ΘΡΗΝΩ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΩ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΙ

Στις 30 Νοεμβρίου 2012 κοιμήθηκε εξ αιτίας αυτοκινητιστικού δυστυχήματος ο Αθανάσιος Ρεβελιώτης, αδελφός του στενού συνεργάτη του αείμνηστου αρχιμ. π.  Μάρκου Μανώλη Γεωργίου Ρεβελιώτη, και κηδεύτηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2012 στον άγιο Αθανάσιο Πολυδρόσου. Ο κοιμηθείς υπήρξε πτυχιούχος Μαθηματικός του πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής Μέσης Εκπαιδεύσεως, Γυμνασιάρχης στο γυμνάσιο Χαλανδρίου και επί σειρά ετών άμισθος ψάλτης εις Κύμη Ευβοίας και εις Αθήνα (νοσοκομείο ΚΑΤ). Ήταν νυμφευμένος με την θεολόγο Μαρία Τσιλικοχρύσου με την οποία απέκτησε τέσσερα τέκνα, τα οποία σταδιοδρομούν ως πτυχιούχοι του πανεπιστημίου Αθηνών και του Ε.Μ.Π. Η κηδεία έγινε εν μέσω πλήθους κόσμου και μάλιστα εκπαιδευτικών. Επειδή την ημέρα αυτή γιορτάζει ο άγιος Δαμασκηνός, ο οποίος συν τοις άλλοις έγραψε και τη νεκρώσιμη ακολουθία, ο αρχιμ. π. Μελέτιος Βαδραχάνης εξεφώνησε τον παρατιθέμενο λόγο. Υπενθυμίζουμε ότι το 40νθήμερο μνημόσυνο του αδελφού Αθανασίου θα τελεστεί στις 13 Ιανουαρίου 2013, ημέρα Κυριακή, στον άγιο Αθανάσιο Πολυδρόσου.

 

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, τον οποίο γιορτάζουμε σήμερα, στην νεκρώσιμη ακολουθία που έγραψε για τους κεκοιμημένους, αφενός μεν εκφράζει τη ματαιότητα του κόσμου και των επιγείων αγαθών και κλαίει και θρηνεί για το φαινόμενο του θανάτου, με απώτερο στόχο να μας απαγκιστρώσει από την άνευ προηγουμένου προσκόλληση μας στα γήινα και φθαρτά, αφετέρου όμως εκφράζει την ελπίδα για την ανάσταση και την τελική ευτυχία των κεκοιμημένων. Η λύπη και η μελαγχολία του ανθρώπου, στη νεκρώσιμη ακολουθία του, μετατρέπεται εν τέλει σε κατάνυξη για τον ίδιο και σε προσευχή για τον κεκοιμημένο. Μετατρέπεται σε ελπίδα ότι εν τέλει όλοι θα βιώσουμε αιώνια και αδιασάλευτα τη χαρά και την αισιοδοξία που επικρατεί στη βασιλεία του Θεού.

 

Ας δούμε λεπτομερώς πως εκφράζει ο άγιος Δαμασκηνός στα νεκρώσιμα τροπάρια του τον ανθρώπινο πόνο αλλά και την αλήθεια της Γραφής ότι ο θάνατος δεν είναι μόνιμη κατάσταση και πως προτρέπει στη μετάνοια τους επιζώντες.

 

Ποιά τρυφή και απόλαυση είναι εντελώς απαλλαγμένη από τη λύπη; Ποιά δόξα είναι αιώνια και σταθερή; Όλα είναι πιο εικονικά και από την σκιά και πιο απατηλά και κι από τα όνειρα. Σε μια στιγμή παύουν να υπάρχουν και χάνονται άπαξ δια παντός.

Συνεπώς όλα τα ανθρώπινα είναι μάταια και εφήμερα. Ο πλούτος και τα υλικά αγαθά που τόσο τα θεοποιούμε και τόσο επαναπαυόμαστε όταν τα έχουμε, δεν μας συνοδεύουν. Ο θάνατος τα κονιορτοποιεί και τα εξαφανίζει όλα. Με το θάνατο διαλύεται το θέατρο αυτού του κόσμου. Παύουν οι άνθρωποι να υποδύονται τους ρόλους του βασιλιά, του στρατιώτη, του πλούσιου ή του πτωχού, του δικαίου ή του αμαρτωλού. Όλοι καταντούμε «οστά γεγυμνωμένα». Συνεπώς, εξυπακούεται και αφήνεται να νοηθεί, ας μη δίνουμε σημασία στα ορώμενα πρόσκαιρα αλλά στα μη ορώμενα αθάνατα. «Ουδέν φαινόμενον αιώνιον» όπως λέγει ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας. Ας μετανοούμε καθημερινά για τις τυχόν πτώσεις μας κι ας παραμένουμε σταθεροί στα όσα αποκαλύπτει το ευαγγέλιο.

Φοβερό το μυστήριο του θανάτου ακόμη, διότι παύει να υπάρχει ο σύνδεσμος ψυχής και σώματος. Το διφυές και δισυπόστατο του ανθρώπου διαλύεται βιαίως. Θυμόμαστε ότι πλαστήκαμε από το χώμα και σ’ αυτό επιστρέφουμε, εφόσον δεν ακούσαμε τον πλάστη μας.

 

Όλα αυτά τα περιγράφει και τα παρουσιάζει ανάγλυφα και με ποιητική δομή ο άγιος Δαμασκηνός στα νεκρώσιμα τροπάρια του για να καταλήξει·

«Θρηνώ και οδύρομαι, όταν εννοήσω τον θάνατον, και ίδω εν τοις τάφοις κειμένην την κατ’ εικόνα Θεού, πλασθείσαν ημίν ωραιότητα, άμορφον, άδοξον, μη έχουσαν είδος. Ω του θαύματος! Τι το περί ημάς τούτο γέγονε μυστήριον; Πως παρεδόθημεν τη φθορά, και συνεζεύχθημεν τω θανάτω; Όντως Θεού προστάξει, ως γέγραπται, του παρέχοντος τοις μεταστάσι την ανάπαυσιν».

Αλλά δε μένει στο θρήνο και τον οδυρμό αλλά προχωρεί στην αναψυχή και την βεβαιότητα ότι «Ο θάνατος σου Κύριε, αθανασίας γέγονε πρόξενος· ει μη γαρ εν μνήματι κατετέθης, ουκ αν ο παράδεισος ηνέωκτο· διό τον μεταστάντα ανάπαυσον ως φιλάνθρωπος.

Γι’ αυτό θα καταλήξει στο προκείμενο του αποστόλου να καλοτυχίσει (!) τον μεταστάντα λέγοντας «Μακαρία η οδός η πορεύει σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως» (πρβλ. Αποκ. 14,13). Συνεπώς η μόνη φροντίδα μας και η μόνη μας μέριμνα να προσευχηθούμε το έλεος του Κυρίου να σκεπάσει τον κεκοιμημένο αδελφό και να του χαρίσει την απολύτρωση.

 

Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της ακολουθίας εκπέμπουν κι αυτά στην ίδια συχνότητα. Θα πρέπει οι χριστιανοί να μη λυπούνται «ως οι μη έχοντες ελπίδα» μας λέγει ο ουρανοβάμων Παύλος στον απόστολο. Και ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας υπενθυμίζει στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, αυτό που είπε ο Κύριος στους Ιουδαίους, ότι αυτοί που ακούνε το λόγο Του και πιστεύουν στο Θεό που τον απέστειλε, δεν πρόκειται να καταδικαστούν και μεταβαίνουν από τη κατάσταση του θανάτου στην κατάσταση της ζωής. Όλοι οι νεκροί θα αναστηθούν από τα μνήματά τους, αλλά οι μεν δίκαιοι εις «ανάστασιν ζωής» οι δε άδικοι εις «ανάστασιν κρίσεως».

 

Η νεκρώσιμη ακολουθία θα καταλήξει σε δέηση του ιερέως για την ανάπαυση του κεκοιμημένου δούλου του Θεού και τη συγχώρηση κάθε αμαρτήματος εκουσίου ή ακουσίου. Μετά την απόλυση και πριν το «Δι’ ευχών» θα ευχηθεί ο ιερεύς στον «αξιομακάριστο» και «αείμνηστο» αδελφό το «Αιωνία η μνήμη»· να βρίσκεται δηλαδή πάντα στη μνήμη του Θεού. Διότι τους αμαρτωλούς ο Θεός δεν τους θυμάται. Η ενθύμηση του Θεού είναι το μόνο που πρέπει να μας ενδιαφέρει και τίποτα άλλο. Αυτό είναι που μας ζωοποιεί, μας χαριτώνει, μας αφθαρτίζει εν Χριστώ.

Στα στιχηρά προσόμοια που ψάλλονται κατά την ώρα του τελευταίου ασπασμού προτρέπονται οι πιστοί να δώσουν τον τελευταίο ασπασμό «ευχαριστούντες Θεώ», γιατί πλέον ο μεταστάς παύει να φροντίζει για τα μάταια αυτής της ζωής και «της πολυμόχθου σαρκός». Το «εν παντί ευχαριστείτε» (Α´Θεσ. 5,18) έχει θέση και στην μετάσταση των αδελφών! Ακολουθεί σε έντονο ύφος «ο κοπετός» και «ο θρήνος» για τον χωρισμό και το πικρό και αποτρόπαιο του θανάτου με απώτερο σκοπό να προσευχηθούμε και πάλι για την ανάπαυσή του και όχι να μοιρολογούμε εική και ως έτυχε χωρίς νόημα και χωρίς αποτέλεσμα. Στο Δοξαστικό των στιχηρών ο νεκρός κηρύττει το φοβερό και ξαφνικό του θανάτου, ώστε αφενός μεν να συνετίσει τους ζώντες από την προσκόλληση στα γήινα, αφετέρου δε να προσεύχονται αδιαλείπτως να τον ελεήσει ο Θεός.

 

Ας ευχαριστήσουμε τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό που τόσο ανθρώπινα αλλά και τόσο θεολογικά και ενθαρρυντικά επένδυσε με στίχους και μελωδία το φοβερό μυστήριο του θανάτου. Οι χριστιανοί δεν είναι ούτε στωικοί, αλλά ούτε και πεσσιμιστές. Συγκινούνται και θλίβονται, όχι όμως «ως οι μη έχοντες ελπίδα». Το φως της αναστάσεως και της αιωνίου και χωρίς λύπης ζωής, που χαρίζει ο Χριστός σε αυτούς που πιστεύουν σ’Αυτόν και τον λόγο Του, τους φωτίζει, τους παρηγορεί και τους αναπτερώνει. Ιλαροί και ήρεμοι αποχαιρετούν τον μεταστάντα, όπως αποχαιρετούμε κάποιον που φεύγει σε ταξίδι, αλλά δεν χάνεται οριστικά. Η ώρα που θα συναντηθούμε δεν είναι μακριά. Μόνη μας αγωνία και φόβος να ζούμε εν Χριστώ και εν μετανοία και εξομολογήσει.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή