2 Ιανουαρίου, 2010 —
Μια σημαντική ομιλία πραγματοποίησε πριν λίγες μέρες ο Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Νικόλαος, στην αίθουσα της Αρχαιολογικής Εταιρείας, όπου μίλησε με θέμα «Το Άγιον Όρος πέραν από τα σκάνδαλα».
Στην ομιλία του ο Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Νικόλαος, μεταξύ άλλων αναφέρθηκε και στο θέμα της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου τονίζοντας τα κάτωθι:
«Και στις μέρες μας, εδώ και δεκαπέντε μήνες, συγκλονίζεται η πατρίδα μας από έντονο σκανδαλισμό που προκλήθηκε από συναλλαγές της Μονής Βατοπαιδίου με το Δημόσιο.
Εξ αιτίας αυτών των σκανδάλων, αμφισβητήθηκε η ισχύς των ιστορικών προνομίων και ιδιοκτησιακών τίτλων του Όρους, επανήλθε η δυσοσμία της δημόσιας και γενικευμένης διαστροφής των θεσμών, έχασαν τις θέσεις τους κορυφαίοι υπουργοί και συμπαρέσυραν σε ελεύθερη πτώση μία καθ’ όλα σταθερή κυβερνητική πορεία, άλλαξε απρόβλεπτα το πολιτικό σκηνικό στον τόπο μας∙ απαξιώθηκε κάθε έννοια ιερού και οσίου, κυριάρχησε η καχυποψία και η απελπισία, σχόλια και συζητήσεις συνετάραξαν ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο, ονόματα μοναχών και ιερών μονών πλειοδότησαν σε καυστικά άρθρα, σε σκληρές ειρωνείες, σε άνευ προηγουμένου σαρκαστικά δημοσιεύματα, σε γελοιογραφίες, σε καρναβαλικές παρελάσεις, ταυτίστηκαν με τις υπόγειες μεθοδεύσεις, η δε λέξη Βατοπαίδι έγινε συνώνυμη με τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Η Εκκλησία παρουσιάστηκε ως κρυσφύγετο της ανομίας και η αγιότητα ως η μεγαλύτερη απάτη.
Λογικά, η ζημιά που προκάλεσε η υπόθεση Βατοπαιδίου και στην Εκκλησία και στο Έθνος και στον κοινωνικό βίο, έχει λάβει διαστάσεις γενικευμένης θεσμικής καταστροφής.
Ο τραυματισμός του δέους μας προς το Όρος έχει συμπτώματα και συνέπειες απροσμέτρητου μεγέθους, καθώς άφησε πίσω του την πικρή γεύση μιας απροσδόκητης πνευματικής προδοσίας. Κανείς δεν φαντάστηκε πως η δόξα και τιμή μπορούσε να υποκρύπτει αισχύνη και ντροπή. Φάνηκε να γκρεμίζεται και το τελευταίο οχυρό των αξιών και του ήθους. Έτσι τουλάχιστον φάνηκε!
Η διαχείριση της πληροφόρησης επέβαλε μια κατευθυνόμενη λογική που μεγένθυνε και αναπαρήγαγε το σκάνδαλο, ταυτόχρονα δε απαγόρευε την ελεύθερη σκέψη και τη δικαιοκρισία.
Στην ουσία προκαταλήφθηκε η απόφαση της δικαιοσύνης, φανερώθηκε η ατολμία και η έλλειψη κυβερνητικής και πολιτικής ευφυΐας, αντικαταστάθηκε η τιμή του αγιορείτη με την καχυποψία και τον εμπαιγμό. Η Εκκλησία ξαναμπήκε στο στόχαστρο της σκληρής κριτικής και ξιφούλκησε η αμφισβήτηση της καθαρής πίστης και ζωής με πρωτοφανή κοινωνική αποδοχή.
Η ελάχιστη πλέον εναπομείνασα περιουσία της χαρακτηρίζεται δημόσια ως «αμύθητη» για να εξάπτει τη φαντασία των καχύποπτων.
Τα δεσμευμένα ευάριθμα ακίνητά της βαπτίζονται «φιλέτα», για να ερεθίζονται οι δύσπιστοι. Ήδη κατασκευάστηκε μια λογική, όπου οι Μητροπολίτες, για να μπορούν να μιλούν, θα πρέπει να φορούν μόνον σχισμένα ράσα και μπαλωμένα παπούτσια, να τρέφονται μόνο με κονσέρβες και περισσεύματα, να κυκλοφορούν μόνο με αυτοκίνητα για απόσυρση, να διαμένουν μόνο σε ερείπια, να καταργήσουν τα παγκάρια και τους εράνους, αλλά να δίνουν παντού και πάντοτε και σε όλους.
Μόλις προχθές κατηγορήθηκε ο ηγούμενος του Βατοπαιδίου και αναγκάστηκε να δώσει δημόσιες εξηγήσεις, γιατί, λένε, χρησιμοποίησε έξι φορές τη λέμβο του Λιμενικού (!) Όλα αυτά αναπαράγονται από το «σκάνδαλο του Βατοπαιδίου». Ο αποδέκτης της αδικίας ταυτίζεται με τον αίτιο της σκανδαλολογίας.
Βροντερά όμως ερωτήματα επιμένουν να ανακυκλώνονται αναπάντητα: Πως μπορεί μια αγιορείτικη Μονή να εμπλέκεται σε απίστευτου ύψους οικονομικές συναλλαγές; Γιατί οι γνωριμίες και οι διασυνδέσεις της να οδηγούν σε συμφωνίες άγνωστες στην ιερά Κοινότητα, οι δε καρποί των συναλλαγών της να αποκρύπτονται από τους φορείς των άμεσα ενδιαφερομένων τοπικών κοινωνιών;
Πως μπορούν να συνδυαστούν οι πλεονεκτικές τάσεις των μοναχών με το ευαγγελικό κήρυγμα περί αυταρκείας και φιλοπτωχίας; Γιατί, μάλιστα σε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής στενότητος, να ευνοείται σκανδαλωδώς μια εστία αυταπάρνησης και περιφρόνησης των υλικών αγαθών;
Πως είναι δυνατόν μοναχοί που ομολογούν ως κύριο έργο την προσευχή και στηρίζονται στην άνευ όρων αποταγή των εγκοσμίων, να δικαιολογούν τις οικονομικές επιδιώξεις τους, προφασιζόμενοι προγραμματισμούς μεγάλων έργων κοινωνικής πρόνοιας και σχεδιασμούς πολυμέριμνων πρωτοβουλιών και δράσεων;
Γιατί ενώ επιμένουν στο άβατο του Όρους για τους άλλους δεν επιλέγουν το άβατο του κόσμου για τους ίδιους;
Από την άλλη μεριά, μπροστά μας ορθώνεται ένα μοναστήρι με ασύλληπτη ιστορική αίγλη, με πρωτοποριακή και σε ελάχιστο χρόνο αριθμητική και πνευματική αναγέννηση, με υποδειγματική πρωτειά στα έργα αναστηλώσεώς του, με πανθομολογούμενο, εντυπωσιακό, άμεσο και ορατό δια γυμνού οφθαλμού νοικοκύρεμα σε όλες τις πτυχές της ζωής του, με σπάνια και σε μεγάλους αριθμούς φιλοξενία, με παγκόσμιο κύρος και αναγνώριση, με γνωστό τοις πάσι βαρύ και για μοναχικά δεδομένα λατρευτικό και πνευματικό πρόγραμμα, με εμφανώς απλή, ταπεινή και φτωχή ζωή των ίδιων των μοναχών του, με ψηλαφητή χάρι άσχετη από τις διοικητικές επιλογές των λίγων υπευθύνων του. Το βλέπεις και σου προκαλεί θαυμασμό. Το σκέπτεσαι και σε συγκινεί η χάρις του.. Η μαρτυρία του αποκλείεται να μην είναι αυθεντική.
Ρίχνεις μια ματιά στην εικόνα των γεγονότων και των εξελίξεων και απορείς. Θα μπορούσε κάλλιστα αυτό που σήμερα ερμηνεύεται ως ένοχη συμπαιγνία να αποτελούσε συνεργασία αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του με μοναδικό σκοπό την κτιριακή αποκατάστασή του, μάλιστα με τέτοιον τρόπο που καθόλου δεν θα τραυμάτιζε την πτωχεία και την αμεριμνία των μοναχών του.
Το επιχείρημα της σπατάλης των εθνικών πόρων αυτοκαταργείται, όταν αυτοί επενδύονται σε έργα πολιτισμικών υποδομών. Όπως ένα καλό μουσείο αποτελεί επένδυση της κοινωνίας και του πολιτισμού και όχι των υπαλλήλων του, έτσι και η αποκατάσταση του μοναδικού μοναστηριακού μνημείου που ονομάζεται Βατοπαίδι θα μπορούσε να αποτελεί πολιτισμική και πνευματική επένδυση μιας προοδευτικής χώρας στο πλαίσιο μακροχρόνιων τολμηρών πολιτι κων και όχι μικρονοϊκή αξιοποίηση ενός μοναστηριού, που θυσιάζει την ασκητική ζωή των μοναχών στον βωμό της καλοπέρασης, της καλοζωΐας, της μικροφιλοδοξίας και της κοσμικής ματαιοδοξίας είτε ασεβεί βάναυσα στο ιερό σώμα της μοναχικής παραδόσεως, ζωής και διδασκαλίας.
Όποιος επισκέφθηκε το Βατοπαίδι το 1990 δεν ήθελε να το ξαναεπισκεφθεί. Το γνωστό μεγαλείο της ιστορίας του ήταν θαμμένο κάτω από τις σκόνες και τις αράχνες του τότε αποκρουστικού παρόντος του. Μέσα σε λίγα χρόνια η ανακάλυψη των αμυθήτου αξίας θησαυρών του, η καλαίσθητη και κατ’ επανάληψιν βραβευμένη αποκατάσταση των παρεκκλησίων, της τράπεζας και των πτερύγων του, η παραδειγματική αξιοποίηση των κειμηλίων και των υποδομών του, η κατασκευή του σκευοφυλακίου, η οργάνωση της σπάνιας βιβλιοθήκης του, η εντυπωσιακή σε ρυθμούς επάνδρωσή του και πάνω απ’ όλα η ανάσταση της ζωής και δόξας του είναι αδύνατον να έγιναν από όργανα διαπλοκής, από σκοτεινές φυσιογνωμίες ξένες προς τα βιώματα της πίστεως και οικείες προς τη διαφθορά και την διαστροφή.
Η δόξα και η πρόοδος της Μονής συνδυάστηκε με τη λιτότητα, την ταπείνωση και τη μοναχικότητα των πατέρων της. Όσο και αν αυτό φαίνεται απίστευτο, είναι αληθές. Το Βατοπαίδι της τελευταίας εικοσαετίας αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα της εποχής μας, που πρέπει οπωσδήποτε να πιστωθεί σε αυτούς που σήμερα σέρνονται στα δικαστήρια.
Ο συνδυασμός αυτών των φοβερών που ακούγονται με αυτά τα θαυμαστά που βλέπουμε αποτελεί άγνωστο μυστήριο που υπερβαίνει τις δικές μας ικανότητες και δυνατότητες. Τη δικαιοσύνη δεν θα την αποδώσουν τα δικαστήρια ούτε οι εξεταστικές επιτροπές αλλά η ιστορία και ο απαράβατος νόμος του Θεού.
Ίσως το Βατοπαίδι να φιλοξένησε άκαιρα την υπερβολική και άδικη για την αλήθεια εύνοια και τιμή τα προγενέστερα χρόνια. Ίσως τώρα να χρειάζεται να υποδεχθεί την επίσης υπερβολική και άδικη για την αλήθεια κρίση και κριτική. Για την αντιμετώπισή τους τότε χρειαζόταν η εύκολη ταπείνωση, τώρα η δύσκολη, η αγιορείτικη.
Πάντως η εθνική ζημιά που προκλήθηκε από την κατάρρευση του κύρους του Αγίου Όρους ως συμβόλου αναφοράς και ελπίδας στις ψυχές των Ελλήνων και από την αίσθηση της συντριβής και των τελευταίων μεγάλων αξιών είναι πολύ μεγαλύτερη από τις όποιες συνέπειες της προκληθείσης αστάθειας, του τραυματισμού της πολιτικής αξιοπρέπειας και του κλονισμού της θεσμικής αξιοπιστίας, πολύ μεγαλύτερη και από τη ζημιά που υπέστη το ίδιο το Βατοπαίδι.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ