«ΑΓΩΝΑΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑΣ»

« Η κατάσταση της Εκκλησίας είναι ίσως τώρα πιο καταθλιπτική παρά οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν (κατά τους χρόνους των διωγμών, του αρειανισμού κ.α.)» (σ. 58)

  «Ίσως σύντομα δώσει ο Κύριος στην Εκκλησία Του κάποια ανάπαυση από τους εξωτερικούς και τους εσωτερικούς διωγμούς, που ενέσκηψαν από ψευδοποιμένες και ψευδαδέλφους» (σ. 59).



  Τα αποσπάσματα που παραθέτουμε είναι από το εκδοθέν βιβλίο «Αγώνας Θεογνωσίας» (Α΄ έκδοση 2004) του μακαριστού αρχιμ. Σωφρονίου, ηγουμένου της Σταυροπηγιακής μονής του Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας. Ο π. Σωφρόνιος (1896-1993) είναι γνωστός στον ορθόδοξο κόσμο από τα συγγράμματά του «Ο γέρων Σιλουανός ο Αθωνίτης», «Η ζωή του ζωή μου», «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί», «Περί προσευχής», «Άσκησις και θεωρία», «Περί Πνεύματος και ζωής» κ.α.. Προκαλούν εντύπωση οι διαπιστώσεις του ότι «η κατάσταση της Εκκλησίας είναι ίσως τώρα πιο καταθλιπτική παρά οποτεδήποτε άλλοτε» και ότι «το πρόβλημα είναι στους ψευδοποιμένες και ψευδαδέλφους».

Ο π. Σωφρόνιος κραυγάζει με όλη τη δύναμη της ψυχής του·

«Τρία πράγματα δεν μπορώ να κατανοήσω:


1) πίστη χωρίς δόγμα

2) χριστιανισμό έξω από την Εκκλησία

3) χριστιανισμό χωρίς άσκηση.


Και τα τρία αυτά, Εκκλησία, δόγμα και ασκητική, δηλαδή χριστιανική άσκηση, συνιστούν για μένα ενιαία ζωή» (ένθ’ ανωτ. σ. 300).



Για τον π. Σωφρόνιο η Εκκλησία είναι μία· η Ορθόδοξος Εκκλησία. Γράφει χαρακτηριστικά:

«Η Ορθόδοξη Εκκλησία διακρίνεται από όλες τις άλλες εκκλησίες σε τρία επίπεδα, γιατί:


α΄) μόνη αυτή αληθεύει πλήρως στη θεολογία της,

β΄) μόνη αυτή γνωρίζει το μυστήριο της χάριτος, της αγίας ζωής, και διαφυλάσσει στην πληρότητα τη θεία χάρη, και

γ΄) είναι η αρχαιότερη, η θεμελιώδης, η βασική, από την οποία αποσχίσθηκαν κατά καιρούς μεγαλύτερα ή μικρότερα τμήματα» (ε. α. σ. 110)

Για τον π. Σωφρόνιο ο οικουμενισμός είναι «μια από τις πιο επικίνδυνες αιρέσεις». Διότι πιστεύει ότι:

α΄) «δεν υπάρχει ούτε μία εκκλησία που να έχει διαφυλάξει πλήρως την αλήθεια της διδαχής του Χριστού» (όλες, κατά τους οικουμενιστάς, έχουν μέρος της αλήθειας)

β΄) «καμμιά εκκλησία δεν κατέχει σε απόλυτο βαθμό τη γνώση του μυστηρίου της αγίας, χαρισματικής χριστιανικής ζωής σε ηθικό και ασκητικό επίπεδο»

γ΄) «πολλές από τις εκκλησίες, που αποκαλούνται χριστιανικές, έχουν ίση χάρη, και γι’ αυτό οφείλει να επέλθει η ένωση των εκκλησιών με βάση κάποιον κοινό για όλες παρονομαστή».

 

Στο ερώτημα ποιος «σώζεται και ποιος όχι» ο οικουμενισμός απαντά· «όλοι οι ενάρετοι άνθρωποι που πιστεύουν στον Χριστό» ασχέτως δόγματος, αν είναι δηλαδή καθολικοί ή ορθόδοξοι ή προτεστάντες. Οι οικουμενιστές πιστεύουν ότι· Αν γίνει ένωση με βάση «εκείνο που αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό για όλες τις εκκλησίες», τότε θα προκύψει «μία παγκόσμια και αποστολική Εκκλησία» (ε.α. σ. 160-161).

  Ο π. Σωφρόνιος έναντι αυτών των απόψεων του οικουμενισμού διακηρύσσει· «Ν πιστεύετε ακράδαντα με την καρδιά και με το νου ότι υπάρχει πάνω στη γη εκείνη η Μία, Μοναδική και Αληθινή Εκκλησία που ίδρυσε ο Κύριος. Η Εκκλησία αυτή διατηρεί αλώβητη και ακέραιη τη διδασκαλία του Χριστού (και όχι ξεχωριστά μέλη της), κατέχει το πλήρωμα της γνώσεως και της χάριτος και είναι αλάθητη. Εκείνο που για μερικούς δεν φαίνεται να είναι πλήρης διδασκαλία, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η δυνατότητα για επιστημονική επεξεργασία που προσφέρει ο απεριόριστος και ανεξάντλητος πλούτος της. Αυτό όμως δεν συγκρούεται καθόλου με ό,τι είπαμε παραπάνω για την κατοχή του πληρώματος της γνώσεως. Η διδασκαλία της Εκκλησίας, που έλαβε την τελική μορφή από τις Οικουμενικές Συνόδους, δεν επιδέχεται καμιά αλλαγή. Όλη η μετέπειτα επιστημονική εργασία πρέπει απαραίτητα να συμφωνεί με ό,τι ήδη δόθηκε στην θεία αποκάλυψη και διατυπώθηκε στη διδαχή των Οικουμενικών Συνόδων της Εκκλησίας» (ε.α. σ. 161).

  Στην άποψη του Δαυίδ Μπάλφουρ, Άγγλου προσήλυτου στην Ορθοδοξία, ιερέως και μοναχού, ο οποίος όμως αργότερα αποσχηματίσθηκε, σκανδαλιζόμενος από κάποια πράγματα που συνέβαιναν στην εκκλησία και πιστεύοντας ότι απαρνούμενος την ιερωσύνη, τον μοναχισμό και γενικά τα εκκλησιαστικά πλαίσια ζωής και ασκήσεως θα ζήσει ελεύθερος εν Χριστώ, απαντά·

  «Ο χριστιανισμός δεν μπορεί να μην είναι εκκλησιαστικός… Η δική μου μέθοδος της πάλης για την ελευθερία συνίσταται στην ύψιστη εφικτή για μένα απομάκρυνση και τον αυτοπεριορισμό. Δηλαδή δεσμεύω τον εαυτό μου τόσο πολύ, ώστε να μην αισθάνομαι τα δεσμά που επιβάλλει σε μένα η Εκκλησία και η κοινωνία. Και το θεωρώ αυτό αναγκαίο, για να μη χάσω ό,τι θετικό δίνει η Εκκλησία, διαφυλάσσοντας συνάμα όσο είναι δυνατό και την ελευθερία μου. Τι είναι λοιπόν αυτό που μου δίνει η Εκκλησία; Τα μυστήρια: Το Βάπτισμα, τη μετάνοια την κοινωνία, την ιερωσύνη κ.λπ.

  Μέσα στη Εκκλησία, σύμφωνα πάντα με το μέτρο των δυνατοτήτων μου, γίνομαι κληρονόμος της πιο μεγαλειώδους παραδόσεως που υπάρχει στην ιστορία της ανθρωπότητας.

  Δια μέσου της Εκκλησίας και μέσα στην Εκκλησία ζω συνεχώς την πιο ζωντανή σχέση με το Ιωάννη τον Θεολόγο και τον Παύλο και τους Αποστόλους, με τον Αθανάσιο, τον Βασίλειο και τους άλλους Πατέρες, με τον Αντώνιο και το Σισώη, με τον Μακάριο και τον Ισαάκ, με τον Μάξιμο και τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, με τον Γρηγόριο Παλαμά, το Σεραφείμ του Σάρωφ. Αυτοί είναι οι οικείοι μου, οι συγγενείς μου. Τους παρέλαβα όμως στην εκκλησιαστική τάξη. Έξω από την Εκκλησία ο σύνδεσμος μαζί τους εξασθενεί. Έστω και σε μικρότερο μέτρο, ζω όμως την ίδια ζωή με αυτούς. Δια μέσου της Εκκλησίας διαμορφώνω στη συνείδησή μου την εικόνα του από άπειρη αγάπη Εσταυρωμένου για τις αμαρτίες μας Χριστού· εικόνα, που πάντοτε με πράο, αλλά έντονο τρόπο, ελκύει την ψυχή μου. Και να, όλα αυτά μου δίνουν τη δύναμη να υπομένω πολλά ανόητα διεστραμμένα, που συναντάμε στο εκκλησιαστικό περιβάλλον» (ε. α. σσ. 292-293)

  Ενδιαφέρουσες οι απόψεις του π. Σωφρονίου για την φοβερή κατάσταση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την πιο καταθλιπτική ίσως στην ιστορία της –ας προβληματιστούμε πολύ σ’ αυτή την επισήμανσή του-, για τους υπευθύνους αυτής της κατάντιας, που είναι οι ψευδοποιμένες και ψευδοχριστιανοί, για τον οικουμενισμό που τον θεωρεί την πιο επικίνδυνη αίρεση, για το ότι δεν στέκει χριστιανισμός έξω από την Εκκλησία, έξω από το δόγμα της, έξω από το ήθος και την άσκησή της. Αξίζει να διαβάσει κανείς στο προαναφερθέν βιβλίο (σ. 303) για την θετική και αρνητική άσκηση.

  Σημασία έχει ότι όλα αυτά τα λέει ένας Αγιορείτης στην καταγωγή αλλά μονίμως διαμένων στο εξωτερικό και συμφυρόμενος με αλλόδοξους και αιρετικούς στις αναγκαστικές κοινωνικές σχέσεις. Το υπογραμμίζουμε αυτό· γιατί όταν μιλάει ομοίως κάποιος κληρικός της Ελλάδος, αμέσως οι ψευδοποιμένες και οι ψευδοθεολόγοι του απαντούν· Είστε απομονωμένοι, είστε επαρχιώτες, είστε φανατικοί, είστε φονταμελιστές, ταλιμπάν, στενής αντιλήψεως, οπισθοδρομικοί.. Ο π. Σωφρόνιος, κάτοχος της θύραθεν σοφίας, γνώστης της Δύσεως και των ρευμάτων της, αλλά και κάτοχος της πατερικής θεολογίας και γνώστης της παραδόσεως του Αγίου Όρους, μιλάει για όλους και όλα με λεπτότητα, ευγένεια, διάκριση, καταπληκτική αγάπη, παραμένοντας ορθόδοξος, μη αφιστάμενος του δόγματος και της ορθοδόξου εκκλησιαστικής αληθείας.



«Δεν υπάρχει σ’ αυτούς αλήθεια»


  «Πιστέψτε με, αγαπητέ, ότι, αν κάποτε επιτρέπω στον εαυτό μου να χρησιμοποιεί τους όρους ‘Καθολικοί’ και ‘Καθολικισμός’ υποδεικνύοντας τις ανεπάρκειες και τα λάθη τους, το κάνω όχι με σκοπό να τους διασύρω (να με φυλάξει ο Κύριος από κάτι τέτοιο). Το κάνω όμως, για να δηλώσω απλά και απερίφραστα, όπου αυτό επιβάλλεται κατ’ ανάγκη, ότι δεν υπάρχει σε αυτούς αλήθεια» (σ. 85).

  Πόση ευγένεια, καλοσύνη, διακριτικότητα και αγάπη υπάρχει στον π. Σωφρόνιο όταν μιλά για τους «καθολικούς» αλλά και πόσο ξεκάθαρη ομολογία. «Δεν υπάρχει σε αυτούς αλήθεια». Είναι σαν το γιατρό που λέει· «Συγγνώμη που θα σας στεναχωρήσω, αλλά έχετε καρκίνο. Πρέπει ν’ αρχίσουμε χημειοθεραπείες». Φαντασθείτε τον γιατρό να λέει· «Δεν έχεις τίποτα· είσαι μια χαρά. Μην ανησυχείς καθόλου». Και την επιστήμη προδίδει λέγοντας ψέματα και τον ασθενή στέλνει στο θάνατο.

  «Στη δεδομένη μάλιστα περίπτωση μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν έπρεπε να ταράζεται η ψυχή σας βλέποντας τη σημαντική, ως προς την εξωτερική οργάνωση και πειθαρχία, υπεροχή του Καθολικισμού σε σύγκριση με την Ορθόδοξη Εκκλησία, γιατί αυτό είναι ‘γη’» (ε. α.)

  Με μια λέξη ο π. Σωφρόνιος χαρακτηρίζει όλα τα κατά κόσμο πλεονεκτήματα των παπικών. Όλα αυτά που μερικές φορές τα ζηλεύουμε και νιώθουμε άσχημα που δεν τα έχουμε στον ίδιο βαθμό. Είναι «γη», «χώμα», είναι πλεονεκτήματα που δεν αντέχουν στην αιωνιότητα. Η Ορθοδοξία είναι ο Χριστός, ο οποίος είναι «Ιουδαίοις μεν σκάδαλον, Έλλησι δε μωρία», αλλ’ είναι αυτός ο οποίος είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Α΄Κορ. 1,23 · Ιωάν. 14,6).

  Σε άλλο σημείο ο π. Σωφρόνιος τονίζει, ότι όχι μόνο άνθρωποι από άλλες ομολογίες αλλά και εμείς οι ορθόδοξοι προσεγγίζουμε με ανθρωποκεντρική αντίληψη και με κοσμικό φρόνημα την ορθόδοξη πίστη και ζωή. Γράφει χαρακτηριστικά·

  «Συνήθως οι άνθρωποι, όχι μόνο όσοι προσέρχονται από άλλες ομολογίες, αλλά και οι ίδιοι οι ορθόδοξοι, δεν κατανοούν καθαρά το θείο μεγαλείο της πίστεώς μας, το πνεύμα της Ορθόδοξης ζωής. Συχνά και μετά την προσχώρησή τους στην Ορθοδοξία δεν είναι σε θέση να ανυψωθούν από τη γη (για παράδειγμα οι άγγλοι στο Λονδίνο που ασπάσθηκαν την Ορθόδοξη πίστη). Σε όλες τις κρίσεις τους, σε όλες τις απόψεις τους για τα πράγματα, τη ζωή μας, τη σωτηρία, επικρατεί γήινη προσέγγιση, σαρκική, ψυχική, ανθρωποκεντρική αντίληψη και κοσμικό φρόνημα» (ε.α. σ. 88).

  Στο σημείο αυτό ας θυμηθούμε τον απόστολο Παύλο που λέει· «Ημείς δε ου το πνεύμα του κόσμου ελάβομεν, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, ίνα ιδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν· ά και λαλούμεν ουκ εν διδακτοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος αγίου, πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες» (Α΄Κορ. 2,12-13). Για να εννοήσουμε λοιπόν πλήρως την Ορθοδοξία, να δούμε το πνευματικό μεγαλείο της και να μη θαμπωθούμε από τη γήινη υπεροχή των αιρέσεων, χρειάζεται Πνεύμα Θεού. Ας προσευχόμαστε γι’ αυτό.



  Επί των βασικών διαφορών με τους παπικούς αναφέρεται και σ’ άλλο σημείο συμβουλεύοντας τον Δ. Μπάλφουρ ως εξής.

  «Στον Θεό, που είναι ‘πυρ καταναλίσκον’, πρέπει να πλησιάζουμε με όσο το δυνατόν περισσότερη ιλαρότητα, ησυχία και ευλάβεια. Πρέπει να φυλαγόμαστε με κάθε τρόπο από κάθε τεχνητή, νευρική, αιματηρή διέγερση και από κάθε ονειροπόληση. Συγχωρείστε με. Μιλώ προειδοποιητικά από αγάπη για σας. Οι Καθολικοί, όπως έτυχε να ακούσω, πάσχουν από τις ελλείψεις αυτές. Γι’ αυτό και παρατηρούνται σε αυτούς περιπτώσεις στιγμάτων και αισθησιακών οράσεων (μάλλον φαντασιώσεων)» (ε.α. σ. 91).

Κι αλλού γράφει τα εξής για το ίδιο θέμα.

  «Παρεκκλίσεις ή ακόμη και καταφανώς χονδροειδείς αποκλίσεις στην ηθικό-ασκητική ζωή εκλαμβάνονται ως χαρισματικές καταστάσεις. Τέτοια πράγματα καθιερώθηκαν ως κανόνες, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με το φαινόμενο των στιγμάτων. Ταυτόχρονα όμως καταπατείται, χλευάζεται, απορρίπτεται η νοερή εργασία των ορθοδόξων ασκητών. Μερικοί δε άγιοι πατέρες που διέπρεψαν περισσότερο στη νοερά αυτή εργασία εκλαμβάνονται ως ιδιαίτερα κακόβουλοι αιρετικοί, όπως για παράδειγμα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

  Εσείς όμως θα διακρίνετε ότι η νοερά εργασία, για την οποία διδάσκει η ορθόδοξη ασκητική, υπήρχε στην Εκκλησία όλους τους αιώνες. Πολλοί από τους αγίους της Εκκλησίας ως το σχίσμα έγραψαν για την νοερά προσευχή και ακόμη περισσότεροι από αυτούς την ασκούσαν φθάνοντας μάλιστα στις έσχατες χαρισματικές καταστάσεις, που είναι εφικτές πάνω στη γη» (σ. 177).

  Τις διαφορές παπικών-ορθοδόξων στο θέμα της νοεράς προσευχής παρουσιάζει και στην υπ’ αριθμ. 29 υποσημ. της σελ. 112 του βιβλίου γράφοντας· «Από το γράμμα σου μπορεί κάποιος να σκεφθεί ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί ονομάζουν νοερά προσευχή τη διανοητική καταφυγή στον Θεό, χωρίς προφορική έκφραση λόγων, όπως επίσης και τους διαλογισμούς περί Θεού και θείων πραγμάτων. Εμείς όμως με τον όρο νοερά προσευχή κατανοούμε τη στάση του νου στην καρδιά ενώπιον του Θεού, που μπορεί να συνοδεύεται με αίσθημα ευγνωμοσύνης, δοξολογίας ή φόβου, δεήσεως ή μετανοίας. Όλοι όμως οι διαλογισμοί, οι σκέψεις του νου, εγκαταλείπονται, όταν ο νους στέκει με προσοχή στην καρδιά και παρακολουθεί την κατάστασή της, εκείνο που τελείται σε αυτή· βλέπει ταυτόχρονα τον εχθρό να ζυγώνει και με αιχμηρό μαχαίρι, ή σαν με φλόγα, τον αποκρούει με το όνομα του Κυρίου Ιησού».



  Είθε ο Θεός να χαρίζει στην Εκκλησία του και άλλους τέτοιους ποιμένας και θεολόγους σαν τον πατέρα Σωφρόνιο. Τους χρειαζόμαστε όσο τίποτα άλλο.
 

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή