ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Ετοιμάζεται ν’ ανοίξει η ωραία πύλη της Εβδομάδος των Παθών. Η πύλη που θα μας εισαγάγει στη μία και μοναδική μυσταγωγία όλων των αιώνων. Την Σταυρική Θυσία του Θεανθρώπου!

Πώς θ’ ανταποκριθούμε οι Χριστιανοί του 2020; Τύποις ή πράξεσι; Θα παραμείνουμε προκλητικά απλοί θιασώτες ή ενεργοί μέτοχοι; Θα περιοριστούμε στην ένδοξη μετά βαΐων και κλάδων υποδοχή ή θα συμπορευθούμε στην οδυνηρή και άκρως ταπεινωτική σταύρωση του πλάνου -κατά τους Ιουδαίους- Χριστού; Θα επιλέξουμε το επιπόλαιο και εύκολο λαϊκό «ωσαννά», για να κραυγάσουμε αμέσως μετά το «άρον άρον»; Θα σηκώσουμε πρόθυμοι λίθον να λιθοβολήσουμε τους κακούς; Μήπως η κακία στεγάζεται μέσα μας και είμαστε οι κύριοι ένοχοι; Αναφέρει μακαριστός διδάσκαλος του ευαγγελίου ότι, άν ζούσαμε την εποχή του Χριστού, 99% θα είμασταν από την πλευρά των σταυρωτών ή από την πλευρά των μαθητών που τον εγκατέλειψαν. Προς τι λοιπόν ο λιθοβολισμός και ο ονειδισμός των άλλων.

Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα….

Το δράμα αρχίζει να εκτυλίσσεται. Για να λάβουμε μέρος ενεργό πρέπει να γίνουμε δούλοι πάντων. Μετά θα έχουμε το προνόμιο «να υψωθούμε εν καιρώ». Ας αφήσουμε την αλαζονεία και ας πιάσουμε τον «λεκάνη». Περνώντας από το στάδιο του νομοταγούς, του αθώου, του αξιοπρεπούς, του εργατικού, του ειλικρινούς, του ικανού και δημιουργικού, του πολυτέκνου οικογενειάρχου, του φλογερού πατριώτη, του ήρωα, του συγχρόνου περιφρονημένου και πικρά ειρωνευομένου, αλλά πιστού μαθητού του Χριστού, θα γίνουμε πραγματικά μεγάλοι έχοντας δικαιωματική θέση συσταυρωμένου δίπλα Του.

Γιατί ο δρόμος της ζωής είναι δρόμος δοκιμασίας και όχι πορείας θριάμβου. Θριαμβολογούν «οι προοδευτικοί» άθεοι, τα σύγχρονα αλαλάζοντα κύμβαλα την ίδια ώρα που ο Θεός τους καθηλώνει, τους ταπεινώνει με τα ασθενή του κόσμου, τα μωρά. Αυτοί θολωμένοι από το πάθος τους συνεχίζουν να κομπάζουν, άσχετα αν τους περιπαίζει μήνες ένας ιός και τους έχει βγάλει εκτός προγράμματος. Κατά τ’ άλλα κουβέντα περί Θεού δεν ακούγεται πουθενά και από κανέναν.

Εμείς όμως ας ευχαριστήσουμε τον Θεό για τα αιτήματα που αφήνει ανικανοποίητα. Εκείνος γνωρίζει καλύτερα. Επίσης για τα παράξενα που βλέπουμε στις μέρες μας, που όμως γι’ αυτόν είναι απολύτως φυσιολογικά και προπάντων διδακτικά. Ας χρησιμοποιήσουμε λοιπόν τα μάτια μας σαν όργανα πνευματικής ενόρασης, οπότε θα ερμηνεύσουμε τα πάντα γύρω μας με «νουν Χριστού». Έτσι θα λιγοστέψουν οι κακοί τριγύρω μας και βλέποντας τα πράγματα ωμά θα ορθοτομήσουμε την δική μας ατομική-οικογενειακή ζωή, καθότι είμαστε κατά το ευαγγέλιο το φως του κόσμου. Πόλη επάνω όρους κειμένη, που παραδειγματίζει τους πάντας με τη ζωή της. Το αλάτι που αλατίζει την κοινωνία. Άρα είμαστε υπεύθυνοι-υπόλογοι έναντι στον Θεό μας.

Πως θα το επιτύχουμε αυτό; Μας βοηθάει ο Κύριος. Ας τον δούμε, ας τον ακούσουμε, ας τον παρακολουθήσουμε, ας τον μιμηθούμε και όλα θα πάνε κατ’ ευχήν.

«Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο.» Αυτή την εντολή έδωσε και στους μαθητές του. «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε». Αυτοί όμως κοιμούνται. Ένας μόνο ξαγρυπνά. Ο Ιούδας. «Ουκ ισχύσατε μίαν ώραν γρηγορήσαι;»

Να λοιπόν ο δρόμος που μας άφησε ο Χριστός. Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ!

«Η προσευχή δύναμιν πυρός έσβεσεν· λεόντων θυμόν εχαλίνωσε· πολέμους έλυσε· μάχας έπαυσεν· χειμώνας ανείλε· δαίμονας ήλασε· ουρανώ πύλας ηνέωξε· δεσμά θανάτου διέκοψε· αρρωστίας εφυγάδευσεν· επηρείας απεκρούσατο· πόλεις σειομένας έστησεν.»

Την ώρα λοιπόν της δικής του αγωνίας ο Χριστός άφησε ως ασπίδα, ως θυρεό, ως ακαταγώνιστο όπλο στους Χριστιανούς την προσευχή.

Πόσοι όμως γνωρίζουμε στις μέρες μας να υψώνουμε τα χέρια μας στον ουρανό;

Πόσων από εμάς εδίψησε η ψυχή στην σύγχρονη έρημο, άβατο, άνυδρο γη;

Πόσοι από εμάς σαν άτομα προσευχόμαστε έστω το βράδυ πριν την κατάκλιση;

Πόσοι από εμάς εφαρμόζουμε την οικογενειακή προσευχή στα σπίτια μας έστω και το βράδυ; Αλλά τι είναι οικογένεια στις μέρες μας; Μήπως έχει διαλυθεί; Μήπως υπάρχει το όνομα αλλά όχι η ουσία;

Κι όμως διαμαρτυρόμαστε για το σφράγισμα των εκκλησιών αυτές τις ώρες.

Μα εκκλησία είμαστε εμείς οι ίδιοι. Ναός του Αγίου Πνεύματος. Τόσο πολύ αγνοούμε ότι η προσευχή είναι ο ασύρματος επικοινωνίας μας με τον Θεό και ότι κανείς δεν μπορεί να μας τον υφαρπάσει; Ότι αγωνιζόμενοι να εκτελέσουμε τις εντολές του Θεού και να προσευχόμεθα αδιαλείπτως κοινωνούμε κατά κάποιο τρόπο;

Αναρωτηθήκαμε μήπως ο Θεός θέλει να μας δοκιμάσει–αφυπνίσει–συνεφέρει; Ναι με το ανάγνωσμα της στερήσεως.

Φέτος λοιπόν δεν θα μας επιτρέψει όπως πρότερα χρόνια να τον ασπαστούμε Μ. Παρασκευή κείμενον εις τον επιτάφιον. Μάλλον οι ασπασμοί μας του θυμίζουν εκείνο που είπε στον Ιούδα. «Ιούδα φιλήματι τον υιόν του ανθρώπου παραδίδως;» Είναι προδοτικά τα φιλήματα μας, καθότι αφού σιγουρευτούμε ότι κείται πράγματι νεκρός, επιστρέφουμε στην αμαρτωλή ζωή μας ανενόχλητοι. Παράλληλα με αυτήν την απαγόρευση θα έχουμε και άλλες υλικές στερήσεις πρωτοφανείς, πρωτόγνωρες που θα μας στοιχίσουν πολύ, καθότι η ύλη μας στοιχίζει πάντα περισσότερο.

Δεν εκδικείται μ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός. Αντιθέτως έρχεται να μας θυμίσει την αξία του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε.» «Το μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον». Πράγμα που γίνεται και εκτός εκκλησίας.

Έτσι λοιπόν ο Χριστός πρότυπο αγρυπνίας διανυκτερεύει Μ. Πέμπτη προς Μ. Παρασκευή. Νύχτα αγρυπνίας στον κήπο της Γεθσημανή. Αγωνία μεγάλη. Ιδρώτας πηχτός σαν σταγόνες αίματος. Ένα το κρατούμενο.

Παύλος και Σίλας στην φυλακή των Φιλίππων έγκλειστοι και γεμάτοι αίματα και πληγές από το μαστίγωμα δοξάζουν τον Θεό προσευχόμενοι αγρυπνούντες. Μεσάνυχτα η δύναμη της προσευχής προκαλεί σεισμό, ο οποίος ανοίγει τις πόρτες της φυλακής και σπάζει τις αλυσσίδες. Δύο τα κρατούμενα.

Ο Χρυσόστομος τονίζει όπως τα δέντρα την νύχτα αναπνέουν και δροσίζονται, έτσι και οι αγρυπνούντες Χριστιανοί. Τρία τα κρατούμενα.

Μα θα μου πει κάποιος. Αγρυπνία κάνουν στα μοναστήρια. Αυτή είναι η δουλειά τους. Εμείς εργαζόμαστε δεν μπορούμε.

Την αγρυπνία όμως στα νυχτερινά κέντρα την αντέχουμε μέχρι πρωίας και συγχρόνως την ποθούμε με λαχτάρα. Η νεολαία ειδικά αναλώνεται επί καθημερινής βάσεως και ειδικά Σάββατο βράδυ στοιβαγμένη στα διάφορα νυχτερινά κέντρα. Την Κυριακή είναι κουρασμένα τα παιδιά και δεν μπορούν να εκκλησιαστούν. Άρα, γιατί να είναι οι εκκλησίες ανοιχτές, αφού περιφρονούνται;

Τελικά η φετινή Μ. Σαρακοστή θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στην μνήμη μας. Γιατί, ύστερα από πολλές δεκαετίες, επιτέλους νηστεύουμε πραγματικά. Νιώθουμε στο πετσί μας τι σημαίνει πολύπλευρη νηστεία.

Έτσι, έχοντας άλλη ψυχολογία για παράλληλη θεώρηση, θ’ ακούσουμε το φετινό «Τετέλεσται…». Απευθύνεται και σ’ εμάς. Θα αισθανθούμε και πάνω μας την έννοια του θανάτου. Όχι του ειδωλολατρικού, αλλά του Χριστιανικού. Της κοιμήσεως δηλαδή. Γιατί ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός το τόνισε χαρακτηριστικά. Ο θάνατος είναι ένας μεγάλος ύπνος. Καθότι κάποια στιγμή «…οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής του Υιού του Θεού…» «Εγώ ειμί η ανάσταση και η ζωή».

Οι παλαιοί την θύμηση του θανάτου την είχαν, συμβουλάτορα.

Ο Φίλιππος, πατέρας του Μ. Αλεξάνδρου, είχε διατάξει έναν στρατιώτη κάθε πρωί να του υπενθυμίζει «Φίλιππε μέμνησο ότι θνητός ει». Γιατί, όταν θυμόμαστε τον θάνατο, τον έχουμε συνεχώς στην σκέψη μας, διαφορετικά σκεπτόμαστε και ενεργούμε.

Στο κάτω-κάτω η σύγχρονη κατάσταση με κλειστές εκκλησίες και άλαλα καμπαναριά, είναι μία προτύπωση –αν δεν αλλάξει κάτι– της μελλοντικής Ελλάδος. Με πληθώρα τζαμιών και μουσουλμάνων στη χώρα μας, με τις προσπάθειες τις ακάματες και τις παράλληλες ευλογίες των 300. Όχι φυσικά του Λεωνίδα, μη βλασφημούμε.

Άρα όλα αυτά γενικευμένα είναι μία θεϊκή προενημέρωση, όσο είναι νωρίς -είναι άραγε;- για τα μελλούμενα.

Λοιπόν ας ανανήψουμε. Ο κορωνοϊός θα φύγει κάποτε, εμείς όμως...

Οι καιροί ου μενετοί.

Αρίσταρχος

 

Κορυφή