Το χρυσό άγαλμα
Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ κατά το 18° έτος της βασιλείας του, όταν γύρισε νικητής από τους πολέμους του εναντίον των Ιουδαίων και των Σύρων (τότε κατέστρεψε οριστικά την Ιερουσαλήμ), κατασκεύασε ένα χρυσό άγαλμα το ύψος του οποίου ήταν 60 πήχεις (περίπου 30 μέτρα) και το πλάτος του 6 πήχεις (περίπου 3 μέτρα). Ήταν δηλαδή δεκαπενταπλάσιο του αναστήματος ενός ψηλού ανθρώπου. Το άγαλμα αυτό το έστησε όχι μέσα στην πόλη της Βαβυλώνας, όπου υπήρχε πλήθος αγαλμάτων, αλλά έξω από αυτήν στην πεδιάδα Δεειρά. Εκεί δέσποζε και ήταν περίοπτο από παντού. Το άγαλμα κατ' αλλους ερμηνευτές εικόνιζε τον Ναβουχοδονόσορα, κατ' άλλους εικόνιζε τον Βηλ, προστάτη θεό των Βαβυλωνίων. Η πρώτη εκδοχή μάλλον είναι η πιο σωστή.
Ο Ναβουχοδονόσορ ομολόγησε μεν, μετά την ερμηνεία του ονείρου του από τον Δανιήλ, ότι «πράγματι ο Θεός σας είναι Θεός θεών και κύριος των βασιλέων και είναι αυτός που αποκαλύπτει μυστήρια» (Δαν. 2,47), αλλά δεν έπαυσε να λατρεύει τα είδωλα. Όλοι οι αρχαίοι ειδωλολάτρες πίστευαν ότι κάθε έθνος έχει τους δικούς του θεούς, αλλά μπορεί να λατρεύει και άλλους. Δεν υπήρχε η αποκλειστικότητα του ενός Θεού, όπως στο Ισραήλ. Ο Ναβουχοδονόσορ, λοιπόν, αυτός που προσκύνησε τον Δανιήλ και του προσέφερε αναίμακτες θυσίες, αυτός τώρα γεμάτος υπερηφάνεια από τις νίκες του, και κρατώντας από το όνειρο –που του εξήγησε ο Δανιήλ– αυτό που τον κολάκευε, ίσως και θέλοντας να αναγάγει τον εαυτό του στην τάξη του θεού, πράγμα που είναι το όνειρο κάθε ανθρωποκεντρικού ηγεμόνα, κατασκεύασε το άγαλμα αυτό, χωρίς να σκέφτεται την συντριβή του αγάλματος που είδε στο όνειρο του και την διασπορά της σκόνης του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Θα έπρεπε μετά την αποκάλυψη του Θεού να είναι ταπεινός και συνετός, αλλά αυτός σαν το σκυλί που γυρίζει και τρώει το εμετό του και σαν το γουρούνι που ξαναμπαίνει στον βούρκο του (Β´ Πετρ. 2,22) επιστρέφει στην ειδωλολατρία και τον σατανικό ναρκισσισμό του.
Κατόπιν ο βασιλιάς έστειλε απεσταλμένους να συναθροίσουν τους υπάτους (σατράπες), τους στρατηγούς (στρατιωτικοί αρχηγοί), τους τοπάρχες (κυβερνήτες μικρών περιοχών), τους ηγουμένους (προεστώτες), τους τυράννους (ηγεμόνες), τους προϊσταμένους υπηρεσιών και γενικά όλους τους άρχοντες των χωρών που εξουσίαζε, διά να έλθουν στα εγκαίνια του αγάλματος που κατασκεύασε. Όλοι αυτοί υπεβλήθησαν εις μεγάλους κόπους και πάρα πολλά έξοδα, δια να ικανοποιήσουν τον εγωισμό και την ψυχασθένεια του Ναβουχοδονόσορα.
Αφού συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί οι αξιωματούχοι και ο λαός, ένας κήρυκας άρχιζε να φωνάζει ότι μόλις ηχήσουν οι σάλπιγγες, οι αυλοί, οι κιθάρες, οι λύρες, οι άρπες, οι γκάιντες και κάθε άλλο είδος μουσικών οργάνων θα πέσετε κάτω με το πρόσωπο να ακουμπά στη γη και θα προσκυνήσετε το χρυσό άγαλμα, που έστησε ο βασιλιάς. Όποιος δεν το κάνει αυτό θα ριφθεί στο αναμμένο και πυρακτωμένο καμίνι της φωτιάς. Αυτό που είπε ο κήρυκας, μόλις ακούστηκαν οι ήχοι των διαφόρων οργάνων, τα διάφορα μουσικά και ακουστικά εφέ, που ψυχολογικά επιδρούσαν στην όλη διαδικασία, εκτελέστηκε. Όλο το πλήθος αρχόντων και αρχομένων έπεσε κατά γης και προσκύνησε το χρυσό άγαλμα.
Ενώ γινόταν όλα αυτά, πλησίασαν τον βασιλιά μερικοί από τους Βαβυλωνίους και κατηγόρησαν ότι οι Ιουδαίοι, και μάλιστα αυτοί που τοποθέτησε ο βασιλιάς προϊσταμένους επί των υποθέσεων της επαρχίας της Βαβυλώνας, ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδεναγώ, δεν λατρεύουν τους θεούς του ούτε προσκυνούν τον ανδριάντα τον χρυσό κατά το πρόσταγμά του. Ο βασιλιάς στο άκουσμα αυτής της πληροφορίας έγινε έξω φρενών και αμέσως διέταξε να προσαχθούν μπροστά του οι Τρεις Παίδες. Τους ενημέρωσε τότε οργισμένος για την πληροφορία που είχε και τους είπε ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί ειδικά γι' αυτούς. Εάν μετά το άκουσμα των διαφόρων μουσικών οργάνων δεν πέσουν να προσκυνήσουν τον χρυσό ανδριάντα αμέσως και χωρίς καμμία αναβολή, θα ριφθούν στην κάμινο του πυρός, που ήδη λειτουργεί, και μετά θα δούνε αν υπάρξει θεός που να τους σώσει από τα χέρια του.
Πίσω από την κατηγορία των Βαβυλωνίων φαίνεται ο φθόνος και η μοχθηρία των εντοπίων για τις τιμές που έδωσε ο βασιλιάς τους στους Ιουδαίους. Ξέχασαν την αδυναμία τους να ερμηνεύσουν το όνειρο του βασιλιά, ξέχασαν ότι κινδύνευσαν να θανατωθούν λόγω της αδυναμίας τους αυτής και ότι τους έσωσε ο Δανιήλ από την δύσκολη αυτή κατάσταση, ενώ μπορούσε να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία εκείνη και να τους καταστρέψει, για να μή έχει στο μέλλον ανταγωνιστές και αντίζηλους. Έπειτα θα έπρεπε να σεβασθούν κι αυτοί και ο βασιλιάς τους ότι οι Ιουδαίοι είχαν την δική τους θρησκευτική παράδοση, το δικό τους πιστεύω, και, εφόσον ήταν υπάκουοι και δεν δημιουργούσαν κανένα πρόβλημα στο κράτος και στον βασιλιά, θα έπρεπε να μείνουν ελεύθεροι να λατρεύουν τον δικό τους Θεό, ο οποίος κατά την ομολογία του βασιλιά τους μετά την αποκάλυψη και ερμηνεία του ονείρου του είναι Θεός θεών και κύριος βασιλέων.
Αξιολύπητος όμως είναι και ο Ναβουχοδονόσορ. Ξεχνά κι αυτός τι του προσέφεραν οι Ιουδαίοι και την αδυναμία των υπηκόων του να λύσουν το πρόβλημά του. Ξεχνά ότι ήταν νομοταγείς και δεν έδωσαν καμμία αφορμή στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Έτσι αυτός ο άρχοντας των άλλων γίνεται δούλος του πάθους του θυμού. Είναι η αδυναμία όλων όσων έχουν υψηλές θέσεις να γίνονται έξω φρενών όταν δεν εκτελεστούν οι διαταγές τους. Ενώ θα πρέπει ο διοικητής να είναι πάντα ψύχραιμος και νηφάλιος, ακόμη κι όταν τιμωρεί, να ψάχνει δε να βρει την αιτία που δεν γίνονται δεκτές οι εντολές του και δεν εισακούεται. Μπορεί να φταίει αυτός και όχι οι υφιστάμενοί του. Αλάθητος είναι μόνο ο Θεός. Έτσι, αν ανακαλύψει ότι αυτός έκανε λάθος, να διορθώνει το λάθος του και να μη ξεσπά στους υφισταμένους του. Η κακοήθεια του Ναβουχοδονόσορος, η έπαρση και η αναίδειά του, όπως και το ασεβές και αντίθεο της προσωπικότητάς του τη στιγμή αυτή, που τον καθιστά πρόδρομο του Αντίχριστου, είναι ο κομπασμός του «να δούμε ποιός Θεός θα μπορέσει να σας σώσει από τα χέρια μου». Αυτός που προσκύνησε τον Δανιήλ και του προσέφερε αναίμακτες θυσίες, αυτός που είπε ότι ο Θεός τους είναι «Θεός θεών και κύριος των βασιλέων» αυτός τώρα σαρκαστικά και χαιρέκακα τους λέγει «να δούμε ποιος θεός θα σας σώσει από τα χέρια μου». Τουτέστι εγώ είμαι θεός, πέστε και προσκυνήστε με, αν θέλετε να ζήσετε και να μη καείτε.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ