ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ (ΙΔ´.)

Ο Αχαάβ συνεχίζει τα λάθη

Τρία έτη ησυχίας μεσολάβησαν μεταξύ Συρίας και Ισραήλ. Στο τέλος του τρίτου έτους ο Αχαάβ δέχθηκε την επίσκεψη του Ιωσαφάτ, βασιλιά του κράτους του Ιούδα. Τα δύο χωρισμένα βασίλεια των Εβραίων είχαν συνάψει στενές σχέσεις, διότι ο Ιω­ράμ, υιός του Ιωσαφάτ, παντρεύτηκε την Γοθολία κόρη του Αχαάβ και της Ιεζάβελ (Δ´ Βασ. 8,18 και Β´ Παραλ. 18,1). Ο Ιωσαφάτ ήταν άνθρωπος του Θεού αλλά πολύ υποχωρητικός και ευγενικός. Είναι απορίας άξιον πως δέχθηκε να πάρει νύφη από βόρειο βασίλειο του Ισραήλ και μάλιστα την κόρη του ασεβή Αχαάβ. Είναι οι λανθα­σμένες κινήσεις κάποιων ευσεβών, οι οποίες αργά ή γρήγορα επιφέρουν τις αρνητι­κές συνέπειές τους.

Εκείνη την εποχή ο Αχαάβ είπε στους συνεργάτες του ότι η πόλη Ρεμμάθ της πε­ριοχής Γαλαάδ, ενώ είναι δική τους, ο υιός Άδερ Β´που τον άφησε ελεύθερο δεν του την έδωσε πίσω. Γι' αυτό σκέφθηκε να την πάρει με πόλεμο. Πρότεινε δε και στον Ιωσαφάτ να τον ακολουθήσει να πολεμήσουν μαζί. Εκείνος δέχθηκε λέγοντας ότι οι δύο βασιλείς και οι δύο λαοί είναι ένα και θα ακολουθήσουν κοινή πορεία και γραμ­μή. Όμως ο Ιωσαφάτ σαν ευσεβής που ήταν ζήτησε να συμβουλευθούν και τον Κύ­ριο, εάν συνευδοκεί στην απόφασή τους. Τότε ο Αχαάβ συγκέντρωσε τετρακόσιους ψευδοπροφήτες και τους ρώτησε εάν πρέπει να κάνει πόλεμο και εκείνοι απάντησαν καταφατικά. Τότε όμως ο Ιωσαφάτ ζήτησε ένα προφήτη του αληθινού Θεού, ώστε μέσω αυτού να συμβουλευτούν τον Κύριο. Ο Αχαάβ του απάντησε ότι υπάρχει ο Μι­χαίας, ο υιός του Ιεμβλαά, αλλά αυτός ποτέ δεν προφήτευσε ευχάριστα για μένα, αλλά μόνο δυσάρεστα.

Υπάρχει δυστυχώς η τάση στους άρχοντες και στο λαό οι εκπρόσωποι του Θεού να λένε ευχάριστα και να τους χαϊδεύουν, άσχετα αν αυτοί είναι σωστοί απέναντι στο Θεό. Επίσης υπάρχει η τάση οι δύσκολες για μας και σταυρικές εντολές του Θεού να αποσιωπώνται και οι εκπρόσωποι του Θεού να συγκαταβαίνουν συνεχώς στις αδυνα­μίες των ανθρώπων. Έτσι αυτοί που κηρύττουν το θέλημα του Θεού και λένε «τάδε λέγει Κύριος» απερίτμητα και ανόθευτα καθίστανται μισητοί και αποδιοπομπαίοι.

Ο Ιωσαφάτ όμως επέμεινε να έρθει ο αληθινός προφήτης Μιχαίας και ο Αχαάβ υποχώρησε και έστειλε να τον φωνάξουν. Οι άλλοι προφήτες όμως συνέχιζαν να προφητεύουν θετικά για τον πόλεμο και να ενθουσιάζουν τον βασιλιά τους. Ένας μάλιστα, ο Σεδεκίας ο υιός του Χανανά, θέλοντας να μιλήσει παραστατικά και παρα­βολικά, κατασκεύασε δύο σιδηρά κέρατα και είπε «αυτά λέγει ο Κύριος· με αυτά θα κτυπήσεις τους Σύρους, μέχρι να τους συντρίψεις εντελώς».

Ο αγγελιοφόρος που ειδοποίησε τον Μιχαία του συνέστησε να μιλήσει κι αυτός θετικά για τον πόλεμο, όπως κάνουν οι άλλοι ιερείς. Θα πρέπει πάντα να συμπλέουμε με την κοινή γνώμη. Να μη διαφοροποιούμαστε ασχέτως τι ζητά ο Θεός ή τι επιβάλ­λει η αλήθεια. Να μη ταράσσουμε την ησυχία του κάθε αμαρτωλού και ανθρωποκε­ντρικού κατεστημένου. Ο Μιχαίας αμέσως αρνήθηκε να συμμορφωθεί. «Ό,τι μου πει ο Κύριος θα πω» απάντησε στην σύσταση του αγγελιοφόρου. Βέβαια, όταν συνάντη­σε τον βασιλιά, για να τον ειρωνευθεί και να τον πειράξει, προφασίστηκε ότι θα ευο­δώσει ο Κύριος την επίθεση που θα πραγματοποιήσει. Αλλά, όταν ο βασιλιάς τον εξόρκισε να του πει την αλήθεια, γιατί προφανώς κατάλαβε ότι τον ειρωνεύεται, εκείνος του είπε ότι βλέπει τον Ισραήλ να είναι σκορπισμένος στα βουνά σαν ποίμνιο χωρίς ποιμένα, γιατί προφανώς ο Αχαάβ θα φονευθεί και ο στρατός θα μείνει ακέφαλος. Ο Κύριος τότε θα τους οδηγήσει να εγκαταλείψουν το πεδίο της μάχης και να γυρίσουν στα σπίτια τους ειρηνικά.

Τότε ο Αχαάβ, αντί να τον ευχαριστήσει που τον προφυλάσσει να μη κάνει τον κα­ταστρεπτικό γι' αυτόν πόλεμο, γεμάτος οργή, απευθύνθηκε στον Ιωσαφάτ και του είπε ότι έχει δίκαιο πως ο Μιχαίας συνέχεια του προφητεύει κακά και ποτέ καλά. Ο Μιχαίας όμως του απάντησε ότι ο Κύριος προφητεύει έτσι και λέγει ότι οι προφήτες του τον εξαπατούν και όχι ο ίδιος. Ο Σεδεκίας ο υιός Χανανά τότε πλησίασε τον Μι­χαία και τον κτύπησε στο σαγόνι, που τόλμησε να τους διαψεύσει και να μιλήσει εναντίον τους. Ο Μιχαίας ήρεμος και ήσυχος του απάντησε ότι η έκβαση του εγχει­ρήματος θα αποδείξει ποιος λέγει την αλήθεια και ποιος ψεύδεται. Ο Αχαάβ διέταξε τότε να συλληφθεί ο Μιχαίας και να οδηγηθεί στη φυλακή, όπου θα τρέφεται με ψωμί και νερό μέχρις ότου γυρίσει αυτός από την μάχη νικητής και δικαιωμένος για την απόφασή του. Ο Μιχαίας τότε σχολίασε ότι, αν συμβεί αυτό, τότε σίγουρα δεν του μίλησε ο Κύριος και γι' αυτό προφήτευσε λάθος.

Ο θάνατος του Αχαάβ

Ο Αχαάβ ξεκινά για τον πόλεμο και τον συνοδεύει ο Ιωσαφάτ. Ενώ ο Ιωσαφάτ ζήτησε να συμβουλευτεί ο Αχαάβ τον Κύριο και ενώ είδε ότι ο Κύριος δεν εγκρίνει τον πόλεμο που αποφάσισε, γιατί θα καταστραφεί, εν τούτοις από υπερβολική καλο­σύνη και ευγένεια τον συνοδεύει στον πόλεμο. Η ευγένεια μας όμως πρέπει να στα­ματά, όταν πρέπει να πάμε αντίθετα με το θέλημα του Κυρίου. Μη ζητάμε να αρέσουμε στους ανθρώπους αλλά στον Κύριο. Μη τον δυσαρεστούμε για να ευχαρι­στήσουμε τους ασεβείς και ανυπάκουους. Η υπακοή μας στο θέλημά του είναι η με­γαλύτερη θυσία που μπορούμε να του προσφέρουμε, αλλά και η μεγαλύτερη ασφάλεια που μπορούμε να έχουμε. Ο Ιωσαφάτ δίνοντας προτεραιότητα στην ευγένεια και όχι τον Θεό, θα θέσει τον εαυτό του στον έσχατο κίνδυνο, αλλά θα τον σώσει η πρόνοια του Θεού.

Ο παμπόνηρος Αχαάβ από τη μια δεν υπακούει στον αληθινό Θεό, από την άλλη όμως παίρνει προφυλάξεις, εκθέτοντας σε κίνδυνο τον φίλο και συγγενή και σύμμαχο Ιωσαφάτ. Δίνει την επίσημη στολή πολέμου στον Ιωσαφάτ και αυτός μπαίνει στην μάχη σαν απλός στρατιώτης, προφανώς για να μη εκτεθεί σε κίνδυνο. Προσπαθεί να αποφύγει ότι προφήτευσε ο Μιχαίας.

Πράγματι ο βασιλιάς της Συρίας, ο υιός Άδερ ο Β´, ζητά από τους επιτελείς του, «τους άρχοντες των αρμάτων», να προσπα­θήσουν να εξοντώσουν αποκλειστικά τον βασιλιά του Ισραήλ και όχι να επιτίθενται σε άλλους στρατιώτες και αξιωματικούς, μικρούς ή μεγάλους. Ο Αχαάβ είναι ο πρώτιστος και κύριος στόχος τους. Οι άρχοντες των αρμάτων του βασιλιά της Συρίας, όταν διέκριναν τον Ιωσαφάτ να φορά την επίσημη στολή του βασιλιά του Ισραήλ, τον κύκλωσαν και ήταν έτοιμοι να τον φονεύσουν. Τότε όμως ο Ιωσαφάτ φώναξε δυνατά και εκείνοι κατάλαβαν ότι δεν είναι ο Αχαάβ. Αμέσως απομακρύνθη­καν από αυτόν, ερευνώντας για τον Αχαάβ.

Ενώ η μάχη βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, κάποιος Σύρος τοξότης πέτυχε «τυχαίως» τον Αχαάβ και το βέλος του τον κτύπησε μεταξύ πνεύμονος και θώρακος. Γράψαμε «τυχαίως», γιατί τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο Θεός κατευθύνει τα πράγματα εκεί που θέλει, χωρίς να καταργεί την θέλησή μας, αλλά και χωρίς να είναι ο κύριος υπεύθυνος για την φορά των αρνητικών για μας πραγμάτων. Προγνωρίζει και προειδοποιεί. Αν δεν τον ακούσουμε, εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές μας. Είχε έρθει η ώρα ο Ισραήλ να απαλλαγεί από τον Αχαάβ και την κακή πνευματική επίδραση που ασκούσε. Ο Θεός αρκετά τον περίμενε, για να μετανιώσει και να αλλάξει ζωή.

Ο Αχαάβ αμέσως ζήτησε από τον ηνίοχο του άρματός του να εξέλθει από τη μάχη για να περι­ποιηθεί το τραύμα του. Η μάχη όμως είχε αγριέψει και ο ηνίοχος δεν μπόρεσε να ξε­φύγει, με αποτέλεσμα ο Αχαάβ να μάχεται πληγωμένος από το πρωί μέχρι το βράδυ και το αίμα του να ρέει στο εσωτερικό του άρματος. Έτσι στο τέλος υπέκυψε στην αιμορραγία και στο τραύμα και πέθανε. Ο Θεός φρόντισε να μη πεθάνει αμέσως και έτσι να συναισθανθεί ότι η προφητεία του Μιχαία υπήρξε αληθινή. Ήταν η τελευταία ευκαιρία για μετάνοια. Δεν την αξιοποίησε όμως.

Τότε ο κήρυκας του ισραηλιτικού στρατού κήρυξε δυνατά ότι ο βασιλιάς πέθανε και ο καθένας να γυρίσει στο μέρος και στο σπίτι του. Οι άνδρες του βασιλιά τον φέραν και τον θάψαν στην Σαμάρεια και πλύνα­νε το άρμα από το αίμα στην κρήνη της Σαμάρειας. Έτσι τα γουρούνια και τα σκυλιά, που πήγαν να πιουν νερό, έγλυψαν το αίμα του και οι πόρνες γυναίκες, που πήγαν να πλυθούν εκεί, λούστηκαν και αυτές με το αίμα του. Πραγματοποιήθηκε έτσι αυτό που είχε πει ο Κύριος στον Αχαάβ δια του προφήτου Ηλιού, όταν έγινε αιτία να φονευτεί ο Ναβουθαί και να αρπάξει το αμπέλι του (Γ´ Βασ. 20,19). Μετά τον Αχαάβ βασίλευσε ο υιός του Οχοζίας.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Κορυφή