«Κάλλος δέ περιμάχητον μέν,
ἀλλ’ ολιγοχρόνιον»
Πλούταρχος
Με την λέξη κάλλος δηλώνεται κατά κύριο λόγο η ευμορφία, η ωραιότης μιας ύπαρξης, όσον αφορά όμως το εξώτερον του περιβλήματος. Καθότι δε εξωτερικό, επιδέχεται και ανάλογη καταπόνηση, είτε από τον χρόνο που το κατατρώγει και το φθείρει, όπως τον βράχο που τον χτυπούν λυσσαλέα τα κύματα, διαβρώνοντάς τον, είτε από μία νόσο που το μαραίνει. Ως εκ τούτου το κάλλος αποτελεί ένα εφήμερο αγαθό. Δεν μπορεί επ’ ουδενί να διεκδικήσει την μονιμότητα και τον θεμελιώδη χαρακτήρα της αρετής. Γι’ αυτό ο Ξενοφών θέτει το κάλλος σε δεύτερη μοίρα έναντι της αρετής, τονίζοντας ότι «τα καλά καγαθά ουχί διά του κάλλους, αλλά δια της αρετής επαυξάνονται». Γι’ αυτό και ο Αίσωπος δια μέσου της αλώπεκος ανταπαντά στην λεοπάρδαλη, που κόμπαζε για το κάλλος της, τονίζοντας ότι, σπουδαιότερο είναι όχι το παρουσιαστικό, αλλά το εσωτερικό του ανθρώπου.
Ο ίδιος ο Αίσωπος σε κάποια άλλη φάση απαιτεί όχι μόνο κάλλος, αλλά και ρώμη, προπάντων δε φρόνηση. Έτσι όταν το παγώνι διεκδικούσε την βασιλεία λόγω του κάλλους του, ο κολοιός του είπε· «αν όταν βασιλεύεις εσύ δεχθούμε από τον αετό επίθεση, πώς θα μπορέσεις να μας προστατέψεις;».
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να προσεγγίσουμε αυτή την έννοια της ωραιότητος, που μας καθοδηγεί όμως στην εποχή μας μονόπλευρα στην προσκύνηση του ειδώλου του κάλλους. Όταν ο Απ. Παύλος επισκέφθηκε την Αθήνα, την απεκάλεσε κατείδωλο πόλη. Μάλλον δεν έχει αλλάξει τίποτα μέχρι των ημερών μας, σ’ όλη την κοινωνία μας, καθότι τα είδωλα παραμένουν σταθερά και ισχυρά. Το κακό, καταδυναστεύοντας την σκέψη μας επιτακτικά, την καθιστά δέσμια και αποκλειστικά υποκείμενη στην ειδωλολατρία. Μέσα σε αυτό το ύπουλο και άκρως επινοητικό ρεύμα, δύσκολα αντιστέκεται ο ασθενής ψυχικά άνθρωπος. Έτσι, λόγω έλλειψης ευθύνης και ανάληψης ηθικής αποστολής, η ζωή μας είναι υποταγμένη κάτω από ένα περίεργο καθεστώς τυραννικής λατρείας των αισθητών φαινομένων και όχι των ουσιαστικών, δηλαδή των πνευματικών. Γι’ αυτό και η αναφορά με την λέξη κάλλος περιορίζεται μόνο στο εξωτερικό, σπανιότατα στο εσωτερικό. Στην ψυχική ωραιότητα.
Έτσι κυβερνάται η κοινωνία και αναστατώνεται από δυνάμεις «άσχημες», κακοποιές και εχθρικές προς τον άνθρωπο, αφού συνθλίβεται δεινά το πνεύμα κάτω από την μπότα της ύλης. Η κοινωνία είναι υποκείμενη στην προσκύνηση ποικίλων ειδώλων, που επέλεξε απερίσκεπτα, επιπόλαια και τελείως ανώδυνα η ίδια. Ως εκ τούτου, επί του παρόντος, αυτό που επιθυμούμε οι πλείστοι, είναι να είμαστε όμορφοι. Εκτός από τους εαυτούς μας επιθυμούμε η ζωή μας να είναι γεμάτη ομορφιά. Υλική γοητεία. Ενδύματα, ποικίλα αντικείμενα, σπίτια, ακόμη και τα αυτοκίνητα που υποδηλώνουν την ταυτότητά μας. Όλα λοιπόν ποθούμε και μοχθούμε να σφραγίζονται από το κάλλος, γιατί δυστυχώς σ’ όλα αυτά συνοψίζονται τα υψηλά ιδανικά μας. Αυτά αποτελούν την σφοδρή επιθυμία του απνευμάτιστου ανθρώπου. Το χώμα, η ύλη και ο πολύπλευρος εντυπωσιασμός, που δυστυχώς μόνο ο σωματικός θάνατος όταν επέμβει, καταδεικνύει την «αξία» τους. Γιατί ο θάνατος αποτελεί το τελικό μέτρο που ζυγίζει τη ζωή μας και μπροστά του καμιά ομορφιά, εκτός από την ωραιότητα των ψυχών που ζουν κοντά στον Θεό, δεν μετρά.
Αλλά εμείς και πάλι πεισματικά ψάχνουμε να βρούμε το νόημα της πρότερης αλλά και συνεχόμενης, καθημερινής, αχαλίνωτης και ακάματης δίψας μας για ομορφιά. Εδώ τίθεται όμως ένα εύλογο ερώτημα. Η δίψα αυτή είναι θεϊκή ή σατανική; Από ότι τονίζουν οι πατέρες της Εκκλησίας, το πάθος της ομορφιάς είναι θεόσδοτο, αλλά καθώς αμάρτησε και διαστράφηκε η ανθρώπινη φύση, διαστράφηκε και αυτό ξεφεύγοντας από τον κανόνα της αληθείας. Καταφανές λοιπόν, πού οδηγεί μία πτώση, αν δεν ανακοπεί από την άμεση μετάνοια. Ακόμη όμως πιο καταφανές το έμμονο πάθος της σύγχρονης ανθρώπινης αποστασίας, που δεν ανακόπτεται ούτε εν μέσω κορωνοϊκής δοκιμασίας κατ’ ελάχιστον. Συνεχίζει η κοινωνία απτόητη τον δρόμο της ασχήμιας της, που χάραξε αποφασιστικά.
Πάνω στο θέμα που εξετάζουμε, αναφερόμενος ο Νικόλαος Μπερντιάεφ τονίζει: «Η ωραιότητα είναι μία κατηγορία, όχι μόνο αισθητική, αλλά και μεταφυσική. Ως εκ τούτου μιλάμε για μια ωραία ψυχή, για μια ωραία ζωή, για μια ωραία πράξη. Όλα όσα είναι αρμονικά μέσα στην ζωή, υπάγονται στην ωραιότητα. Αυτή η ωραιότητα είναι ο τελικός σκοπός του ανθρώπου και του κόσμου. Η ηθική διαστροφή είναι ξένη προς την ωραιότητα. Η ωραιότητα του κακού είναι μία αυταπάτη και ένα ψέμα. Η βασιλεία του Θεού λοιπόν είναι η βασιλεία της ωραιότητος. Η μεταμόρφωση του κόσμου είναι μία εκδήλωση ωραιότητος και κάθε ωραιότης που υπάρχει μέσα στον κόσμο είναι μία ανάμνηση του παραδείσου, ή μία προφητεία που αναγγέλλει τον ερχομό ενός μεταμορφωμένου κόσμου».
Πόσοι από εμάς τους συγχρόνους ποθούν αυτήν την ωραιότητα του μεταμορφωμένου κόσμου; Πόσοι από εμάς διεκδικούν αυτό το κάλλος το πνευματικό; Κι όμως ο Χριστός, όπως επέδειξε κατά την επί γης πορεία του όλα τα πράγματα τονίζοντας την αξία τους, κάπως έτσι και με την μεταμόρφωσή του μας απεκάλυψε την κύρια και βασική έννοια του κάλλους. Του κάλλους του δικαίου του θεϊκού. «Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς» δεν μας καλεί να θαυμάσουμε την εξωτερική, την τρέχουσα ωραιότητα που μας έλκει μυστηριωδώς και μας συγκινεί. Μας ωθεί περισσότερο να διεισδύσουμε στα ενδότερα του θεϊκού νυμφώνος και να θαυμάσουμε εκείνη την μεγάλη, την τέλεια, την άγια ωραιότητα, την εσωτερική που στις μέρες μας την έχουμε υποσκελίσει προκλητικά. Κανείς όμως δεν αντιλαμβάνεται ότι, όπου δεν υπάρχει το θεϊκό φως της χάριτός του, δεν υπάρχει και η εξωτερική ωραιότης, καθότι αποτελεί ένα εφήμερο και πρόσκαιρο στοιχείο. Κανείς δεν καταλαβαίνει ότι, όταν η ψυχή μας δεν θέλγεται από την αναζήτηση της αθάνατης ψυχικής ωραιότητος, αυτομάτως αναφύεται το ζιζάνιο της στροφής μας προς την ομορφιά των κτισμάτων. Προς την ομορφιά που αφανίζει ο θάνατος ή τα γηρατειά, για να καταλήξουμε κάποια στιγμή με χέρια αδειανά και καρδιά ταραγμένη. Όσο και αν πασχίζει η βιομηχανία του εξωτερικού κάλλους να διατηρήσει ή και να αυξήσει το κάλλος που έχει προσδώσει στον κάθε άνθρωπο η φύση, εις μάτην ο αγώνας της. Κατά τον Χρυσόστομο, «τάφος περίλαμπρος εξωτερικά, αλλά μέσα σαπίλα, σκουλήκια, βρωμιά, δυσωδία». Κάλλος ανθρώπινο αποκομμένο από το θεϊκό, επιφέρει ηθική ασχήμια. Τέλος ο κορεσμός αποτελεί τον σκληρό τιμωρό ενός τέτοιου άκαρπου κάλλους. Κι όμως αυτό το κάλλος των κτισμάτων, αντί να μας ανυψώσει προς την εύρεση του θεϊκού τοιούτου, αντί δηλαδή το δημιούργημα να στραφεί προς αναζήτηση του δημιουργού, αναλώνεται παγιδευμένο λόγω απιστίας μέσα στην «ομορφιά» των κτισμάτων. Προσηλώνεται σε ένα όνειρο το οποίο αργά ή γρήγορα θα … παρέλθει.
Ο Θεόδωρος ο Στουδίτης παρατηρεί: «Ας μη γυρίζουμε τον νου μας και την αγάπη της καρδιάς μας στην ομορφιά του κόσμου, μηδέ στα κάλλη της σαρκός και του αίματος, διότι αυτά δεν είναι κάλλη αλλά είδωλα κάλλους, μάλιστα δε φθορά και σαπρία».
Αλλά αυτός ο κόσμος, δουλεύοντας ουσιαστικά υπό τον ζυγό των ειδώλων, έχασε την βαθύτερη χριστιανοσύνη του. Οι ψυχές πλέον σκλάβες, καθότι παγιδευμένες υπό το καθεστώς της ομορφιάς των φθαρτών σωμάτων, της ομορφιάς των ειδώλων. Κανείς πλέον δεν αναζητά την ανεξαρτησία και ελευθερία του πνευματικού κάλλους, που μεταμορφώνει τον κόσμο, ενδυναμούμενο από τον «ωραίο κάλλει» Χριστό. Οι πλείστοι από εμάς λατρεύουμε τα κτίσματα, λησμονώντας τον κτίστη. Προσκολλημένοι στα υλικά, αποξενωνόμαστε συνεχώς από τα άυλα. Η ψυχή μας έχει διαφθαρεί και η αναζήτηση του κάλλους προσηλώνεται στο κάλλος, που εξαφανίζει ο θάνατος. Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει δοκιμασίες, ατομικές και κοινωνικές. Απώλειες αγαπητών προσώπων, αλλά και περιουσιών. Πίκρες, απογοητεύσεις και ποικίλα δεινά, προς κατάδειξη της φθαρτότητος του κόσμου. Της ασχήμιας του προπάντων. Έτσι ανυψώνεται η αξία και η ομορφιά του θεϊκού πνεύματος. Έτσι για μία ακόμη φορά έρχεται στο προσκήνιο το κάλλος το αιώνιο του Ναζωραίου. Ένα κάλλος όμως που ο σατανικός άνθρωπος σε επανάληψη της σταυρώσεως, προσπαθεί με ποικίλα «ραπίσματα» να το παραμορφώσει. Ένα κάλλος που και η ίδια η Παναγία «απεγνωσμένα» ψάχνει να το βρει· «Υἱέ μου, ποῦ τό κάλλος ἔδυ τῆς μορφῆς σου;». Ο ποικιλότροπος αγώνας αμαυρώσεως της αχράντου εικόνος του Χριστού στις μέρες μας, αποτελεί ένα ζηλοτυπικό αντίποινο έναντι στο άφραστο κάλλος του Ιησού, από πλευράς της ανθρώπινης ασχήμιας.
Αλλά αυτό το κάλλος του Χριστού, που δεν μπορούν ούτε τα μαρτύρια να υποκρύψουν, στόχο έχει να μας καθοδηγήσει αποφασιστικά στο εσωτερικό κάλλος, του νυμφίου Χριστού. Στην ψυχική του ομορφιά που εκφράζεται ποικίλοις τρόποις, προπάντων όμως με το «ἄφες αὐτοῖς».
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν, όσοι πιστοί, να καταστήσουμε τις ψυχές μας καθέδρες και κατοικητήρια του μοναδικού ανειπώτου κάλλους του φωτός του Χριστού.
Κάποια στιγμή οι έννοιες πρέπει να ανακτήσουν την πρότερη θέση τους στο γλωσσικό στερέωμα. Την αξία τους. Το κάλλος τους.
Γιατί κάθε λέξη είναι «δισυπόστατη». Εκφράζει την κυριολεκτική έννοιά της, αλλά παράλληλα μας «μεταφέρει» και κάπου αλλού. Στην πνευματική σφαίρα. Κάθε λέξη καταδεικνύει το υλικό σκέλος, αλλά παράλληλα δρομολογεί και μία πνευματική αναζήτηση.
Κάπως έτσι λοιπόν η επί γης ζωή μας αποτελεί τον πρόναο, ώστε κατηχούμενοι αναλόγως, να μπορέσουμε να εισέλθουμε κάποια στιγμή δικαιωματικά στον κυρίως ναό του θεϊκού κάλλους, έχοντες όμως απαραίτητα «ένδυμα γάμου».
Αρίσταρχος