Ι
Είναι αξιοπρόσεκτα τα επίθετα με τα οποία χαρακτηρίζεται ο Ιώβ.
Α´. Αληθινός. Λέγει ο άγιος Χρυσόστομος ότι οι σοφοί που έιναι έξω της Εκκλησίας ορίζουν τον άνθρωπο ως ζώον, λογικόν, θνητό· η αγία Γραφή όμως λέγει άνθρωπο αυτόν που έχει διασώσει το κατ' εικόνα. Έτσι εδώ ονομάζει τον Ιώβ ως αληθινό άνθρωπο, θέλοντας να δείξει ότι τίποτα δεν χαρακτηρίζει πληρέστερα τον άνθρωπο όσο το να είναι όπως τον έκανε ο Θεός και να προσπαθεί να φθάσει στην όσο το δυνατόν πληρέστερη ομοίωση με τον δημιουργό του. Κι αυτό όχι θεωρητικά, υποκριτικά, προσποιητά, αλλά με έργα και πράξεις ν' αποκαλύπτει την αρετή του.
Β´. Άμεμπτος. Ο αθώος, ο απονήρευτος, ο άδολος και απλός. Δεν λέγει ανέγκλητος, διότι αυτό λέγεται για μεγάλα εγκλήματα και παραπτώματα του ανθρώπου. Λέγει άμεμπτος διά να δείξει ότι δεν είχε ούτε τα μικρά και ελάχιστα των αμαρτημάτων. Ούτε αυτά που προκαλούν κάποια μέμψη μικρή και ασήμαντη. Φρόντιζε να μη κυριευθεί ούτε από τις πιο μικρές αδυναμίες.
Γ´. Δίκαιος. Ως προς τους ανθρώπους αλλά και δίκαιος με την έννοια που έχει η λέξη στην Γραφή, δηλαδή ο καθολικά ενάρετος και όσιος. Οι περισσότεροι των ανθρώπων ασκούν κάποια αρετή αλλά έχουν πλήθος άλλες αδυναμίες. Σπανίζουν οι άνθρωποι που φροντίζουν καθολικά και ολοκληρωτικά να είναι τέλειοι, όσο βέβαια είναι δυνατό αυτό στον άνθρωπο. Διότι απόλυτα τέλειος είναι μόνο ο Θεός.
Δ´. Θεοσεβής. Δηλαδή άνθρωπος που φοβόταν τον Θεό. Ο άγιος και αγνός φόβος του Θεού κυβερνούσε όλες τις ενέργειές του. Συνεπώς ήταν δίκαιος, δηλαδή τέλειος ως προς τους ανθρώπους και θεοσεβής, δηλαδή τέλειος ως προς τον Θεόν. Κι αυτό το επιτύγχανε έχοντας και τέλεια ταπείνωση. Ενώ ασκούσε πλήρως την αρετή και ενώ ο Θεός ο ίδιος τον επαινεί και τον παρουσιάζει ως τέλειο πιστό και υπηρέτη του, ο ίδιος λέγει για τον εαυτό του, αλλά και για όλους τους ανθρώπους βέβαια, ότι «Ουδείς καθαρός από ρύπου, εάν και μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης (Ιώβ 14, 4-5).
«Απέκτησε επτά αγόρια και τρία κορίτσια. Και ήταν τα ζώα του επτά χιλιάδες πρόβατα, τρεις χιλιάδες γκαμήλες, πεντακόσια ζευγάρια βοών, πεντακόσια θηλυκά γαϊδούρια και πάρα πολλοί υπηρέτες. Και επιχειρούσε μεγάλα έργα επί της γης και ήταν σεβαστή προσωπικότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων της Ανατολής».
Ο Ιώβ ήταν πολύτεκνος αλλά και πλούσιος πολύ. Ο Θεός τον είχε ευλογήσει και στο θέμα της πολυτεκνίας αλλά και στο θέμα της ευημερίας. Η περιουσία τότε, που οι άνθρωποι ήταν κυρίως νομάδες, βρισκόταν στο πλήθος των ζώων αλλά και των υπηρετών, οι οποίοι ήταν απαραίτητοι για να ποιμαίνουν και να φροντίζουν τα ζώα. Οι αριθμοί των ζώων που παραθέτει το ιερό κείμενο, όπως και το πλήθος των υπηρετών παρουσιάζουν τον Ιώβ όχι απλώς πλούσιο αλλά βαθύπλουτο.
Κι ενώ η Γραφή λέγει ότι δύσκολα ο πλούσιος εισέρχεται στην βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 19,23), εν τούτοις ο πλούτος δεν εμπόδισε τον Ιώβ να έχει ευσέβεια και απερίγραπτη αγάπη και αφοσίωση στον Θεό. Τίποτα το υπερήφανο, το εγωιστικό, το σκληρό, το απάνθρωπο δεν τον διακρίνει, αλλά αντιθέτως ο πλούτος του ήταν το μέσο για να δρα κοινωνικά και να επουλώνει τις κοινωνικές πληγές της τότε εποχής.
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να παραθέσουμε αποσπάσματα από ένα παλαιότερο άρθρο του εφοπλιστού Γ. Λαιμού στο περιοδικό «Πανευρώπη-Ελληνισμός» τα οποία είναι πολύ σχετικά με το θέμα του πλούτου και πως τον αντιμετώπιζαν μεγάλοι ή άγιοι άνδρες διαχρονικά (πρβλ. «Εργατικό φως» Ιούνιος-Ιούλιος 1979, αριθ. φύλ. 203). Γράφει ο Γ. Λαιμός· «Καμαρώνει ο επιχειρηματίας τα κτίσματά του, τ' αποθέματά του. Όλα όμως αυτά είναι κωφάλαλα. Όμως όσα αποκτούν οι εργαζόμενοι υπό την διεύθυνσή του, όταν σχετίζονται με την πρόνοια και την πρωτοβουλία του έχουν όχι μόνο φωνή, αλλά λογική και αίσθημα. Συνεπώς εκφράζουν προς τον δότη τον ευγενέστερο έπαινο. Του λένε· Πέτυχες. Έγινες έργω «μιμητής Θεού». Έδωσες εργασία σε χέρια που σε χρειαζόταν και την χρειαζόταν. Και δεν είδες τα χέρια σαν άψυχα εργαλεία, αλλά σαν ανθρώπινες αξίες, πάνω στις οποίες στηρίζονται ανθρώπινες υπάρξεις».
Είναι πραγματικά πολύ σπουδαίο ο επιχειρηματίας, ο πλούσιος να βλέπει τα κτίσματά του σαν κωφάλαλα. Σαν αντικείμενα δίχως ζωή και πνοή. Σαν μια νεκρή ύλη την οποία δεν πρέπει να την θεοποιεί και να προσκολλάται και να ελπίζει σε αυτή. Όταν όμως αυτά τα κτίσματα σχετίζονται με την πρόνοια των εργαζομένων, τότε παίρνουν και δίνουν ζωή. Όταν οι εργάτες δεν αδικήθηκαν· δεν δούλεψαν πολύ και πληρώθηκαν λίγο· δεν έφτιαξαν τα μέγαρα των επιχειρηματιών, αυτοί όμως μένουν σε σλάμς, σε τρύπες, και τενεκεδένια σπίτια. Έχουν κι αυτοί το φάρμακο για τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους. Έχουν το νοσοκομείο και την περίθαλψή τους. Έχουν γενικά, όχι τις ανέσεις ενός πλουσίου (γιατί αυτές πολλές φορές ζημιώνουν και δεν ωφελούν), αλλά τα μέσα μιας υποφερτής ζωής.
Δεν είναι όμως μόνο ο εργάτης. Είναι και τόσος άλλος κόσμος, που έρημος απόκληρος τρωγλοδύτης, ξεχασμένος άρρωστος, παράλυτος έχει ανάγκη από τα «αποκτήματα» του πλουσίου. Τα «κωφάλαλα» αυτά κτίσματα, όταν δοθούν εκεί που υπάρχει ανάγκη, παίρνουν φωνή και χίλιους επαίνους τραγουδάνε σ' εκείνον που ανακούφισε τον πόνο. Χίλιες ευχές του δίνουν και σαν αντιπρόσωπο του Θεού στη γη τον βλέπουν.
Τι όμως συνήθως συμβαίνει στο χώρο των πλουσίων μας το αναπτύσσει ο ίδιος ο αρθρογράφος.
«Υπάρχει αυτό το παράδοξο και απίστευτο. Μπορεί κανείς να δεχθεί ότι ένας άνθρωπος, με δύο κόκκους νου, προτιμά από άνθρωπος να γίνει λύκος; να χάσει δηλαδή το ανθρώπινο σώμα του, δια ν' αποκτήσει το σώμα του λύκου; Βεβαίως όχι. Ποιός δέχεται να γίνει από άνθρωπος ζώο; κι όμως αυτή η τερατώδης μεταμόρφωση λαμβάνει χώρα στο ψυχικό σχήμα του πλουσίου που κοιτάζει μόνο το συμφέρον του. Ενώ έχει τα μέσα ν᾽ ασκεί βασιλική εξουσία, να περιβάλλεται με την τιμή που αρμόζει σε βασιλιά, μεταμορφώνεται σε λύκο, που συσσωρεύει στην φωλιά του την λεία του, οδηγούμενος μόνο από το ένστικτό του, αφού δεν έχει μέσα διανοήσεως, για να σκεφθεί ότι υπόκειται στο κίνδυνο του θανάτου και συνεπώς η συσσωρευμένη στη φωλιά λεία του θα σαπίσει. Ο κλεισμένος στη φωλιά του πλούσιος, γνωρίζει ότι ανά πάσα στιγμή τον παρακολουθεί ο θάνατος, παρά ταύτα όμως σφίγγει την λεία του, την φρουρεί και προτιμά την σήψη της και την σήψη του. Ένα από τα δικαιολογητικά της αχαρακτηρίστου αυτής εκπτώσεως είναι και η πρόνοια για τους κληρονόμους του. Μήπως όμως δεν είναι στοργική πρόνοια και ασφαλής επένδυση υπέρ των κληρονόμων, το παρακράτημα για έργα αγαθά, με τα εξυψώνεται η ηθική προσωπικότητα του πλουσίου και εξασφαλίζεται η αγαθή της κοινωνίας γνώμη υπερ αυτού και των δικών του;».
Αν τα παραπάνω τα έλεγε ένας εργάτης, ένας φτωχός· αν ονόμαζε λύκο τον πλούσιο που σαπίζει μέσα στην κωφάλαλη ύλη του· αν χαρακτήριζε κατάπτωση την κατάσταση αυτή του πλουσίου· ασφαλώς θα τον κατηγορούσαν ότι ο φθόνος είναι το ελατήριό του και η κακία το κίνητρό του. Ωστόσο αυτούς τους βαρείς χαρακτηρισμούς τους χρησιμοποιεί ένας εφοπλιστής! Και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει, ότι επειδή αυτός δε πέτυχε στη ζωή του, ξεσπάει κατά των άλλων.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ