Δαιμονισμός και γυμνισμός

«ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὅς

εἶχε δαιμόνια, καί ἱμάτιον

οὐκ ἐνεδιδύσκετο»

Λουκ. 8,27

 

Όταν οι πρωτόπλαστοι παρέβησαν της θεϊκή εντολή και έφαγαν από τον καρπό του δέντρου, που βρισκόταν στο μέσον του Παραδείσου, έχασαν την αθωότητά τους και «διέγνωσαν» ότι ήσαν γυμνοί. Άμεσο συναίσθημα μέσα στην αμαρτωλότητά τους η αίσθηση της γύμνιας, που τους οδήγησε στην ραφή φύλλων συκής, για να την σκεπάσουν.

Πριν την αίσθηση της σωματικής γύμνωσης όμως, προηγήθηκε η πνευματική τοιαύτη. Επαναστάτησε το πνεύμα του ανθρώπου κατά του Θεού και στη συνέχεια επαναστάτησε το σώμα κατά του πνεύματος του ανθρώπου. Τότε πρωτοεμφανίστηκε ο λογισμός της αισχύνης που ερμηνεύει το αίσθημα της ντροπής, λόγω προηγηθείσης ανεντίμου πράξεως. Αυτή δε η ντροπή οδήγησε στην συγκάλυψη.

Δεν ντράπηκαν οι πρωτόπλαστοι τον Θεό προ της αμαρτίας, τον ντρέπονται όμως μετά την επιτέλεσή της, αλλά ντρέπονται και μεταξύ τους. Αυτή δε η ντροπή, εκκινεί άμεσα τον μηχανισμό ελέγχου της συνειδήσεως, που έκτοτε λειτουργεί στα ενδότερα του ανθρώπου, θυμίζοντάς του τον απολεσθέντα παράδεισο και υποδεικνύοντάς τον παράλληλα τον τρόπο να τον επανεύρει μέσω της μετανοίας.

Αλλά, μετά την ντροπή, έρχεται και ο φόβος. Να τα δύο αποτελέσματα της αμαρτίας. Το βασικώτερο γεγονός όμως είναι, ότι ο πρότερος προφήτης Αδάμ, ο πλήρης χαρισμάτων, σκοτίζεται τόσο, ώστε νομίζει ότι είναι δυνατόν να κρυφθεί στο μέσο του παραδείσου και εκεί να ξεφύγει το μάτι του παντεπόπτου Θεού.

Γι’ αυτό, «ἐκρύβησαν έντός τῶν δένδρων τοῦ Παραδείσου» (Γεν. 3,8). Μετά από αυτό η γυνή, η Εύα, η πρώτη αμαρτήσασα μέσω της λαγνείας της προς τον απηγορευμένο καρπό, τιμωρείται με την ηγεμονία του ανδρός πάνω της, επειδή τον απάτησε με την εν λόγω πράξη της. Έτσι μετά την πτώση της η Εύα, ενετάχθη και υπετάγη σε ένα ζυγό δουλείας, που γι’ αυτόν μαρτυρεί η προχριστιανική εποχή.

Πέρα απ’ όλα αυτά όμως, ο Θεός λυπούμενος τους πρωτοπλάστους, κατεσκεύασε δερμάτινους χιτώνες και τους έντυσε για να προστατεύονται από τις καιρικές μεταβολές. Θεϊκή οργή, αλλά και πατρική στοργή. Αυτή είναι η γνήσια ταυτότητα του αληθινού Θεού.

Κάπως έτσι λαμβάνει τέλος το χρονικό, που περιγράφει την εκδήλωση της γυμνότητος πάνω στην γη και την ερμηνεύει ανάλογα, αντιμετωπίζοντάς την παράλληλα με την κάλυψή της με τους προαναφερθέντες χιτώνες που έδωσε ο ίδιος ο Θεός. Έκτοτε ο πρώτος άνθρωπος ξεκινάει τον δρόμο του εκτός παραδείσου, υποκείμενος σε νέους κανόνες από πλευράς Θεού, ένας εκ των οποίων είναι και η ένδυσή του, που δεν προκαλεί αλλά προστατεύει και ευπρεπίζει την ανθρώπινη ύπαρξη από την επελθούσα ασχημοσύνη, ένεκα αθέτησης των εντολών του Θεού.

Γιατί, το να επιδεικνύει ο άνθρωπος ένα ωραίο σώμα με κακή ψυχή, μοιάζει με ωραίο καράβι με ανίκανο όμως κυβερνήτη, τονίζει ο Μένανδρος.

 

Ας εξετάσουμε όμως το θέμα της γυμνότητος ενταγμένο στην ενότητα που χαρακτηρίζει το γυναικείο φύλο.

Τι είναι αυτό που ώθησε σταδιακά την γυναίκα και κατάντησε στις μέρες μας στα απεχθή αποκαλυπτήρια της «ομορφιάς» της;

Τι είναι αυτό που ανάγκασε την γυναίκα να αποβάλει τον χιτώνα, αποβάλλοντας ταυτοχρόνως και την εντροπή;

Τι είναι αυτό που στέρησε την γυναίκα από την έκφραση του «κοκκινίσματος», την ώρα που η ίδια προσβάλλει την δημόσια αιδώ, μέσω της ξετσιπωσιάς της;

Γιατί ένας άνθρωπος που κοκκινίζει, μου φαίνεται ότι είναι ηθικός, γράφει ο Μένανδρος. Άρα εν προκειμένω, η εν λόγω γυναίκα είναι ανήθικη…, καθότι δεν κοκκινίζει. Επίσης και ο Αριστοτέλης τονίζει ότι, ο αισχυνόμενος ερυθριά, ο δε φοβούμενος τον θάνατο ωχριά. Εδώ στην περίπτωση μας δεν συμβαίνει σίγουρα το πρώτο, καθότι έχουμε το φαινόμενο της ξεδιαντροπιάς. Όσο αφορά το δεύτερο σκέλος, υπάρχει ακόμη το «ωχριά», λόγω του φόβου του θανάτου, οπότε υπολανθάνει και μία ελπίδα χρωματικής μεταστροφής περαιτέρω, αυτή του κοκκινίσματος, λόγω επερχόμενης τελευτής του βίου, μέσω της οποίας αφανίζεται και η υποτιθέμενη εξωτερική ομορφιά.

Το φαινόμενο του δημοσίου γδυσίματος της γυναίκας το λογόκριναν, καταδικάζοντάς το παράλληλα, όλοι οι αρχαίοι φιλόσοφοι και άνθρωποι των γραμμάτων, αποκαλώντας την εν λόγω γυναίκα ξετσίπωτη (Ηρόδοτος) και μία κοινή γυναίκα του δρόμου. Ένα απεχθές γύναιο. Μία κοινή εταίρα. Μία πόρνη. Η Παλαιά Διαθήκη ακόμη και το βάψιμο των ματιών το έθετε ως χαρακτηριστικό γνώρισμα των ασέμνων γυναικών, που επεδίωκαν μέσω αυτού τον επίπλαστο καλλωπισμό τους. (Δ΄ Βασ. 9,30 / Ιερ. 4,30 / Ιεζ. 23,40).

Η δε Καινή Διαθήκη τον γυμνισμό τον συνέδεσε με τον δαιμονισμό. Γιατί κατά κύριο λόγο οι δαιμονισμένοι έσχιζαν τα ρούχα τους ή κυκλοφορούσαν τελείως γυμνοί.

Όμως το ερώτημα συνεχίζει και αιωρείται, αναζητώντας τον λόγο αυτής της γυναικείας συμπεριφοράς.

Αλλά το γεγονός είναι έκδηλο, καθότι όλα ξεκίνησαν, όταν η γυναίκα έπαυσε να αισθάνεται γυναίκα και να φέρεται σαν γυναίκα.

Όταν δηλαδή ο φεμινισμός εκτόπισε τον δημιουργό Θεό, και παίρνοντας την θέση του επέβαλε τους δικούς του πονηρούς όρους και θελκτικούς κανόνες, στο εκ νέου διαμορφούμενο res.

Βλέπουμε στην ιστορία της ανθρωπότητος, ότι το αμαρτωλό και διεφθαρμένο, το παράνομο και ένοχο παρελθόν, πάντοτε μαγνήτιζε μυστηριωδώς.

Ο εγκληματίας και δολοφόνος συνεχίζει και επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος.

Τότε, πριν ανασυρθεί η γυναίκα από το δουλικό κατεστημένο ένεκα της διδασκαλίας του Χριστιανισμού, θεωρούνταν ένα κοινότατο «πράγμα». Ένα αντικείμενο για πολύπλευρη εκμετάλλευση. Ένα ανταλλακτικό στο σύνολο της μηχανής της κοινωνίας. Όμως το ανταλλακτικό κάποια στιγμή, λόγω φθοράς και βλάβης, το πετάει ο διαχειριστής και το αλλάζει. Τελικά αυτήν την κατάσταση, η σύγχρονη γυναίκα την αναπόλησε και θέλησε να την κάνει μία νέα πραγματικότητα, από μόνη της όμως αυτή την φορά ή κατ’ επιταγή του Θεού φεμινισμού. Έτσι το σύγχρονο γυναικείο res είναι ένα θέαμα που υποκλέπτει το μείζον ενδιαφέρον της σύγχρονης λάγνης κοινωνίας. Ο πόθος όμως αυτός, της επιστροφής στον τόπο του «εγκλήματος», είναι η συνέπεια της περιφρόνησης του θεσμού του γάμου, η αποφυγή της παιδοποιΐας με την απότομη διακοπή του «ονείρου» να γίνει η γυναίκα μάνα και η γενικώτερη έλλειψη αγάπης προς την οικογένεια, με απόρριψη της προσφοράς και της υψηλής θυσίας.

Έτσι ενώ ο άσωτος πόθησε την επιστροφή στην πατρική στέγη, λόγω μετανοίας· ενώ ο Οδυσσέας πόθησε την επιστροφή λόγω αγάπης προς την πατρίδα, την οικογένεια και την πιστή σύντροφό του· η σύγχρονη γυναίκα «πόθησε» την επιστροφή στην γενικευμένη προχριστιανική δουλεία, μη εκτιμώντας την πληθώρα των ευεργεσιών που δέχτηκε από τον Χριστιανισμό, λόγω πνευματικής γυμνότητος. Της αρέσει τελικώς με εξαιρετική ηδυπάθεια, να παίζει τον ρόλο του ιδιόρρυθμου γελωτοποιού, προς ψυχαγωγία των επιλεκτικών πασάδων, μέσα στα ελεύθερα χαρέμια της ξεπεσμένης «προοδευτικής» κοινωνίας, νομίζοντας η τάλαινα, ότι είναι η κυρία του εαυτού της. Κυρία του σώματος της, που είναι δικό της και το κάνει ό,τι θέλει. Που σκοτώνει και τα έμβρυά της. Την ιδιοκτησία της.

Αυτή η συμπεριφορά όμως, επισημοποιεί την διακοπή σχέσεων με τον Θεό και υπογράφει την οριστική απομάκρυνσή της απ’ αυτόν. Όταν όμως απομακρύνεται η γυναίκα από τον Θεό, τότε συμβαίνουν άλλα φρικτά πράγματα.

Να θυμηθούμε, ότι, όταν οι Εβραίοι απομακρύνονταν από τον αληθινό Θεό, για να λατρεύσουν τα είδωλά τους, τότε και αυτοί «Ἔθυαν τούς υἱούς αὐτῶν καί τάς θυγατέρας αὑτῶν τοῖς δαιμονίοις, καί ἐξέχεαν αἷμα υἱῶν αὐτῶν καί θυγατέρων, ὧν ἔθυσαν τοῖς γλυπτοῖς Χαναάν». Αυτά γράφει ο ψαλμωδός με θλίψη (105,37).

Έτσι λοιπόν όπως και παλιά, έτσι και τώρα, η κατάπτωση του γάμου, η ηθική διαστροφή και η άμετρη φιληδονία, είχαν και έχουν τις θλιβερές συνέπειες τους, κυρίως στα παιδιά. Η εγκληματικότητα τότε, προς το παιδί, υποθαλπόταν από τα μεγαλύτερα αναστήματα της αρχαιότητος, όπως ήσαν οι νομοθέτες και οι φιλόσοφοι. Ας διαβάσουμε τους νόμους του Σόλωνος και ας θυμηθούμε την ρωμαϊκή νομοθεσία που όριζε ότι, όχι μόνο για τα νεογέννητα, αλλά και για τα μέχρι ηλικίας 3 ετών παιδιά, ο πατέρας τους ήταν ελεύθερος να αποφασίζει, αν έπρεπε να ζουν ή να φονευθούν.

Κάτι ανάλογο ετοιμάζεται προς ψήφιση στις λεγόμενες «χριστιανικές» κοινωνίες της Ευρώπης, τις κατ’ ουσίαν δαιμονοκρατούμενες. Τις Χριστοκάπηλες. Με λίγα λόγια στις μέρες μας, αντικρίζουμε τον «εγκληματία» να γυρίζει στον τόπο του εγκλήματος και να διαπράττει πολλαπλά εγκλήματα.

Οπότε βάσει των ανωτέρω, έρχεται αυτόματα το πρότερο πλανώμενο ερώτημα να λάβει απάντηση. Γιατί η γυναίκα κατήντησε ξεγύμνωτη; Γιατί, σκοτώνοντας και τα παιδιά της, σκότωσε και την τελευταία ελπίδα ζωής της. Γιατί είναι απόλυτα δαιμονισμένη και δαιμονοκρατούμενη από λεγεώνες ψυχοφθόρων παθών, οπότε μέσα στην δαιμονοεπήρειά της έσχισε τα ιμάτιά της και ξεγυμνώθηκε παντελώς, επιδεικνύοντας το σώμα της καλλωπισμένο περαιτέρω, με εκκεντρικά τατουάζ, για να αποπλανούν ακόμη περισσότερο το λάγνο μάτι των θεατών, στην εν λόγω πορνοπαράσταση. Ως εκ τούτου η προσφορά κρέατος στα χασαπιά της παγκόσμιας αγοράς είναι τεράστια, με αποτέλεσμα την χαμηλή τιμή του προϊόντος αλλά και την ελαχίστη ζήτηση. Αυτά επιτάσσει ο κανόνας της προσφοράς και ζήτησης του διεθνούς εμπορίου. Οπότε το εν λόγω εμπόρευμα έχασε την αξία του. Νωρίτερα όμως… είχε χάσει το πνεύμα του. Τουλάχιστον τότε, οι πρωτόπλαστοι είχαν την ευαισθησία μέσα στην αμαρτία τους, να προσπαθήσουν να κρυφθούν από τα μάτια του Θεού και επίσης ντρέπονταν και μεταξύ τους. Ενώ τώρα…

Κλείνουμε το πόνημά μας με μία ρήση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ:

«Εκείνο για το οποίο η δική μας γενιά θα μετανιώσει μια μέρα πικρά, δεν είναι τόσο η σκληρότητα και οι αδικίες των κακών ανθρώπων, όσο η απαράδεκτη σιωπή των καλών».

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή