ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΕΛΙΣΑΙΟΣ (ΙΣΤ´.)

Ο Ιού, αφού εξολόθρευσε όλους τους απογόνους του Αχαάβ όπως κι αυτούς που είχαν σχέση με αυτόν στην Ιεζράελ, σηκώθηκε και πήγε στην Σαμάρεια. Στο δρόμο που βάδιζε έφθασε κάποια στιγμή στην Βαιθακάδ, δηλαδή στην «κατασκήνωση των βοσκών». Βρήκε εκεί τους συγγενείς του Οχοζία, βασιλιά του Ιούδα, που τον είχε εξοντώσει μαζί με τον Ιωράμ, και τους ρώτησε ποιοι είναι. Όταν εκείνοι του απάντη­σαν ότι είναι συγγενείς του Οχοζία και πηγαίνουν στην Ιεζράελ για να υποβάλουν τα σέβη τους στους υιούς του βασιλιά Αχαάβ και της βασίλισσας Ιεζάβελ, εκείνος διέταξε τους άνδρες του να τους συλλάβουν όλους και να τους σφάξουν. Και έτσι έγινε. Έσφαξαν σαράντα δύο άνδρες και δεν άφησαν κανένα ζωντανό. Να τα αποτε­λέσματα για όσους έχουν σχέση με τους ασεβείς.

Ο Ιού μετά από αυτό το γεγονός συνέχισε την πορεία του και καθ' οδόν συνάντησε τον Ιωναδάβ, τον υιόν του Ρηχάβ, που ερχόταν να τον συναντήσει. Ο Ιωναδάβ ήταν μέλος της φυλής των Κιναίων ή Κενιτών (Α´ Παραλ. 2,55) στην οποία ανήκε και ο Ιο­θόρ, ο πεθερός του Μωυσή (Γεν. 15,19). Ο Ιωναδάβ δεν είχε σχέση με τις υπο­θέσεις του κόσμου και τα βιοτικά πράγματα, διότι ήταν αυτός που εισήγαγε την ασκητική ζωή, όπως μας πληροφορεί ο προφήτης Ιερεμίας (Ιερ. 42,6-7). Αν και δεν ήταν προφήτης, ιε­ρεύς, ή λευίτης, ούτε πρίγκιπας ή άρχοντας, εν τούτοις τον εκτι­μούσαν για την ευ­σέβεια, την αυταπάρνησή του καθώς και για την ασκητικότητά του. Η αγιότητα είναι το μεγάλο προσόν για κάθε άνθρωπο και όχι τα αξιώματα, εκ­κλησιαστικά ή πολιτικά αυτά καθ' εαυτά. Ο Ιω­ναδάβ έτρεξε να βρει τον Ιού και να τον συμπαρασταθεί στο έργο του. Ο Ιού προφανώς είχε ακού­σει γι' αυτόν. Δεν έτρεξε να τον συναντήσει ο ίδιος, αλλά τώρα που εκείνος τον βρήκε, αφού διηρεύνησε ότι οι προθέσεις του είναι ειλικρινείς και αγαθές για το πρόσωπό του, τον πήρε πάνω στο άρμα του και εισήλθε μαζί του στην Σαμάρεια, για να δείξει ότι έχει την στήριξη των αφιερωμένων στον Θεό ανθρώπων. Έτσι ο βασιλιάς τίμησε τον άγιο, αλλά και ο άγιος τίμησε τον βασιλιά. Μάλιστα η τιμή του αγίου ήταν μεγαλύτερη από την τιμή του βασιλιά, ενώπιον Θεού αλλά και ενώπιον των ευσεβών πιστών.

Ο Ιού, αφού εισήλθε στην Σαμάρεια μαζί με τον Ιωναδάβ, εξολόθρευσε όλους τους απογόνους του Αχαάβ που είχαν εναπομείνει, όπως είχε προφητεύσει ο Κύριος μέσω του Ηλία. Αμέσως μετά έκανε το εξής τέχνασμα. Συγκέντρωσε όλο τον λαό της Σαμάρειας και τους είπε ότι αυτός θα λατρεύσει τον Βάαλ περισσότερο από τον Αχα­άβ. Λοιπόν όλοι οι προφήτες, οι ιερείς και οι λάτρεις του Βάαλ να συγκεντρωθούν κοντά του, διότι θα προσφέρει θυσία σ' αυτόν. Όποιος απουσιάσει θα θανατωθεί. Μετά το μήνυμα αυτό του βασιλιά όλοι όσοι λάτρευαν τον Βάαλ συγκεντρώθηκαν στον ναό του και έγινε τόσος συνωστισμός που τα πρόσωπά τους άγγιζαν το ένα με το άλλο. Ο Ιού διέταξε να βγουν από το σκευοφυλάκιο οι ιερές στολές για τους πι­στούς του Βάαλ (κυρίως για τους ιερείς του) και να φροντίσουν να δουν μήπως υπάρχει κανείς που δεν είναι πιστός του Βάαλ αλλά δούλος του αληθινού Θεού. Αφού εκτελέστηκαν όλες οι εντολές του, ο Ιού προσέφερε θυσία στον Βάαλ και διέταξε σε ογδόντα άνδρες τις φρουράς του, αμέσως μετά την θυσία, να σφάξουν όλους όσοι ήταν μέσα στο ναό. Έτσι η θυσία του Βάαλ ολοκληρώθηκε με την θυσία όλων των πιστών του! Έβγαλαν το άγαλμα του Βάαλ από τον ναό και το έκαψαν, κατέστρεψαν όλες τις στήλες τις αφιερωμένες στον Βάαλ και μετέβαλαν τον ναό σε βόθρο ακαθαρσιών. Με τον τρόπο αυτό κα­τέστρεψε ο Ιού την λατρεία του Βάαλ με την οποία ήταν συνδεδεμένος ο οίκος του Αχαάβ και έτσι συνέτριψε κάθε προσπάθεια να τον ανατρέψουν. Συγχρόνως όμως κέρδισε την συμπάθεια των πολλών πιστών του αληθινού Θεού, που στην εποχή του Ηλία ήταν μόλις επτά χιλιάδες, και αυτοί κρυμμένοι και χωρίς να αντιδρούν καθόλου στις ενέργειες του βασιλιά τους.

Ο Ιού ενώ ενήργησε έως εδώ σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, εν τούτοις, για πο­λιτικούς λόγους, δεν κατάργησε τις δύο χρυσές δάμαλεις στην Βαιθήλ και την περιο­χή της φυλής Δαν, που είχε κατασκευάσει ο Ιεροβοάμ, ο πρώτος βασιλιάς του βορεί­ου βασιλείου, του Ισραήλ, για να μη πηγαίνουν οι πιστοί στο ναό του Σολομώντος, που ήταν στο έδαφος του νοτίου βασιλείου του Ιούδα, και έτσι έλθουν συνθήκες επα­νενώσεως των δύο βασιλείων. Κι έτσι ενώ ο Θεός του υποσχέθηκε ότι λόγω της αρχι­κής διαγωγής του η δυναστεία του θα βασιλεύσει τέσσερις γενεές, πράγμα που έγινε και η βασιλεία τους διήρκεσε περίπου 120 έτη, ενώ η δυναστεία του Αχαάβ ήταν μόνο τρεις γενεές και μόνο για 45 έτη, ο Ιού δεν λάτρευσε τον Θεό με όλη την καρ­διά του, αφού «απέστη μεν των αμαρτιών Αχαάβ» όχι όμως και «από αμαρτιών Ιερο­βοάμ». Είναι η συνήθης τακτική των περισσοτέρων ανθρώπων να μη εφαρμόζουν το νόμο του Θεού καθολικά, αλλά περιστασιακά και εκλεκτικά, ανάλογα με το κοσμικό πνεύμα και συμφέρον. «Και στην γάτα καλησπέρα και στον σκύλο μπον σουά», όπως λέγει μια παροιμία του λαού.

Έτσι ο Θεός ενώ ευλόγησε τον Ιού ως προς την ακμή και την χρονική διάρκεια της βασιλείας του, άρχισε να περικόπτει και να μικραίνει την εδαφική ακεραιότητα του Ισραήλ. Διότι ο Αζαήλ ο βασιλεύς της Συρίας, που χρίσθηκε βασιλιάς κι αυτός από τον Ελισαίο όπως είδαμε, επιτέθηκε και χτύπησε τους Ισραηλίτες σε όλο το μήκος των συνόρων τους. Από τα ανατολικά του Ιορδάνη κατέλαβε όλη την περιοχή της φυλής του Γαδ και της φυλής του Ρουβήν και το μισό της φυλής του Μανασσή. Βέβαια ο Θεός, που προφήτεψε διά του Ελισαίου ότι ο Αζαήλ θα τιμωρούσε τους Ισ­ραηλίτες διά την συ­νεχιζόμενη ασέβεια τους, δεν θα άφηνε ατιμώρητο και τον ίδιο τον Αζαήλ (βλ. Αμώς 1,3-4). Είναι συνήθεια του Θεού να χρησιμοποιεί κάποιον ως όργανό του για να δια­παιδαγωγήσει τον λαό του, αλλά κι αυτόν με τη σειρά του θα τον παιδεύσει, εφ' όσον κινείται μέσα στα πλαίσια της αμαρτίας και της ειδωλολατρί­ας. Δεν χαρίζεται σε κανένα και δεν έχει αρρωστημένες συμπάθειες απλώς για συναι­σθηματικούς και προσωπικούς λόγους.

Είκοσι οκτώ χρόνια βασίλευσε ο Ιού με έδρα την Σαμάρεια. Η βασιλεία του άρχι­σε με δόξα, δύναμη και μεγαλοπρέπεια, δεν συνέχισε όμως κατά τον ίδιο ένδοξο τρόπο, λόγω της μη καταργήσεως πλήρως των ειδώλων. Έτσι έσβησε και ετάφη μέσα στην αφάνεια και τον διαδέχθηκε ο υιός του Ιωχάζ.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή