ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τον Ιούνιο του 1960, η βασίλισσα Φρειδερίκη προσφώνησε και παρουσίασε, σε συγκέντρωση ανωτέρου επιπέδου στα Ανάκτορα, τον Γερμανό καθηγητή Χάιζενμπεργκ, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα «Γλώσσα και πραγματικότητα εις την σύγχρονη Φυσική». Κατά την προσφώνηση της εξέφρασε ιδέες πανθεϊστικές, με αποτέλεσμα να δημιουργηθή μέγα σκάνδαλο και χριστιανικά περιοδικά όπως η «Ενορία», η «Χριστιανική Δημοκρατία» και η «Σπίθα» να ελέγξουν το ατόπημα της, χωρίς όμως η Ιερά Σύνοδος και το Πανελλήνιο Θεολογικό Συνέδριο (1-6-1963) να λάβουν θέσι πάνω στο σκάνδαλο αυτό και μάλιστα μετά από αναφορά του τότε ιεροκήρυκος αρχιμ. Αυγουστίνου Καντιώτη.
Λόγω της αδιαφορίας της τότε Επίσημης Εκκλησίας και του Θεολογικού Κόσμου να λάβουν θέσι και να ελέγξουν το ατόπημα της βασίλισσας, ο π. Αυγουστίνος εξέδωσε τον Μάιο του 1963 το υπ, αριθμ. 260 φύλλο της «Σπίθας» με τίτλο «ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΟΤΑΙ;» το οποίο παρουσιάζουμε σε περιληπτική διασκευή, διότι είναι άκρως επίκαιρο για σημερινά παράλληλα εκκλησιαστικά γεγονότα, που συμβαίνουν με την ανοχή ή το χειρότερο με την πρωτοβουλία της Επίσημης ανά τον κόσμο Ορθόδοξης Εκκλησίας.
* * *
ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΟΤΑΙ;
Ο ανεκτίμητος θησαυρός
Η πίστι, η ορθόδοξη χριστιανική πίστη, είναι πολύτιμος μαργαρίτης, ανεκτίμητος θησαυρός. Είναι η σπουδαία παρακαταθήκη και η κληρονομιά που μας παρέδωσαν οι πατέρες μας. Την πίστι αυτή πρέπει να τη διαφυλάξουμε αμόλυντη και καθαρή. Να την ομολογούμε και να την διακηρύττουμε ενώπιον πάντων. Τη σημαία της πίστεως ποτέ δεν πρέπει να υποστείλουμε. Γι’ αυτήν πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε συνεχώς και μέχρι θανάτου και να θεωρούμε υψίστη ευτυχία να πεθάνουμε γι’ αυτήν.
Η διαφύλαξι της Ορθοδόξου Πίστεως, η ομολογία και η προβολή της είναι το πρώτο και κύριο καθήκον κάθε Χριστιανού. Ακόμη και νήπιο να είναι, όπως ο άγιος Κήρυκος (15 Ιουλίου), μπορεί και πρέπει να ομολογήση και δια του μαρτυρικού αίματος να προσυπογράψη το «Πιστεύω» της Ορθοδοξίας.
Αν όμως οι λαϊκοί Χριστιανοί επιβάλλεται να διαφυλάττουν και να ομολογούν την Ορθόδοξη Πίστη, πολύ περισσότερο αρμόζει και είναι επιτακτικό καθήκον των κληρικών και μάλιστα των επισκόπων. «Ω Τιμόθεε την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως, ήν τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν» (Προς Τιμ. Α΄ 6,20) λέγει ο Παύλος στον επίλογο της επιστολής του προς τον Τιμόθεο, επίσκοπο Εφέσου, και μέσω αυτού εις όλους τους επισκόπους.
Οι φύλακες
Το ότι το ουσιώδες και πρώτιστο καθήκον του επισκόπου είναι η διαφύλαξι, ομολογία, διακήρυξι, και υπεράσπισι της Ορθοδόξου Πίστεως φαίνεται και στο τυπικό της χειροτονίας του επισκόπου. Ο εψηφισμένος επίσκοπος πριν χειροτονηθή στέκεται στο μέσον του ναού και απαγγέλει το «Πιστεύω» ως έχει και ακόμη πλατύτερα διά της διακηρύξεως της Ορθοδόξου Πίστεως και δια της αποκηρύξεως όλων των αιρετικών.
Στα ενταλτήρια γράμματα με τα οποία εφοδίαζε η Εκκλησία παλαιότερα τους χειροτονηθέντες αρχιερείς το πρώτο καθήκον που τους υπενθύμιζε ήταν η φύλαξη της Ορθοδόξου Πίστεως. Διά του θεσμού της αρχιερωσύνης «τα της καθαράς και αμωμήτου πίστεως διαφυλάττεται γνωρίσματα και ανόθευτον ταύτης εναστράπτει της Ορθοδοξίας το κάλλος». Και «τα θεία και αποστολικά θεσπίσματα, χερσίν υπτίαις, εισδέχεσθαι και ως θεοχαράκτους πλάκας ταύτα τιμάν και φυλάττειν» (Σύνταγμα Ράλλη-Ποτλή, Αθήναι 1855, τομ. 5, σ. 544).
Επίσκοπος! Και μόνον το όνομα αυτό, παρατηρεί ο Ζωναράς στην ερμηνεία του ΝΗ΄ αποστολικού κανόνος, πρέπει να είναι μία διαρκής υπόμνησι του πνευματικού χρέους του επισκόπου απέναντι του λαού. Επίσκοπος είναι ο φρουρός, που από υψηλό μέρος επισκοπεί, μήπως αντιληφθή κάποια εχθρική ενέργεια των εχθρών. Αλλοίμονο εάν ο επίσκοπος κοιμηθή. Η πόλι θα καταστραφή εξ αιτίας του. Προς αυτόν απευθύνεται η φωνή του Ιεζεκιήλ (3,15) «Υιέ ανθρώπου, σκοπόν τέθεικά σε τω οίκω Ισραήλ και τω οίκω Ιούδα· ει μη διαστείλη, μηδέ λαλήσης αποθανείται ο άνομος εν τη ανομία αυτού και το αίμα αυτού εκ της χειρός σου εκζητήσω».
Ο δε σοφός κανονολόγος Νικόδημος Μίλας τονίζει ότι «δικαίωμα άμα και καθήκον του επισκόπου είναι να αγρυπνή ίνα εν τη επισκοπική αυτού επαρχία τηρήται η υγιής διδασκαλία, πάσα δε ψευδής διδασκαλία αρξαμένη διαδίδεσθαι, φυγαδεύηται» (Εκκλ. Δίκαιον, Αθήναι 1906, σ. 525).
Λοιπόν ακούγεται σε κάποια επισκοπή κάποια «βέβηλη κενοφωνία και αντίθεσις της ψευδωνύμου γνώσεως» δηλαδή κάποια διδασκαλία που δεν συμφωνεί με την ορθή διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας; Τότε το τι πρέπει να κάνη ο επίσκοπος είναι ξεκαθαρισμένο από τα όσα εκθέσαμε. Θα πρέπη ο ποιμένας ν’ αρπάξη τη σφενδόνα του Πνεύματος, να εξαπολύση τα τσομπανόσκυλα, να καλέση εις βοήθεια τους γειτονικούς ποιμένες και με όλα τα μέσα να διώξη μακριά τους κήρυκες της αιρέσεως και της πλάνης. Αλλά αν αυτοί δεν είναι τιποτένιοι αλλά μεγάλοι και ισχυροί τότε τι γίνεται; Τότε θ’ αποκαλυφθή πόσο ισχυρή είναι η πίστι του επισκόπου. Εάν είναι μικρή, χλιαρή και αδύνατη, υπάρχει κίνδυνος ο επίσκοπος από συνήγορος και υπερασπιστής της πίστεως λόγω θέσεως, να γίνη συνήγορος και υπερασπιστής της οιασδήποτε κακοδοξίας και πλάνης λόγω δειλίας και να καταντήση προδότης.
Υπόδειγμα ηρωϊκού επισκόπου
Σε περίπτωσι όμως που ο επίσκοπος είναι πιστός και γενναίος θα φερθή όπως ο Μ. Βασίλειος στον ύπαρχο του αυτοκράτορα Ουάλεντα (304-378), τον Μόδεστο, ο οποίος πίεζε τους επισκόπους να υπογράψουν υπέρ του αρειανισμού. Ο Μ. Βασίλειος απτόητος από τις απειλές για δήμευσι περιουσίας, εξορίας ή θανατικής καταδίκης, αρνήθηκε. Τότε ο Μόδεστος του είπε ότι κανείς επίσκοπος δεν του μίλησε έτσι. Και ο Μ. Βασίλειος απάντησε «Φαίνεται ότι δεν συνάντησες πραγματικό επίσκοπο».
Προφητική φωνή Πατριάρχου
Εάν έκαστος επίσκοπος και μόνος του υποχρεούται να υπερασπίζεται τα ορθόδοξα δόγματα από οπουδήποτε και αν προσβάλλονται, πολύ περισσότερο την υποχρέωσι αυτή την έχει το σύνολο των ιεραρχών, η Ιερά Σύνοδος ή η Διαρκής Ιερά Σύνοδος που την αντιπροσωπεύει. Η υπεράσπισι της Ορθοδόξου Πίστεως είναι το κυριώτερο καθήκον της Ιεραρχίας και της Διαρκούς Συνόδου. Αυτό το τονίζουν όλοι οι Καταστατικοί Χάρτες της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, όσοι από του 1850 μέχρι σήμερα έχουν εγκριθή.
Τούτο τόνισε και ο Πατριάρχης Κων/πόλεως ο Άνθιμος Δ΄ λίγους μήνες μετά την ανακήρυξη της Εκκλησίας της Ελλάδος σε αυτοκέφαλη. Έστειλε βαρυσήμαντη πατριαρχική επιστολή υπογεγραμμένη και από τους Συνοδικούς Αρχιερείς προς την Ι. Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και συνιστά την προσοχή της Ι. Συνόδου ότι πρέπει να κρατήση άχραντη και αμόλυντη την κιβωτό της Εκκλησίας μέσα στην οποία έχει εναποτεθή ο θησαυρός της πίστεως.
Δυστυχώς όμως όταν κυβερνήτες της Ελλάδος αποτόλμησαν όσα δεν είχαν τολμήσει αλλόφυλοι και αλλόθρησκοι επί τουρκοκρατίας, εκδίδοντας αντιευαγγελικούς νόμους, ουδείς των επισκόπων –κατά τον Χρήστο Ανδρούτσο– είχε την αυταπάρνησι να θυσιάση τον θρόνο χάριν της Ορθοδοξίας. Σαν λαγοί έτρεμαν και ζάρωναν μπροστά στους ισχυρούς. Διαβάζοντας την εκκλησιαστική ιστορία της νεώτερης Ελλάδος και βλέποντας με πόση χλιαρότητα αντιμετώπισε η επίσημη Εκκλησία ύψιστα θέματα αναγκάζεται να ρωτήση· Μωράνθηκε το άλας; Έσβησε το φως; Οι υπερασπιστές της πίστεως εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και έγιναν προδότες;
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ