόσο θέλω να γίνω μητέρα, όσο να λάβει το παιδί την αρχή από μένα και μετά φεύγω και το παραχωρώ. Το δίνω σε σένα και δεν το αφήνω να κάνει ό,τι θέλει στη ζωή του, αλλά από τώρα το αφιερώνω στην υπηρεσία σου ολοκληρωτικά. Για μένα η μόνη αμοιβή και ικανοποίηση θα είναι ότι σου προσέφερα έναν ιερέα και έναν προφήτη.

Αυτή η αφιέρωση, που έγινε και γίνεται από αγίους γονείς κατά ειδικό τρόπο, συμβαίνει για την Εκκλησία μας και σε όλες τις μητέρες. Το γεγονός του σαραντισμού που επιτελεί η κάθε χριστιανή μητέρα, που έρχεται στον ναό σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του μωρού, αυτό το νόημα έχει. Φέρνει το παιδί στο ναό και το παραδίδει στα χέρια του ιερέα και εκείνος το προσφέρει στο Θεό, γιατί αυτός εν τέλει το δίδει και σε αυτόν πραγματικά ανήκει. Οι γονείς είναι απλώς οι κηδεμόνες και οι κατά Θεόν επίτροποι αυτού. Φυσικά δεν μπορούν όλα τα βρέφη να μείνουν στο ναό και να μεγαλώσουν εκεί, όπως συνέβη με τον Σαμουήλ. Πρέπει όμως η σύνδεση του μωρού με την Εκκλησία να παραμείνει άρρηκτη. Να το πηγαίνουν οι γονείς στην Εκκλησία, να φροντίζουν να μετέχει των αγίων μυστηρίων, των κατηχητικών συγκεντρώσεων για παιδιά, ν’ ασκείται στη νηστεία, να προσεύχεται, να διαβάζει την αγία Γραφή, τους πατέρες της Εκκλησίας, τους βίους των αγίων. Αν θελήσει αργότερα να γίνει μοναχός ή ιερεύς να μη το εμποδίζουν, αλλά να χαίρονται και ν’ αγάλλονται. Αν το κάνουν αυτό και στο βαθμό που το κάνουν, θ’ αξιωθούν της τιμής των γονέων τόσων μεγάλων αγίων.

«Κρασί και οτιδήποτε οινοπνευματώδες ποτό δεν θα πιει». Δεν σκέφθηκε η Άννα μήπως πάθει κάτι, μήπως αρρωστήσει και χρειαστεί να πιει λίγο κρασί. Γιατί σκέφθηκε ότι εκείνος που το έδωσε θα φροντίσει για την υγεία του. Πριν τους πόνους του τοκετού και πριν τον σπαργανώσει τον αφιερώνει. Με αυτό τον τρόπο όμως αγιάζει και την ίδια. Γιατί μητέρα που κάνει παιδί, που να έχει το άγιο Πνεύμα από την κοιλιά της μάνας του, είναι και η ίδια αγία.

Επίσης πρέπει να προσέξουμε ότι στην προσευχή της δεν κάνει κανένα λόγο για την αντίζηλό της την Φεννανά. Δεν λέγει τιμώρησε την Κύριε γι’ αυτά που μου έκανε ή αξίωσε με να την εκδικηθώ με τη γέννα ενός δικού μου παιδιού. Τίποτα δεν λέγει που να δείχνει μίσος και εκδικητικότητα. Ας το προσέξουμε αυτό. Διότι οι προσωπικοί εχθροί μας ωφελούν και δεν μας βλάπτουν. Η Άννα, αν απέκτησε παιδί που έγινε άγιος και την έκανε κι αυτή αγία, το οφείλει και στην αντίζηλό της Φεννάνα. Επειδή εκείνη την χλεύασε και τη στεναχώρησε και έκανε μεγαλύτερη τη λύπη της ατεκνίας, η Άννα κατέφυγε στην προσευχή και από τη λύπη η προσευχή της έγινε εντονώτερη και έτσι προσέλκυσε την χάρη του Θεού.

Ας μας επιτραπεί στο σημείο αυτό και για το θέμα που εξετάζουμε να παραθέσουμε τις σκέψεις ενός Ρουμάνου ιερέως και λογοτέχνη του Virgil Gheorghiu από το βιβλίο του «Ένα όνομα για την αιωνιότητα», εκδ. «Τήνος», Αθήνα 1970, σσ. 240·241.

«Εκείνοι που –σ’ αυτή τη γη– μου προσφέρουν τις περισσότερες εξυπηρετήσεις είναι οι εχθροί μου. Κανένας φίλος δεν μου πρόσφερε, κι’ από μακριά ακόμα, τις εξυπηρετήσεις που μου προσφέρουν οι εχθροί μου. Χάρις σ’ αυτούς, που με περικυκλώνουν απ’ όλες τις μεριές και απ’ όλες τις στιγμές, βρίσκομαι όλο τον καιρό σε κατάσταση επαγρυπνήσεως. Χάρις στους εχθρούς μου είμαι υποχρεωμένος να μειώνω, όσο είναι δυνατόν, τα σφάλματά μου, τ’ αμαρτήματά μου, τα λάθη μου. Ό,τι μπόρεσα να πετύχω στη ζωή μου, σ’ αυτή τη γη, το οφείλω στους εχθρούς μου.

«»Αν δεν έχω κάνει σοβαρά λάθη, αυτό το οφείλω στους εχθρούς μου, που είχαν τα μάτια προσηλωμένα επάνω μου. Έπρεπε να προσέχω σε κάθε βήμα. Τη στιγμή που ό,τι καλό έκανα στη γη οφείλεται στη μανία των εχθρών μου εναντίον μου και στην έχθρα τους, δεν μπορώ παρά να νιώθω προς αυτούς ευγνωμοσύνη. Είναι φυσικό να νιώθεις ευγνωμοσύνη σ’ εκείνους, που σε βοηθούν να κάνεις το καλό και ν’ αποφεύγεις το κακό. Άπειρη λοιπόν ευγνωμοσύνη χρωστώ στους αναρίθμητους εχθρούς μου. Και ομολογώ πως χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσα να κατορθώσω τίποτε το καλό.

»Κι’ όλα τα σφάλματα, τα λάθη κι όλα τ’ αμαρτήματα που δεν έκανα, είναι κάτι που το οφείλω επίσης στους εχθρούς μου. Διότι αυτοί δεν συγχωρούν όπως οι φίλοι. Τους ευγνωμονώ λοιπόν διπλά, γιατί με βοήθησαν και με βοηθούν ακόμα, μέρα και νύχτα, με την άσπλαχνη επιτήρησή τους. Και δεν μπορώ λοιπόν να τους μισήσω, αφού μου έχουν προσφέρει και θα μου προσφέρουν και θα μου προσφέρουν μέχρι τέλους της ζωής μου τις μεγαλύτερες υπηρεσίες, που κανείς φίλος δεν μπορεί να μου προσφέρει!

»Ένα γεγονός άρα είναι βέβαιο. Δεν μπορώ λογικά να μισήσω τους εχθρούς μου. Τους πολεμώ βέβαια, για να μη μου κάνουν ουσιαστικό κακό και έτσι να βλάψουν και τον εαυτό τους με την κακία τους. Αλλά δεν τρέφω εναντίον τους κανένα αίσθημα μίσους».

 

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή