“Ἴδε ὁ διδάσκαλος”!

Ἰσοκράτης ὁ ρήτωρ, παρήνει τοῖς γνωρίμοις, προτιμᾶν τῶν γονέων τούς διδασκάλους, ὅτι οἱ μέν τοῦ ζῆν μόνον, οἱ δέ διδάσκαλοι καί τοῦ καλῶς ζῆν αἴτιοι γεγόνασιν”.

 

Αναφερόμενοι στη λέξη “διδάσκαλος”, ο νους μας προστρέχει άδολα και αβίαστα να αντλήσει ύδωρ, από το φρέαρ του ενός και μοναδικού διδασκάλου που πέρασε πάνω από τη γη· του Χριστού!

Πριν όμως ενασχοληθούμε με το εν λόγω εκπαιδευτικό έργο διεξοδικώτερα, ας προσάξουμε κάποια πολύτιμα στοιχεία, που συνθέτουν την έννοια “διδάσκαλος”, προς επιτυχέστερη εμβάθυνση στο θέμα μας.

Δάσκαλος λοιπόν, είναι ο παιδαγωγός, ο παιδοτρίβης, ο παιδοτρόφος. Ο λόγιος που στηρίζει την παιδεία. Αυτός που μεταδίδει γνώσεις κρυστάλλινες στον μαθη­τευόμενο. Αυτός που επεξεργάζεται το δέρμα της κεφαλής του μαθητού, με απώτερο σκοπό να δημιουργήσει πρόσωπο. Αυτός που θωπεύει και μαλάσσει με περίτεχνο τρόπο το σώμα, αλλά και το νου, ώστε να αποκαλυφθεί ο φωτεινός ορίζοντας του πνεύματος. Δάσκαλος, αν δανεισθούμε το ευφραδέστατο λεξιλόγιο του ευαγγελίου, είναι ο φυτουργός και ο σπορέας του λόγου. Αυτός που τολμά και σπέρνει τον λόγο του ακόμη και στις βραχώδεις κακοτοπιές, ευελπιστών ότι θα βλαστήσει, πέρα από τις ηχηρές κλιματικές αλλαγές και τα ανορθόδοξα εμπόδια, που προβάλλουν οι κακοί γεωργοί. Μέσω δε εξοντωτικού καμάτου, αναγκάζει εν τέλει αυτόν τον λόγο να ξεπηδήσει από το ανθρώπινο κρανίο, εγκαταλείποντας το έλος της εκεί ανενεργού παρουσίας του. Επομένως δάσκαλος είναι ο μοναδικός ποιητής της ανθρωπιάς, που καταργεί την ράθυμη πεζότητα, αναιρώντας και την πνευματική άπνοια. Μάλλον δε την ηθική παράνοια...

Η εν λόγω παράνοια, όμως, αρχίζει και κρατεί γερά στα χρόνια μας, πράγμα που προδίδει την ανησυχητική μείωση των τεχνουργών της ανθρωπιάς. Ο λόγος συνίσταται στο ότι ανεμείχθη η εργασία του δασκάλου, μέσα στο βρώμικο και ανθυγιεινό παιχνίδι του εμπορίου, υποβαθμιζόμενη έτσι από ιερή λειτουργία, σε ταπεινή χειρωναξία. Τι συνετέλεσε στην επελθούσα δεινή κατάπτωση; Κατά κύριο λόγο οι αρχές και οι εξουσίες, αλλά προπάντων το άκριτο πλήθος των γονέων. Αυτών που ταμπουρώθηκαν θρασύδειλα πίσω από το ετοιμόρροπο τείχος του “ζῆν”, απεμπολώντας αισχρά την έξοδο, του “εὖ ζῆν”.

Την ίδια ώρα όμως έρχεται να ταράξει την εγκληματική νωχέλεια, ο δριμύς έλεγχος του Φιλίππου, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου, προς όλους τους συγχρόνους γονείς και λοιπούς κηδεμόνες. Ας αναγνώσουμε όσα είπε, απευθυνόμενος στον Αριστοτέλη “οφείλω πολλές χάριτες στους θεούς, όχι τόσο για την γέννηση του τέκνου μου, όσο γιατί το γεγονός τούτο έλαβε χώρα επί των ημερών σου”.

Όποιος γονέας έχει κότσια, ας αντιταχθεί στην δήλωση του βασιλέως, αντιπαρατάσσοντας την δική του προσωπική εκπαιδευτική δεινότητα και αποφασιστική ανάληψη ορθής ανατροφής του παιδιού του, έχοντας εφαλτήριο το ψαλμικό “Δράξασθε παιδείας...”. Μήπως όμως τελικά μας καταδυναστεύει το λεχθέν υπό μεταγενεστέρων κορυφαίων σοφών, το οποίο και εξήγγειλε, ότι “Αριστοτέλης άλλος ούτε εγεννήθη, ούτε θα γεννηθεί, αλλά ούτε είναι ανάγκη να γεννηθεί”;

Μήπως γι' αυτό σήμερα, ελλείψει παιδείας, κυριαρχούν οι άναρθρες κραυγές και τα συνθήματα, απουσιάζοντας η φωνή, τα γράμματα και η γραφή; Μήπως στην κατάργηση της παιδείας συνετέλεσε και η φασιστική επιβολή των τεχνολογικών μέσων επικοινωνίας; Αυτής της αφωνίας που μας πισωγυρίζει στα χρόνια του βουβού κινηματογράφου και ούτε καν της νοηματικής διαλέκτου; Μήπως τελικά γι' αυτό η κοινωνία κατήντησε δεύτερη ζούγκλα, οπότε στα πρόσωπα των ανθρώπων και ειδικά των νέων, αντικρύζει κανείς ζωώδεις μορφές και εκφράσεις, όπως και ανάλογες αντιδράσεις ημιονικών λακτισμάτων και ουρλιαχτών λύκων;

Προφανώς, γι' αυτό άρχισε εκ νέου η Αύγειος κόπρος να συσσωρεύεται ενοχλητικά στα οργανωμένα ποιμνιοστάσια των μεγαλουπόλεων, δημιουργώντας μολυσματικές εστίες. Ποιός όμως θα αναλάβει το σύγχρονο Ηράκλειο έργο της μεταστροφής των κοιτών, ποταμών τινών, που και αυτοί στέρεψαν, μήπως και παρασύρουν τα δυσώδη λύματα; Συν τοις προτέροις, έχει και ο Αίολος τον ασκό του κλειστό, με συνέπεια να αδυνατούν να σηκώσουν άγκυρα τα καράβια, προκειμένου να πλεύσουν σε θάλασσα μεγάλη και ευρύχωρο, εγκαταλείποντας την στασιμότητα των ελεγχομένων λιμανιών. Αλλά, “ἑνός κακοῦ δοθέντος, μύρια έπονται”.

Ψάχνοντας όμως κάποια Ιφιγένεια για να θυσιασθεί, προκειμένου να πνεύσουν ούριοι άνεμοι, οδηγούμαστε να γίνουμε μαθητές του Ενός διδασκάλου και να μαθητεύσουμε στα έδρανα της επί γης διδασκαλίας του.

Ο Θεός, επειδή οι πλείστοι των εκπαιδευτικών που εστάλησαν υπ' αυτού, να μαθητεύσουν τους ανθρώπους κατά καιρούς, στο πρόσωπο ειδικά των προφητών, “ἐν φόνω μαχαίρας ἀπέθανον”, απεφάσισε και έστειλε τον Λόγο του, να κατηχήσει την κοινωνία από την πρώτη κιόλας στιγμή της παρουσίας του στη γη, μέσω της γεννήσεώς του. Καθότι ο γνήσιος διδάσκαλος, διδάσκει πρώτα με την ζωή του, τις πράξεις του και μετέπειτα με τον λόγο του, έτσι επέλεξε η θεία πρόνοια να εκτυλιχθεί ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα μοναδικό και ανεπανάληπτο, προκειμένου να συγκινήσει και εμπνεύσει τους μαθητές ανθρώπους. Τοιουτοτρόπως ο εν λόγω εκπαιδευτικός, πριν ανέλθει στα έδρανα, παραδίδει πρώτα το ζωογόνο βιογραφικό του στην μαθητιώσα κοινότητα. Γεννιέται λοιπόν σε ένα στάβλο, επειδή “οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῶ καταλύματι” (Λουκ.1,7). Εκεί μέσα τον υποδέχονται οι ακαθαρσίες των ζώων και η αποπνικτική ατμόσφαιρα των ζωικών ούρων. Πριν καλά–καλά αντικρύσει το φως της ημέρας, παίρνει το πικρό μονοπάτι της προσφυγιάς. Παρ' όλες όμως τις κακουχίες “τό παιδίον ηὔξανε καί ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας” (Λουκ.2,40).

Οπότε δωδεκαετής μέσα στο ναό των Ιεροσολύμων, καταπλήσσει τους εκεί διδασκάλους, αλλά και το πλήθος, με την μοναδική σοφία του και τον υψηλότατο δείκτη νοημοσύνης του. Φυσικά δεν υπολείπεται κατ' ελάχιστον και στην χειρωνακτική ενασχόλησή του ως τέκτων, συνδράμοντας παράλληλα και τον γηραιό πατέρα του. Παρ' όλα αυτά, μόλις ενηλικιώνεται, δεν παύουν οι σπουδές του. Το Άγιο Πνεύμα τον οδηγεί στην έρημο, όπου καλείται να κάνει την πρακτική του νηστεύων, προσευχόμενος, αλλά και δεινά εκπειραζόμενος από τον αντίδικό του, Διάβολο.

Ήλθε όμως η ώρα να αρχίσει και την διδασκαλία του επισήμως. Φυσικά δεν εισήλθε σε κάποια αίθουσα που τον περίμεναν οι μαθητές, ως είθισται, αλλά ούτε ανήλθε σε κάποιο έδρανο υπεροπτικά, σαν αυτά που καμαρώνουν οι σύγχρονοι νομοδιδάσκαλοι, πουλώντας πνεύμα αφ' υψηλού. Αντιθέτως πήρε τους δρόμους και τα σοκάκια, να αλιεύσει ανθρώπινους ιχθύς. Έτσι προσέγγισε την θάλασσα που υπεραγαπούσε και άρχισε την διδασκαλία του στην παραλία. Έστησε τα πνευματικά του δίχτυα και μέσα σε αυτά έπιασε τους φτωχούς αλιείς της Γαλιλαίας, αναδεικνύοντας τους πρώτους και αχώριστους μαθητές του. Αυτοί επάνδρωσαν το πνευματικό επιτελείο του διδασκάλου και αυτοί ανέλαβαν στη συνέχεια να μαθητεύσουν όλα τα έθνη. Έχοντας λοιπόν σαν αίθουσα διδασκαλίας κατ' αρχάς την παραλία και διδασκαλικό έδρανο τις πρώρες των αλιευτικών πλοιαρίων, μιλούσε μέσα βαθειά στις καρδιές των συρρεόντων πληθών και καλλιεργούσε τις άγονες πνευματικές εκτάσεις. Μέσα δε σε αυτά τα αλιευτικά, πολλές φορές, έγερνε να κοιμηθεί κεκοπιακώς από το εξοντωτικό για τον ίδιο κήρυγμά του και τότε έβρισκε την ευκαιρία η αντίζηλος θάλασσα μαινομένη, να απειλήσει τον στεριανό ανταγωνιστή της, που υπέκλεπτε ηγετικά τους πρώην λάτρεις της, τροφοδοτώντας τους τώρα με το θεϊκό ύδωρ.

Αλλά ο διδάσκαλος των ανθρώπων, αλλά και όλης της πλάσης, έβαζε στην θέση του τον ανάγωγο μαθητή με μία απλή επίπληξη. “Σιώπα, πεφίμωσο”!

Κάπως έτσι χρησιμοποιούσε την θάλασσα ο Χριστός, ως ένα πρωτότυπο είδος διδασκαλείου και λαμβάνοντας εικόνες και παραστάσεις απ' αυτήν, αντικατόπτριζε με έξοχο τρόπο τις ύψιστες έννοιες του θεϊκού σπουδαστηρίου. Δηλαδή μέσω της αλιείας των ψαριών, ανήγαγε το μάθημα στην τέχνη της αλιείας ψυχών.

Όμως δεν άργησε να μισηθεί αγρίως από τους ψευδοδιδασκάλους και λοιπούς νομικούς που έχαναν την επιρροή τους πάνω στους νεοφώτιστους. Οπότε η εύκολη κουβέντα ήταν η δηκτική ιεροκατηγορία. “Γιατί ο διδάσκαλός σας τρώει και πίνει μαζί με ανθρώπους αμαρτωλούς;” Ήταν ένα αγκάθι στον λογισμό και την καρδιά των “καθώς πρέπει” ανθρώπων, των αναμάρτητων, προς τους μαθητές του Χριστού, γιατί ενοχλούνταν από την περιπέτεια που σαγήνευε τον Χριστό να ψαχουλεύει στα χαλάσματα του βίου, στα ερείπια της ζωής, ανασύροντας επιζώντες. Αυτός ο γλοιώδης καθωσπρεπισμός έχει καταστρέψει στις μέρες μας την σύγχρονη διδασκαλική δεοντολογία, αναγκάζοντάς τους γνησίους διδασκάλους να πάρουν τα βουνά.

Κάπως έτσι και ο Χριστός, συχνά, άφηνε τον παραγωγικό κάμπο, λόγω ζιζανίων και αποσυρόταν στο όρος προς συνάντηση του πατρός του κατ' ιδίαν. Εις το όρος άλλωστε ανεκοίνωσε και τον αναλυτικό κώδικα των μακαρισμών, της νομοθεσίας του, που μέσω αυτής καλούσε τους μαθητές να συνυπάρχουν αρμονικά στην ευρεία μαθητική κοινότητα της κοινωνίας, διδάσκοντας και αυτοί με το ήθος και την σώφρονα ζωή τους. Εις το όρος ανέβαινε συχνότατα ο διδάσκαλος για να ανανεώσει τις δυνάμεις του και τις γνώσεις του, αντλώντας δύναμη από την προσευχή. “Εἰς ὄρος ὑψηλόν κατ' ἰδίαν” (Ματ.17,2) ανέρχεται για να μεταμορφωθεί, επικυρώνοντας την ευρεία διδασκαλική δεινότητά του, στους εκεί υπάρχοντες τρεις μαθητές του. Εις το όρος των Ελαιών καταφεύγει ο μέγας διδάσκαλος για να αγορεύσει την απολογία του, για το διδασκαλικό του έργο επί γης στον Θεό πατέρα. Τέλος στον λόφο του Γολγοθά επιτέλους ανέρχεται στο πρωτότυπο έδρανο του σταυρού, δίνοντας το τελευταίο μάθημά του επί γης για προχωρημένους μαθητές με θέμα “ Ἄφες αὐτοῖς”.

Ο μονολεκτικός επίλογος του “τετέλεσται” κορυφώνει το έργο του “ἴδε ὁ διδάσκαλος”!

Τελικά είναι πολύ ριψοκίνδυνο πράγμα, να επιθυμεί κάποιος να τιτλοφορείται ως διδάσκαλος. Έχει αντιληφθεί, ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει την καριέρα του πάνω στον σταυρό; Αλλά μήπως, ήδη είναι σταυροφόρος;

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή