“Τί γάρ κακόν ἐποίησεν οὗτος;”
Λουκ. 23,23
Γράφει ο Μάρτιν Λούθερ Κιγκ: “Εκείνο για το οποίο η δική μας γενιά θα μετανιώσει μια μέρα πικρά, δεν είναι τόσο η σκληρότητα και οι αδικίες των κακών ανθρώπων, όσο η απαράδεκτη σιωπή των καλών”.
Είναι γεγονός, ειδικά στις μέρες μας, ότι οι καλοί στο μείζον μέρος τους, σιωπούν. Είτε κρατούν το στόμα τους διακριτικά κλειστό, είτε αποτραβιούνται από την σκηνή της κοινωνίας, μη ανεχόμενοι τους ανάνδρως κρυπτομένους υποβολείς ή ακριβέστερον διαβολείς.
Έτσι η γενικευμένη ηθική δυσοσμία και η θρασύτατη αδικία, διαμορφώνουν το κλίμα των ημερών μας, εκφράζοντας και την ανάλογη κλιματική αλλαγή.
Ένα σκέλος της ως άνω αλλαγής είναι και ο διασυρμός στο εδώλιο του κατηγορουμένου ανθρώπων, που επέλεξαν ως πυξίδα της πνευματικής τους πορείας, το “πειθαρχεῖν δεῖ Θεῶ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις”. Άνθρωποι που δεν δέχτηκαν να υπολειφθούν στα καθήκοντά τους απέναντι του Θεού, την στιγμή που η άθεη κοινωνία επέβαλε μονομερώς και προκλητικώς, περιορισμούς και απαγορεύσεις στους εν λόγω καλούς, πιστούς και δικαίους πολίτες.
Με αφορμή το πρότερο ασύνηθες και ακραίο καιρικό φαινόμενο, έρχεται προς εξέταση στο κέντρο ελέγχου της συνειδήσεώς μας το ερώτημα. Μήπως τελικά η κατάληψη του εδωλίου του κατηγορουμένου υπό ενός δικαίου, αποτελεί αφορμή να ανοιγεί το στόμα του και να λαλήσει κανόνες ασφαλείας; Άρρητα ρήματα;
Στο τέλος της απολογίας του ο Στέφανος έμπροσθεν του ποταπού λαϊκού δικαστηρίου, όπου δικαζόταν, ανεφώνησε “ἰδού θεωρῶ τούς οὐρανούς ἀνεωγμένους καί τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ δεξιῶν ἑστῶτα τοῦ Θεοῦ” (Πραξ.7,56). Επειδή όμως οι δικαστές, οι ευτελείς κατήδες, ποθούσαν τους ουρανούς “θεόκλειστους”, τον κατεδίκασαν δια λιθοβολισμού, φράζοντάς του το στόμα ετσιθελικά.
Τι σημαίνει όμως εδώλιο; Εδώλιο είναι ένα κάθισμα. Μία ξεχωριστή έδρα, απέναντι σε κάποια άλλα έδρανα που στέκουν ψηλότερα. Εδώλιο είναι ένας καλοφτιαγμένος, λουστραρισμένος, “άνετος” πάγκος, όπου φιλοξενείται ο κατηγορούμενος. Ο παράνομος. Ο παραβάτης.
Πολλοί από εμάς βρεθήκαμε στον χώρο του δικαστηρίου, είτε ως κατήγοροι, είτε ως κατηγορούμενοι, αλλά κάποιοι και ως απλοί, ίσως περίεργοι, παρατηρητές– ακροατές. Οι πιο ευαίσθητοι από εμάς, κοιτάξαμε με συναισθήματα ανάμικτα, με άγχος, αμηχανία, αλλά και ανασφάλεια την “περίοπτη” θέση του “εδωλίου”. Όμως, αν εισήλθαμε στον ιερό αυτό χώρο για να υπερασπισθούμε την αλήθεια, τι έχουμε να φοβηθούμε; Γιατί να νιώθουμε άβολα;
Αν ανασκάψουμε επιμελώς την μνήμη μας, θα ανακαλύψουμε σύντομα ότι αυτή την θέση την κατέλαβαν στο παρελθόν οι μεγαλύτεροι παράνομοι της φιλήσυχης κοινωνίας. Στο εδώλιο κάθησαν ο Σωκράτης και ο Κολοκοτρώνης για την αγάπη στην πατρίδα τους. Ο απόστολος Παύλος για την αγάπη του στον Χριστό, αλλά και ο ίδιος ο θεάνθρωπος για την αγάπη του στον άνθρωπο...
Απέναντι στο εδώλιο στέκει το έδρανο των δικαστών. Από εκεί απονέμεται η δικαιοσύνη, αποκαθιστάμενο παράλληλα το δίκαιο. Στην θέση εκείνη όμως δεν κάθονται πάντοτε συνειδητοί δικαστές και ηθικά αναστήματα έχοντα μέσα τους την εικόνα του Χριστού. Στις μέρες μας πλέον κατέβηκε και από τους τοίχους η εν λόγω εικόνα. Κάθονται λοιπόν τις πλείστες φορές Νέρωνες, Καλιγούλες, Πόντιοι Πιλάτοι, μέχρι τιποτένιοι κατήδες των εσχίστων λαϊκών δικαστηρίων. Τότε, κατά την ρήση του αειμνήστου Παπουλάκου, τα δικαστήρια καταντούν γυφτόσπιτα. Ακόμη και τότε όμως έχει μεγάλη αξία η παρουσία του εν λόγω κατηγορουμένου, γιατί παρίσταται η ευκαιρία κατά την ώρα της απολογίας να ακουσθεί η αλήθεια, αλλά και να προταθεί η μία και μοναδική δικαιοσύνη. Ίσως και να απονεμηθεί τελικά, αν δεν επέμβει η απαίτηση του χειραγωγούμενου όχλου με το “σταύρωσον”.
Αλλά κάτι ανάλογο υποστηρίζει η Μητέρα Τερέζα με τα λόγια της: “Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς, ποιός τότε θα γίνει φως για τον κόσμο;”
Είναι πολύ σημαντικό όμως στην εν λόγω αναφορά που κάνουμε, να σταθούμε σε ένα ξέχωρο φαινόμενο. Το φαινόμενο της συκοφαντίας, που συνθέτει κατά κύριο λόγο την σύγχρονη ζωή. Την συκοφαντία ή άλλως την διαβολή μέσω της οποίας οδηγούνται μεγάλα πνευματικά αναστήματα, ακάματοι εργάτες του ευαγγελίου, στο εδώλιο, προς σπίλωσή τους. Πιο φρικτό όμως είναι ένα άλλο εδώλιο που καταργεί το “κεκλεισμένων των θυρών” ανακοινώνοντας “τα εν οίκω εν δήμω”. Μέσα στο διαδίκτυο επιτελείται ο απόλυτος διασυρμός εκλεκτών υπάρξεων, που σαν στόχο τους στη ζωή έθεσαν την προσφορά στον πλησίον.
Ποιοί όμως είναι οι εν προκειμένω συκοφάντες; Σύμφωνα με τον Στάελ: “η συκοφαντία είναι η δύναμη των δειλών”. Άρα οι συκοφάντες είναι δειλοί και ως μη έχοντες το σθένος να αναμετρηθούν κατά μέτωπο με τον συκοφαντούμενο, ρίχνουν την ρετσινιά από πίσω. Είναι εν ολίγοις πεμπτοφαλαγγίτες. Όμως κατά τον Σαίξπηρ “η συκοφαντία, προσβάλλουσα από τα νώτα, πλήττει και την τελειοτέρα αγνότητα”. Ως και ο Διογένης ο Κυνικός ερωτηθείς ποια θηρία θεωρεί ως τα πλέον επικίνδυνα, είπε‧ “από μεν τα ήμερα τους κόλακες, από δε τα άγρια τους συκοφάντες”. Τελικά ο Πλαύτος προσέρχεται δριμύτερος, κατηγορών, όχι μόνο τους συκοφάντες, αλλά και τον ακροώμενο αυτούς. “Οι λαλούντες και οι ακροώμενοι συκοφαντίας, είναι άξιοι κρεμάσματος οι μεν από την γλώσσα, οι δε από τα ώτα”.
Γράφει ο Παύλος στην προς Ρωμ.13,4 επιστολή του. “Οι άρχοντες δεν είναι φόβος για τα καλά έργα, αλλά για τα κακά. Θέλεις να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό και θα επαινεθείς, διότι η εξουσία είναι όργανο του Θεού για το καλό σου...”.
Ισχύει όμως αυτό στις μέρες μας; Μήπως η εξουσία με αυτά που αντικρίσαμε ειδικά εν μέσω κορωνοϊού είναι όργανο του Διαβόλου, διαπομπεύοντας αισχρά τους δικαίους και τους θέλοντας ευσεβώς ζην; Μήπως η σύγχρονη εξουσία είναι απόγονος αυτών που χλεύαζαν τον Νώε, όταν κατασκεύαζε την κιβωτό κατ' εντολή του Θεού; Μάλλον αυτό συμβαίνει με τους τωρινούς, τους έχοντας ψυχολογικά κατάλοιπα και ως εκ τούτου επιδίδονται εμπαθώς προκειμένου να καταποντίσουν την σύγχρονη κιβωτό.
Αλλά δυστυχώς, η περιώνυμη νομενκλατούρα προκειμένου να στρέψει τα βλέμματα του όχλου μακριά από τα αίσχη, τα εγκλήματα και το ξεχείλισμα του βόθρου της άρχουσας τάξης, ανακαλύπτει κάποια πταίσματα, αν τελικά είναι και πταίσματα, κάποιων συγχρόνων “Νώε”, ταΐζοντας έτσι με άρτο και θεάματα τον αδηφάγο όχλο, ενώ την ίδια ώρα οι πρότεροι συνεχίζουν τις παντοειδείς μηχανορραφίες στα παρασκήνια του πραιτωρίου, ανενόχλητοι.
Λησμόνησαν όμως ότι κάποια στιγμή “Πάντες γάρ παραστησόμεθα τῶ βήματι τοῦ Χριστοῦ” (Ρωμ.14,10). Είναι όλοι αυτοί “που βλέπουν το κάρφος στον οφθαλμό του αδελφού τους, ενώ δεν κατανοούν τον δοκό στο δικό τους μάτι” (Ματ.7,3).
Ας θυμηθούμε όμως τον Νέρωνα, όταν ήλθε η στιγμή να τον λιντσάρει ο όχλος που τάιζε μέχρις χθες. Η εξουσία, στο εδώλιο...
Αρίσταρχος