ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«ΠΡΟΣ ΣΤΑΓΕΙΡΙΟ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟ ΑΣΚΗΤΗ» (ΚΑ´.)
Όταν εν τέλει ξέσπασε η τελική σύγκρουση μεταξύ Δαυΐδ και Αβεσσαλώμ και έπρεπε να φονευθεί ο Αβεσσαλώμ, για να τερματιστούν όλα τα κακά, ο Δαυΐδ παρακάλεσε τους στρατηγούς του να δείξουν ευσπλαχνία. «Μη κάνετε κακό στο παιδί μου τον Αβεσσαλώμ» (Β´Βασ. 18,5). Πρωτάκουστος πόλεμος, έμοιαζε μάλλον με αίνιγμα και σπαζοκεφαλιά. Ο Δαυΐδ αναγκάστηκε να αναλάβει πόλεμο κατά τον οποίο η νίκη αλλά και η ήττα ήταν εξίσου ανεπιθύμητα σ’ αυτόν. Έστειλε πολύ στρατό να πολεμήσει πράγμα που έδειχνε την θέλησή του να νικήσει αλλά και συγχρόνως αγωνιούσε μήπως κατά τη νίκη δεν προλάβαινε να εμποδίσει να τον σκοτώσουν! Κι όταν ο πόλεμος κρίθηκε και φονεύθηκε αυτός που ήθελε να φονεύσει τον πατέρα του κι όλοι ήταν γεμάτοι ευφροσύνη και χαρά, εκείνος πενθούσε και δάκρυζε και αφού κλείστηκε στο δωμάτιό του ζητούσε να επιστρέψει ο υιός του και λυπόταν που δεν πέθανε εκείνος αντ’ αυτού (Β´Βασ. 18,33). Τι πιο πολύπλοκο από αυτήν την συμφορά! Όταν φόνευσε τον αδελφό του Αμνών, βιαζόταν να τον φονεύσει, όταν δε επαναστάτησε εναντίον του, τότε του έδειχνε όλη την ευσπλαχνία του. Και θα συνέχιζε για πολύ να θρηνεί τον νεκρό, αν δεν επενέβαινε ο στρατηγός του Ιωάβ να του πει ότι είναι ανάρμοστη η συμπεριφορά του με την θυσία και τους κόπους των στρατιωτών του που πολέμησαν γι’ αυτόν. Αγαπά αυτούς που τον μισούν και μισεί αυτούς που τον αγαπούν. Αν συνεχίσει έτσι θα προκληθεί ανταρσία στο στράτευμα και δεν θα μείνει κανένας μαζί του. Έτσι δέχθηκε ο Δαυΐδ να σταματήσει τον κοπετό και τους θρήνους του και να βγει να πανηγυρίσει μαζί με τον στρατό.
Ενώ τελείωσε η εμφύλια διαμάχη που προκάλεσε η ανταρσία του Αβεσσαλώμ, το σαράκι της διαιρέσεως των Εβραίων συνεχίζει. Όλες οι φυλές του Ισραήλ πρωτοστατούν στην επιστροφή του Δαυΐδ στην Ιερουσαλήμ, ενώ η φυλή από την οποία κατάγεται αδιαφορεί. Όταν οι αρχιερείς Σαδώκ και Αβιάθαρ με υποκίνηση του Δαυΐδ υποκινούν και την φυλή του Ιούδα, οι της φυλής Ιούδα ανταποκρίνονται άμεσα και βοηθούν τον Δαυΐδ να περάσει τον Ιορδάνη και να κατευθυνθεί προς τα Ιεροσόλυμα. Τότε οι άλλοι Ισραηλίτες ζηλοτυπούν, γιατί δεν ήταν κι αυτοί στην διάβαση του βασιλιά τους και αρχίζουν οι κόντρες μεταξύ Ιουδαίων και των άλλων Ισραηλιτών (Β´Βασ. 19, 9-15 και 41-43). Πόσο ταλαιπώρησαν τον Δαυΐδ αυτές οι μικρότητες!
Φθάνει εν τέλει στα Ιεροσόλυμα και αμέσως ξεσπά νέα επανάσταση με αρχηγό τον Σαβεέ από την φυλή του Βενιαμίν, την φυλή που καταγόταν και ο Σαούλ. Ο Σαβεέ τυχοδιώκτης χωρίς ιερό και όσιο εκμεταλλεύεται την επιθυμία της φυλής Βενιαμίν να πάρει ξανά αυτή την βασιλεία που έχασε με τον Σαούλ ξανά. Και ο ευμετάβολος λαός, ενώ πριν από λίγο υποδέχθηκε με τιμές τον Δαυΐδ πάλι στην Ιερουσαλήμ, παρασύρεται τώρα από τον νέο επαναστάτη και σχίζεται ξανά ο λαός, ο οποίος ακολουθεί πλέον τον Σαβεέ. Με τον Δαυΐδ έμειναν μόνο δύο φυλές· του Ιούδα και του Λευΐ. Η διάσπαση των Ισραηλιτών και των Ιουδαίων θα γίνει για πρώτη φορά και θα σταθεροποιηθεί στους διαδόχους του Σολομώντα. Τραγικά γεγονότα επακολουθούν. Ο Δαυΐδ τοποθετεί ως αρχιστράτηγο του τον ανεψιό του Αμεσσαΐ, ο οποίος όμως ήταν και αρχιστράτηγος του Αβεσσαλώμ. Το μαθαίνει ο Ιωάβ, που παραμερίστηκε από τον Δαυΐδ, γιατί συνεχώς έκανε του κεφαλιού του και δεν πειθαρχούσε στον βασιλιά, και με τρόπο ύπουλο και άνανδρο τον φονεύει και αμέσως κατευθύνεται εναντίον του Σαβεέ ο οποίος καταφεύγει στην πόλη Άβελ. Ο Ιωάβ πολιορκεί την πόλη και κείνη, για να γλιτώσει από την καταστροφή, με παρέμβαση κάποιας συνετής γυναίκας, που την υπολόγιζαν όλοι, σφάζει τον Σαβεέ και ρίχνει το κεφάλι του έξω από τα τείχη. Έτσι η πολιορκία σταματά και ο αδελφοκτόνος πόλεμος δεν συνεχίζεται (Β´Βασ. 20ο κεφ.).
Μετά τη λήξη των εμφυλίων πολέμων ο Δαυΐδ αντιμετωπίζει νέα στεναχώρια. Πείνα βασανίζει τον λαό του για τρία συνεχόμενα χρόνια. Η πείνα αυτή ήρθε σαν τιμωρία διότι ο Σαούλ, ενώ οι Ισραηλίτες την εποχή του Ιησού του Ναυή είχαν συνάψει συμφωνία ειρήνης με τους Γαβαωνίτες, που ήταν κλάδος των Αμορραίων, και είχαν ορκιστεί ότι θα τους προστατεύουν, ο Σαούλ χωρίς κανένα λόγο καταπάτησε την εθνική συμφωνία και έχυσε αίμα αθώων Γαβαωνιτών. Στην ενέργεια αυτή του Σαούλ συμμετείχε και ο λαός. Γι’ αυτό τιμωρήθηκε με πείνα. Αυτό το γεγονός δείχνει ότι ο λαός όταν οι ηγέτες του ζητάν άνομα πράγματα δεν πρέπει να τους υπακούει. Ο Δαυΐδ ρώτησε τον Θεό για την αιτία της πείνας και ο Θεός του απάντησε ότι η αιτία βρίσκεται στην ανομία του Σαούλ που αναφέραμε. Ο Δαυΐδ κάλεσε τους Γαβαωνίτες και ζήτησε να μάθει τι θέλουν για να ικανοποιηθούν για το κακό που έγινε. Εκείνοι του ζήτησαν, επειδή δεν ζούσε ο Σαούλ να τιμωρηθεί, να τους δώσει επτά απογόνους του και να τους κρεμάσουν και να τους αφήσουν άθαφτους για να τους φάνε τα όρνια. Ο Δαυΐδ, που τόσο έκλαψε για τον θάνατο του Σαούλ αν και ήταν εχθρός του, αναγκάσθηκε να τους παραδώσει. Πόσο θα έκλαψε και γι’ αυτούς και για το θλιβερό τέλος τους η Γραφή δεν μας το λέγει, αλλά εξυπακούεται από την προηγούμενη διαγωγή του (Β´Βασ. 21ο κεφ.).
Προς το τέλος της ζωής του ο Δαυΐδ έπεσε σ’ ένα ακόμη φοβερό αμάρτημα το οποίο συνετέλεσε να λυπηθεί πολύ και να γεμίσει από αγωνία η ψυχή του. Αποφάσισε κατά παρακίνηση του Διαβόλου, όπως λέγει το βιβλίο Α´Παραλειπομένων 21,1, να απογράψει τον λαό του. Η απογραφή βέβαια ως ενέργεια διοικητική αυτή καθ’ εαυτή δεν είναι κάτι το ένοχο και αμαρτωλό. Άλλωστε και άλλοτε έγιναν απογραφές και απαριθμήσεις του λαού του Κυρίου κατ’ εντολή του Κυρίου (Αριθ. 1,1-3 · 26,2, 52-65 · 34,7-9). Στην προκειμένη περίπτωση όμως ο Δαυΐδ κινήθηκε από δική του πρωτοβουλία και από πνεύμα περηφάνιας. Θέλησε να βασιστεί στην κατ’ άνθρωπο υπεροχή του και όχι στη βοήθεια του Θεού. Όταν τελείωσε η απογραφή μετά από εννέα μήνες και είκοσι μέρες και είδε ότι έχει άνδρες που μπορούν να φέρουν όπλα 800.000 Ισραηλίτες και 500.000 Ιουδαίους τότε ο Δαυΐδ αισθάνθηκε από τι κίνητρο κινήθηκε και ομολόγησε στον Θεό το αμάρτημά του. Ο Θεός, αν και μετανόησε ο Δαυΐδ, για να τον διδάξει ότι δεν μπορεί να παρασύρεται από ανθρωποκεντρικές ιδέες και αισθήματα, με τον προφήτη Γαδ του ανακοίνωσε ότι έχει να διαλέξει για το ανόμημά του μεταξύ τριών κακών· ή να πεινάσουν οι Ισραηλίτες τρία χρόνια ή να νικιούνται από τους εχθρούς τους για τρεις μήνες ή να αντιμετωπίσουν θανατηφόρο επιδημία για τρεις μέρες. Ο Δαυΐδ απάντησε ότι και τα τρία είναι σκληρά και τραγικά. Αλλά θα προτιμήσει το τρίτο, γιατί προτιμά να πέσει στα χέρια του Κυρίου και να τιμωρηθεί απευθείας απ’ αυτόν παρά να πέσει σε χέρια ανθρώπων. Και ο Κύριος έστειλε άγγελο που από το πρωί μέχρι την ώρα του μεσημβρινού φαγητού από την Δαν μέχρι την Βηρσαβεέ θανάτωσε 70.000 άνδρες. Ο άγγελος θέλησε να συνεχίσει και στα Ιεροσόλυμα, αλλά τον σταμάτησε ο Κύριος. Τρεις μέρες είπε στον Δαυΐδ ότι θα πέσει θάνατος στη χώρα του και εν τέλει οι τρεις μέρες γίνανε έξι ώρες περίπου. Τη στιγμή εκείνη και ο Δαυΐδ προσευχήθηκε στον Κύριο για να στερεώσει την απόφασή του. «Εγώ αμάρτησα, εγώ είμαι ο ποιμένας που δεν φέρθηκα σωστά. Τι φταίνε τα πρόβατα; Ας πέσει η τιμωρία επάνω μου και στον οίκο του πατέρα μου» (Πρβλ. Β´Βασ. 24ο κεφ.).
Για την διασκευή· ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ