Ο δρόμος προς την δόξα!

«Ὅπου ἐγώ ὑπάγω, οὐ δύνασαί

μοι νῦν ἀκολουθῆσαι» (Ιω. 13,36)

 

Το ιστορικό και μοναδικό τραπέζι, που παρέθεσε ο οικοδεσπότης Κύριος στους τιμώμενους προσκεκλημένους συνεργάτες και μαθητές του, για να τους ευχαριστήσει για την μέχρι τούδε αγάπη τους, ακολουθώντας τον πιστά στις περιοδείες του και εγκαταλείποντας τα πάντα, έλαβε τέλος. Παράλληλα με το δείπνο, ολοκληρώθηκαν και οι τελευταίες υποθήκες, συμβουλές και υποσχέσεις του διδασκάλου προς τους μαθητές. Τώρα εναπόκειται η κατανόηση του μαθήματος απ’ αυτούς και η υλοποίηση των διδαγμάτων στην ζωή τους.

Ο Μυστικός Δείπνος τελείωσε και ο μέγας επισκέπτης επί της γης είναι έτοιμος να αναχωρήσει για τα επουράνια. Για τον θρόνο που εγκατέλειψε προσωρινά, προκειμένου να επισκεφθεί τον λαό του στη γη. Άλλωστε τον δρόμο του τετέλεκε και τώρα πρέπει να αναπαυθεί. Έχει προειδοποιήσει άλλωστε, ότι θα βαδίσει την τελευταία στράτα του μόνος. Κι όμως σε αυτήν χρειαζόταν βοήθεια. Αυτή είναι όμως η μοίρα των μεγάλων ανδρών που έχουν προσφέρει το είναι τους, την ψυχή τους, στην κοινωνία. Να βαδίζουν στα στερνά τους μόνοι τους, με το παράσημο της αγνωμοσύνης και της παντελούς απαξίωσης από τους ευεργετηθέντες. Αυτή είναι η αμοιβή τους. Αυτή τη μοίρα έχει προτυπώσει χαρακτηριστικά, με ένα μοναδικό τρόπο ο εν λόγω βασιλιάς, ο απέριττος, ο ολομόναχος, που βαδίζει τώρα προς μία ξεχωριστή δόξα. Έχει ήδη προηγηθεί ο «σωματοφύλακάς» του, ένας εκ των δώδεκα, να προλειάνει το έδαφος υποδοχής, ώστε η δόξα αυτή να είναι ξεχωριστή. Όλοι οι βασιλείς μπροστά από την πομπή τους, έχουν ακροβολισμένους τους ανιχνευτές φρουρούς, που ασφαλίζουν τον δρόμο. Ο εν λόγω ανιχνευτής όμως ήταν ένας τιποτένιος δοσίλογος, ένας ελεεινός προδότης, ένας φτηνός μισθοφόρος, προπάντων ένας ευεργετηθείς αχάριστος. Ένα σκυλί που δάγκωσε τον Κύριο του με ένα περίεργο τρόπο. Με φίλημα! Πολλές φορές στην ιστορία, οι οδυνηρότεροι θάνατοι και οι καλοσχεδιασμένες δολοφονίες, πραγματοποιούνται με «ευγένεια», με το γάντι.

Η ώρα του παράξενου αποχωρισμού όμως πλησιάζει. Ο μέγας προστάτης των μαθητών του, αλλά και πιστός σύντροφος θα αναχωρήσει. Ακόμη δεν αντελήφθησαν, ότι ο Κύριός τους βαδίζει προς το Πάθος και την Θυσία του. Άρα γνώριζαν αυτές τις έννοιες στην πράξη; Προσπάθησε παντί τρόπω εκείνος να τους προειδοποιήσει και να τους ενημερώσει, για να μην αιφνιδιασθούν και σκανδαλισθούν. Όμως όλοι ήταν αυστηρά προσηλωμένοι στις πρωτοκαθεδρίες και έτερος επέμενε πεισματικά ότι θα τον ακολουθήσει όπου και αν πάει. Γνώριζε άραγε πού θα πάει; Τελικά δεν γνώριζε κανένας τι ζητούσε και τι έλεγε. Γιατί και οι πρώτοι τον εγκατέλειψαν άμεσα εν όψει του πρώτου κινδύνου, ξεχνώντας τις υπουργικές θέσεις, τις τιμές και τις δόξες, και ο έτερος που τον ακολουθούσε «από μακρόθεν», τελικά τον αρνήθηκε τρις, και του υπενθύμισε την πτώση του ένας κόκορας.

Γιατί όλα κρίνονταν και ψηφίζονταν με γνώμονα γήινο. Προπάντων με έναν επιπόλαιο ενθουσιασμό. Όμως ως εκεί… Απείχε ακόμη κατά πολύ το φρόνημα το επουράνιο. Ήταν νωρίς ακόμη και οι μαθητές αρχάριοι. Προσηλωμένοι μεν πιστά στην θεωρία, αλλά ξέμακροι από την σκληρή πραγματικότητα.

Όμως από την ώρα αυτή του αποχωρισμού, αρχίζει η δόξα του Υιού του ανθρώπου. «Νῦν ἐδοξάσθη ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ιω. 13,31). Από την ώρα που ο προδότης έφυγε για να αποτελειώσει το μιαρό έργο της προδοσίας, αρχίζει και η δόξα του προδομένου βασιλιά. Οι άρχοντες του Ισραήλ τρίβουν τα χέρια τους με ηδυπαθή ικανοποίηση, καθότι επιτέλους σε λίγο πλησιάζει το «τετέλεσται». Το «τετέλεσται» που θα το φωνάξει και ο ίδιος ο κατάδικος, αλλά με άλλη έννοια. Με την έννοια μιας νέας αρχής. Η σύλληψη ακόμη δεν επετελέσθη, ούτε στήθηκε το ικρίωμα και όμως ο Κύριος αυτήν την δόξα της θυσίας, την βλέπει μπροστά του. Την γεύεται. Αγωνίστηκε, ίδρωσε, μόχθησε, απειλήθηκε μέσα στην υπομονή του και την απόλυτη καρτερία του, απαρνήθηκε τον εαυτό του, υποτασσόμενος στο θέλημα του πατρός του, οπότε τώρα εναπόκειται ο μέγας στέφανος της δικαιοσύνης.

Τι παράδοξο όμως πράγμα; Σταυρός και θυσία, συνθέτουν την δόξα του βασιλέως. Στεφάνι σουβλερό, αντί χρυσό και ηγεμονικό. Κι όμως εκεί πάνω στον σταυρό, κακοποιημένος από κάθε πλευρά, ψυχική και σωματική, χωρίς είδος και κάλλος, εγκαταλελειμμένος και από τους μαθητές του και προπάντων δεινά εγκλωβισμένος στα βρώμικα χέρια της σπείρας, των παντοειδών αποβρασμάτων, που ωρύονται με τα «οὐά», αυτός δοξάζεται. Το λεξιλόγιο του Χριστού ήταν δυσνόητο και είναι στους αδιάβαστους μαθητές του. Δυσνόητο είτε από ψυχική αμορφωσιά, είτε πολύ περαιτέρω από τομαριστικό συμφέρον. Από ευτελή ιδιοτέλεια. Ο Χριστός την δόξα την τοποθετεί ψηλά στην μία και μοναδική την βάση, αυτήν της θυσίας. Αυτό είναι το βάθρο που μπορεί και στηρίζει τον βαρύ και ασήκωτο σταυρό. Έτσι αποκτά το δικαίωμα ο Κύριος και επισφραγίζει έμπρακτα την επί γης διδασκαλία του. Γι’ αυτό λέγει ο Ισοκράτης· «Ὦν τάς δόξας ζηλοῖς, μιμοῦ τάς πράξεις».

Ας μιμηθούμε λοιπόν τις πράξεις του σταυρωμένου. ΟΧΙ παχιά λόγια και ψευτορητορείες, όπως συνηθίζουν οι λαοπλάνοι οι «μεγάλοι» ηγέτες. Ούτε φλυαρίες και ανισόρροπα «Ὠσαννά», που είναι στοιχείο του συμφεροντολόγου όχλου. Η έπαρση, ο εγωισμός, η μίζα, το φαγοπότι και η καλοφυλαγμένη «δόξα» με πολυπληθείς φρουρούς, είναι συνώνυμα με τους αυλοκόλακες, που προσπαθούν να αναρριχηθούν στα ανώτατα αξιώματα, χωρίς να ‘χουν καμιά αξία, μόνο ένεκα αρχομανίας και κλεπτομανίας του εθνικού πλούτου. Ειδικά στις μέρες μας, όλη η δόξα συστοιχίζεται γύρω από τα τριάκοντα. Όλοι εξαγοράζονται αντί χρηματικού ποσού, επιλύοντας (;) άμεσα το βιοποριστικό τους πρόβλημα. Εκεί πατούν και ποδοπατούν οι σύγχρονοι άρχοντες, οι φαρισαίοι. Στην δωροδοκία που ανέκαθεν διευκόλυνε τα άνομα σχέδιά τους. Όμως οι δωροδοκούμενοι πάντα κατέληγαν σε κάποια «αγχόνη»… Αυτά λοιπόν αποτελούν την δόξα του χοϊκού ανθρώπου. Έτσι ο εν λόγω φτάνει κάποια στιγμή «ψηλά». «Έρπων, γλύφων και με τα κέρατά του» όπως ο κοχλίας που βρέθηκε ψηλά στον πύργο του Άιφελ δίπλα σε… έναν αετό.

Κάποτε όμως πλησιάζει και το προσωπικό τετέλεσται, του καθενός μας. Μας έχει προειδοποιήσει ο Κύριος, αλλά δυστυχώς είναι άγνωστη η ώρα και η στιγμή.

Αλλά ποιος από τους συγχρόνους βασιλείς έχει προειδοποιήσει τον λαό του για το «τετέλεσται» του ψυχικού κατήφορου; Για τον εκτραχηλισμό μιας άλλης Νινευί; Ποιος καλεί σε μετάνοια τον λαό του; Κανένας. Γιατί αυτοί οι ίδιοι οδηγούν τον λαό στην καταστροφή. Γιατί είναι κάλπικοι κυβερνήτες –τους γνήσιους τους σκοτώσαμε προ καιρού– μισθοφόροι, εξαγορασμένοι, παρέα με ένα τσούρμο ψευδοπροφητών. Όποιος θέλει όμως να δει την πορεία και το τέλος αυτών, ας πάει να σταθεί δίπλα στον προφήτη Ηλία, ψηλά εκεί στον Κάρμηλο για να ‘χει θέα και ας αντικρύσει την συντριβή του γυναίου, της Ιεζάβελ. Της σατανικής βασίλισσας της εκπροσώπου του συνόλου των νυν βασιλέων και βασιλισσών. Η θεία δίκη μπορεί να αργεί, αλλά δεν ξεχνά για όλους μας.

Αλλά ο βασιλιάς ο γνήσιος, δεν μιλά. Σιωπά! Γιατί μιλούν τα έργα του και η αρετή του. Προπάντων όμως ο θρόνος του ο περίεργος. Ο Σταυρός! Απ’ αυτόν τον θρόνο θανάτωσε την αμαρτία και ελευθέρωσε το ανθρώπινο γένος ψυχικά. Αυτή είναι η αληθής ελευθερία. Η ψυχική. Το πνεύμα το ελεύθερο και ανυπότακτο. Πολλοί στην ιστορία ήταν δούλοι σωματικώς αλλά ηγέτες πνευματικώς και ποδηγετούσαν τους ιδίους τους αφέντες τους. Να θυμηθούμε τον Διογένη, που ταξιδεύοντας στην Αίγινα αιχμαλωτίσθηκε από πειρατές, οι οποίοι τον μετέφεραν στην Κρήτη για να τον πουλήσουν σαν δούλο. Όταν λοιπόν ρωτήθηκε από τον διαπραγματευτή, ποια τέχνη γνωρίζει, εκείνος απάντησε αγέρωχα: «ἀνθρώπων ἄρχειν». Δηλαδή, να διοικώ ανθρώπους, οπότε υπέδειξε στον πρότερο να τον αγοράσει ο καλοντυμένος Κορίνθιος Ξενιάδης. Είπε συγκεκριμένα: «Σε αυτόν να με πουλήσεις, γιατί αυτός χρειάζεται δεσπότη». Ο Ξενιάδης αγόρασε τον παράξενο αυτό δούλο και ο Διογένης του είπε: «από τούδε θα με υπακούεις, όπως ακριβώς θα επέτρεπες στον γιατρό ή τον ναύκληρό σου να σε διευθύνουν, αν ήταν δούλοι σου». Οπότε ο Ξενιάδης του ανέθεσε στην Κόρινθο την ανατροφή των παιδιών του. Όταν λοιπόν κάποιοι φίλοι εξ Αθηνών θέλησαν να τον εξαγοράσουν, ο Διογένης αρνήθηκε λέγοντας ότι· ένας λέων αιχμάλωτος δεν είναι δούλος του τρέφοντος αυτόν, αλλά ότι ο τρέφων είναι δούλος του λέοντος.

Το πνεύμα λοιπόν είναι το ισχυρό και πολύτιμο και αυτό κυβερνάει τα πάντα. Γι’ αυτό στις μέρες μας επιδιώκουν να το θανατώσουν μολύνοντάς το, προπάντων νεκρώνοντάς το, οι σύγχρονοι ευγενείς, για να μην τους διοικούν οι δούλοι. Αλλά ο άνθρωπος για να εξαγοράσει αυτή την ελευθερία που έχασε από μόνος του, λόγω παρακοής στο θεϊκό θέλημα, ρίχτηκε σε πάμπολλες θυσίες και έκτισε άπειρα θυσιαστήρια χωρίς όμως να επιτύχει κάτι. Γιατί; Διότι «ἀδύνατον αἷμα ταύρων καί τράγων ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας» (Εβρ. 10,4). Αλλά ποτέ δεν σκέφθηκε την θυσία την προσωπική. Την θανάτωση του εγώ και την πιστή υποταγή στον μόνο αληθινό βασιλέα. Όμως αυτές οι θυσίες εναπόκεινται στα μεγάλα αναστήματα τα οποία ίπτανται ελεγκτικά στο στερέωμα της ιστορίας, πάνω από τα πτώματα και τα εν γένει τομάρια, πάνω από την σκόνη της καύσης αυτών, που τόλμησαν να ηγηθούν λαούς, χωρίς να μπορέσουν να ηγηθούν του εαυτού τους. Αυτών που είχαν το θράσος να γίνουν «αὐτοκράτορες» με ψιλή, χωρίς όμως να έχουν το θάρρος να γίνουν και «αὑτοκράτορες» με δασεία. Ο Χριστός όμως, το ευγενές θύμα, έρχεται και καταφέρνει ένα καίριο χτύπημα στον ελεεινό και ανέντιμο θύτη του, τον Σατανά. Τον αυτοκράτορα του σκότους. Τον νίκησε τότε στην έρημο, ταπεινώνοντάς τον. «Τότε ἀφίησιν αὐτόν ὁ διάβολος καί ἰδού ἄγγελοι προσῆλθον καί διηκόνουν αὐτῶ» (Ματ. 4,11). Τώρα τον εξολοθρεύει πάνω από τον σταυρό, πατώντας και συντρίβοντας την κεφαλή του με τα τρυπημένα πόδια του. Έτσι εξοφλεί άπαξ διαπαντός το βαρύ γραμμάτιο της αμαρτίας, που κατέτρυχε όλους μας, και μας χάρισε την πνευματική ελευθερία μας. Γι’ αυτό δοξάστηκε ο Χριστός. Γιατί δόξασε πρώτα τον ίδιο τον πατέρα του. «Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς, τό ἔργον ἐτελείωσα, ὅ δέδωκάς μοι, ἵνα ποιήσω» (Ιω. 17,4). Αυτή την δόξα λοιπόν εννοεί ο Χριστός, που περνάει μέσα από το μαρτύριο του Γολγοθά. Δόξα λοιπόν στο λεξιλόγιο του Χριστού ερμηνεύεται μαρτύριο.

Όμως ο κόσμος κυνηγάει την ψευδή και μάταια δόξα. Την δόξα που ξεπηδά από τα τάλαντα και τις δεξιότητες του καθενός. Από την εκτίμηση την αληθινή ή ψεύτικη, την οποία απολαμβάνει από μέρους της κοινωνίας. Αλλά γι’ αυτήν την δόξα γράφει ο Πέτρος ότι «πᾶσα δόξα ἀνθρώπου, ὡς ἄνθος χόρτου· ἐξηράνθη ὁ χόρτος, καί τό ἄνθος αὐτοῦ ἐξέπεσεν» (Α΄Πετρ. 1,24). Σήμερα σε ελκύει με την ευωδία του το άνθος και τον ωραίο χρωματισμό του. Αλλά αύριο μαραίνεται και ποδοπατείται στους δρόμους. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με την ανθρώπινη δόξα. Παρέρχεται, σβήνει, περνά, χωρίς να προσφέρει καμία ουσιαστική ωφέλεια στον άνθρωπο. Αυτά μας διδάσκει η καθημερινή πείρα, αλλά προπάντων η ιστορία. Δόξα ανθρώπινη, όναρ απατηλό.

Sie transit gloria mundi = έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου.

Το εφήμερον της δόξης προτάσσεται στον πάπα κατά την ημέρα της εκλογής του, αλλά μάλλον την επομένη κιόλας το ξεχνάει ή το διαγράφει εν γνώσει του.

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή