Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ (ΣΤ'.)
«Θαυμάζω την Άννα» λέγει ο άγιος Χρυσόστομος. «Δεν μπορώ να βγάλω αυτή τη γυναίκα από την σκέψη μου· τόσο πολύ θαυμάζω την ομορφιά της ψυχής της και το κάλλος του νου της. Γιατί αγαπώ τα μάτια που δακρύζουν στις προσευχές, τα χείλη που διαρκώς γυμνάζονται να ψελλίζουν ικεσίες, το στόμα που δεν κοκκινίζει από κάποιο επίχρισμα, αλλά καλλωπίζεται με την ευχαριστία προς τον Θεό.
»Την θαυμάζω, επειδή έδειξε τέτοια φιλοσοφικότητα και μάλιστα ενώ ήταν γυναίκα. Γιατί λέγει «από την γυναίκα άρχισε η αμαρτία και εξ αιτίας αυτής πεθαίνουμε όλοι» (Σοφ. Σειράχ 25,24). Και επίσης «είναι μικρή κάθε κακία σε σύγκριση με την κακία της γυναίκας» (Σοφ. Σειράχ 25,19). Και ο Παύλος αναφέρει ότι «ο Αδάμ δεν απατήθηκε, ενώ η Εύα απατήθηκε και έγινε παραβάτης» (Α' Τιμ. 2,14).
»Γι’ αυτό θαυμάζω την Άννα, διότι απέκρουσε τις κατηγορίες αυτές, επειδή κατήργησε την μομφή, επειδή καθάρισε το γένος της από όλες τις προσβολές μετά την έμπρακτη απολογία της. Απέδειξε ότι και οι γυναίκες, που σφάλλουν, δεν το κάνουν αυτό λόγω της φύσεως τους, αλλά λόγω της προαιρέσεώς τους ολιγωρίας τους. Αν έχουν υγιή προαίρεση και εγρήγορση και νήψη μπορούν να φθάσουν στην ύψιστη αρετή. Η γυναίκα όταν κλίνει προς την αμαρτία προξενεί μεγάλα κακά, όταν όμως αγαπήσει την αρετή προτιμά να πεθάνει παρά να εγκαταλείψει την πρόθεσή της.
»Έτσι και η Άννα νίκησε τη φύση και παραβίασε την ανάγκη και με την εμμονή της στην προσευχή έκανε να βλαστήσει παιδί από μήτρα ανάπηρη. Γι’ αυτό αφού έλαβε αυτό που ήθελε καταφεύγει και πάλι στην προσευχή λέγοντας τα εξής·
«Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου».
Υψώθη κέρας μου: Τι σημαίνει κέρας; Στα φυτοφάγα ζώα τα κέρατα εξασφαλίζουν σ’ αυτά δύναμη, επιβολή, προστασία, μεγαλοπρέπεια. Είναι ότι τα δόντια και τα νύχια στα σαρκοφάγα. Έτσι λοιπόν μεταφορικά η Γραφή χρησιμοποιώντας την λέξη κέρας δείχνει τη δύναμη, τη δόξα, το γόητρο του ανθρώπου. Αυτή την σημασία έχει στις φράσεις «υψώθη κέρας αυτού» (Ψαλμ. 88,5), «υψώθη κέρας Χριστού αυτού» (Α' Βασ. 2,10).
Εν Θεώ μου: Υψώθηκε η δύναμη μου το γόητρο μου χάρη στον Θεό μου. Και, επειδή αυτό έγινε με τη βοήθεια του Θεού, η δύναμή μου και το γόητρο μου είναι ασφαλές. Η δόξα των ανθρώπων είναι κάτι το ευτελές και παροδικό. Η δόξα του Θεού είναι που αξίζει και είναι άφθορη και αιώνια. Γι’ αυτό ο Ησαΐας λέγει· «Πάσα σάρξ χόρτος, και πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου. Εξηράνθη ο χόρτος και το άνθος εξέπεσεν» (Ησ. 40,6). Ενώ για τη δόξα του Θεού ο προφήτης μιλά διαφορετικά· «Το δε ρήμα Κυρίου μένει εις τον αιώνα» (Ησ. 40,8).
Το ότι αυτά που αναφέραμε είναι απολύτως σωστά και αληθινά φαίνεται πράγματι στην ιστορία της αγίας Άννας. Βασιλείς, στρατηγοί και κάθε είδους εξουσιαστές, ενώ αγωνίζονται για να μείνει η μνήμη τους αλησμόνητη και κτίζουν λαμπρούς τάφους και στήνουν ανδριάντες και αφήνουν μυριάδες απομνημονεύματα των κατορθωμάτων τους, εν τούτοις έχουν λησμονηθεί και το όνομά τους έχει ξεχαστεί. Η αγία Άννα όμως είναι γνωστή παντού όπου υπάρχει χριστιανισμός. Παντού εγκωμιάζεται και από όλους θαυμάζεται. Και όσο περνά ο χρόνος, τόσο η δόξα και η φήμη της αυξάνεται. Γιατί ο Θεός, αν θελήσει να δοξάσει κάποιον, κι αν ακόμη συμβεί θάνατος ή περάσει πολύς χρόνος ή συμβεί οτιδήποτε άλλο, η δόξα του παραμένει ανθηρή για πάντα και κανείς δεν μπορεί να την επισκιάσει.
Γι’ αυτό και η αγία Άννα θέλοντας να μας διδάξει ότι δεν πρέπει να καταφεύγουμε στα φθαρτά, αλλά εκεί όπου τα αγαθά παραμένουν ασφαλή και αμετακίνητα, ανέφερε και τον αίτιο της δόξας. «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου». Και απαλάχτηκε από την ταραχή και απέβαλε την ντροπή και βρήκε ασφάλεια και έλαβε μέρος στην δόξα.
Εν Θεώ μου: Δεν είπε απλώς «στο Θεό» αλλά «στο Θεό μου» αρπάζοντας τον κοινό Δεσπότη της οικουμένης για τον εαυτό της. Και το έκανε αυτό όχι για να μειώσει την κυριαρχία του Θεού σε όλους τους ανθρώπους, αλλά για να δείξει και τον θείο έρωτά της και να πάρει από αυτή την προσφώνηση και άλλη παρηγοριά. Γιατί τέτοια είναι η συνήθεια αυτών που αγαπούν· δεν ανέχονται να αγαπούν μαζί με πολλούς άλλους, αλλά θέλουν να δείχνουν την αγάπη τους ξεχωριστά και με ιδιαίτερο τρόπο.
Αυτό κάνει και ο Δαυΐδ· «Θεέ μου, Θεέ μου, μόλις ξυπνήσω προς σε εσένα τρέχει η σκέψη μου» (Ψαλμ. 62,1). «Θεέ μου Θεέ μου πρόσεξε με, γιατί με εγκατέλειψες (Ψαλμ. 21,1). «Θα πω στο Θεό, είσαι βοηθός μου» «είσαι βοηθός μου και καταφυγή μου, εσύ Θεέ μου, και σε σένα μόνο ελπίζω» (Ψαλμ. 41,10 και 90,2). Αυτά είναι λόγια ψυχής που βράζει, που είναι θερμή και καίγεται από πόθο.
Αυτό που κάνουν όμως οι άγιοι το κάνει και ο Θεός. «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ» (Εξ. 3,6 · 4,5 · 6,8 κ. ά.) λέγει. Και το κάνει αυτό χωρίς να περιορίζει την εξουσία του, αλλά μάλλον απλώνοντάς την. Γιατί την εξουσία δεν την δείχνει τόσο ο αριθμός των υπηκόων, όσο η αρετή αυτών που ανήκουν στην βασιλεία των. Ούτε ο Θεός χαίρεται τόσο πολύ όταν ονομάζεται Θεός του ουρανού και της γης και της θάλασσας και όλων όσων ευρίσκονται πάνω σ’αυτά, όσο χαίρεται όταν ονομάζεται ο Θεός του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ.
Οι άνθρωποι βέβαια δεν έχουν αυτή την συνήθεια. Στους ανθρώπους οι δούλοι ονομάζονται από τους Κυρίους τους. Και έτσι συνηθίζεται να λένε ο τάδε είναι γραμματεύς του πρωθυπουργού, ή υπηρέτης του στρατηγού, ή ανθυπασπιστής του υπουργού Αμύνης. Δεν λένε όμως ο πρωθυπουργός του γραμματέα ή ο στρατηγός του υπηρέτη ή ο υπουργός Αμύνης του ανθυπασπιστή. Συνηθίζουμε πάντοτε να ονομάζουμε τους κατωτέρους από τους ανωτέρους. Στην περίπτωση όμως του Θεού συμβαίνουν και τα δύο· και ο Αβραάμ λέγεται άνθρωπος του Θεού, αλλά και ο Θεός λέγεται ο Θεός του Αβραάμ. Και ο Παύλος που το προσέχει σημειώνει «για το λόγο αυτό δεν ντρέπεται ο Θεός να ονομάζεται Θεός αυτών» (Εβρ. 11,16). Δεν ντρέπεται δηλαδή ο Κύριος να ονομάζεται από τους δούλους του. Και γιατί δεν ντρέπεται; Για να τον μιμηθούμε κι εμείς. Και για να καταλάβουμε ότι το να ταπεινωνόμαστε κατ’ αυτόν τον τρόπο, ουσιαστικά δεν μας μειώνει ούτε μας κάνει υποδεέστερους, απλώς έτσι τιμούμε και δοξάζουμε αυτούς που αγαπούμε και δείχνουμε την αγάπη μας και την συμπάθειά μας σ’ αυτούς.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ