Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΚΑΙ Ο ΕΝΟΧΟΣ


  Από το καφενείο της γειτονιάς, ίσαμε τις φωτισμένες αίθουσες των -ανά τον κόσμο- Κοινοβουλίων και, ακόμα, ίσαμε με τους ουρανοξύστες των διεθνών διευθυντηρίων, εκτοξεύονται, ασταμάτητα, απαξιωτικές σφυγμομετρήσεις, ομαδοποιημένες μομφές, καταιγιστικές καταγγελίες, ακόμα και πυρά εξοντωτικής διαπάλης, κατά της διαφθοράς και των διαχειριστών της. Όλοι, παντού και πάντοτε, επισημαίνουν τα καιρικά ξεσπάσματα της λοιμικής νόσου, που διαταράσσουν την επανάπαυση του κοινωνικού σώματος και την αδιατάρακτη νομή της ευμάρειας. Και στοχεύουν επιθετικά, στους στιγματισμένους ή στους υπόπτους ως πρωταγωνιστικούς παράγοντες της διαφθοράς. Επιχειρηματολογούν με πάθος και απαιτούν την άμεση και δυναμική κάθαρση.

  Θα κάνω μια παρατήρηση, που θα την καταθέσω και ως ερωτηματικό και ως άλυτο πρόβλημα. Ο λόγος και ο διάλογος για την διαφθορά εκδηλώνεται και παραμένει πάντοτε εξωστρεφής. Οι διαπιστώσεις και οι επικρίσεις τροχιοδρομούνται -λεκτικά- ή ταχυδρομούνται -νοητά- στην απέναντι όχθη. Και η στόχευση επιδιώκει να πλήξει τις -πραγματικά ή υποθετικά- αντίπαλες ομάδες.

  Οι οπαδοί της μιας, βαθειά παγιωμένης ή εκμοντερνιστικά «ανανεωμένης», ιδεολογίας ιστορούν, με παγερό, σκοτεινιασμένο ύφος, τα «αναχρονιστικά» αποφθέγματα και τους λαθεμένους χειρισμούς της άλλης, της «οπισθοδρομικής», της «διεφθαρμένης» ομάδας. Διεκτραγωδούν το κατάντημα. Και υφαίνουν το πλέγμα των απαξιωτικών συμπερασμάτων τους.

  Οι στρατευμένοι μαχητές του ενός κόμματος, με πείσμα και με κουρδισμένη αυτοπεποίθηση, αντιμάχονται την αντίπερα κομματική συσπείρωση. Και παλεύουν, μανιασμένα, να αποδομήσουν την ελκυστική εικόνα της επικοινωνιακής προβολής της και να πλήξουν την προοπτική της διαφαινόμενης εκλογικής της νίκης.

  Οι διαπλεκόμενοι στην ίδια στέγη απασχόλησης, που μπορεί να είναι κοινό γήπεδο ανταγωνισμού και διαγκωνισμού, πλάι στο σύστημα της παραγωγής, δουλεύουν την κρυφή υπονόμευση του διπλανού, του «επικεφαλής» ή του «συναδέλφου». Επεξεργάζονται τους σχεδιασμούς της υπέρβασής του και της προσωπικής αναρρίχησης. Και μεθούν με το όραμα των τιμών και των υλικών πλεονεκτημάτων της -μετά τη ληστεία- προαγωγής.

  Όλοι, οι σύγχρονοι οδοιπόροι και αθλητές του σκληρού αγωνίσματος του βίου, ανακαλύπτουν τη διαφθορά κάπου εκεί, στον παράδρομο, στη θέση του αντιπάλου, που παγιδεύει την ανάδειξή τους ή του αντίζηλου, που μαδάει τη φήμη τους και τα προνόμιά τους. Και τη χτυπούν αλύπητα με τη φορτισμένη διαλεκτική τους. Το ερώτημα, ωστόσο, που προκύπτει, είναι γιατί δεν ψάχνουν γύρω τους και μέσα τους. Στο δικό τους περιβάλλον και στη δική τους καρδιά. Γιατί δε διερωτώνται ή δεν τους δαγκώνει η υποψία, πως μπορεί να σιγοκαίει ή να λαμπαδιάζει η διαφθορά μέσα στο «είναι» τους. Να αλλοτριώνει και να εκμηδενίζει την ύπαρξή τους.

  Δεν θα δυσκολευτώ να σας κάνω συγκεκριμένες παραπομπές, για να σας πείσω, πως το θολό ποτήρι της διαφθοράς το βλέπει ο καθένας μας, πάντα σε χέρι ξένο και ποτέ στο δικό του το χέρι. Οι άλλοι είναι (πάντοτε) φορείς και μεταφορείς του ιού της διαφθοράς. Ποτέ δεν είμαστε εμείς… Ποτέ δεν βαραίνουν τη δική μας καρδιά και τη δική μας συνείδηση οι συνέπειες. Νωπά τα αποδεικτικά περιστατικά. Νωπές οι αντάρες και οι διαξιφισμοί, που αναστάτωσαν το ελληνικό Κοινοβούλιο. Νωπή η πνιγμονή του λαϊκού αισθητηρίου. Το τελευταίο καυτό θέμα, που πέρασε στην ημερήσια διάταξη της Βουλής των Ελλήνων, ήταν η διαφθορά. Μια διαφθορά, που νοσφίστηκε την δημόσια περιουσία και άνοιξε τους κρουνούς του πλουτισμού σε επώνυμους χειριστές του προνομίου της εξουσίας. Αλλά παράδοξα ο ένας ομιλητής έρριξε τις ευθύνες στον άλλο και η μια πολιτική παράταξη κατακεραύνωσε την αντίπαλη. Έτσι ξεγλίστρησαν όλοι. Η αίθουσα, που πλημμύρισε με τα βοθρολύματα της διαφθοράς, εμφανίσθηκε πεντακάθαρη.

  Όμοια και η διαμάχη και οι σταδιακές μεταλλαγές, που κυκλοφορούν στις έντυπες διαδρομές και στα φωτισμένα παράθυρα της εμπορευματοποιημένης πληροφόρησης. Κρυφά τα όπλα. Σκοτεινές οι διαδρομές. Φανερές, μόνο, οι πληγές. Το μπαλάκι-στίγμα της διαφθοράς λερώνει πότε τη μια φίρμα και πότε την άλλη. Αλλά κανένας δεν προχωρεί, «πέραν πεδίλων», πέρα από το λεκτικό ή δημοσιογραφικό καυτηριασμό της γενικευμένης διαφθοράς. Κανένας δεν καθίζει τον διεφθαρμένο ή δεν υποχρεώνεται να καθίσει ο ίδιος στο σκαμνί. Κανένας δεν καλείται, από την «άτεγκτη» Δικαιοσύνη, να λογοδοτήσει.

  Αν αυτή η φιλολογική ή συμφεροντολογική, μόνο, ενασχόληση με το φαινόμενο της διαφθοράς και η επιχείρηση μεταφόρτωσης των ευθυνών σε άλλους ώμους, πιστοποιεί ανθρωπιστική αναβάθμιση, κοινωνική πρόοδο και πολιτιστική έκλαμψη, παρακαλώ να το κρίνετε και να το σταθμίσετε σεις, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Από τη δική μου σκοπιά, αφήνω, μόνο, ένα στεναγμό και τη βαρύθυμη προσωπική μου εκτίμηση· «Η διαφθορά μας έπνιξε».

 

Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

«ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ» 16 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009.

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

 

 

Κορυφή