Στο Δ´ Βασ. 4, 8-37 είχαμε συναντήσει την φιλόξενη Σωμανίτιδα, της οποίας ο προφήτης Ελισαίος είχε αναστήσει το παιδί της. Τώρα στο όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου των Βασιλειών έχουμε ξανά αναφορά στο πρόσωπό της. Ο προφήτης Ελισαίος την συνιστά να φύγει αυτή και η οικογένειά της σε άλλο τόπο, διότι ο Κύριος θα επιφέρει λιμό στο κράτος του Ισραήλ. Και πράγματι η πείνα ήλθε στη χώρα και διήρκεσε επτά χρόνια. Η πείνα της Σαμαρείας που προκλήθηκε από την πολιορκία των Σύρων, φαίνεται δεν συνέτισε πνευματικά τους Ισραηλίτες και έτσι ο Θεός, που τους ελευθέρωσε από την πείνα των Συρίων, επιφέρει τώρα ο ίδιος νέα πείνα επτά ετών. Όταν οι μικρές παιδαγωγικές τιμωρίες του Θεού δεν μας συνετίζουν, τότε ο Θεός δίνει μεγαλύτερες. Ο λιμός αυτός είναι διπλάσιος από τον λιμό που προξένησε ο προφήτης Ηλίας πριν τον Ελισαίο.
Η Σωμανίτιδα υπάκουσε στον Ελισαίο, πήρε την οικογένειά της και έμεινε στη γειτονική χώρα των Φιλισταίων. Το ότι εκεί δεν υπήρχε πείνα σημαίνει ότι ο Θεός είχε λυπηθεί περισσότερο από τις ανομίες των Ισραηλιτών παρά από τις αμαρτίες των ειδωλολατρικών λαών, που συνόρευαν με το Ισραήλ. Όπως αγαπούσε περισσότερο τους Ισραηλίτες από τους άλλους λαούς, έτσι τους παιδαγωγούσε και περισσότερο με διάφορες δοκιμασίες.
Η Σωμανίτιδα, αφού έμεινε επτά χρόνια στη χώρα των Φιλισταίων, επέστρεψε στην πατρίδα της, αλλά βρήκε το σπίτι της και τα χωράφια της καταπατημένα. Αμέσως πήγε στον βασιλιά για να διαμαρτυρηθεί και τον βρήκε να συζητά με τον Γιεζί για τα θαύματα που είχε κάνει ο Ελισαίος. Την ώρα που ο Γιεζί του ανέφερε την ανάσταση του νεκρού υιού μιας γυναίκας εισήλθε η Σωμανίτιδα και ζήτησε την συμπαράσταση του βασιλιά, για να ανακτήσει την περιουσία της, την οποίαν είχαν καταπατήσει. Τότε ο Γιεζί εξήγησε στον βασιλιά ότι ο Ελισαίος ανέστησε τον υιό της γυναίκας, που ήταν μπροστά του. Ο βασιλιάς ρώτησε την γυναίκα για το πως έγινε το θαύμα και, αφού άκουσε όλες τις λεπτομέρειες, της έδωσε ένα αυλικό με την εντολή να φροντίσει να αποδοθούν το σπίτι και οι αγροί της, αλλά και η αξία των γεννημάτων των αγρών όλα αυτά τα έτη.
Ο Ελισαίος έχοντας εντολή από τον Θεό έρχεται στην πρωτεύουσα της Συρίας την Δαμασκό. Αυτό που είχε πει ο Θεός στον Ηλία και δεν μπόρεσε να το κάνει, το κάνει τώρα μέσω του διαδόχου του, του Ελισαίου (πρβλ. Γ´Βασ. 19,15). Ο Βασιλιάς της Συρίας, ο υιός Άδερ ο Β´, ο βασιλιάς που τόσους πολέμους επιχείρησε εναντίον του Ισραήλ και επί του Αχαάβ και επί του Ιωράμ, ο εγωιστής και προκλητικός, αυτός που δεν εκτίμησε την καλοσύνη του Αχαάβ, αυτός που είχε προσπαθήσει να φονεύσει τον Ελισαίο, διότι ενημέρωνε τον Ιωράμ, τον βασιλιά του Ισραήλ, για τις κινήσεις του συριακού στρατού, τώρα είναι άρρωστος. Ούτε οι τιμές ούτε η δόξα ούτε τα πλούτη εξασφαλίζουν τον άνθρωπο από την αρρώστια και τον θάνατο.
Μόλις ανήγγειλαν στον υιό Άδερ ότι ο Ελισαίος, ο άνθρωπος του Θεού, είναι στην Δαμασκό αμέσως διέταξε ένα αξιωματούχο του, τον Αζαήλ, να πάρει δώρα και να πάει να τον συναντήσει, για να τον ρωτήσει αν θα θεραπευθεί από την ασθένεια του. Πριν λίγο καιρό ο Οχοζίας ο διάδοχος του Αχαάβ,Θεό, είχε ρωτήσει τον «Βάαλ μυίαν Θεόν Ακκαρών» (Δ´ Βασ. 1,2), αν θα γίνει καλά και είχε δεχθεί τον έλεγχο και την επιτίμηση του προφήτη Ηλία, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα πεθάνει λόγω της προσκολλήσεώς του στην ειδωλολατρία. Ο υιός Άδερ, αν και ειδωλολάτρης, δεν ρωτά τους θεούς των ειδωλολατρών αλλά τον αληθινό Θεό μέσω του Ελισαίου. Η απιστία των πιστών και η πίστη των απίστων πολλές φορές ζωγραφίζεται παραστατικά από την Γραφή. Ο Άδερ τον Ελισαίο που προσπάθησε να φονεύσει τώρα τον τιμά σαν άγιο και ζητά την βοήθειά του. Δεν τον καλεί στο παλάτι, διότι ίσως δεν θεωρεί τον εαυτό του άξιο γι' αυτή την τιμή, ή διότι δεν θέλει να τον κουράσει. Πόσο τον άλλαξε η ασθένεια και πόσο μετέβαλε τον χαρακτήρα του προς το καλύτερο.
Ο Αζαήλ πήρε σαράντα καμήλες φορτωμένες με πολύτιμα δώρα και πήγε να τον συναντήσει. Του μίλησε με πολύ σεβασμό και είπε ότι ο υιός του ο Άδερ ζητά να μάθει αν θα θεραπευθεί. Και εκείνος του απάντησε ότι θα θεραπευθεί, αλλά μετά θα πεθάνει. Και ο Ελισαίος κάρφωσε το διεισδυτικό του βλέμμα στο πρόσωπο του Αζαήλ, μέχρις ότου ο Αζαήλ κοκκίνισε από ντροπή και τότε ο Ελισαίος ξέσπασε σε κλάμα. Ο Αζαήλ τότε τον ρώτησε· «Γιατί κλαίει ο κύριός μου»; Και ο Ελισαίος απάντησε· «Κλαίω διότι γνωρίζω όσα φοβερά κακά θα κάνεις σε βάρος των Ισραηλιτών. Τα φρούρια και τις οχυρωμένες πόλεις τους θα καταστρέψεις με φωτιά, τους νέους και εκλεκτούς άνδρες θα τους σκοτώσεις με σπαθί, θα σπάσεις τα κεφάλια των νηπίων και θα σχίσεις τις κοιλιές των εγκύων γυναικών. Τότε ο Αζαήλ γεμάτος απορία ρώτησε· «Ποιός είμαι εγώ ο δούλος σου, ο τιποτένιος, το ψόφιο το σκυλί, που θα γίνω τόσο ισχυρός, ώστε να πραγματοποιήσω όλα αυτά, που είπες»; Ο Ελισαίος του απάντησε· «Ο Κύριος μου φανέρωσε ότι θα γίνεις βασιλιάς της Συρίας».
Ο Αζαήλ έφυγε από τον Ελισαίο και πήγε πίσω στον κύριό του, τον υιό Άδερ, ο οποίος τον ρώτησε· «Τί σου είπε ο Ελισαίος»; Και ο Αζαήλ απάντησε· «Μου είπε ότι θα γίνεις καλά και θα ζήσεις». Του είπε μόνο την μισή απάντηση και όχι την υπόλοιπη, η οποία έλεγε ότι θα πεθάνει. Ήθελε να είναι απροετοίμαστος και ανέτοιμος γι' αυτό που θα συνέβαινε. Την επόμενη μέρα ο Αζαήλ πήρε χοντρό πανί, το βούτηξε στο νερό και τύλιξε το πρόσωπο του βασιλιά ασφυκτικά, μέχρι που εκείνος πέθανε. Ήταν ένας φόνος, που έγινε χωρίς να αφήσει σημάδια και ίχνη. Μετά από αυτό ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Συρίας και διαδέχθηκε τον υιό Άδερ.
Ο Ελισαίος δεν είπε πως θα πεθάνει ο υιός Άδερ. Ο Αζαήλ, αν ήταν σωστός, θα έπρεπε να περιμένει το θάνατό του και όχι να τον προξενήσει ο ίδιος. Αλλά, έχοντας ως δεδομένο ότι θα γίνει βασιλιάς, αδιαφόρησε για το αν ενεργούσε σωστά και τίμια, απέναντι στον βασιλιά του, που τον είχε ως έμπιστο και αποκλειστικό συνεργάτη. Ο αριβισμός σε όλη την μεγαλοπρέπειά του. Το πάθος για την εξουσία και την δόξα ή τον πλούτο και την ηδονή μας κάνει έτοιμους να κάνουμε την μεγαλύτερη αμαρτία και τις πιο σιχαμερές πράξεις. Το μόνο που δεν σκεπτόμαστε είναι η ακεραιότητα του χαρακτήρα μας και η ηθική συγκρότησή μας. Θέλουμε να βασιλεύουμε στους άλλους, όχι όμως και στα πάθη και τις αμαρτωλές παρορμήσεις μας. Εν τέλει τα αξιώματα και τα μεγαλεία, όταν συντελούν στην διαφθορά του χαρακτήρα μας, είναι ό,τι χειρότερο μπορούσε να συμβεί στη ζωή μας.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ