ΙΩΒ (ΚΣΤ´.)

ΙΩΒ (ΚΣΤ´.)

Κανείς δεν μπορεί να κριθεί ή να ανταγωνιστεί με τον Θεό.

Ακόμη και η σχετική δικαιοσύνη και αγιότητα δεν μας σώζει.  

«Διότι αυτός μόνο μπορεί να αποστρέψει την οργή του, αυτός είναι που κάμπτει τα κήτη που υπάρχουν κάτω από τον ουρανό» (Ιώβ 9,13).

Ο Θεός ενεργεί με ακαταμάχητη δύναμη την οποία κανείς δεν μπορεί να περιορί­σει. Η θεία κίνηση είναι αναπόφευκτος και δεδομένη, εκτός αν αλλάξει ο ίδιος την απόφασή του ή αν τον αναγκάσει ο άνθρωπος με την μετάνοιά του (πρβλ. Νινευίτες) ή με την πίστη, την ταπείνωση και την κατά Θεό εξυπνάδα (πρβλ. Χαναναία). Όλοι οι άλλοι αλαζόνες και αμφισβητίες θα ταπεινωθούν και θα υποκύψουν ενώπιον της δυνάμεώς του.

Είναι τόσο δυνατός ο Θεός που υποτάσσει και κυβερνά ακόμη και τα τεράστια και παντοδύναμα ζώα της δημιουργίας του όπως είναι τα κήτη. Μερικοί πατέρες θεω­ρούν ότι με τη λέξη κήτη γίνεται αναφορά και σε παντοδύναμα κράτη ή συμμαχίες. «Παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού... Ο κατοικών εν ουρανοίς εκγελάσεται αυτούς, και ο Κύριος εκμυκτηριεί αυτούς» (Ψαλ. 2,1-2). Θα τους ποιμάνει με ράβδο σιδηρά και θα τους συντρίψει με τόση ευκολία, όπως σπάζει κανείς τα χειροποίητα κεραμικά σκεύη, λέγει πιο κάτω ο ψαλμωδός.

«Εάν με ακούσει, ποιος με εγγυάται ότι θα δώσει σημασία στα λόγια μου» (Ιώβ 9,14);

Τα όσα είπε ο Ιώβ για την παντοδυναμία του Θεού και το ακαταμάχητο των ενερ­γειών του τώρα τα εφαρμόζει εις τον εαυτό του. Ανίκανος είμαι να αποκριθώ στον Θεό και να τον πείσω λέγει. Μπορεί το σκεύος του κεραμέως να πει στον κατα­σκευαστή του τι θα το κάνει; Κάθε άνθρωπος λοιπόν ας μένει άναυδος και σιωπηλός ενώπιον των ενεργειών και των αποφάσεών του Θεού.

«Ακόμη κι αν είμαι δίκαιος, δεν θα με ακούσει· κι εγώ θα πρέπει να τον παρακα­λέσω να με κρίνει με επιείκεια. Εάν τον καλέσω και δεν με αποδοκιμάσει και πάλι δεν είναι σίγουρο ότι άκουσε το αίτημά μου» (Ιώβ 9,15-16).

Ο Θεός γνώριζε καλύτερα τον Ιώβ, απ' ότι γνώριζε αυτός τον εαυτό του. Ο απόστολος Παύλος θα πει στους χρόνους της Καινής Διαθήκης «ουδέν εμαυτώ σύ­νοιδα, αλλ' ουκ εν τούτω δεδικαίωμαι» (Α´ Κορ. 4,4). Η ανθρώπινη ηθική και προο­πτική είναι πολύ διαφορετική από την ηθική και προοπτική του Θεού. Έτσι και ο Ιώβ μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του δίκαιο, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι υποχρεώνει τον Θεό να τον ακούσει. Δεν μπορεί να του μιλά με παρρησία, αλλά συνεχώς θα ζη­τεί να τον κρίνει με επιείκεια.

Επίσης ο Θεός γνωρίζει τι πράγματι μας συμφέρει και πώς πρέπει να μας γυμνάσει για να φθάσουμε στην όσο το δυνατό μεγαλύτερη τελειότητα. Δεν μπορεί λοιπόν με απαίτηση και αξίωση να προβάλλει τα αιτήματά του στον Θεό ούτε να είναι σίγουρος ότι θα τον ακούσει. Το ότι ο Θεός τον δέχεται και ακούει τα αιτήματά του, δεν ση­μαίνει και ότι θα τα υιοθετήσει και θα τα πραγματοποιήσει. Ποτέ ο γιατρός, ο εκπαι­δευτικός, ο στρατιωτικός, ο πάσης φύσεως ηγέτης και παιδαγωγός δεν υποχωρεί στις απαιτήσεις των ασθενών, των εκπαιδευομένων ή των υφισταμένων του. Τους πιέζει αλλά και τους εμπνέει να κάνουν κάτι επιπλέον από την ήσσονα προσπάθεια που επι­ζητούμε όλοι μας.

«Φοβούμαι μήπως με κονιορτοποιήσει με σκοτεινή θύελλα, και ήδη τα συντρίμματά μου πραγματικά είναι πολλά, χωρίς να υπάρχει κάποιος λόγος. Διότι δεν με αφήνει να αναπνεύσω, με γέμισε δε πικρία. Διότι με τη δύναμή του επικρατεί σε ότι κάνει· ποιός μπορεί να αντισταθεί στην απόφασή του» (9,17-19).

Όλοι οι άνθρωποι περιμένουμε μία ανάπαυλα των κακών. Ένα διάλειμμα στις δο­κιμασίες και πνευματικές προπονήσεις που μας υποβάλλει ο Θεός κατά την διάρκεια του βίου μας. Κι όμως εκεί που περιμένουμε ανάπαυλα και φως στο σκοτάδι των δο­κιμασιών, ηρεμία και γαλήνη, έρχεται η θύελλα, η καταιγίδα, η ταραχή, ο σκοτα­σμός, η συννεφιά, η απελπισία. Η ζωή μας καταντά διαρκή Σαρακοστή, χωρίς να υπάρξει Αποκριά πριν ή Πάσχα αργότερα. Δεν μπορούμε ούτε να αναπνεύσουμε με ηρεμία και είμαστε γεμάτοι από πίκρα. Κι όμως πρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε και να αγωνιζόμαστε μέσα σ' αυτό το ανυπόφορο κλίμα, εφόσον το παραχωρεί αυτό ο Θεός.

Ας θυμηθούμε στις δύσκολες αυτές περιστάσεις ότι υπάρχουν άλλοι που βρίσκο­νται σε χειρότερες από εμάς δοκιμασίες και μάλιστα ενώ είναι πιο ενάρετοι και πι­στοί από εμάς. Όπως βέβαια υπάρχουν και ασεβείς ή άπιστοι που κατά το χρόνο της δικής μας δοκιμασίας αυτοί ευτυχούν. Κι αυτό είναι ένας μεγάλος πειρασμός για τον αγωνιζόμενο και βασανιζόμενο χριστιανό. Αλλά να θυμόμαστε ότι στο τέλος κάθε κατεργάρης θα καθίσει στον μπάγκο του, όπως και ο κάθε δίκαιος θα λάβει το στέφα­νό του για όλες τις δοκιμασίες του και τις προσπάθειές του.

«Εάν παρουσιαστώ ενώπιόν του ως δίκαιος, το στόμα μου θα αποδειχθεί ασεβές. Εάν υποστηρίξω ότι είμαι άμωμος, διεστραμμένος θα καταντήσω. Κι αν ασέβησα κάποτε, δεν το αντιλαμβάνομαι, αλλά κατανοώ ότι τώρα μου αφαιρείται η ζωή. Γι' αυτό και είπα ότι τόσο τον μεγάλο στην αρετή, όσο κι αυτόν που καταπιέζει τους άλ­λους, καταστρέφει εξ ίσου η θεία οργή· διότι και οι φαύλοι πλήττονται με θάνατο απαί­σιο, αλλά και οι δίκαιοι αντιμετωπίζουν τον σαρκασμό των άλλων με τα παθήματά τους. Διότι πέφτουν στα χέρια ασεβών. Ο Θεός τα πρόσωπα των αδίκων κριτών τα συ­γκαλύπτει· διότι, αν δεν είναι αυτός που τα συγκαλύπτει, τότε ποιος το κάνει αυτό» (Ιώβ 9, 20-24).

«Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν υμίν (Α´Ιω. 1,8). Επί πλέον διαψεύδουμε τον Θεό ο οποίος σε πλείστα χωρία της αγίας Γραφής διατείνεται το αντίθετο, όπως ήδη εκθέσαμε. Γι' αυτό ο Ιώβ δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Πάντως αντιλαμβάνεται ότι η ζωή του χάνεται και μάλιστα μέσα σε φρικτά βάσανα και δοκιμασίες. Γι' αυτό δέχεται το θέλημα του Θεού, άσχε­τα που δεν το κατανοεί. Παραδίδεται ολόψυχα στην κρίση του. Κατανοεί ότι ο Θεός και δικαίους και αδίκους κάποτε δοκιμάζει σκληρά.

Εδώ διαφοροποιείται πλήρως από την θεωρία των φίλων του ότι οι δίκαιοι δεν δο­κιμάζονται, αλλά συνεχώς ευτυχούν. Το ουσιαστικό όμως και σπουδαίο που αποκα­λύπτει η Γραφή ότι ενώ και δίκαιοι και άδικοι δοκιμάζονται το αποτέλεσμα είναι δια­φορετικό στον καθένα από αυτούς ανάλογα με την δεκτικότητα που έχουν στην χάρη του Θεού. «Τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν» (Ρωμ. 8,28) και έτσι γίνονται καλύτεροι και ευσεβέστεροι. Αντίθετα οι ασεβείς στις δοκιμασίες που επι­τρέπει ο Θεός, και που είναι φοβερές και γι᾽αυτούς, γίνονται χειρότεροι και ασε­βέστεροι. Γράφει η Αποκάλυψη ότι «εμασώντο τας γλώσσας αυτών εκ του πόνου, και εβλασφήμησαν τον Θεόν του ουρανού εκ των πόνων αυτών και εκ των ελκών αυ­τών, και ου μετενόησαν εκ των έργων αυτών (Αποκ. 16,10, πρβλ και στιχ. 8 και 9).

Οι ερμηνευτές του Ιώβ στο σημείο αυτό παρατηρούν ότι ο Ιώβ αποδίδει στο κείμενο που εξετάσαμε καλό και κακό στον Θεό, για να μη αναγκασθεί να δεχθεί την διαρχία αγαθού Θεού και κακού. Το ότι επιτρέπει ο Θεός το κακό να δρα δεν οφείλεται στο κατ' ευδοκία θέλημα του Θεού, αλλά στο κατά παραχώρηση. Και αυτό το επιτρέπει, διότι και μέσα από το κακό απεργάζεται το σχέδιό του να σώσει τον κόσμο.

Επίσης οι ερμηνευτές παρατηρούν ότι ο τρόπος που μιλά ο Ιώβ αποκαλύπτει πάθος ψυχικό και παράπονο έμμεσο. Είναι η αδυναμία των αγίων και μάλιστα της προ Χριστού εποχής, που δεν είχε γνωρίσει την τέλεια αποκάλυψη της Καινής Διαθήκης. Δεν πρέπει να μας σκανδαλίζει, αλλά αντίθετα να τους φέρνει πιο κοντά μας, δίδοντας και σε μας κουράγιο και δύναμη να συνεχίσουμε τον δύσκολο και μαρτυρικό δρόμο της κατά Θεό τελειώσεως.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή