Μελετήσαμε στο διαδίκτυο την ομιλία του αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στη Γενεύη. Έχοντας υπ’ όψη το κείμενο του διαδικτύου και εφ’ όσον εις αυτό αποδίδονται σωστά τα νοήματα της αρχιεπισκοπικής ομιλίας, κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις.
1. «Η Οικουμενική κίνηση για την ενότητα των χριστιανών γεννήθηκε μέσα από τα ερείπια του ομολογιακού ανταγωνισμού και του αθέμιτου προσηλυτισμού μεταξύ των παλαιών και των νεώτερων χριστιανικών παραδόσεων, τα οποία παρέμειναν τραγικά δείγματα των αντιφατικών προλήψεων, τραυματικών εμπειριών και αιματηρών συγκρούσεων του ιστορικού παρελθόντος».
«Ομολογιακού ανταγωνισμού», λέγει ο μακαριώτατος. Ουδεμία λέξη για Ορθοδοξία, για καθολική αλήθεια της Εκκλησίας. Όλα έγιναν ομολογίες και «παλαιές και νεώτερες χριστιανικές παραδόσεις» ίσης αξίας και σπουδαιότητας. Το περί «αντιφατικών προλήψεων» γεννά ερωτηματικά και προβληματισμούς. Ποιες είναι οι «αντιφατικές προλήψεις»; Θα θέλαμε διευκρινήσεις. Διαβάζοντας την αρχιεπισκοπική ομιλία νομίζουμε ότι έχουμε μπροστά μας διπλωματικό κείμενο με αμφίσημη και αόριστη ορολογία. Αυτός ο λεκτικός γνόφος μήπως δημιουργήσει θύελλες;
2. «Οι αντιθεϊστικοί ή και αθεϊστικοί πειρασμοί της ευρωπαϊκής διανοήσεως… υποχρέωσαν όλες τις χριστιανικές παραδόσεις να υπερβούν την αυτάρεσκη απομονωτική εσωστρέφεια της αντιρρητικής ή και πολεμικής θεολογίας».
Η αθεΐα στην Ευρώπη εκδηλώθηκε, διότι γνώρισε τον χριστιανισμό στην παπική ή την προτεσταντική του μορφή με όλα τους τα τραγικά αδιέξοδα και όλες τις παραμορφώσεις που επέφεραν στον αρχέγονο χριστιανισμό. Είναι χαρακτηριστική η αναφώνηση του Καμύ, όταν διάβασε το βιβλίο του Λόσκυ «Η μυστική θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας»· «Επί τέλους τώρα μπορούμε να συζητήσουμε με τον Χριστιανισμό». Γιατί, μακαριώτατε, να χρεωνόμαστε τα λάθη των παπικών και των προτεσταντών και να γινόμαστε σύμμαχοι και υπερασπιστές τους; Και είναι αλήθεια ότι ενωνόμαστε λόγω αντιθεϊστικών πειρασμών, ή λόγω παγκοσμιοποιήσεως και διεθνισμού; Και μήπως μέσω ενωτικών σχημάτων επιδιώκεται η κυριαρχία του παπισμού ή του προτεσταντισμού; Ποιος διοικεί την Ενωμένη Ευρώπη; Η Αγγλία, η Γερμανία και η Γαλλία· όχι τα επι μέρους κράτη. Αυτές οι μεγάλες χώρες διαχειρίζονται την εξουσία και μέσω της ενώσεως κυβερνούν κράτη, που διαφορετικά έπρεπε να κατακτήσουν.
3. «Η Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε, όπως είναι γνωστό, στη πρωτοπορία της ιδέας του οικουμενικού διαλόγου.. Έτσι.. οι Πατριαρχικές εγκύκλιοι (1902,1904).. άνοιξαν νέες προοπτικές».
Μη λησμονούμε, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία ήταν τότε υπόδουλος και καθημαγμένη από τους Τούρκους και το ενδιαφέρον της για τον οικουμενισμό είναι μια επανεμφάνιση του ρεύματος των ενωτικών, για να σωθεί το γένος μέσα από πολιτικές πιέσεις της Ευρώπης. Η σύνδεση της Ρωσίας από το 1870 με τον πανσλαβισμό ανάγκασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να παύσει να ελπίζει στη βοήθεια της Ρωσίας και να στραφεί προς την Αγγλία, με αποτέλεσμα ν’ αρχίσει επαφές και συνέδρια με τους αγγλικανούς. Ο Χρήστος Σολωμονίδης στο έργο του «Χρυσόστομος Σμύρνης» κάνει μνεία του συνεδρίου των αγγλικανών επισκόπων τον Ιούλιο του 1897 στο Λάμπεθ και γράφει ότι στο Πατριαρχείο ο Κωνσταντίνος Ε΄ συνεκάλεσε Έλληνες και Άγγλους κληρικούς με σκοπό να μελετήσουν την ένωση των εκκλησιών, που θα συνεζητείτο στο συνέδριο του Λάμπεθ. Πρόεδρος της επιτροπής ήταν ο τότε πρωτοσύγκελος Χρυσόστομος, ο οποίος διέκειτο ευνοϊκώς προς την ένωση και προσπάθησε να επιτευχθεί προσέγγιση των δυο εκκλησιών. Η προσπάθεια αυτή «είχε άμεσα αγαθά αποτελέσματα για την ευνοϊκή λύση των εκκρεμών ζητημάτων του Πατριαρχείου στην Υψηλή Πύλη, με την ένθερμη υποστήριξη του Άγγλου Πρεσβευτή στην Κων/πολη Οκόνοου» (ένθ’ ανωτ. σελ. 513). Να λοιπόν η αιτία που το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως άρχισε να πρωτοστατεί στον οικουμενισμό.
4. Επισημαίνεται η συμβολή των καθηγητών Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου (αρχιεπισκόπου Αθηνών), Αμίλκα Αλιβιζάτου, Παναγιώτου Τρεμπέλα, Παναγιώτου Μπρατσιώτου, Ιωάννου Καρμίρη, Γερασίμου Κονιδάρη, Νικολάου Νησιώτου, Ιωάννου Ρωμανίδου κ.ά. Χρειάζεται ειδικό άρθρο, για να παρουσιασθούν οι απόψεις των ως άνω καθηγητών για τον οικουμενισμό, όπως και οι επιφυλάξεις και αντιρρήσεις τους. Τούτο μόνο λέμε προς το παρόν, ότι όλοι οι ανωτέρω θεωρούσαν την συμμετοχή τους στους διαλόγους ως ιεραποστολή προς τους ετεροδόξους και πήγαιναν εκεί για ν’ αναπτύξουν την θεολογία της Ορθοδοξίας και να διακηρύξουν ότι αυτή κατέχει και διασώζει την πλήρη αλήθεια.
Είναι χαρακτηριστική η γνώμη του Ιωάννου Καρμίρη· «Ημείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε, ότι μια και μόνη, στενή μεν αλλ’ ασφαλής, οδός προς την ένωση των Εκκλησιών υπάρχει, αυτή δε είναι η επιστροφή των αποπλανηθεισών Εκκλησιών και Ομολογιών και αιρέσεων εις την δογματική διδασκαλία και πίστη και παράδοση της αρχαίας ενωμένης Εκκλησίας, την οποία διεφύλαξε ασινή και αλώβητον μόνη η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία, και την οποίαν ευλόγως προτείνει αύτη ως μόνην ασφαλή και υπό ορθοδόξου παραδόσεως επιβαλλομένη βάση του ιδρυθέντος τω 1948 εν Amsterdam Π.Σ.Ε., διότι η ως τοιαύτη ορισθείσα υπ’ αυτού “πίστις εις τον Χριστόν ως Θεόν και Σωτήρα του κόσμου” δεν κρίνεται ικανοποιητική και επαρκής υπό των Ορθοδόξων, ως υπεδείξαμεν τότε αυτώ και εξακολουθούμεν πιστεύοντες και υποστηρίζοντες πάντοτε» (Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Αθήναι 1960, τομ. Α΄, σελ.8)
5. Η Θ΄ Γενική Συνέλευσης του Π.Σ.Ε. στο Porto Alegre (14-23 Φεβρουαρίου 2006) ανάμεσα στις αποφάσεις της έχει «την προώθηση και ενδυνάμωση του Διαθρησκειακού Διαλόγου, καθ’ όλα αναγκαίου για την διατήρηση της ειρήνης σε κάθε γωνιά του πλανήτη μας».
Εδώ έχουμε ένα πολύ κρίσιμο και συζητήσιμο σημείο. Ο Οικουμενικός Διάλογος άρχισε σαν διαχριστιανικός, εξελίσσεται σε διαθρησκειακό, και σε πρώτη φάση γίνεται με μονοθεϊστικές θρησκείες. Θεωρείται μεγάλο πράγμα η πίστη σε ένα θεό των Ιουδαίων και των μωαμεθανών. Και το τριαδικό δόγμα που πάει; Και η πίστη στην θεία φύση του Χριστού τι γίνεται; Προχωρούμε όλο και περισσότερο σε ένα δογματικό μινιμαλισμό. Αργότερα θ’ αρχίσουμε διάλογο και με πολυθεϊστικές θρησκείες. Στο Π.Σ.Ε. γίνονται δεκτές ως Εκκλησίες οργανώσεις όπως ο «Στρατός της Σωτηρίας», που δεν δέχεται το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, διότι αρνείται εντελώς το αλκοόλ.
Θα μπορούσαμε και σ’ άλλα σημεία της αρχιεπισκοπικής ομιλίας να επικεντρώσουμε τον προβληματισμό και να σημειώσουμε παρατηρήσεις. Προς το παρών περιοριζόμεθα σε όσα εκθέσαμε, ευχόμενοι και προσευχόμενοι το άγιο Πνεύμα να φωτίζει κλήρον και λαόν στην λήψη ορθών αποφάσεων για τα μεγάλα ζητήματα που ανακύπτουν συνεχώς.
«Ορθόδοξος Τύπος» 23-7-2006
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ