Η περίοδος του Τριωδίου, την οποία διανύουμε κ’ εφέτος, χαρακτηρίζεται στην Εκκλησία μας ως περίοδος κατανύξεως. Το βιβλίο που περιέχει τους ύμνους της περιόδου αυτής λέγεται κατανυκτικό Τριώδιο. Και οι εσπερινοί της Κυριακής της Τυροφάγου, καθώς και των 5 Κυριακών των Νηστειών, λέγονται κατανυκτικοί εσπερινοί. Υπάρχουν επίσης κατανυκτικά στιχηρά ή κατανυκτικά καθίσματα.
Αλλά τι σημαίνει η λέξη κατάνυξη; Ποια είναι η ακριβής σημασία της και τι έχει να πει σ’ εμάς το νόημα αυτής της λέξεως; Αν δούμε μερικά χωρία της Γραφής, στα οποία συναντάται η λέξη, τότε θα εννοήσουμε ότι η λέξη κατάνυξη έχει τρεις τουλάχιστον διαφορετικές σημασίες.
Α΄. Κατάνυξη = λύπη, στενοχώρια, μεγάλη θλίψη.
Στο βιβλίο της Γεννέσεως βρίσκουμε δύο χωρία, στα οποία η λέξη κατάνυξη έχει τη σημασία της λύπης, της στενοχώριας. «Είπε δε Ησαύ προς τον πατέρα αυτού· Μη ευλογία μία σοι εστί, πάτερ; ευλόγησον δη καμέ, πάτερ. Κατανυχθέντος δε Ισαάκ ανεβόησε φωνή Ησαύ και έκλαυσεν» (Γεν. 27,38). Λυπήθηκε, δηλαδή, ο Ισαάκ γιατί ο πρεσβύτερος γιος του, ο γιος που αγαπούσε, ο πρωτότοκος, αυτός που του έφερνε τα κυνήγια, έχασε την ευλογία, που την πήρε με δόλο ο Ιακώβ. Συνεπώς κατάνυξη εδώ σημαίνει λύπη στενοχώρια για κάποιο γεγονός της ζωής μας.
Αναφέρουμε ένα δεύτερο χωρίο μ’ αυτή τη σημασία. Ο Ιακώβ, αφού απάτησε τον αδελφό του Ησαύ, για να γλυτώσει από το φθόνο έφυγε στην Μεσοποταμία, στο θείο του τον Λάβαν. Έμεινε εκεί 20 χρόνια· παντρεύτηκε, απέκτησε παιδιά και περιουσία. Μετά 20 χρόνια γυρίζει πίσω στην πατρίδα του κι αφού συμφιλιώνεται με τον αδελφό του Ησαύ, πηγαίνει και κατασκηνώνει σε μια περιοχή που λεγόταν Σίκιμα και υπήρχε η πόλη Σαλήμ. Εκεί ο Ιακώβ αγόρασε ένα κομμάτι γης από κάποιον ντόπιο, το Εμώρ. Αυτός όμως ο Εμώρ είχε ένα γιό, τον Συχέμ, ο οποίος πήρε την μοναδική κόρη του Ιακώβ, την Δείνα, και την ατίμασε. Μετά την άφησε να γυρίσει στο σπίτι της. Όταν έγινε αυτό έλειπαν τα παιδιά του Ιακώβ έξω στους αγρούς. Και λέει η αγία Γραφή· «Οι δε υιοί Ιακώβ ήλθον εκ του πεδίου· ως δε ήκουσαν, κατενύγησαν οι άνδρες, και λυπηρόν ήν αυτοίς σφόδρα» (Γεν. 34,7). Λυπήθηκαν πάρα πολύ. Ο πόνος τους πλήγωσε βαθειά την καρδιά για την ατίμωση της αδελφής τους. Και γι’ αυτό, μετά από ολόκληρο τέχνασμα, σκότωσαν τον Συχέμ και όλους τους άνδρες της φυλής του. Ας διαβάσουμε το 34ο κεφ. της Γενέσεως για να δούμε τις λεπτομέρειες της ιστορίας.
Η πρώτη λοιπόν σημασία της λέξεως κατάνυξη είναι η λύπη, ο πόνος για διάφορα λυπηρά γεγονότα της ζωής μας. Η κατάνυξη μ’ αυτή τη σημασία δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι εφάμαρτος. Είναι φυσικό ο άνθρωπος να λυπάται για τα θλιβερά γεγονότα της ζωής του· όχι όμως όπως οι άπιστοι «οι μη έχοντες ελπίδα». Η θλίψη του Χριστιανού πρέπει να έχει κάποιο μέτρο.
Β΄. Κατάνυξη = συναίσθηση της αμαρτωλότητας και λύπη για τις αμαρτίες μας· συνεπώς διάθεση προς μετάνοια και μεταμέλεια.
α΄ παράδειγμα
Μετά την Πεντηκοστή, αφού επιφοίτησε το άγιο Πνεύμα στους αποστόλους και παρουσιάσθηκε το φαινόμενο της γλωσσολαλίας και μιλούσαν οι απόστολοι σ’ όλες τις διαλέκτους, άρχισαν να απορούν και να θαυμάζουν οι πάντες. Μερικοί όμως κακοήθεις άρχισαν να λένε, ότι οι απόστολοι είναι μεθυσμένοι. Τότε ο Πέτρος έκανε την την πρώτη του ομιλία και είπε ότι δεν είναι μεθυσμένοι -αφού η ώρα είναι 9η π. μ. και το πρωί συνήθως οι άνθρωποι δεν πίνουν κρασί-,αλλά ήρθε το Πνεύμα το άγιο, όπως είχε προφητεύσει ο Ιωήλ, και τους έδωσε το χάρισμα της γλωσσολαλίας. Είναι λοιπόν σημείο του αγίου Πνεύματος η γλωσσολαλία και έρχεται δι’ αυτού του σημείου το άγιο Πνεύμα να μαρτυρήσει, ότι ο Χριστός δεν είναι ένας απατεώνας, ένας πλάνος όπως έλεγαν οι Ιουδαίοι, ένας βλάσφημος που έκανε τον εαυτό του Θεό, αλλά είναι ο Μεσσίας, ο προσδοκώμενος επί τόσους αιώνες. Είναι ο Υιός του Θεού, που πήρε την ανθρώπινη φύση και σεις τον σταυρώσατε. «Ακούσαντες δε κατενύγησαν τη καρδία, είπον τε προς τον Πέτρον και τους λοιπούς αποστόλους· Τι ποιήσομεν, άνδρες αδελφοί;» ( Πραξ. 2,37).
Βλέπουμε λοιπόν εδώ ξεκάθαρα, ότι κατάνυξη είναι η λύπη και η συντριβή της ψυχής που προέρχεται από την συναίσθηση της αμαρτωλότητας, αλλά και η διάθεση προς διόρθωση, η διάθεση προς μετάνοια («Τι ποιήσομεν, άνδρες αδελφοί;»).
β΄ παράδειγμα
«Οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε· ά δε λέγετε εν ταις καρδίαις υμών, επί ταις κοίταις υμών κατανύγετε» (Ψαλμ. 4,5). Κ’ εδώ το ρήμα κατανύγετε έχει την σημασία της συντριβής.
Η έννοια αυτή επικρατεί στην πατερική και ασκητική γραμματεία. Έτσι στα αποφθέγματα των πατέρων γίνεται λόγος για κάποια πόρνη, η οποία πλησίασε τον αββά Τιμόθεο κι αφού άκουσε τον λόγο του Θεού, κατενύγη και έκλαυσε και είπεν αυτώ· Εγώ από την σήμερον προσκολλώμαι τω Θεώ…».
Αυτή λοιπόν η σημασία της λέξεως κατάνυξη υπάρχει στις εκκλησιαστικές ορολογίες κατανυκτικόν Τριώδιον, κατανυκτικός εσπερινός, κατανυκτικά στιχηρά ή κατανυκτικά καθίσματα. Είναι ακολουθίες και ύμνοι, που έχουν στόχο να πληγώσουν την καρδιά μας με το βέλος της θείας Χάριτος, να την συγκινήσουν, να την θερμάνουν, να την κάνουν να συναισθανθεί τις αμαρτίες της και να κλάψει γι’ αυτές.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα και να αισθανθούμε πλήρως αυτή τη σημασία της λέξεως κατάνυξη, θ’ αναφέρουμε άλλα δύο βιβλικά παραδείγματα, στα οποία δεν υπάρχει μεν η λέξη, υπάρχει όμως το νόημα και το περιεχόμενό της.
α΄. Η άρνηση του Πέτρου (Λουκ. 22,60-61).
Ο Πέτρος αρνείται το Χριστό τρεις φορές. Μάλιστα τη δεύτερη και την τρίτη, όπως μας λέει ο Ματθαίος (26,72 και 74), αρνήθηκε με όρκο. Αφού τον αρνήθηκε και την τρίτη φορά, «εφώνησε αλέκτωρ, και στραφείς ο Κύριος ανέβλεψε τω Πέτρω, και υπεμνήσθη ο Πέτρος του λόγου του Κυρίου, ως είπεν αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνήση με τρις, και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς». Το βλέμμα του Χριστού έπεσε πάνω του σαν ένα κοφτερό μαχαίρι και τον κατατρύπησε, τον καταπλήγωσε. Και όπως όταν πληγώσουμε το σώμα βγαίνει αίμα, έτσι όταν πληγώσουμε την ψυχή βγαίνουν δάκρυα. Κι όπως όταν σπάσει ο γιατρός το απόστημα, το πρήξιμο του σώματος, τότε φεύγει το πύον και καθαρίζει το σώμα, έτσι κι όταν ο Χριστός σπάσει το απόστημα της ψυχής και αναβλύσουν τα δάκρυα, φεύγει όλο το πύον, όλο το φαρμάκι της αμαρτίας που την δηλητηριάζει, κ’ εκείνη συνέρχεται, αναζωογονείται. Έτσι και ο Πέτρος βγήκε έξω κ’ έκλαυσε πικρά· δηλαδή με πόνο, με στεναγμούς, μ’ αναφιλητά· για να βγάλει από την ψυχή του το φαρμάκι της αρνήσεως. Μπορούμε να πούμε, ότι τα δάκρυα είναι ο εμετός της ψυχής. Με τη διαφορά ότι, ενώ ο εμετός είναι κάτι το αποκρουστικό και σιχαμερό, τα δάκρυα είναι ό,τι το πιο ωραίο και ευλογημένο.
β΄. Τα δάκρυα της πόρνης (Λουκ. 7,36-50).
Ο Χριστός βρισκόταν σ’ ένα γεύμα, που του παρέθεσε κάποιος φαρισαίος ονόματι Σίμων. Εκεί μια γυναίκα αμαρτωλή, που συναισθάνθηκε αφ’ ενός μεν την θεότητα του Χριστού, αφ’ ετέρου δε την δική της αμαρτωλότητα, πήγε και κάθισε πίσω από τον Χριστό και ανελύθη σε δάκρυα. Και τα δάκρυα έπεφταν στα πόδια του Χριστού, κ’ εκείνη τα σπόγγιζε με τα μαλλιά της και φιλούσε τα πόδια του Χριστού αλείφοντάς τα με μύρο. Κλασσικό παράδειγμα κατανύξεως, που προερχόταν από τη συναίσθηση των αμαρτιών και από την ευγνωμοσύνη για το ότι της χαρίσθηκαν οι αμαρτίες της.
Κατάνυξη και δάκρυα
Βλέπουμε, στα δυο τελευταία παραδείγματα, ότι η κατάνυξη είναι και αιτία των δακρύων. Λέει ο μοναχός Αντίοχος ότι «η κατάνυξη προξενεί το κλάμμα και τα δάκρυα. Πληγώνεται η καρδιά από τα βέλη της χάριτος και αναβλύζουν δάκρυα». Ο άνθρωπος λοιπόν της κατανύξεως είναι αρίδακρυς (=αυτός που χύνει πολλά δάκρυα). Αλλά τα δάκρυα που χύνει διαφέρουν πάρα πολύ από τα δάκρυα του πένθους και των άλλων συμφορών του κόσμου. Εκείνα τα δάκρυα φορτώνουν την καρδιά με λύπη αβάσταχτη, φέρνουν απελπισία και δυστυχία· «η του κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται», λέει ο Παύλος (Β΄ Κορ. 7,10). Τα δάκρυα όμως της κατανύξεως, αν και στην αρχή είναι πικρά και χύνονται με πόνο, στο τέλος γλυκαίνουν την ψυχή και τη γεμίζουν με θείο φωτισμό. Δίνουν παρηγοριά και ανακούφιση. Έτσι έχουμε το φαινόμενο της χαρμολύπης.
Κατάνυξη και ταπείνωση
Ο όσιος Νικήτας ο Στηθάτος παρατηρεί ότι, για να γεννηθεί στην καρδιά μας η κατάνυξη, πρέπει να προηγηθεί η ταπεινοφροσύνη. «Διότι η ταπεινοφροσύνη συντρίβει το πνεύμα, πηγάζει ρυάκια δακρύων, και κάνει φανερά την βραχύτητα της ανθρώπινης ζωής και το αδύνατο και πεπερασμένο του ανθρώπου». Και η κατάνυξη με τη σειρά της διατηρεί την ταπεινοφροσύνη· υπάρχει μια αλληλοπεριχώρηση.
Κατάνυξη και τρυφή
Λέει ο ι. Χρυσόστομος· «Όπως είναι αδύνατο να συνυπάρξουν φωτιά και νερό και το ένα είναι αντίθετο του άλλου, έτσι είναι αδύνατο να συνυπάρξουν η τρυφή, η καλοπέραση, και η κατάνυξη. Διότι η μεν κατάνυξη είναι μήτηρ των δακρύων και της νήψεως, η δε τρυφή του γέλωτος και του παραλογισμού. Η μεν κάνει ελαφρά την ψυχή και την αναπτερώνει, η δε την καθιστά πιο βαρειά και από το μολύβι».
Και ο όσιος Θεόγνωστος λέει· «Τότε θα επιτύχεις την αληθινή κατάνυξη, όταν με εγκράτεια και αγρυπνία, με προσευχή και ταπείνωση μαράνεις την έμφυτη ηδονή της σαρκός, σταυρωθείς μαζί με το Χριστό, και δεν ζεις πλέον με πάθη αλλά με το θείον Πνεύμα».
Εμείς κόψαμε μετάνοιες, γονυκλισίες, νηστείες, μακρές ακολουθίες και ότι άλλο μας ενοχλεί. Επιζητούμε συνεχώς την άνεση, τη ραστώνη, το βόλεμα, την ήσσονα προσπάθεια. Σχεδόν πάντοτε ξεχνάμε, ότι η πύλη που οδηγεί στην αιώνια ζωή είναι στενή. Τι κρίμα…
Γ΄. Κατάνυξη= ηθική πώρωση, νάρκωση, λήθαργος, ακηδία, ύπνος πνευματικός.
Στο βιβλίο του Ησαΐα (29,9-10) διαβάζουμε· «Εκλύθητε και έκστητε και κραιπαλήσατε ουκ από σίκερα ουδέ από οίνου· ότι πεπότικεν υμάς Κύριος πνεύματι κατανύξεως καμμύσει τους οφθαλμούς αυτών και των προφητών αυτών και των αρχόντων αυτών, οι ορώντες τα κρυπτά».
Στο κεφάλαιο αυτό ο Ησαΐας προφητεύει την πολιορκία και καταστροφή της Ιερουσαλήμ από το Σενναχηρείμ τον βασιλιά των Ασσυρίων. Μιλάει για τα κακά και τις σφαγές που θα επιφέρει, καθώς και για την θαυματουργική εν τέλει απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ, την οποία οι Ασσύριοι πίστευαν ότι την υπέταξαν εντελώς και οριστικά.
Συγχρόνως όμως ο Ησαΐας περιγράφει την πνευματική τύφλωση του λαού της πόλεως, την υποκρισία και τη διαφθορά τους. Και λέει ότι οι Ισραηλίτες αγνοούν τους κινδύνους, δεν δίνουν σημασία στις προφητείες του, και είναι σαν αναίσθητοι, σαν ναρκωμένοι, σαν μεθυσμένοι, όχι διότι ήπιαν σίκερα (=οινοπνευματώδες ποτό) ή κρασί, αλλά διότι ο Κύριος τους πότισε πνεύμα κατανύξεως· δηλαδή τους νάρκωσε, τους κοίμησε, τους άφησε να πέσουν στην πώρωση και την αναισθησία. Έτσι έκλεισε τα μάτια τους, ώστε οι προφήτες, οι άρχοντες κι ο ίδιος ο λαός να μη βλέπουν το σωστό, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν στην καταστροφή. Γι’ αυτό οι προφητείες του Ησαΐα, αν και ήταν ξεκάθαρες, δεν τις λαμβάνουν υπ’ όψη τους και δεν μπορούν να τις διαβάσουν, να τις εννοήσουν, όπως δεν μπορεί να διαβάσει κανείς ένα κλειστό σφραγισμένο βιβλίο, ή όπως δεν μπορεί να διαβάσει ένας αγράμματος ένα ανοικτό βιβλίο. «Και έσονται υμίν τα ρήματα πάντα ταύτα ως λόγοι του βιβλίου του εσφραγισμένου τούτου, ό εάν δώσιν αυτό ανθρώπω επισταμένω γράμματα λέγοντες· ανάγνωθι ταύτα· και ερεί· ου δύναμαι αναγνώναι, εφράγισται γάρ. Και δοθήσεται το βιβλίον τούτο εις χείρας ανθρώπου μη επισταμένου γράμματα, και ερεί αυτώ· ανάγνωθι τούτο· και ερεί· ουκ επίσταμαι γράμματα» (Ησ. 29,11-12). Σε τέτοια πνευματική τύφλωση θα τους αφήσει να πέσουν ο Θεός.
Να λοιπόν η τρίτη σημασία της λέξης. Η πώρωση, η αναισθησία, η νάρκη, ο λήθαργος. Όταν δεν αφήνουμε το Θεό να κυριαρχήσει στις καρδιές μας, όταν δεν του ανοίγουμε την πόρτα της ψυχής μας την στιγμή που κτυπά, όταν μένουμε ασυγκίνητοι και ψυχροί στα θεία του μηνύματα, τότε ο Θεός επιτρέπει, αφήνει, ΠΑΡΑΧΩΡΕΙ, να κεντήσει ο διάβολος την καρδιά μας –κατά+νύττω = κατατσιμπώ, καταπληγώνω, είναι η ετυμολογία της λέξεως κατάνυξη–· να την τρυπήσει, να την πληγώσει, να την υποτάξει, και να γίνει κυρίαρχός της οδηγώντας την στη καταστροφή.
Το παράδειγμα αυτό του χωρίου Ησ. 29,10 το επικαλείται ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, στο 11ο κεφάλαιο. Εκεί μιλάει για την απόρριψη του Ισραήλ. Και εξηγεί τους λόγους που ο Θεός απέρριψε τους Ισραηλίτες εκείνους, που επέμεναν να δικαιωθούν με το νόμο και όχι με το Χριστό. Και προσπαθώντας να εξηγήσει το φαινόμενο της πωρώσεως και της τυφλώσεως των Ισραηλιτών, που δεν μπορούν να δουν την εκπλήρωση των προφητειών στο πρόσωπο του Χριστού, λέει· Μην εκπλήσσεσθε, μη παραξενεύεστε· γιατί αυτό που συμβαίνει σήμερα γινόταν και παλαιά. Και αναφέρει τον Ηλία, που παραπονιόταν ότι ο Ισραήλ εγκατέλειψε τον Θεό· παρ’ ότι βέβαια δεν τον εγκατέλειψαν όλοι, αλλά υπήρξαν και 7000, «οίτινες ουκ έκαμψαν γόνυ τω Βάαλ». Οι υπόλοιποι όμως έπαθαν ότι και οι σημερινοί Ισραηλίτες, οι οποίοι παραδόξως επιμένουν να απορρίπτουν τον Χριστό. Και τον απορρίπτουν, διότι «καθώς γέγραπται· έδωκεν αυτοίς ο Θεός πνεύμα κατανύξεως, οφθαλμοίς του μη βλέπειν και ώτα του μη ακούειν έως της σήμερον ημέρας» (Ρωμ. 11,8). Δηλαδή, λέει ο Παύλος, όπως γράφει και ο Ησαΐας, παραχώρησε ο Θεός να τους καταλάβει πνεύμα δαιμονικό, πνεύμα που έκανε αναίσθητες τις ψυχές τους, ώστε να μη συγκινούνται διόλου από το κήρυγμα του ευαγγελίου. Έτσι τα μάτια τους βλέπουν μεν εξωτερικώς τα έργα του Θεού, αλλά δεν νιώθουν το βαθύτερο μήνυμά τους· τ’ αυτιά τους ακούνε το λόγο του Θεού, αλλ’ αυτοί, σαν να είναι κουφοί, δεν τους εννοούν μέχρι την σημερινή ημέρα.
Την τρίτη σημασία της λέξεως κατάνυξη πρέπει να την προσέξουμε πολύ. Ο Θεός παραχωρεί, λόγω αδιαφορίας μας, ο διάβολος ή να μας νύξει ελαφρώς και να μας κάνει να τρέχουμε προς το κακό, βάζοντας στο άγκιστρο του θανάτου το δέλεαρ της αμαρτωλής ηδονής, ή να μας νύξει βίαια και απότομα, ώστε να μείνουμε αναίσθητοι, ζαλισμένοι από το κτύπημα, και να μη μπορεί η ψυχή μας ν’ αντιδράσει καθόλου στο κράτος της αμαρτίας. Όπως όταν κάποιος μας χτυπήσει με ρόπαλο στο κεφάλι πέφτουμε και ζαλιζόμαστε· ή όταν χτυπάει ο χασάπης τα βόδια με το μαχαίρι στο μυαλό για να παραλύσουν και να τα σφάξει· έτσι και ο διάβολος. Ναρκωτικά, ροκ μουσική, τηλεόραση- με την οποία επιτυγχάνει το τηλε-κτύπημα-, πορνοπεριοδικά, διαφημίσεις, αντίστροφα μηνύματα, αιρέσεις, φιλοσοφίες και τόσα άλλα, να τα φονικά μαχαίρια του με τα οποία κατατρυπά την προσωπικότητά μας. Έτσι όλοι μας δεχόμαστε, σε μικρό ή μεγάλο ποσοστό, τους νυγμούς του διαβόλου.
Γι’ αυτό βλέπουμε σήμερα να μιλά ο ιερεύς με ζωηρότητα, με παραστατικότητα, και όμως να μη του δίνει κανείς σημασία. Μιλάνε οι κατηχητές στα παιδιά, κ’ εκείνα λές και τα έχει τσιμπήσει μύγα τσέ-τσέ. Κτυπά η καμπάνα για λειτουργία, εξομολόγηση, κατήχηση κ.λ.π., κ’ εμείς αδιάφοροι ακούμε το κτύπημά της. Κι αυτή η προσέλευση των Χριστιανών στις μεγάλες γιορτές γίνεται από έθιμο και συνήθεια, χωρίς καμιά ψυχοσωματική προετοιμασία και μετοχή στα όσα τελούνται. Κλασσικό παράδειγμα η νύχτα του Πάσχα, η νύχτα της Αναστάσεως, η εορτή των εορτών και πανήγυρης των πανηγύρεων. Βγαίνουμε έξω και μόλις πει ο ιερεύς το «Χριστός ανέστη», σκάζουμε μερικά βαρελότα, τσουγκρίζουμε το αυγό, ανταλλάσσουμε ασπασμούς και φεύγουμε. Πού πάμε; Πού πάμε; Στο σπίτι να φάμε μαγειρίτσα! 1 ώρα ή 1 ½ ώρα νωρίτερα. Και ο Χριστός μέσα μας ετοίμασε τραπέζι. Ο ι. Χρυσόστομος φωνάζει· «Η τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Μηδείς εξέλθει πεινών». Κ’ εμείς σαν τον Ησαύ πουλούμε την Θεία Κοινωνία, τη χαρά της αναστάσεως, για ένα πιάτο μαγειρίτσα. Λατρεύουμε την κοιλιά μας πάνω από τον Θεό. Και όμως λεγόμαστε Χριστιανοί. Δεν υπάρχει φοβερώτερο αμάρτημα απ’ αυτό που γίνεται τη νύχτα της Αναστάσεως, φοβερώτερη βλασφημία, φοβερώτερη ασέβεια. Λέει ο Χριστός στο 10ο κεφ. του Ματθαίου, ότι όποιος δεν δεχθεί τους αποστόλους, θα κριθεί φοβερώτερα των Σοδόμων και της Γομόρρας. Αι πώς θα κριθούμε εμείς οι πνευματικοί απόγονοι του Ησαύ, όταν γυρίζουμε τις πλάτες στον αναστημένο Χριστό;
Και όλα αυτά γιατί; Γιατί μας κατέλαβε «πνεύμα κατανύξεως» κ’ έτσι χάσαμε το αισθητήριο της πίστεως, το αισθητήριο της χριστιανικής ζωής το αισθητήριο της ορθοδοξίας.
Μοιάζει η εποχή μας με την εποχή του Νώε που, επειδή τότε οι άνθρωποι δεν άκουγαν καθόλου τον Θεό, έβαλε ο Θεός το Νώε για 100 ολόκληρα χρόνια να κατασκευάζει την κιβωτό, για να τον βλέπουν όλοι και να το ρωτούν οι ίδιοι, γιατί την κάνει, και να παίρνουν την απάντηση· Θα μας καταστρέψει ο Θεός (πρβλ. Γεν. κεφ. 6ο -7ο).
Μοιάζει η εποχή μας με την εποχή του Ησαΐα, που τον έβαλε ο Θεός 3 χρόνια να περπατά γυμνός και ξυπόλυτος, για να πείσει τους Ιουδαίους ότι δεν θα τους σώσουν οι Αιγύπτιοι, που θα νικηθούν από τους Ασσυρίους, και γυμνούς και ξυπόλυτους θα τους μεταφέρουν στην αιχμαλωσία (πρβλ. Ησ. 20ο κεφ.). Αλήθεια, ποιος πιστεύει σήμερα ότι θα μας σώσει ο Θεός, και όχι η Ε.Ο.Κ., το ΝΑΤΟ, το Μάαστριχτ ή η Αμερική, οι σύγχρονες Βαβυλώνες της Αποκαλύψεως;
Μοιάζει τέλος η εποχή μας με την αναίσθητη και παχύδερμη κοινωνία των Ισραηλιτών της εποχής του Ιεζεκιήλ, που επειδή δεν τον άκουγαν καθ’ όλου αναγκάσθηκε να πλαγιάζει 40 μέρες στο δεξί πλευρό και 150 μέρες στο αριστερό, μεσ’ τη μέση του δρόμου, για να κινήσει την περιέργειά τους να τον ακούσουν (πρβλ. Ιεζ. Κεφ. 4ο).
Ας μελετήσουμε επισταμένως τα χωρία της Γραφής Ησ. 6,10 και 53,1· Ιω. 12,37-40 · Ματθ. 13,10-15· Ματθ. 11,25-26, και ας φροντίσουμε να μην πέσουμε σ’ αυτή την κατάνυξη του διαβόλου.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ