ΣΑΜΟΥΗΛ ΧΑΝΤΖΕΡΗΣ (1700-1775)

 

  Άγνωστο το όνομα στους πολλούς. Άγνωστο και το αξίωμα που είχε όπως και ο χρόνος που έδρασε. Άγνωστη και η προσφορά του. Άγνωστοι και οι διωγμοί που υπέφερε απ’ αυτούς που έπρεπε να τον στηρίξουν. Άγνωστη και η αγνωμοσύνη που του έδειξε το τότε εκκλησιαστικό περιβάλλον.

  Κι όμως, για τους ιστοριοδίφες και για τους εγκρατείς θεολόγους, το όνομα Σαμουήλ Χαντζερής λέγει πολλά και προκαλεί θαυμασμό και εκτίμηση ου την τυχούσα. Σπάνια προσωπικότητα και σπάνιες οι αρετές του. Ας τη γνωρίσουμε και ας τη μελετήσουμε.

  Έζησε τον 18ο αιώνα στην Κων/πόλη και διακρίθηκε ως κληρικός. Σε νεαρή ηλικία έγινε διάκονος, μετέπειτα κατέστη αρχιδιάκονος του πατριάρχου Παϊσίου του Β , αργότερα ανεδείχθη μητροπολίτης Δέρκων, και μετά την απομάκρυνση του Ιωαννικίου του Γ  τοῦΚαρατζά, τον πρότειναν για οικουμενικό πατριάρχη. Εκείνος αρνήθηκε επίμονα. Είχε φρόνημα ταπεινό και χαμηλή ιδέα για τον εαυτό του. Γνώριζε τη δυσκολία του εγχειρήματος. Γνώριζε τη φιλοδοξία και το φθόνο κληρικών και λαϊκών του πατριαρχείου, που ασκούσανε αθέμιτες πιέσεις προς τον σουλτάνο και δωροδοκούσαν αφειδώς την τουρκική διοίκηση, για να προκαλούν συνεχείς αλλαξοπατριαρχείες. Επιπλέον αγαπούσε υπερβολικά τον φιλήσυχο και αμέριμνο βίο της μητροπόλεως Δέρκων. Γι’ αυτό και αρνήθηκε. Οι πιέσεις όμως έγιναν πιο έντονες, διότι δεν υπήρχε άλλη προσωπικότητα για να ορθοποδήσει το πατριαρχείο και έτσι τελικά υποτάχθηκε και ανήλθε στον πατριαρχικό χρόνο.

  Το πρώτο μέλημα, του καθενός που ανερχόταν στον υψηλό αυτό θώκο, ήταν να ισχυροποιήσει την εξουσία του και ν’ αυξήσει τα έσοδα της θέσεώς του, ώστε έχοντας διοικητική παντοδυναμία και οικονομική άνεση και αυτάρκεια, να είναι ανεξέλεγκτος και πλήρως ανεξάρτητος, και να ικανοποιεί όλες τις ορέξεις της φιλοδοξίας του και τις τάσεις για μεγαλοπρέπεια, χλιδή και επίδειξη. Κι όμως ο Σαμουήλ Χαντζερής επεδίωξε ακριβώς τ’ αντίθετα. Αμέσως κατάργησε τους δίσκους υπέρ του πατριάρχου που ήταν πέντε φορές το χρόνο –Θεοφάνεια, Ορθοδοξίας, Σταυροπροσκυνήσεως, Βαΐων, Πάσχα-και στους οποίους συνεισέφεραν οι πάντες μέχρι και επίσκοποι και μοναχοί. Κατάργησε τα πεσκέσια (όρνιθες, αυγά, ψάρια, βούτυρο, αρνιά) που δίνανε οι ιερείς της πόλεως, του Γαλατά, και Καταστένου σε μεγάλες γιορτές. Επίσης περιέκοψε περιττές πατριαρχικές δαπάνες. Αλλά εκεί που έδειξε το μεγαλείο της ψυχής του και την σπάνια αρετή και αγιότητά του ήταν η περιστολή της απολυταρχίας του οικουμενικού πατριάρχου.

  Δυστυχώς, μετά την άλωση της Κων/πόλεως, ο πατριάρχης περιεβλήθη από τον Σουλτάνο με απόλυτη μοναρχία. Η τουρκική διοίκηση θέλοντας να συνεννοείται μ’ ένα πρόσωπο, το οποίο μπορούσε να το πιέζει και να το ποδηγετεί όπως αυτή ήθελε, όπλισε τον πατριάρχη με σφραγίδα αποκλειστική, την οποία αναγνώριζε στις σχέσεις της με το πατριαρχείο και καμμία άλλη δεν δεχόταν. Έχοντας ο πατριάρχης την σφραγίδα στην απόλυτη εξουσία του, έκανε ο,τι ήθελε χωρίς να λογαριάζει κανένα. Οι μητροπολίτες του πατριαρχείου ήλθαν σε εξάρτηση από τον πατριάρχη μεγαλύτερη απ’ αυτήν που υπήρχε προ της αλώσεως. Η ενδημούσα σύνοδος του πατριαρχείου κατάντησε εντελώς έκτακτος και ανίσχυρος. Το δηλητήριο της εξουσίας που καταβάλλει και τον πιο ισχυρό οργανισμό είχε παραλύσει και ναρκώσει ολόκληρο τον εκκλησιαστικό οργανισμό. Όλοι μιλούσαν κατά του φαινομένου αυτού και κατά της ασυδοσίας του πατριάρχου, αλλά όταν έπεφτε ο πατριάρχης μετά από αθέμιτες ραδιουργίες ημετέρων και ξένων και ανερχόταν άλλος εις διαδοχή του, ξεχνούσε τι προηγουμένως υπεστήριζε, και κρατούσε το προνόμιο να είναι απόλυτος κύριος της πατριαρχικής σφραγίδας και συνεπώς της εκκλησιαστικής εξουσίας.

  Ο Σαμουήλ όμως, μόλις ανήλθε, φρόντισε με ενέργειες και παραστάσεις έντονες να εκδοθεί σουλτανικό διάταγμα (Χάττι σερίφ, 1763), που διέτασσε την διαίρεση της πατριαρχικής σφραγίδας σε τέσσερα τεμάχια και την παραχώρηση των τριών τεμαχίων σε τρεις μητροπολίτες. Ο πατριάρχης έκτοτε ήταν υποχρεωμένος να συγκαλεί τακτικά την ενδημούσα σύνοδο, η απολυταρχία του έπαυσε και η ισχύ περιήλθε στους Γέροντες -όπως αποκαλούντο- μητροπολίτες, που ήσαν τακτικά μέλη της συνόδου και κρατούσαν τα υπόλοιπα κομμάτια της σφραγίδας. Δυστυχώς όμως η ανθρώπινη διαφθορά δεν έχει τέλος και μάλιστα η διαφθορά των όσων αναλαμβάνουν διοίκηση. Έτσι ο Γεροντισμός με τη σειρά του έκανε τυραννίσκους των άλλων αρχιερέων και χριστιανών τους Γέροντες. Αυτοί ήσαν μητροπολίτες ονομαστών γειτονικών μητροπόλεων και ως εκ τούτου μπορούσαν να παρευρίσκονται συνεχώς στις συνεδριάσεις της ενδημούσας συνόδου. Γι’ αυτό ηγέρθη γενική κατακραυγή κατά του Γεροντισμού. Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, εκδόθηκε το Χάττι Χουμαγιούν το 1856, το οποίο επέβαλε αναδιοργάνωση του τουρκικού κράτους και των αλλοθρήσκων και αλλοεθνών κοινοτήτων. Έτσι το πατριαρχείο της Κων/πόλεως συνεκάλεσε εθνοσυνέλευση εξ αρχιερέων και λαϊκών αντιπροσώπων των επαρχιών, η οποία συνέταξε τους Γενικούς Κανονισμούς (1858-1860). Οι κανονισμοί αυτοί κυρώθηκαν από την τουρκική κυβέρνηση και γίνανε νόμοι του κράτους. Έτσι καταργήθηκε ο Γεροντισμός και διορθώθηκε το κακό, όσο είναι δυνατό βέβαια να διορθωθεί στην ανθρώπινη κοινωνία και μάλιστα κατά την παρούσα ζωή.

  Πάντως η τιμή και η δόξα και ο σεβασμός, για την αρχή της διορθώσεως της εκκλησιαστικής διοικήσεως και την προσαρμογή της σε θεολογικώτερες και βιβλικώτερες βάσεις, ανήκει στον Σαμουήλ Χαντζερή. Τον μεγάλο άνδρα με τη σπάνια ταπείνωση και αρετή, που με μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα κατέστειλε το φαινόμενο της απολυταρχίας στον εκκλησιαστικό οργανισμό μ’ όλες τις παρενέργειές του.

  Κι όμως η μεγάλη αυτή προσωπικότητα μισήθηκε όσο λίγοι. Άρχισαν να καταφθάνουν συνεχείς λίβελλοι εναντίον του στον Σουλτάνο, με αποτέλεσμα να εξαναγκασθεί σε παραίτηση και να εξορισθεί στη Μεγίστη Λαύρα του Αγίου Όρους. Πέτυχε αργότερα να επανέλθει στην Κων/πόλη ως εφησυχάζων. Αργότερα τον ξαναεξελέξαν για να τον ξαναδιώξουν μετά 13 μήνες. Εξορίσθηκε πάλι στο Άγιο Όρος, αλλά τελικά εστάλη στη Χάλκη όπου και πέθανε στις 10 Μαΐου το 1775, σε ηλικία 75 ετών.

  Αιωνία του η μνήμη και ο Θεός ας χαρίζει στην Εκκλησία του παρόμοιες προσωπικότητες. Τις έχει απόλυτη ανάγκη.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

 

Κορυφή