Παράπονα Ιώβ κατά φίλων και συγγενών
(Ποθώ τον θάνατο). Διότι ποιά και πόση είναι η δύναμή μου, ώστε να υπομένω τόσα δεινά; Ή πόσος χρόνος μου απομένει να ζήσω, ώστε να ελπίζω σε καλύτερες μέρες και έτσι να ανέχεται η ψυχή μου τα όσα αντιμετωπίζω; Μήπως είναι από πέτρα η ψυχή μου και το σώμα μου από χαλκό; Ή μήπως δεν στήριξα την ελπίδα και την πίστη μου στον Θεό; Καμμιά όμως βοήθεια δεν μου ήλθε. Η ευσπλαχνία των φίλων με εγκατέλειψε, η δε εποπτεία και πρόνοια του Κυρίου με παρέβλεψε. Δεν με έδωσαν σημασία οι στενοί και πλησίον μου συγγενείς και φίλοι. Όλοι αυτοί με προσπέρασαν όπως ο χείμαρρος και το κύμα. Αυτοί που άλλοτε με σεβόταν και με υπολογίζαν, τώρα πέφτουν επάνω μου σαν χιόνι ή σαν παγωμένο κρύσταλλο. Έπειτα εξαφανίζονται όπως χάνεται το χιόνι, όταν γίνει θερμός ο καιρός. Έτσι κι εγώ εγκαταλείφθηκα από όλους. Χάθηκα από την κοινωνία και εξορίστηκα από το σπίτι μου. Γνωρίζετε τους δρόμους των Θαιμανών (και με πόσες δυσκολίες τους βαδίζουν), όπως και τα μονοπάτια των Σαβαίων. (Όπως εκείνοι ταλαιπωρούνται έτσι κι εγώ). Αυτοί που στηρίζουν τις ελπίδες τους στις πόλεις και στα χρήματα θα καταισχυνθούν (Ιώβ 6, 11-20).
Ο Ιώβ, παρατηρεί ο άγιος Χρυσόστομος, λέγοντας «ποια και πόση είναι η δύναμή μου» αφήνει να υπονοηθεί ότι, αν υπομένει μέχρι τώρα, αυτό δεν το κάνει διότι είναι υπεράνθρωπος και χαλκέντερος, δεν είναι «από πέτρα η ψυχή του και το σώμα του από χαλκό», αλλά από ευσέβεια και ευλάβεια προς τον Θεό. Η ευσέβεια και η πίστη στον Θεό μας δίνει δύναμη να αντέξουμε τα διάφορα δεινά. Ποτέ μη νομίσει κανείς ότι οι άγιοι και οι μάρτυρες από μόνοι τους μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τα όσα ο φθόνος του Διαβόλου και η κακία των ανθρώπων επέφεραν εναντίον τους. Λοιπόν μην απελπιζόμαστε, όταν διαβάζουμε τα συναξάρια, και λέμε εμείς αν βρεθούμε σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν θα αντέξουμε. Ο Θεός θα οικονομήσει να σηκώσουμε τον σταυρό μας και θα φροντίσει ο σταυρός μας να είναι ανάλογος με τις ανθρώπινες δυνάμεις μας.
Θα μπορούσε κάποιος όμως να πει· «και γιατί δεν συνεχίζει να ελπίζει στον Θεό, όπως τον συμβουλεύει ο Ελιφάζ, αφού έχει και εμπειρία της βοηθείας του»; Ο Ιώβ δεν παύει να είναι άνθρωπος και να λιποψυχεί και να αιτιάται και τον Κύριο για την κατάσταση του, διότι νομίζει ότι πλέον δεν τον ακούει. «Μήπως δεν στήριξα την ελπίδα και την πίστη μου στον Θεό; Καμμιά όμως βοήθεια δεν μου ήλθε». Είναι συνηθισμένη αλλά πολύ δύσκολη για τους πιστούς η στιγμή που προσεύχονται και ελπίζουν στον Θεό, αλλά ο Θεός σιωπά σαν σαν να μη ενδιαφέρεται καθόλου γι' αυτούς. Ω αυτό το μυστήριο της σιωπής του Θεού που παρουσιάζεται πολλές φορές στη ζωή των ανθρώπων και μάλιστα της αδικαιολόγητης σιωπής. Προσεύχεσαι, κλαις, θρηνείς, πενθείς, ικετεύεις, σπαράζεις, λιώνεις, καίγεσαι από τον πόνο, από τη θλίψη, από τα βάσανα, κι ο ουρανός μένει σιωπηλός, απαθής, φλεγματικά ψυχρός. Κτυπούν τα κύματα των θλίψεων το καράβι της ζωής μας, σηκώνονται θύελλες και καταιγίδες δοκιμασιών και μας κάνουν κουρέλι την ψυχή και το ηθικό μας, σκοτάδι απλώνεται τριγύρω μας, περιμένουμε κάποιο φως, κι όμως ο ουρανός παραμένει σκοτεινός. Φοβερές στιγμές! Είναι οι στιγμές που φαίνεται ότι ο Θεός μας έχει ξεχάσει. Κλονίζουν ακόμη και αγίους! Θα πρέπει πολύ να προσέξουμε αυτές τις στιγμές της φαινομενικής απουσίας του Θεού από τη ζωή μας. Να προσέξουμε να μη εγκαταλείψουμε τον αληθινό Θεό και στη θέση του βάλλουμε κάποιον άλλο. Το χρυσό μοσχάρι των Ισραηλιτών στην έρημο του Σινά, στο οποίο προσέτρεξαν να λύσουν τα προβλήματά τους, αφού τους έλειψε ο Μωυσής για 40 μέρες χωρίς να δώσει σημείο ζωής, δείχνει που μπορεί να καταντήσει ο άνθρωπος πάνω στην απελπισία του.
Ειδικώτερα πρέπει να προσέξουμε την περίπτωση που έχουμε ανίατη ασθένεια και ο Θεός, για τους λόγους που εκείνος ξέρει, δεν δίδει απάντηση στις προσευχές μας. Υπάρχει άμεσος κίνδυνος να καταφύγουμε σε μάγους, σε μέντιουμ, σε αστρολόγους, και σε χίλιους άλλους δυο, που όχι μόνο δεν έχουν καμμία σχέση με το χριστιανισμό, αλλά είναι τα υποκατάστατα του αληθινού Θεού και προσφέρουν υποδούλωση σε πονηρά πνεύματα. Ο άγιος Χρυσόστομος λέγει, ότι σε περίπτωση που έχουμε σοβαρά προβλήματα στη ζωή μας και ο Θεός δεν δώσει λύση σ’ αυτά και εμείς –παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε και που κυριολεκτικά μας εξουθενώνουν– δεν τρέξουμε σ’ άλλους «σωτήρες», τότε ως μάρτυρες θα δοξασθούμε.
Και κάτι άλλο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μια για πάντα. Αν ο Θεός δεν δίδει απάντηση στις προσευχές μας μερικές φορές, δεν σημαίνει εξάπαντος ότι δεν έχουμε την ανάλογη πίστη· αλλά μερικές φορές συμβαίνει αυτό, διότι ο Θεός μας βρίσκει τόσο πιστούς, τόσο δυνατούς, τόσο αλύγιστους, ώστε να μπορεί να επαναπαυθεί ότι θα μείνουμε δικοί του, ακόμη κι αν αυτός σιωπά. Σ’ αυτή τη περίπτωση, η σιωπή του Θεού είναι το μεγαλύτερο έπαθλο που μπορεί να πάρει ο πιστός σ’ αυτή τη ζωή. Είναι ένα σίγουρο και ατράνταχτο αποδεικτικό της αξίας του και της μεγαλωσύνης του.
Συγχρόνως ο Ιώβ παραπονείται για τους φίλους και γνωστούς του οι οποίοι και αυτοί τον εγκατέλειψαν. Τον συνάντησαν αλλά τον προσπέρασαν, όπως ο χείμαρρος που περνά χωρίς να δροσίσει την κατάξηρη πεδιάδα ούτε να ζωογονήσει τους παρακείμενους αγρούς, παρασέρνοντας και το γόνιμο χώμα, και όπως το κύμα μας αγκαλιάζει προς στιγμή για να μας αφήσει, εάν φυσικά δεν μας πνίξει. Πέφτουν επάνω του σαν χιόνι και σαν παγωμένο κρύσταλλο. Η επαφή τους είναι ψυχρή και φλεγματική και τίποτα δεν συνεισφέρει στο να τονώσει το ηθικό του. Κι όπως το χιόνι και ο κρύσταλλος, αν αυξηθεί η θερμοκρασία του περιβάλλοντος λιώνει, έτσι κι αυτοί στις πύρινες δοκιμασίες του Ιώβ έλιωσαν και εξαφανίσθηκαν. Μη ξεχνάμε τον εγκατέλειψε ακόμη και η σύζυγός του! Ο Ιώβ έμεινε ολομόναχος, αποξενωμένος και απαράκλητος. Μοιάζει με τους Θαιμανούς και τους Σαβαίους, που ζούσαν στην έρημο της Αραβίας, την άβατη και άνυδρη, και ταλαιπωρούνταν ποικιλοτρόπως στις οδοιπορίες τους. Ας προσέξουν όσοι στηρίζουν τις ελπίδες τους στις οχυρωμένες πόλεις και στα χρήματά τους θα καταντροπιασθούν και θα απογοητευθούν.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ