ΙΩΒ (Η´.)

Πέρασε πολύς χρόνος που ο Ιώβ βρισκόταν στην φρικτή και οδυνηρή αυτή ασθένειά κι ενώ βρισκόταν στην εσχάτη αδυναμία και απόγνωση, ο Σατανάς ξανά επιτίθεται έχοντας ως όπλο του αυτή τη φορά τη σύζυγό του. «Και εχθροί του αν­θρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. 10,36) λέγει ο αψευδής λόγος του Χριστού.

Δεν γνωρίζουμε το όνομα της γυναικός του Ιώβ. Δεν ενδιαφέρεται το ιερό κείμενο πολλές φορές δια τα πρόσωπα που είναι εκτός της εύνοιας και της χάρης του Θεού. Που παίζουν το παιχνίδι του Διαβόλου και είναι έρμαια των παθών τους, της απιστί­ας τους και της πνευματικής αγυμνασίας τους. Δεν είναι προσωπικότητες αλλά σάρ­κες. Τα αναφέρει γενικά και αόριστα χωρίς να διασώζει ούτε το όνομά τους.

Ο πειρασμός της γυναίκας του Ιώβ είναι πολύ σοβαρός.

α´) Τον χλευάζει διά την σταθερότητά του. Μέχρι πότε θα δείχνεις καρτερία... Ο Θεός σε άφησε χωρίς περιουσία, υπηρέτες, παιδιά και συ περιμένεις από αυτόν καλυ­τέρευση της ασθενείας σου;

β´) Τον αποτρέπει από την ελπίδα που είχε. Μάταια ελπίζεις· πέρασε τόσος καιρός και συ λέγεις θα περιμένω ακόμη λίγο. Αντί να τονώσει το ηθικό του, αυτή τον απο­γοητεύει.

γ´) Τον θυμίζει τον χαμό των παιδιών τους, διά τα οποία η ίδια πολλά υπέφερε και κόπιασε. Πήγαν χαμένοι οι κόποι της ολοκληρωτικά. Είναι σαν να του λέγει δέκα παιδιά χάθηκαν. Δεν μπορούσε ο Θεός να μας άφηνε ένα, δύο... Όλα έπρεπε να τα πάρει;

δ´) Τον προσγειώνει πολύ άσχημα υπενθυμίζοντας την αθλία του κατάσταση. Κάθεσαι πάνω στην σαπίλα των σκουληκιών και διαμένεις έξω από το σπίτι σου, υπαίθρια. Σαν να είσαι αλήτης, άνθρωπος χωρίς καμμιά τιμή και αξία.

ε´) Τον κατηγορεί δια την κατάστασή της. Είναι και η ίδια από αρχόντισσα και κυ­ρία της ανώτερης τάξεως περιφερόμενη και ζητιάνα, παραδουλεύτρα και υπηρέτρια, διά να επιζήσει και να μη πεθάνει της πείνας. Περιμένει πότε να δύσει ο ήλιος διά να λυτρωθεί κάπως από τα βάσανά της μέσα στον ύπνο και την υποχρεωτική νάρκωση και απραγία της νύκτας.

στ´) Η κορύφωση του πειρασμού. Μετά από τόση εγκατάλειψη και περιφρόνηση από τον Θεό, διατί δεν τον βλασφημείς και μετά δεν αυτοκτονείς; Η κύρια και κα­θαυτό επιθυμία του Σατανά· να γίνει αυτό που είπε στον Θεό, ότι ο Ιώβ εάν δοκιμα­στεί κατ' αυτό τον τρόπο θα τον βλασφημήσει. Και η τελική καταστροφή του Ιώβ. «Και μετά πέθανε», δηλαδή αυτοκτόνησε. Μη περιμένεις το τέλος να έλθει από μόνο του. Δεν υπάρχει πιο σατανικό πράγμα από το να προτρέπεις και να υποκινείς τον άλλον να αυτοκτονήσει. Αν είναι ένα πράγμα που ποτέ δεν πρέπει να κάνει ένας άν­θρωπος και σε καμμιά περίπτωση είναι η αυτοκτονία. Καταστρέφουμε κάθε ελπίδα μετανοίας και διορθώσεως. Αν ο Αδάμ και η Εύα αυτοκτονούσαν μετά την πτώση και την εκδίωξη τους από τον παράδεισο, το ανθρώπινο γένος θα καταστρεφόταν οριστικά και αμετάκλητα. Ο Θεός δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα δια την σωτηρία μας.

Ο Ιώβ όμως ήταν γενναία και πιστή ψυχή. Αγαπούσε τον Θεό «εξ όλης της καρδί­ας αυτού και εξ όλης της ψυχής αυτού και εξ όλης της ισχύος αυτού και εξ όλης της διανοίας αυτού» (Λουκ. 10,27). η απάντηση του ήταν καταπέλτης.

«Αυτός δε αφού την κοίταξε επιτιμητικά της είπε· 'Διατί μίλησες σαν μία από τις ανόητες και απερίσκεπτες γυναίκες; εάν δεχθήκαμε με χαρά και αγαλλίαση τα αγαθά που μας πρόσφερε ο Κύριος, διατί να μη δεχθούμε με υπομονή και πίστη στη θεία του πρόνοια τα δυσάρεστα και θλιβερά γεγονότα; Έτσι ο Ιώβ και πάλι κατόρθωσε αντιμε­τωπίζοντας τους νέους πειρασμούς και τα μαρτύρια να μη αμαρτήσει σε τίποτα έναντι του Θεού με τα χείλη του και φυσικά με την καρδιά του».

Ο Ιώβ ελέγχει την γυναίκα του ως ανόητη και απερίσκεπτη. Εκείνη νόμιζε ότι μί­λησε λογικά και ρεαλιστικά κι αυτός την αποδεικνύει ότι είναι άμυαλη και επι­πόλαια. Τα αγαθά και τα κακά είναι αντίθετα μεταξύ τους, αλλά δια τον Ιώβ προέρ­χονται από την ίδια πηγή τον Θεό. Η Γραφή το υποστηρίζει αυτό σε πολλά της χω­ρία. Ο Θεός έκανε το φως αλλά και το σκοτάδι. Προσφέρει την ειρήνη αλλά και τα κακά (πρβλ. Ησ. 45,7 και Θρ. Ιερ. 3,38). Όταν κάποιος μας δίνει του κόσμου τα αγα­θά σημαίνει ότι είναι φίλος, προστάτης και κηδεμόνας στοργικός. Αν αυτός επιτρέψει να περάσουμε και φρικτές δοκιμασίες, αυτό σημαίνει ότι, διά λόγους που δεν γνωρί­ζουμε ούτε τους κατανοούμε, πρέπει και επιβάλλεται να τα υπομείνουμε, όσο κι αν μας κοστίζει αυτό. Βέβαια την ελέγχει με σύνεση και διάκριση. Δεν την λέγει ότι εί­ναι άφρων και ανόητη, αλλά ότι μίλησε σαν άφρων και ανόητη. Τουτέστιν διατί αδι­κείς τον εαυτό σου με τα λεγόμενά σου. Τίποτα αντάξιο της προσωπικότητας σου δεν είπες. Χρησιμοποιείς λεξιλόγιο απίστων και ειδωλολατρών.

Η γυναίκα του Ιώβ μιμήθηκε την Εύα, αλλά ο Ιώβ δεν μιμήθηκε τον Αδάμ. Ο Αδάμ υπέκυψε στην πίεσή της και τις συμβουλές της, αλλά ο Ιώβ όχι μόνο δεν υπο­κύπτει αλλά και την ελέγχει και την διορθώνει, προσπαθώντας να την σώσει και όχι να δικαιολογηθεί εκ των υστέρων ότι εκείνη τον παρέσυρε. Είναι ο διοικητής και αρ­χηγός της συζύγου του και όχι ο ρυμουλκούμενος από αυτήν. Ο άγιος Χρυσόστομος θεωρεί τον Ιώβ πολύ ανώτερο του Αδάμ. Ο Αδάμ χωρίς να χάσει παιδιά, ποίμνια, υπηρέτες, υγεία και χωρίς να υποστεί τα μαρτύρια του υπέκυψε στις ψεύτικες και απατηλές υποσχέσεις του Διαβόλου από ραθυμία, ακηδία, απιστία, ανοησία. Ο Ιώβ αντίθετα υφιστάμενος τόσα και τόσα δεν υπέκυψε και παρέμεινε πιστός και άσει­στος.

«Όταν άκουσαν τρεις στενοί φίλοι του όλα τα κακά που τον βρήκαν, ήλθαν ο κα­θένας τους από την χώρα τους προς αυτόν. Ο Ελιφάζ που ήταν βασιλιάς των κατοίκων της Θαιμάν, ο Βαλδάδ ο απόλυτος άρχοντας των Σαυχαίων, και ο Σωφάρ ο βασιλιάς των Μιναίων. Ήλθαν προς αυτόν με κοινή απόφαση, διά να τον παρηγορήσουν και να τον επισκεφθούν. Όταν τον είδαν από μακριά δεν τον αναγνώρισαν, λόγω της παρα­μορφώσεως από την ασθένειά του. Αφού έβγαλαν φωνή μεγάλη, ξέσπασαν σε λυγμούς και κλάματα, συγχρόνως δε ξέσχισαν ο καθένας την στολή του και, αφού έριξαν σκόνη από τη γη στις κεφαλές τους, κάθισαν κοντά του επτά μέρες και επτά νύκτες, χωρίς να μιλούν. Έμειναν εμβρόντητοι από την φοβερή κατάστασή του, που τυραννούσε όλο το σώμα του».

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή