«ΓΕΝΟΙΤΟ ΥΜΑΣ ΑΕΙ ΘΛΙΒΕΣΘΑΙ» - του πατρός Μελετίου Βαδραχάνη

Περίεργο το ρητό της επικεφαλίδας μας, ακατανόητο για την ανθρώπινη λογική που επιζητά συνεχώς τη χαρά και την άνεση. «Γένοιτο υμάς αεί θλίβεσθαι=μακάρι πάντοτε να θλίβεστε». Ποιος το είπε αυτό και πότε και για ποιόν λόγο; Ας το εξετάσουμε.

  Όταν ο άγιος Χρυσόστομος εξορίσθηκε, για πρώτη φορά, με απόφαση της παράνομης συνόδου, που  συνήλθε στην τοποθεσία Δρυ κοντά στην Χαλκηδόνα, τον Ιούλιο του 403, και την οποία συγκάλεσε ο μεγαλύτερος εχθρός του, ο Θεόφιλος Αλεξανδρείας, περίμενε στην Βιθυνία της Μικράς Ασίας να μάθει τον τόπο της εξορίας του. Σεισμός μεγάλος όμως έγινε και προκάλεσε ζημιές στο παλάτι. Έτσι η βασίλισσα Ευδοξία θορυβήθηκε και ανακάλεσε τον άγιο ξανά στην Κων/πολη. Τότε ο άγιος Χρυσόστομος εξεφώνησε δύο ομιλίες στο ναό των αγίων Αποστόλων. «Όταν ήρθε από την εξορία» ο τίτλος της πρώτης και «Όταν επέστρεψε από την πρώτη εξορία» ο τίτλος της δεύτερης (Ε.Π.Ε. 33, σσ. 415 και 422).

 

  Στην πρώτη ομιλία τονίζει ότι και τα θλιβερά και τα χαρούμενα γεγονότα είναι αφορμές για να δοξολογούμε και να ευχαριστούμε τον Θεό και είναι αμφότερα ωφέλιμα για μας. Το καλοκαίρι και ο χειμώνας είναι διαφορετικές εποχές, όμως συγκλείνουν στον ίδιο σκοπό· να παράγει η γη άφθονο καρπό. Έτσι τα καλά και τα κακά της ζωής μας έχουν τον ίδιο σκοπό· να δοξολογούμε το Θεό και να προαγόμαστε στην αρετή. «Συνέβησαν καλά; Ευλόγησε το Θεό και παραμένουν τα καλά. Συνέβησαν κακά; Ευλόγησε το Θεό και σταματούν τα κακά. Διαφορετικές περιστάσεις το φρόνημά μας όμως ίδιο. Τη γενναιότητα του πλοιάρχου ούτε η γαλήνη τη διαλύει, ούτε η τρικυμία την βυθίζει.

  Ευλογητός ο Θεός· κι όταν χωρίσθηκα από σας, κι όταν σας ξαναπόκτησα. Χωρίσθηκα από σας με το σώμα, αλλά δεν χωρίσθηκα με την ψυχή. Κοιτάξτε πόσα έκανε η επιβουλή των εχθρών. Αύξησε τον ζήλο, άναψε την αγάπη, μου δημιούργησε άπειρους έρωτες· γιατί πριν απ’ αυτό με αγαπούσαν οι δικοί μου, ενώ τώρα με τιμούν και οι Ιουδαίοι. Περίμεναν να με χωρίσουν από τα δικά μου και μου πρόσθεσαν και ξένα… Πριν την εξορία η εκκλησία μόνο ήταν γεμάτη, τώρα όμως και η αγορά έγινε εκκλησία… Σήμερα γίνεται ιπποδρομία και κανένας δεν πηγαίνει εκεί, αλλά όλοι στην εκκλησία (εισέρχονται) σαν χείμαρροι (που εισρέουν στον ποταμό). Ποταμός έγιναν οι φωνές σας στον ουρανό και οι ευχές σας, που είναι για μένα πιο λαμπρές από το στέμμα.

  Αν κάποιος αντέξει τον πειρασμό με γενναιότητα τρυγάει απ’ αυτόν και μεγάλο καρπό. Μη φοβηθείς ποτέ τον πειρασμό, αν έχεις γενναία ψυχή. Όλοι οι άγιοι έτσι στεφανώθηκαν. Είναι μεγάλη η θλίψη των σωμάτων, αλλά μεγαλύτερη η άνεση των ψυχών. Είθε πάντοτε να θλίβεσθε» (Ε.Π.Ε. 33,416).

 

  Και στη δεύτερη ομιλία (Ε.Π.Ε. 33,421) τονίζει ότι αν δεν συμβούν οι δοκιμασίες στους αγίους δεν αποκαλύπτεται ο πλούτος της ψυχής τους και μένει κρυφός με αποτέλεσμα να μη δοξάζονται. Στις δοκιμασίες αποκαλύπτονται νέοι φίλοι και δημιουργούνται νέες σχέσεις. «Έτσι έγινε και με τον Χριστό. Ο Καϊάφας τον σταύρωσε και ο ληστής τον ομολόγησε (κι αργότερα ο εκατόνταρχος). Ιερείς τον φόνευσαν και μάγοι τον προσκύνησαν. Ας μη παραξενεύουν αυτά την Εκκλησία. Αν δε γινόταν αυτά, δε θα φαινόταν ο πλούτος μας· υπήρχε βέβαια αλλά δε θα φαινόταν. Όπως δηλαδή ο Ιώβ, ήταν βέβαια δίκαιος, δε θα φαινόταν όμως αν δεν υπήρχαν οι πληγές και τα σκουλήκια. Και ο Θεός όταν απολογούνταν στον Ιώβ το είπε· ‘σε μεταχειρίστηκα έτσι όχι για κανένα άλλο λόγο αλλά για ν’ αναδειχθείς δίκαιος’ (Ιώβ 40,8)».

  Επίσης ο άγιος Χρυσόστομος στην δεύτερη αυτή ομιλία τονίζει το βιβλικό τρόπο αντιμετωπίσεως των επιβουλών που τόσο τους πίκραναν και που προέρχονται εκ μέρους των ανθρώπων του σκότους και του διαβόλου. «Συνωμότησαν εκείνοι, πολέμησαν και νικήθηκαν. Πως πολέμησαν; Με ρόπαλα. Πως νικήθηκαν; Με προσευχές. ‘Αν κάποιος σε ραπίσει στο δεξί σαγόνι, να του στρέψεις και το άλλο’ (Ματθ. 5,39). ΄Ηρθε ο Αιγύπτιος (ο Θεόφιλος Αλεξανδρείας) και άρπαξε την Εκκλησία όπως ο Φαραώ την Σάρρα (Γεν. 12,10-20). Και ο μεν Φαραώ μετάνιωσε για το ανοσιούργημά του, αυτός δε ο άθλιος συνέχισε ν’ αμαρτάνει και φέρθηκε σαν βάρβαρος. Εσύ ρόπαλα φέρνεις στην εκκλησία και πολεμάς· εκεί όπου είναι ο τόπος της ειρήνης αρχίζεις πόλεμο. Ούτε τον τόπο σεβάσθηκες, άθλιε και ταλαίπωρε, ούτε το αξίωμα της ιερωσύνης, ούτε το μέγεθος της εξουσία. Το βαπτιστήριο έχει γεμίσει με αίματα. Ο βασιλιάς μπαίνει μέσα στην εκκλησία και αφήνει έξω το δόρυ και την ασπίδα· εσύ μπήκες και άρπαξες ρόπαλα. Εκείνος και τα σύμβολα της βασιλείας τ’ αφήνει έξω· εσύ τα σύμβολα του πολέμου τα έφερες εδώ μέσα». Και πιο κάτω λέγει τα εξής άγιος Χρυσόστομος· «εκείνοι είχαν βέλη, εσείς όμως δάκρυα· εκείνοι θυμό εσείς πραότητα. Ό,τι θέλουν ας κάνουν οι εχθροί μας, εσείς να προσεύχεστε. Και κείνοι που αντέλεγαν που βρίσκονται τώρα; Μήπως πήραμε όπλα; Μήπως τεντώσαμε τόξα; Μήπως ρίξαμε βέλη; Προσευχόμασταν και κείνοι έφυγαν· σαν αράχνη διασκορπίσθηκαν και σεις σαν πέτρα σταθήκατε».

  Να λοιπόν ο λόγος για τον οποίο λέχτηκε από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο το ρητό της επικεφαλίδας μας. Τα οφέλη που επέφερε η πρώτη εξορία του. Ας θυμόμαστε το ρητό αυτό, όποτε έχουμε την τόσο δυσάρεστη για μας επίσκεψη των θλίψεων.

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή