Οι ιαματικές πηγές των δακρύων

 «Λούσω καθ’ ἑκάστην νύκτα τήν

κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τήν

στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλ. 6,7).

 

Δάκρυα! Μία μεγαλειώδης σύνθεση, που «μελοποιεί» την πνευματική αναζήτηση. Μία αγιαστική εκροή, προς ψυχική άρδευση. Πλουσιότατες εκ Θεού οι εγκαθιστάμενες σε κάθε άνθρωπο πηγές των δακρύων. Η μόνη διαφορά συνίσταται στο ότι κάποιοι δεν εγκατέλειψαν την απαραίτητη υδροκαλλιέργεια αυτών των πηγών, με αποτέλεσμα την συνεχή εξασφάλιση του δακρυρρόου στοιχείου. Άλλοι όμως πονηροί δούλοι και ράθυμοι, δεν προέβησαν ποτέ, ούτε σε μία υποτυπώδη καθαριότητα αυτών, με συνέπεια την μόλυνσή τους, την ελώδη επιβάρυνσή τους και την μετέπειτα αποξήρανσή τους.

Δάκρυα! Ένα παράγωγο της λύπης, αλλά και της χαράς. Ένα αποτέλεσμα κλάματος, αλλά και γέλιου. Στοιχείο απλού ή σύνθετου συναισθηματισμού, αλλά και φάρμακο ψυχικής ίασης. Βάλσαμο ψυχής.

Δάκρυα! «Το υγρό πυρ» μέσω του οποίου οι ευγενείς υπάρξεις πορθούν το φρούριο του Θεού, προκειμένου να διανοιγούν απόλυτα οι πόρτες που οδηγούν σε αυτόν.

Δάκρυα! Μία πλουσιοτάτη ψυχική έννοια, εκτοπισμένη όμως στο περιθώριο από την ακαλλιέργητη και πλήρως χοντροκομμένη κοινωνία, που μοναδικό στόχο της έχει θέσει μόνο το γέλιο, ειδικά το αισχρό, την «χαρά», την απόλυτη ικανοποίηση, την εύθυμη γενικώς διάθεση. Μία κοινωνία άγονη και άνυδρη, που διψά όμως παράφορα, χωρίς να γνωρίζει τι τελικά προσδοκά. Μία κοινωνία που αποστρέφεται συστηματικά την θλίψη, τον πόνο, την ανησυχία, γιατί… καταστρέφουν την διάθεσή της. Γιατί κατ’ ουσίαν αδυνατεί να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις επισκέψεις, λόγω ψυχικής γύμνιας. Λόγω απουσίας αντισταθμικού πνευματικού έρματος.

Την ίδια ώρα όμως, κάποιες εκλεκτές ψυχές, άνθρωποι μεστοί, πνευματοφόροι, έχοντες ψυχικό βάθος, δελεαζόμενοι από το δυσανάβατο θεϊκό ύψος, εμφανίζονται στην σκηνή της ζωής δακρυχαρείς, κάποιες στιγμές έντονα δακρύρροοι και τελικώς δακρυπλέοντες, επιδιώκουν την προσάραξή τους στο θεϊκό λιμάνι. Αν και ένδακρεις, κατ’ ουσίαν χαίρονται και μειδιούν γαλήνια, γιατί ακολουθούν τον δρόμο που χάραξε ο Ιησούς μέσα στη Γεθσημανή (=ελαιοτριβείο), όπου οι χοντρές πηκτές σταλαγματιές από ιδρώτα και ανάμικτο αίμα του, έπεφταν στην γη χαράσσοντας ένα ιδιόμορφο μονοπάτι. Το μονοπάτι του Γολγοθά.

Εκτός του προηγουμένου, η θεϊκή επιταγή «χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων» (Ρωμ. 12,15), αποτελεί το σύνθημα προσέγγισης της σκοπιάς του Θεού.

Μετά όμως την εισαγωγή μας στην έννοια των δακρύων, ας προωθηθούμε ψηλά στις θεϊκές πηγές, για να δροσιστούμε δακρυχαίροντες.

Όταν η Ανδρομάχη έτρεξε ανήσυχη να βρει τον μαχόμενο σύζυγό της Έκτορα στον πύργο του Ιλίου, ξάφνου δέχτηκε στην αγκαλιά της από τον σύζυγό της τον μικρό γιο τους Αστυάνακτα. Τότε σύμφωνα με την ποιητική έκφραση του Ομήρου «Δακρυόεν γελάσασα», μέσα στα δάκρυα της ανησυχίας της, απροσδόκητα, εισέδυσε και το γέλιο, από το χαμόγελο του παιδιού, εξισορροπώντας την ταραγμένη ατμόσφαιρα.

Έτσι λοιπόν ο χριστιανισμός αποτελεί μία θρησκεία χαράς, αλλά και δακρύων. Η χαρά όμως αυτή δεν σχετίζεται με την χαρά του κόσμου. Η κοσμική τοιαύτη είναι ξεκομμένη από την πραγματική ουσία της ζωής. Ενώ η πρώτη, η αυθεντική, η χαρά της εκκλησίας, η χαρά των πιστών που την απαρτίζουν και που κρέμασαν τις ψυχές τους στο θυσιαστήριο των ναών μας, είναι χαρά που εκπηδά από καρδιές συντετριμμένες, από καρδιές που συναισθάνονται τα αμαρτήματά τους και μετανοούν, από ανθρώπους που απέσυραν κάθε ελπίδα από τον αφιλόξενο κόσμο, για να την εναποθέσουν στα χέρια του φιλόξενου Θεού.

Κάπως έτσι λοιπόν, μέσα στην πίστη μας, η χαρά έρχεται και συνυπάρχει με τα δάκρυα. Γιατί τα δάκρυα συνθέτουν τον υδροφόρο ορίζοντα του πνεύματος, που δροσίζει ουσιαστικά την ανθρώπινη διάθεση με αποτέλεσμα να φύεται η γνήσια χαρά. Γιατί δεν υπάρχει ζωή αληθινά χριστιανική χωρίς δάκρυα, χωρίς δοκιμασίες, χωρίς στερήσεις και μοναξιές, χωρίς πόνους. Αλλά όλες αυτές οι δοκιμασίες, έρχεται ώρα που γίνονται για τον πιστό φρέατα δροσερής χαράς και δοξολογίας του Θεού. Τονίζει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Μια καρδιά αγαθή αναβρύζει δάκρυα χαράς, την ώρα που κάνει προσευχή. Όποιος γύμνασε τον εαυτό του, λούζεται με τα δάκρυά του. Και με τα θαυμαστά πράγματα που θωρεί, νιώθει, πότε πόνο και πότε κάποιο θαύμα και ξεχωρίζει τα μυστήρια… και σαν πιάσει την προσευχή, γίνονται πιο πολλά τα δάκρυα».

Μην ξεχνούμε τα πολύτιμα δάκρυα του Πέτρου, όταν αρνήθηκε τρεις φορές τον Κύριο. Ειδικά μη λησμονούμε εκείνο το ανεπανάληπτο «ἔκλαυσεν πικρῶς».

Τα δάκρυα λοιπόν είναι ιδιοκτησία του αυθεντικού χριστιανού. Αλλά και η μεγάλη χαρά της ενότητος, της επικοινωνίας της ψυχής με τον Κύριό της, είναι και αυτή αναφαίρετο προνόμιο του Χριστιανού. Αυτή όμως η χαρά είναι λουσμένη στα δάκρυα, είναι χαρά πνευματική, που δεν έχει κοσμικές αφορμές, αλλά πηγάζει από τις αείδροσες πηγές της πίστης και της συναίσθησης της αμαρτωλότητος. «Ὅτι τήν ἀνομία μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιον μου ἐστί δια παντός».

Γράφει ο Νικήτας Στηθάτος: «Τα δάκρυα που τρέχουνε από τη μετάνοια είναι πυρωμένα από τη θεϊκή φωτιά και σαν να χτυπάνε το λογισμό μας βαρειά σφυριά, νιώθουμε πίκρα και πόνο νοερά και αισθητά από τους αναστεναγμούς της καρδιάς μας».

Μην παρεξηγηθούμε όμως. Τα δάκρυα δεν είναι ο σκοπός και το περιεχόμενο της χριστιανικής ζωής. Αλλά αποτελούν ένα ευλογημένο όργανο καθαρισμού της ψυχής μας και προπάντων είναι σημάδι συγκλονιστικό, ότι κατανοήσαμε τα σφάλματά μας, οπότε μετανοούμε και υποσχόμαστε αλλαγή πλεύσης. Τα δάκρυά μας επιστρέφοντας στον Θεό πατέρα, ανοίγουν και καθαρίζουν τον δρόμο της άμεσης επαφής μας με αυτόν.

Ο Ιερεμίας όμως τονίζει· «Τα μάτια μου βγάζουν λογής–λογής δάκρυα».

Έτσι λοιπόν τα δάκρυα που επαναφέρουν εσωτερική ισορροπία στον άνθρωπο, συμφιλιώνοντάς τον με τον Θεό και οδεύοντας για τα επουράνια, είναι άγνωστα στον σκληρό σημερινό κόσμο. Τα δάκρυα θεωρούνται ταπεινωτική έκφραση ανάξια του αξιοπρεπούς ανθρώπου, σημάδι αδυναμίας και επικίνδυνου συναισθηματισμού. Όμως, επειδή απαξιοί αυτά τα δάκρυα ο σημερινός άνθρωπος, βρίσκεται σε δεινή κρίση και απελπιστική δυστυχία. Γι’ αυτό έχει χάσει και τον δρόμο της μεταφυσικής ελπίδος και γι’ αυτό δεν πνέει ο ουράνιος άνεμος, που μπορεί να σκορπίσει όλα τα σύννεφα τα μιασματικά, που έχουν μολύνει–σαπίσει, αυτή την ελπίδα. Κι όμως, στην εποχή μας, απαιτείται μία αγωγή συστηματική των δακρύων, προκειμένου να εξαλειφθούν τα ηθικά αποστήματα και να ανακουφισθεί η έρημη ψυχή από τις σκιές και τους τρόμους, που ενσπείρουν οι κεκρυμμένοι μέσα στον ίσκιο τους, δειλοί πνευματικοί τρομοκράτες. Αυτοί που γνωρίζουν κάποια άλλα δάκρυα, μέσω των οποίων προσποιούνται ότι κλαίνε ή λυπούνται δήθεν για τις συμφορές των άλλων. Ο λόγος φυσικά απευθύνεται στα «κροκοδείλια δάκρυα».

Τελικά όμως όσο και αν υπερύψωσε τον άνθρωπο η υπερηφάνεια για τις τεχνικές επιτεύξεις των καιρών μας, τόσο ενετάθησαν όλα τα μεγάλα ηθικά προβλήματα, παραμένοντας και πάλι άλυτα. Γιατί ο επίγειος προορισμός μας, ο φόβος του θανάτου και η γενική κάλυψη της ζωής από ένα ανατριχιαστικό και ανυπόφορο κενό, προκαλούν συνεχώς μία αύξουσα αναστάτωση η οποία δρομολογείται από τον έλεγχο της υγιούς συνείδησης. Ειδικά εδώ τα κροκοδείλια δάκρυα δεν έχουν να προσδώσουν κανένα κουράγιο, αφού δεν προσδίδουν κανένα αποτέλεσμα.

Το μόνο που πραγματικά μπορεί να δώσει ουσιαστική λύση στο πρόβλημα, είναι η επιστροφή του ασώτου. Η επιστροφή όμως αυτή γίνεται κατόπιν μετανοίας, συντριβής, με ποταμούς δακρύων και με αναγνώριση προπάντων των ηθικών πταισμάτων μας. Αλλά η εποχή μας πεισματικά, κόντρα στο θείο, αποστατικά, «στηρίζεται» σε μία κούφια και επίπλαστη περηφάνια, περιφρονώντας απόλυτα και αδιαφορώντας προκλητικά για την αιωνιότητα, οπότε η ζωή μας γίνεται όλο και πιο μαρτυρική μέσα στις ενοχές μας και στα πολλαπλά εγκλήματα μας.

Πολλαπλά τα εγκλήματά μας, εγκληματίες εμείς οι ίδιοι, απλά δεν έχουμε συλληφθεί ακόμη. Κι όμως η θεία δίκη κάποια στιγμή όλους μας, μας συλλαμβάνει με στόχο να μας υποδείξει τον δρόμο τον σωστό. Αυτόν που χάραξε στην πράξη και τον ακολούθησε πιστά «ἡ βεβυθισμένη τῆ ἁμαρτία». Αυτή που βρήκε σαν λιμάνι σωτηρίας τον Κύριο. Αυτή που άδειασε στα πόδια του Κυρίου το μύρον, μεμειγμένο όμως με ένα άλλο πολύτιμο μύρο, αυτό των δακρύων. Αυτή που παρεκάλεσε τον Κύριο να δεχθεί τας πηγάς των δακρύων της, σαν ένα δεύτερο βάπτισμα ξεπλύματος των αμαρτιών της.

Κλείνουμε το ελαχιστότατο πόνημά μας περί δακρύων με μία γνωστοποίηση και ομολογία από τον κόσμο του κόσμου. Ένα λαϊκό άσμα μας ενημερώνει ότι και «οι άνδρες κλαίνε».

Μετά λοιπόν από την επισημοποίηση αυτή, όλοι μαζί άνδρες, γυναίκες και παιδιά χωρίς ντροπή, ας χύσουμε τα δάκρυά μας μπροστά στον σταυρό του Χριστού μας, δηλώνοντας μετάνοια και απόφαση για αλλαγή της ζωής μας. Εκφράζοντας προπάντων την αμετακίνητη πίστη μας στον σταυρωμένο.

Τότε μόνο ο Ιησούς «κλίνας τήν κεφαλήν» πάνω στον σταυρό, θα παραδώσει το πνεύμα του εν πλήρει γαλήνη ψυχική. Γιατί πραγματικά το έργο του επί γης απέδωσε.

Ώσπου να συμβεί όμως αυτό, οι οφθαλμοί μας πρέπει να πνιγούν μέσα στα πολλά δάκρυα. Αυτό επιτάσσει ο Ιερεμίας στους θρήνους του (2,11)

«Ἐξέλιπον ἐν δάκρυσιν οἱ ὀφθαλμοί μου».

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή